Τι τρέφει και τι φρενάρει την Ακροδεξιά
του Ερρίκου Φινάλη
Ο δεύτερος γύρος των περιφερειακών εκλογών στη Γαλλία έβγαλε ενδιαφέροντα αποτελέσματα:
Πρώτον, μηδέν έδρες για την Ακροδεξιά, που είχε αναδειχθεί σε πρώτη δύναμη στον πρώτο γύρο, αλλά ανακόπηκε χάρη σε μία διπλή κίνηση: μέτωπο όλων των άλλων πολιτικών κομμάτων εναντίον της, και ταυτόχρονα κινητοποίηση εκατομμυρίων πολιτών που ανήκουν στο «μπλοκ της αποχής» αλλά δεν ήθελαν θρίαμβο της Λεπέν.
Δεύτερον, διάσωση της Κεντροαριστεράς του Ολάντ που, παρά την απόσυρσή της από δύο σημαντικές περιφέρειες υπέρ της Δεξιάς ώστε να αποτραπεί η εκλογή ακροδεξιού περιφερειάρχη, διατήρησε 5 από τις 12 «ηπειρωτικές» περιφέρειες της Γαλλίας.
Τρίτον, πύρρειο νίκη της Δεξιάς υπό τον Σαρκοζί, που κέρδισε μεν τις 7 από τις 12 «ηπειρωτικές» περιφέρειες, όμως γνωρίζει πολύ καλά ότι το κατάφερε χάρη στις ψήφους πολιτών που δεν της ανήκουν.
Τέταρτον, στις υπόλοιπες 5 περιφέρειες εκτός Γαλλίας (δηλαδή στην Κορσική και στις τέσσερις υπερπόντιες γαλλικές κτήσεις – ή, ορθότερα, αποικίες) τα κινήματα που διεκδικούν αυτονομία ή και πλήρη ανεξαρτησία από τη Γαλλία αναδείχτηκαν, με την εξαίρεση της Ρεϊνιόν, είτε νικητές είτε αξιωματική αντιπολίτευση.
Πώς η Ακροδεξιά έφτασε στο πηγάδι…
Τη νύχτα της περασμένης Κυριακής, μόλις ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα, μια εμφανώς εκνευρισμένη Λεπέν εμφανίστηκε μπροστά στους οπαδούς της καταγγέλλοντας θεούς και δαίμονες. Να είσαι πρώτο κόμμα στον πρώτο γύρο, να συμμετέχεις παντού στο δεύτερο γύρο (πλην των υπερπόντιων αποικιών όπου το Εθνικό Μέτωπο είναι, εννοείται, πρακτικά ανύπαρκτο), και να μη βγάζεις ούτε έναν περιφερειάρχη, είναι πράγματι βαρύ. Ποιοι λόγοι ανέδειξαν την Ακροδεξιά σε πρώτη δύναμη την προπερασμένη Κυριακή, και ποιοι την εμπόδισαν να κερδίσει έστω και μία περιφέρεια μια βδομάδα αργότερα;
Εκατομμύρια Γάλλοι απεχθάνονται πλέον την Ε.Ε., για τους πιο διαφορετικούς λόγους. Πρόκειται για ένα «οικοδόμημα» το οποίο καταπλακώνει τα εθνικά κράτη, θάβοντας στα ερείπιά τους εκατομμύρια εργαζομένων που χάνουν τη δουλειά τους, μικρομεσαίων που τους λιώνουν τα πολυεθνικά μεγαθήρια, αγροτών που χρεοκοπούν, νέων δίχως μέλλον. Πρόκειται για μια «ολοκλήρωση» που επιχειρεί να μετατρέψει σε εξάρτημά της ακόμη και ισχυρά ιμπεριαλιστικά κράτη όπως η Γαλλία, και να ισοπεδώσει κάθε ταυτότητα και ιδιαιτερότητα. Πρόκειται για ένα απρόσωπο, ανεξέλεγκτο και απάνθρωπο «υπερκράτος» το οποίο ταπεινώνει τους πολίτες, αποδεικνύοντάς τους καθημερινά ότι η γνώμη τους δεν μετράει μπροστά στις απαιτήσεις των «αγορών», των τραπεζών και του πολιτικού προσωπικού που τις υπηρετεί.
