Δανείζομαι το δίστιχο από ένα παλιό τραγούδι του Δημήτρη Πουλικάκου («Μεταφοραί Εκδρομαί ο Μήτσος», 1976). Καταρχήν επειδή ο πρώτος στίχος «Πώς, πού και πότε πρέπει;» διατυπώνει μια ερώτηση που, αν τεθεί σήμερα σε όσους θέλουν να συμβάλουν σε μια άλλη εξέλιξη των πραγμάτων, δεν έχει τόσο εύκολη ή αυτονόητη απάντηση. Επομένως νομίζω πως χρειάζεται να βάλουμε όχι εύκολα αλλά δύσκολα ερωτήματα στους εαυτούς μας, και να μην περιμένουμε απλά κάποιο «θαύμα» σχολιάζοντας όσα γίνονται, συνήθως με δόσεις υποκειμενισμού (και ουσιαστικής αδυναμίας να επιδράσουμε σε όσα συμβαίνουν). Ο δεύτερος στίχος, «Ο κύριος από εκεί μας βλέπει…», μπορεί να μας παραπέμψει σε μια κατάσταση όπου ο χθεσινός χαφιές είναι πιο απρόσωπος, πιο επιστημονικός, πιο «εσωτερικευμένος», πιο ΑΙ (ή ΤΝ) ας πούμε. Είτε, ακόμα, πως με τη σκλήρυνση της εξουσίας απέναντι σε όσους αντιστέκονται ή σκέφτονται να μην ευθυγραμμιστούν με τις προδιαγραφές που αυτή θέτει, θα υποστούν σημαντικές συνέπειες. Οπότε… συγκρατημένα πράγματα, όχι υπερβολές, και βασικά προσαρμογή και συμμόρφωση. Ακολουθούν δυο-τρεις σκέψεις στην πολιτική και κοινωνική συγκυρία.

Τι κάνει ο κύριος από εκεί που μας βλέπει; (κυβέρνηση + πολιτικό σύστημα)

Βασικά κάνει τρία πράγματα ταυτοχρόνως, και με ένταση, θα πρόσθετα:

Πρώτον, οφείλει, πρέπει, είναι αναγκαίο να διαχειριστεί και να αντιμετωπίσει τη ρωγμή που έχει προκαλέσει το ζήτημα των Τεμπών. Είναι βαθύ και ενεργό το ρήγμα μέσα στην κοινωνία, αφαιρεί δύναμη και κάθε αξιοπιστία από εξουσία, θεσμούς, κυβέρνηση και πολιτικό σύστημα. Ιδιαίτερα η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν μπορεί να προχωρήσει εύκολα στους σχεδιασμούς της αν δεν αντιμετωπίσει τη ρωγμή αυτή. Το κίνημα των Τεμπών (ή ονομάστε το όπως θέλετε) αποτέλεσε και αποτελεί ακόμα τη μόνη υπαρκτή και πραγματική «αντιπολίτευση» προς την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Ανατίναξε όλους τους μέχρι τώρα σχεδιασμούς, και όλες τις προσπάθειες να «τελειώνει» το ζήτημα όπως τέλειωναν συνήθως όλα τα παρεμφερή θέματα (εγκλήματα) στο παρελθόν. Τα ποσοστά της Ν.Δ. κατρακύλησαν και έχει δημιουργηθεί ένα μείζον πολιτικό ζήτημα και μια κρίση απονομιμοποίησης του πολιτικού συστήματος (κυβέρνηση, κόμματα, δικαιοσύνη, επιστημονικός κόσμος, ΜΜΕ κ.λπ.).

Ιδιαίτερα μετά τα δύο τεράστια συλλαλητήρια και την πίεση που αυτά προκάλεσαν, κυβέρνηση και πολιτικό σύστημα επιστράτευσαν όλα τα μέσα ώστε να υποχωρήσει το κύμα αγανάκτησης, καταγγελίας, απαίτησης για Δικαιοσύνη και Οξυγόνο στη χώρα. Συκοφαντίες, ψέματα, συνεχόμενα «μπαζώματα» και μεθοδεύσεις, επιθέσεις στον σύλλογο γονέων, χρησιμοποίηση πορισμάτων και δηλώσεων για να προκληθεί σύγχυση και αποπροσανατολισμός, εκφοβισμοί. Τέθηκε σε πλήρη λειτουργία το «πλυντήριο» της κοινοβουλευτικής διαδικασίας (προανακριτικές, προτάσεις μομφής, ακαταδίωκτο, ασυλία κ.ο.κ.). Τώρα όλοι μαζί κραδαίνουν ένα «πόρισμα» («του Πολυτεχνείου», όπως ψεύδονται) και νοιώθουν ότι μπορούν να αντεπιτεθούν σε όλο το μέτωπο: χαρακτηρίζουν τους γονείς «παπατζήδες» που βάζουν σε τεράστια περιπέτεια τον τόπο και τον εκθέτουν σε κινδύνους θέλοντας να ρίξουν την κυβέρνηση, ο δε υπουργός «Δικαιοσύνης» κ. Φλωρίδης (έξαλλος Πασόκος πριν και τώρα Μητσοτακικός) απειλεί με διώξεις όσους διέσπειραν ψέματα και πλαστά στοιχεία. Είπαμε, «ο κύριος από εκεί μας βλέπει…».

