Πριν μία εβδομάδα ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας Πιτ Χέγκσεθ επισκεπτόταν τις Φιλιππίνες και την Ιαπωνία, απ’ όπου δήλωνε: «Μαζί θα αποκρούσουμε την κομμουνιστική κινεζική στρατιωτική επιθετικότητα». Ταυτόχρονα ενθάρρυνε τον φιλοαμερικανό πρόεδρο της Ταϊβάν να συνεχίσει να προκαλεί την Κίνα, αναγορεύοντάς την σε «ξένη εχθρική οντότητα» και επαναφέροντας την αυταρχική ταϊβανέζικη νομοθεσία πολύ παλιότερων δεκαετιών (στρατοδικεία, παρακολουθήσεις κ.λπ.). Η απάντηση ήρθε γρήγορα: οι κινεζικές ένοπλες δυνάμεις πραγματοποίησαν τριήμερες ασκήσεις γύρω από την Ταϊβάν, στην πραγματικότητα περικυκλώνοντας το νησί με δεκάδες πολεμικά σκάφη και σμήνη αεροπλάνων. Για πρώτη φορά μάλιστα σημειώθηκαν μαζικές διεισδύσεις κινεζικών μαχητικών στον άτυπο εναέριο χώρο της Ταϊβάν (που δεν αναγνωρίζεται ως κράτος ούτε από τον ΟΗΕ), ενώ πραγματοποιούνταν και βολές με πραγματικά πυρά από το πυροβολικό και από πυραυλικές μονάδες. Ταυτόχρονα μία άλλη κινεζική ναυτική μοίρα με επικεφαλής το αεροπλανοφόρο Σαντόνγκ πραγματοποιούσε ξεχωριστή αεροναυτική άσκηση, που προσομοίωνε την παρεμπόδιση άφιξης αμερικανικών ενισχύσεων…
Έτσι ένα ακόμη μέτωπο αντιπαράθεσης, όπου η ένταση ούτως ή άλλως υποβόσκει εδώ και χρόνια, ήρθε ξανά στο προσκήνιο με δραματικό τρόπο. Διότι η κινεζική ηγεσία μπορεί να κρατά συνήθως χαμηλούς τόνους, αλλά η Ταϊβάν λειτουργεί γι’ αυτήν ως κόκκινη γραμμή – πόσο μάλλον που στο συγκεκριμένο ζήτημα το Πεκίνο νιώθει στρατιωτικά, διπλωματικά και επικοινωνιακά ισχυρό. Οι ασκήσεις περικύκλωσης και απόβασης στο νησί, που τυπικά θεωρείται τμήμα της κινεζικής επικράτειας, είχαν λοιπόν διπλό στόχο: α) Να σταλεί μήνυμα στις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους στην περιοχή ότι, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την Ταϊβάν, δεν υπάρχει δυνατότητα «παζαρέματος» – και να δοκιμαστούν έτσι οι ανοχές του αντιπάλου. β) Να σταλεί ταυτόχρονα μήνυμα και στον τωρινό πρόεδρο της Ταϊβάν, που εξάλλου δεν υποστηρίζεται από την πλειοψηφία των Ταϊβανέζων, ότι δεν θα γίνει ανεκτή οποιαδήποτε απόπειρα ανακήρυξης «ανεξαρτησίας».
Πρόκληση για τη διοίκηση Τραμπ
«Οι ασκήσεις συνιστούν μια αποτρεπτική προειδοποίηση έναντι των αποσχιστικών δυνάμεων, και μια αυστηρή τιμωρία για τις αχαλίνωτες προκλήσεις του Λάι Τσινγκτέ», δήλωσε την Τετάρτη εκπρόσωπος του Πεκίνου, και συνέχισε: «Η δράση μας είναι νόμιμη και αναγκαία, διότι αποσκοπεί στην υπεράσπιση της εθνικής κυριαρχίας και εθνικής ενότητας της Κίνας». Η σκληρή αυτή στάση συνιστά έτσι μια επιπλέον πρόκληση για τη νέα διοίκηση των ΗΠΑ, οι οποίες έχουν ήδη εμπλακεί σε πολλές άλλες αντιπαραθέσεις ανά την υφήλιο. Ίσως γι’ αυτό η αντίδραση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ (αλλά και η σιωπή του Χέγκσεθ λίγες μόλις μέρες αφότου ξιφουλκούσε εναντίον των Κινέζων) να είχε άρωμα… Πεκίνου: «Οι ανεύθυνες κινεζικές απειλές και οι κλιμακούμενες στρατιωτικές τακτικές εκφοβισμού απλώς επιδεινώνουν τις εντάσεις και υπονομεύουν την ειρήνη και τη σταθερότητα», δήλωνε προχθές σεμνά και ταπεινά ο εκπρόσωπος του Αμερικανού ΥΠΕΞ Ρούμπιο – παρόλο που η «ανάσχεση» της Κίνας παραμένει η πιο βασική επιδίωξη της διοίκησης Τραμπ.
Η πιο… κινεζικού τύπου έκφραση που χρησιμοποίησε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ (η οποία βέβαια ακούστηκε πολύ αστεία, αν σκεφτεί κανείς ότι οη ΗΠΑ μεθοδικά κονιορτοποιούν κάθε έννοια διεθνούς δικαίου με τις κυνικές πρακτικές τους και τις αυθαίρετες διεκδικήσεις τους) ήταν ότι «οι ΗΠΑ αντιτίθενται σθεναρά στις μονομερείς αλλαγές στο στάτους κβο, μεταξύ άλλων μέσω βίας ή εξαναγκασμού»! Φαίνεται πως, πριν αντιμετωπίσει κατά μέτωπο την «κίτρινη απειλή», η κυβέρνηση Τραμπ πρέπει να επιλύσει άλλες εκκρεμότητες – ξεκινώντας καταρχήν από το δικό της στρατόπεδο. Πόσο μάλλον που οι σύμμαχοι των ΗΠΑ στην περιοχή (Ιαπωνία, Αυστραλία, Νότια Κορέα, Φιλιππίνες) φοβούνται μήπως τύχουν… ευρωπαϊκής αντιμετώπισης από την αμερικανική διοίκηση: να χρησιμοποιηθούν δηλαδή για να εξασθενίσουν την Κίνα με πρόσχημα την υπεράσπιση της Ταϊβάν, αλλά τελικά να μείνουν ξεκρέμαστες από τον Τραμπ και το τμήμα της βορειοαμερικανικής ελίτ που εκφράζεται μέσα από αυτόν.