Ποιος θα εκφράσει λοιπόν την αυθόρμητη και εύλογη αντίδραση μπροστά σε αυτήν την «Ευρώπη», που πλέον βγάζει μάτι ότι δεν εκπροσωπεί κάποιο προοδευτικό όραμα, ούτε ανθρωπιστικές αξίες και δημοκρατικές αρχές, και πλέον καμιά ευημερία, έστω και ως υπόσχεση; Όχι βέβαια το παλιό πολιτικό σύστημα που την υπηρετεί με το αζημίωτο εδώ και δεκαετίες και είναι συνένοχο στα μάτια πλατιών στρωμάτων για τη συνεχή χειροτέρευση της ζωής τους και για την απώλεια και των τελευταίων ψηγμάτων λαϊκής κυριαρχίας και αξιοπρέπειας. Ούτε μια Αριστερά γοητευμένη από τον κοσμοπολιτισμό, η οποία αδυνατεί να κρατήσει την επαφή της με τα μεσοστρώματα που συνθλίβει η παγκοσμιοποίηση –πόσο μάλλον με τους σύγχρονους Αθλίους των εξαθλιωμένων προαστίων– και κάθε φορά σύρεται πίσω από τους «σοσιαλιστές» ή και τη «δημοκρατική Δεξιά».
Επειδή ενίοτε οι νόμοι της Φυσικής ισχύουν και στην πολιτική, εδώ το κενό το καλύπτει μια Ακροδεξιά που σηκώνει από το χώμα το σπαθί του… Ντε Γκολ. Ναι, αυτού που κάποτε εκπροσωπούσε το «μεγαλείο» (αλλά και την ανεξαρτησία!) του γαλλικού ιμπεριαλισμού, και εγκαταλείφθηκε από τη γαλλική Δεξιά και Κεντροδεξιά – η οποία, με το απελπιστικά φτωχό πολιτικό προσωπικό της έχει τεθεί στην υπηρεσία του ξεφτισμένου «ευρωπαϊκού οράματος», έστω και υπό γερμανική ηγεμονία. Το γεγονός ότι σύμπαν το παλιό και αναξιόπιστο πολιτικό σύστημα, που νιώθει να απειλείται σοβαρά, καταγγέλλει την Λεπέν μετά βδελυγμίας, απλώς της προσδίδει επιπλέον πόντους (φαίνεται ότι η Λεπέν είναι καταδικασμένη να… επιβάλλει την ατζέντα της στο πολιτικό σύστημα, που υιοθετεί αρκετές πολιτικές της αλλά όχι την ίδια). Εδώ υπάρχει μια εκ πρώτης όψεως εντελώς αντιφατική αντιστροφή: για εκατομμύρια πολιτών, οι «ευρωπαϊστές» φαίνονται (και είναι!) απολογητές ενός ολοκληρωτισμού με δημοκρατική βιτρίνα, ενώ οι ακροδεξιοί φαίνονται (και δεν είναι!) υπέρμαχοι της… διαφορετικότητας και της «ανάστασης» της πάλαι ποτέ πλούσιας και σεβαστής Γαλλικής Δημοκρατίας.
…αλλά νερό δεν ήπιε!