Δεύτερον, ορμητικά συνεχίζει την ασυδοσία επί του εθνικού πλούτου και τη λεηλασία του τόπου και των Ελλήνων πολιτών. Με προεδρικό διάταγμα οικισμοί χαρακτηρίζονται ως χωράφια (απαξιώνονται δραστικά), και ανοίγει ο δρόμος συγκεντροποίησης σε funds και εταιρείες realestate να αγοράσουν και να συγκεντρώσουν γη σε απίστευτα χαμηλές τιμές για την «πράσινη ανάπτυξη», για κτίσιμο μεγάλων ξενοδοχειακών μονάδων ακόμα και σε περιοχές Natura, κ.ο.κ. Σε νομοσχέδιο του κ. Φλωρίδη, αργά τη νύκτα, προστίθεται τροπολογία που επιτρέπει σε συγγενείς πρώτου βαθμού των πολιτικών προσώπων και βουλευτών να έχουν επιχειρήσεις (και offshore εταιρείες) στο εξωτερικό. Αντί να ψηφιστεί η απαγόρευση της ασυλίας υπουργών και βουλευτών, αντί να καταργηθεί το «ακαταδίωκτο», κάνουν ρελάνς οι ταγοί του έθνους και ξεδιάντροπα κατοχυρώνουν το «δικαίωμά τους» στις εξωχώριες κερδοφόρες επιχειρήσεις τους. Οι πιο ψυλλιασμένοι θα πουν ότι βρήκαν ένα ακόμα παράθυρο για διαδικασίες ξεπλύματος μαύρου χρήματος…

Επίσης, με το που εξάγγειλε η κυβέρνηση ένα πρόγραμμα 35 δισ. για εξοπλισμούς, ο ανθός του έθνους, κυρίως εφοπλιστές, άρχισε αγώνα δρόμου για το ποιος θα αρπάξει τα «πακέτα» των προγραμμάτων. Ο Στασινόπουλος πήρε ένα πακέτο που διεκδικούσε ο Μυτιληναίος, ο Λασκαρίδης κάνει δωρεές στο στράτευμα για πάρει κι αυτός μερικές δουλειές. Αναμένεται η «κλοτσοπατινάδα» (για το ποιοι από τις εγχώριες ελίτ θα πάρουν «μεζέ») να συνεχιστεί με απειλές, σκάνδαλα, πρωτοσέλιδα, αποκαλύψεις και τα λοιπά.

Παράλληλα η κυβέρνηση φροντίζει να υπόσχεται κάποια επιδόματα (τον Νοέμβριο…) και να διαδίδει ότι τον Σεπτέμβριο στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης θα εξαγγείλει κι άλλα μέτρα υπέρ των εργαζομένων για να ξεκινήσει (μάλλον) μια προεκλογική εκστρατεία για το 2026.

Τρίτον, παρακολουθεί αμήχανα την εκτόξευση της Τουρκίας σε μεγάλη περιφερειακή δύναμη, που συνοδεύεται από εντυπωσιακές επευφημίες για το πρόσωπο του Ερντογάν (βλ. Τραμπ, Ρούτε, Μελόνι κ.ά.), αλλά και από κινήσεις που δείχνουν πόσο υπολογίζουν την Τουρκία στους νέους αναδασμούς στην περιοχή (ποια Συρία;) της Ν.Α. Μεσογείου. Ταυτόχρονα τη βλέπουν σαν βασικό συμπλήρωμα στο οπλοστάσιο Ευρώπης και ΝΑΤΟ και στους νέους εξοπλιστικούς και στρατιωτικούς σχεδιασμούς που έχουν ξεκινήσει. Ο Μερτς χωρίς καμία αιδώ ρίχνει το εφιαλτικό σύνθημα «η Γερμανία θα αποκτήσει τον ισχυρότερο στρατό στην Ευρώπη».

Ο νεοραγιαδισμός και ο νεοφαναριωτισμός δίνουν και παίρνουν μέσα στο ελληνικό πολιτικό και οικονομικό σύστημα: Να αναγνωρίσουμε τους νέους συσχετισμούς, να αποδεχθούμε μια «ρεαλιστική» λύση κοινής οικονομικής συνεργασίας σε Αιγαίο και όπου αλλού θέλει η Τουρκία (ως μεγάλη δύναμη), ή και, γιατί όχι, να δημιουργήσουμε και μια μορφή συνομοσπονδίας αύριο-μεθαύριο. Εν τω μεταξύ η διείσδυση της Τουρκίας σε περιοχές της χώρας είναι δεδομένη, ενώ για την Κύπρο ήδη δηλώνεται πως αποτελεί συνέχεια της Τουρκίας και είναι τουρκικό νησί! Το casusbelli παραμένει, το καλώδιο δεν ποντίστηκε, και δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα πέρα από 6 μίλια χωρίς να πάρουμε επίσημη άδεια από τον «Σουλτάνο». Εδώ έφτασε υφυπουργός Εξωτερικών να πάει σε επίσημη επίσκεψη στην Τουρκία και μίλησε σε άπταιστα τουρκικά, εισπράττοντας εγκώμια και επαίνους από τις τουρκικές αρχές… (Θυμόσαστε τη βαθιά υπόκλιση του Γεραπετρίτη; Ε, σε αυτό το πνεύμα κινούνται όλοι πλέον).

Προσοχή, μην το παραλείψουμε: ακόμα δεν έχει φθάσει η κυρία πρέσβειρα των ΗΠΑ και δεν ξέρουμε πώς θα κινηθεί ο Τραμπ για το οικόπεδο «Ελλάδα», τις ελληνοτουρκικές «σχέσεις» κ.λπ. Προς το παρόν συμπαθεί πολύ Ερντογάν, Τζολάνι και άλλους ισχυρούς…

Χρειάζονται διεργασίες και εγχειρήματα που να έχουν ιδεολογική και πολιτική πυκνότητα, να μπορούν να συμβάλουν σε σύνθετες και συνολικές οπτικές, να δώσουν απαντήσεις σε κεντρικά ζητήματα

Πώς, πού και πότε πρέπει;

Το ερώτημα δεν απευθύνεται στα κόμματα και στο πολιτικό σύστημα. Αυτοί, όλοι ανεξαιρέτως, ενδιαφέρονται όχι για μια διαφορετική πορεία (αν ενδιαφέρονταν κάτι θα έκαναν και θα φαινόταν η πρόθεσή τους), αλλά για την πορεία των ποσοστών τους και το πώς θα προσπεράσουν το ρήγμα που έχει προκληθεί από το κίνημα των Τεμπών.

Το ερώτημα απευθύνεται και πρέπει να απασχολήσει όλους εμάς, όλους όσοι αντιστέκονται ή αγωνίζονται για να υπάρξει μια άλλη προοπτική. Όσους δίνουν αγώνα για να επιβιώσουν, για να στέκονται με αξιοπρέπεια, να μπορούν να μορφωθούν, να έχουν εργασία, να μην παρακαλάνε για μια ελεημοσύνη (επίδομα), να μπορούν να φροντίσουν την υγεία τους, να ονειρευτούν ένα καλύτερο μέλλον για τα παιδιά τους και για τα παιδιά των παιδιών τους.

Εδώ προβάλλει μια αναγκαία εκτίμηση: από όλες τις πολλαπλές και σκόρπιες αντιστάσεις και προσπάθειες σε όλη τη χώρα, για διάφορα ζητήματα μικρά και μεγάλα, με ορμητικό τρόπο εισέβαλε το τελευταίο δίχρονο μια αναβαθμισμένη κοινωνική διαθεσιμότητα γύρω από το έγκλημα των Τεμπών. Το κίνημα των Τεμπών ειδικά το 2025 εισέβαλε στην κεντρική πολιτική σκηνή του τόπου, μπήκε σαν μεγάλο θέμα στην ημερήσια διάταξη, κινητοποίησε εκατομμύρια ανθρώπους σε όλες τις γωνιές της χώρας. Έδωσε οξυγόνο, έκανε καλό στην κοινωνία αλλά και ξεχωριστά στους ανθρώπους που μετείχαν σε αυτό, τροποποίησε στις συνειδήσεις των ανθρώπων την κλίμακα του εφικτού.

Ο απλός κόσμος είδε να ξεπροβάλλει μια φυσική ηγεσία στα πρόσωπα της κ. Καρυστιανού και του κ. Ασλανίδη (και άλλων), οι οποίοι ούτε καν είχαν φανταστεί ότι θα βρεθούν σε τέτοια θέση – αλλά βρέθηκαν, με τραγικό είναι αλήθεια τρόπο. Κράτησαν όμως μια στάση που έδειξε έναν άλλο δρόμο, μια άλλη προοπτική. Όταν λένε ότι «δεν θα γίνουν γρανάζι του συστήματος», όταν τονίζουν ότι «αυτοί στη Βουλή αγαπάνε τις καρέκλες τους πιο πολύ από ό,τι αγαπάνε τους Έλληνες», ή ακόμα ότι «έχουν αγαπήσει τόσο τα παιδιά τους που χάθηκαν που θα αντέξουν μέχρι τέλους», ε αυτοί αναδεικνύονται από μια αρετή, ένα ήθος και ένα θάρρος που δεν το βρίσκεις στο υπόλοιπο πολιτικό σύστημα. Είναι πιο αξιόπιστοι από όλα τα κόμματα μαζί. Ενεργοποίησαν μια κοινωνική δυναμική που κανένας άλλος δεν ήταν σε θέση να το κάνει.