Εκεί πρέπει να αναζητηθεί η πηγή από την οποία ανέβλυσαν τα 6.000.000 ψήφων του Εθνικού Μετώπου στον πρώτο γύρο, και τα 6.800.000 ψήφων στον δεύτερο – χωρίς βέβαια να ξεχνάμε ότι όλα σχετικά είναι, αν αναλογιστεί κανείς ότι η αποχή, τα άκυρα και τα λευκά ήταν τετραπλάσια στον πρώτο γύρο (23.590.000) και τριπλάσια στον δεύτερο (20.130.000). Κι όμως, το κόμμα της Λεπέν νερό δεν ήπιε πουθενά! Καταρχήν, επειδή απέδωσε το μπλοκάρισμα με πρωτοβουλία των σοσιαλιστών (την οποία ακολούθησε εκούσα-άκουσα και η Αριστερά…), που κάλεσαν ακόμη και σε υπερψήφιση της Δεξιάς σε ορισμένες περιφέρειες για να αποτραπεί η εξ εφόδου κατάληψη περιφερειών από το Εθνικό Μέτωπο. Κι έτσι περιόρισαν και τις δικές τους ζημιές, επικρατώντας σε 5 περιφέρειες σε βάρος μιας Δεξιάς που φάνηκε μικρόψυχη και αντιφατική, αφού διεκδίκησε το αποκλειστικό δικαίωμα να αποτελέσει κυματοθραύστη της Λεπέν.
Υπάρχει όμως κι ένας ακόμη λόγος: η προσέλευση στις κάλπες 3.770.000 «έξτρα» ψηφοφόρων, από αυτούς που συνήθως απέχουν. Σε μεγάλο βαθμό, πρόκειται για πολίτες που δεν ήταν διατεθειμένοι να επιτρέψουν στο Εθνικό Μέτωπο να εκμεταλλευθεί τη συνολική αποστροφή τους προς το πολιτικό σύστημα για να αποσπάσει περιφέρειες. Μπροστά σ’ αυτό που αντιλαμβάνονται ως ισχυρό, άμεσο κίνδυνο (και είναι σε ένα βαθμό, για παράδειγμα όσον αφορά τη δεύτερη και τρίτη γενιά μεταναστών, που κατάγονται κυρίως από μουσουλμανικές χώρες), πήγαν στις κάλπες για να καταψηφίσουν τη Λεπέν.
Την ίδια στιγμή βέβαια, επειδή ακριβώς η κατάσταση είναι γεμάτη αντιφάσεις, αυξήθηκε το ποσοστό των αριστερών ψηφοφόρων που αρνήθηκαν να ακολουθήσουν τη γραμμή των σοσιαλιστών και της Αριστεράς, δηλαδή να στηριχθεί η Δεξιά ενάντια στη Λεπέν. Στο βορρά, όπου ήταν υποψήφια η ίδια η Λεπέν, υπερδιπλασιάστηκαν τα λευκά και άκυρα (7,4% από 3,7%). Στο νότο, όπου ήταν υποψήφια η… ανιψιά της (σόι πάει το βασίλειο και στην «αντισυστημική» Ακροδεξιά), τα λευκά και άκυρα σχεδόν τετραπλασιάστηκαν (7,8% από 2,1%).
Οι σχεδιασμοί του γαλλικού κατεστημένου και η… κώφωση της Αριστεράς
Με μια έννοια, η απόπειρα του γαλλικού κατεστημένου να κοντρολάρει όπως-όπως την πολιτική κρίση πέτυχε (χάρη και στη σύμπτωσή της με την απόφαση ικανού τμήματος ψηφοφόρων που συνήθως απέχουν, να παρέμβουν άπαξ στην εκλογική διαδικασία για να καταψηφίσουν τη Λεπέν). Αν και η επιτυχία αυτή είναι εντελώς προσωρινή, φαίνεται ότι εξέπεμψε ένα σαφές μήνυμα προς την Ακροδεξιά: «Είστε χρήσιμοι, αλλά σας θέτουμε όρια. Δεν θα κυβερνήσετε αυτή τη χώρα». Πράγματι, μέχρι στιγμής δεν φαίνεται να υπάρχει σημαντικό τμήμα της γαλλικής άρχουσας τάξης που να περιλαμβάνει τη Λεπέν στα σχέδιά του. Αντίθετα, «φρόντισε» ώστε και να στραφεί επί τα δεξιά όλο το πολιτικό σκηνικό, και να μην καταστραφεί το χρησιμότατο στρατόπεδο του Ολάντ…
Δεν είναι τυχαία η προεκλογική παρέμβαση του Πιερ Γκατάζ, προέδρου της MEDEF (της μεγαλύτερης εργοδοτικής οργάνωσης στη Γαλλία), εναντίον του Εθνικού Μετώπου. Ο εκπρόσωπος των αφεντικών είπε επί λέξει: «Προσοχή, το οικονομικό πρόγραμμα του Εθνικού Μετώπου μου θυμίζει, όσο παράξενο κι αν φαίνεται, το Κοινό Πρόγραμμα της Αριστεράς το 1981. Είναι δηλαδή ένα πρόγραμμα ανεύθυνο, που στρέφει την πλάτη στο μέλλον και στην ανταγωνιστικότητα». Και, για να μην αφήσει αμφιβολίες, πρόσθεσε: «Ακροδεξιά και Ακροαριστερά είναι ένα και το αυτό. Λεπέν και Μελανσόν, έχουν τις ίδιες επιδιώξεις»!
Μια και φτάσαμε εδώ, ας πούμε δυο λόγια για το Μέτωπο της Αριστεράς – που φτιάχτηκε με τη σύγκλιση του κόμματος του Μελανσόν (ο οποίος πήρε οριστικό διαζύγιο από τους σοσιαλιστές), του Γαλλικού Κ.Κ. και μικρότερων οργανώσεων της Αριστεράς. Η ελπίδα που εξέφρασε αυτή η προσπάθεια, με την πετυχημένη υποψηφιότητα του Μελανσόν στις προηγούμενες προεδρικές εκλογές, σήμερα έχει εξανεμιστεί. Ο Μελανσόν, με την επιμονή του να σχηματιστεί ένας τέταρτος, ανεξάρτητος πόλος της Αριστεράς που θα ξεκόψει οριστικά από το Σοσιαλιστικό Κόμμα, θεωρείται πλέον… γραφικός και ακροαριστερός (σε αντιδιαστολή με το «υπεύθυνο» Γαλλικό Κ.Κ.!). Και η λοιπή γαλλική Αριστερά κάνει εδώ και καιρό ό,τι μπορεί για να εκπέμψει ένα σαφές μήνυμα: ότι έχει παραιτηθεί εντελώς από την προσπάθεια οικοδόμησης μιας εναλλακτικής λύσης, μιας προοδευτικής διεξόδου.
Ο ακολουθητισμός της Αριστεράς στις τακτικές που επιλέγει ο Ολάντ (ο οποίος έφτασε να ανακηρύξει τη «δημοκρατική Δεξιά» σε οχυρό εναντίον της Ακροδεξιάς – και η Αριστερά κάλεσε τον κόσμο της να συμφωνήσει με αυτό!), η υπερψήφιση της παράτασης της κατάστασης έκτακτης ανάγκης, η βουβαμάρα για τις γαλλικές ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις στις πρώην(;) αποικίες της, η αφασιακή επιμονή στο «ευρωπαϊκό όραμα» κ.λπ., δεν αφήνουν αμφιβολία: οι ηγεσίες και οι μηχανισμοί της Αριστεράς προσπαθούν απλά να επιβιώσουν μέσα στην τρικυμία, εγκαταλείποντας τον κόσμο τους στο έλεος της… Γαλλικής Δημοκρατίας.
Ενώ βοά η ανάγκη της γαλλικής κοινωνίας να ξεφύγει, κι είναι εξίσου προφανής η αδυναμία του συστήματος να προσφέρει λύσεις, η Αριστερά δεν παίρνει το μήνυμα. Μοιρολατρικά φαίνεται να αφήνει την προβολή ενός εναλλακτικού σχεδίου στην Ακροδεξιά. Είναι ίσως η πιο ασφαλής συνταγή για να επιστρέψει στη δεκαετία του ’90, όταν ένα κόμμα… Κυνηγών και Ψαράδων ξεπερνούσε σε ψήφους το Γαλλικό Κ.Κ.