Το κίνημα αυτό, χωρίς να το έχει συνειδητοποιήσει καθαρά, θέτει εκ των πραγμάτων ένα κεντρικό πολιτικό ζήτημα: Για να υπάρξει Δικαιοσύνη και Τιμωρία πρέπει να συμβεί κάτι ανάλογο με μια «νέα μεταπολίτευση». Αρχίζει να καταλαβαίνει πως είναι αναγκαίο ένα βαθύ κίνημα εκδημοκρατισμού σε όλους τους τομείς. Το «πώς;» σήμερα μπορεί να έχει την εξής απάντηση: ως κίνημα παλλαϊκό και ακηδεμόνευτο από το υπάρχον πολιτικό σύστημα. Το «πού;»: σε όλη τη χώρα, παντού, μέσα από μορφές που θα γεννηθούν από την αυτοοργάνωση και την αυτενέργεια των πολιτών. Ένα και μόνο κάλεσμα από τη φυσική ηγεσία, και αυτό μπορεί να γίνει και να προκαλέσει έναν σεισμό. Το «πότε;»: η απάντηση είναι χθες· αμέσως μετά τα συλλαλητήρια· αλλά και «τώρα», γρήγορα, γιατί ο χρόνος δεν λειτουργεί θετικά, συντελεί σε μια κούραση, σε μια απόσυρση. Το ξέρει η «άλλη πλευρά», και ποντάρει σε αυτό. Ο σωστός χρόνος παίζει σπουδαίο ρόλο για την εξαπόλυση κινημάτων και διεργασιών. 

*** 

Μα αν δεν γίνει κάτι τέτοιο για διάφορους λόγους (και αυτό είναι πολύ πιθανό), τι γίνεται; Παράλληλα με την ανάγκη αξιοποίησης ενός κεντρικού μεγάλου σημαντικού κινήματος, είναι αναγκαίες διεργασίες και εγχειρήματα που να καλύπτουν ανάγκες τις οποίες μεγάλα αυθόρμητα μαζικά κινήματα δεν μπορούν να καλύψουν. Χρειάζονται διεργασίες και εγχειρήματα που να έχουν ιδεολογική και πολιτική πυκνότητα, να μπορούν να συμβάλουν σε σύνθετες και συνολικές οπτικές, να δώσουν απαντήσεις σε κεντρικά ζητήματα. Π.χ. το πώς μπορεί να υπάρχει η Ελλάδα στις νέες συνθήκες που δημιουργούνται, το πρόβλημα της οικονομίας και της παραγωγής, της εγκατάλειψης της περιφέρειας, της δημογραφικής ερήμωσης, των γεωπολιτικών ζητημάτων, του περιβάλλοντος, και τόσα άλλα που να συνθέτουν τις βάσεις μιας σοβαρής εναλλακτικής πρότασης. Επομένως το ερώτημα «Πώς, πού, και πότε πρέπει;» έχει κι αυτές τις διαστάσεις. Μακάρι να «παντρεύονταν», να διασταυρώνονταν οι διεργασίες ενός ενεργού μαζικού κινήματος με τις διεργασίες μιας ιδεολογικής και πολιτικής αναγκαίας πυκνότητας!

Σε κάθε περίπτωση, είμαστε υποχρεωμένοι να κινηθούμε με ό,τι έχουμε και με ό,τι μας λείπει. Όχι με ό,τι παρουσιάζεται για να τρέχουμε και να νομίζουμε ότι κάτι κάνουμε και υπάρχουμε. Το κίνημα των Τεμπών είναι κάτι που υπερβαίνει αυτή τη διάσταση, του γνωστού μέχρι σήμερα ακτιβισμού σε διάφορα πεδία. Από την άλλη, όσον αφορά το «ό,τι μας λείπει», έχει έναν επείγοντα χαρακτήρα η προσπάθεια να καλυφθεί το κενό αυτό – κι όχι να το προσπεράσουμε επειδή «έχουμε κάτι άλλο να κάνουμε», «πού καιρός για συζητήσεις, αναζητήσεις, προτάσεις, σχέδια, θεωρίες»…

Αυτές τις λίγες σκέψεις είχα να καταθέσω στο σημερινό σημείωμα. Να είστε καλά, να σκέφτεστε, να σχεδιάζουμε όλοι μαζί το παρόν και το μέλλον.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!