Πυκνώνουν οι όροι για βάθεμα της πολιτικής κρίσης
Οι δύο γύροι των γαλλικών περιφερειακών εκλογών ανέδειξαν με ακόμη μεγαλύτερη σαφήνεια μια σειρά στοιχεία που σοβούν και εντείνονται εδώ και χρόνια. Το πρώτο είναι το όλο και πιο βαθύ διαζύγιο πλατιών μαζών με το πολιτικό σύστημα και με τα ιδεολογήματα των συνιστωσών του, περιλαμβανομένης της Ακροδεξιάς. Με όλο και μεγαλύτερη σταθερότητα, αυξανόμενη σε πλήρη αναλογία με τις αλλεπάλληλες διαψεύσεις ελπίδων και προσδοκιών, ένας στους δύο Γάλλους απαξιώνει τις εκλογές. Είναι επιφανειακή η σύγκριση αυτής της αποχής με την αντίστοιχη στις ΗΠΑ, καθώς έχει εντελώς διαφορετικές αιτίες και χαρακτηριστικά. Η αιφνιδιαστική «επιδρομή» σχεδόν 4 εκατομμυρίων πολιτών στο δεύτερο γύρο, που διέκοψαν στιγμιαία την αποχή για να ανασχέσουν την επέλαση της Ακροδεξιάς, είναι μια ένδειξη της διαφορετικότητας της γαλλικής αποχής.
Ένα δεύτερο στοιχείο είναι ο συνδυασμός της δυσφορίας των από κάτω (μία έκφραση της οποίας είναι η απορριπτική στάση σε εκλογικές διαδικασίες), με την όλο και βαθύτερη κρίση του γαλλικού καπιταλισμού και ιμπεριαλισμού. Η διαρκής και σοβαρότατη υποβάθμιση της Γαλλίας εντός της «Ευρώπης» που οικοδομείται, υποδαυλίζει την απέχθεια εκατομμυρίων πολιτών, που κατανοούν ότι εξαιτίας της κατρακυλάει τόσο το βιοτικό τους επίπεδο όσο και το «στάτους» της χώρας τους και των ίδιων εντός της. Αυτός ο συνδυασμός συσσωρεύει όρους για νέους πολιτικούς σεισμούς και για παράταση και βάθεμα της πολιτικής κρίσης. Καθώς μάλιστα η Γαλλία είναι μια βασική χώρα της Ε.Ε., η διαδικασία αυτή βάζει δυναμίτες στα θεμέλια αυτής καθαυτής της «ευρωπαϊκής ενότητας». Άρα η αστάθεια θα συνεχιστεί και τα νέα επεισόδιά της πιθανότατα θα γίνουν αισθητά, μέσα κι έξω από τη Γαλλία, και πριν την επόμενη μεγάλη εκλογική αναμέτρηση: τις προεδρικές του 2017.
Μ’ αυτήν την έννοια, φαίνεται ακόμη πιο αστεία η ρηχή εκτίμηση που διατυπώνεται από κύκλους των «κυβερνώντων» την ελληνική αποικία, ότι τάχα μπορεί να υπάρξει μια διέξοδος βασισμένη σε μια στρατηγική σύγκλισης με την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία με αιχμή τον… Ολαντρέου και τους «σοσιαλιστές» του. Παίρνοντας την καλύτερη περίπτωση, να πρόκειται δηλαδή για αφέλεια, αυτό το σχέδιο δεν θέλει να δει την πραγματικότητα – ούτε της Γαλλίας, ούτε της πάλαι ποτέ σοσιαλδημοκρατίας (και μάλιστα της γαλλικής, που αποτελεί μια κάθε άλλο παρά αγαπημένη οικογένεια). Εκτός κι αν πρόκειται για άλλον έναν κουτοπόνηρο χειρισμό όσων διψούν για φρούδες ελπίδες, που θα γυρίσει (κι αυτός) μπούμερανγκ στους εμπνευστές του.