Η πρόσφατη συζήτηση για τα εμβόλια, που έχει ανοίξει με αφορμή τις ανακοινώσεις της Pfizer ότι ανακάλυψε εμβόλιο για τον SARS-CoV-2 που είναι πάνω από 90% αποτελεσματικό, δεν έχει φέρει κάποια σημαντικά νέα στο προσκήνιο. Αντιθέτως, έχει έντονα χειριστικό χαρακτήρα. Παράλληλα, δεν μπορεί να αποκρύψει τον ανταγωνισμό και τον πόλεμο που μαίνεται μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, των πολυεθνικών του φαρμάκου και των πολιτικών ελίτ. Είναι ένας πόλεμος μεγάλης κλίμακας, που διεξάγεται εις βάρος της μεγάλης πλειοψηφίας του πλανήτη…
Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι οι ανακοινώσεις της Pfizer έγιναν μόλις τρεις μέρες μετά τις αμερικάνικες εκλογές – παρόλο που ήταν γνωστά τα αποτελέσματα των ερευνών από τον Οκτώβριο (διαβάστε σχετικά και στο διπλανό άρθρο). Επιπλέον, οι αναγγελίες έγιναν τις μέρες που η μία χώρα μετά την άλλη ξεκινούσαν λοκντάουν και οι κυβερνήσεις των ευρωπαϊκών κρατών φαινόντουσαν αδύναμες, για ακόμα μια φορά, να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά το δεύτερο κύμα της πανδημίας που άρχισε να τις χτυπά με σφοδρότητα. Έτσι, οι ανακοινώσεις για το εμβόλιο χρησιμοποιήθηκαν για να «πουλήσουν» ελπίδα στις μαστιζόμενες κοινωνίες. Και τι μας είπαν; Ότι κάποιο εμβόλιο, σε κάποια μορφή –μάλλον δύσκολα αποθηκεύσιμη– θα έρθει γύρω στον Μάρτιο-Απρίλιο, σε ποσότητες οι οποίες ίσα που θα καλύπτουν το υγειονομικό προσωπικό και ίσως ένα τμήμα από τις ευπαθείς ομάδες. Επίσης οι της Pfizer μας πληροφόρησαν ότι δεν ξέρουν πολλές λεπτομέρειες για την αποτελεσματικότητα του εμβολίου τους σ’ όλες τις ομάδες του πληθυσμού, για την ανοσία που θα δημιουργεί κ.ο.κ. Άρα ποιο είναι το συμπέρασμα; Όχι μέχρι την άνοιξη, αλλά για πολύ μεγαλύτερο διάστημα οι κοινωνίες θα ανοίγουν και θα κλείνουν, σαν το ακορντεόν, κατά περίπτωση – ανάλογα με το πώς πρέπει να κρατηθεί η περίφημη δήθεν ισορροπία μεταξύ υγείας και οικονομίας. Μια φαντασίωση που εδώ και μήνες βλέπουμε ότι δεν λειτουργεί, και καταλήγει στο οικονομία σκέτα-νέτα. Θα έχουμε λοκντάουν (μικρά, μεγάλα, οριζόντια, κάθετα), συμφόρηση στα συστήματα υγείας (τα οποία θα συνεχίζουν να υποχρηματοδοτούνται) και θάνατο, φυσικό και οικονομικό, των πιο αδύναμων και των ευάλωτων (αφού όποιος κολλήσει θα φταίει, και λεφτά δεν περισσεύουν για οριζόντια οικονομικά μέτρα υπέρ της κοινωνίας). Μια κυνική ομολογία αποτυχίας των πολιτικών ελίτ που διατυμπανίζουν: «Δεν φταίμε οι κυβερνήσεις και ο καπιταλιστικός κόσμος. Φταίτε όλοι εσείς, και πρέπει να μείνετε στο σπίτι δουλεύοντας και περιμένοντας μέχρι να έρθει το εμβόλιο»…
Δεν μπορεί να κρυφτεί ο ανταγωνισμός και ο πόλεμος που μαίνεται μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, των πολυεθνικών του φαρμάκου και των πολιτικών ελίτ. Ένας πόλεμος μεγάλης κλίμακας διεξάγεται εις βάρος της μεγάλης πλειοψηφίας του πλανήτη…
Την ίδια στιγμή η Δύση δεν λέει τίποτα για τα άλλα εμβόλια που δοκιμάζονται από χώρες όπως η Ρωσία και η Κίνα. Μάλλον, για να είμαστε πιο ακριβείς, τα συκοφαντούν και οργανώνουν εκστρατείες δυσφήμησης εναντίον τους. Ήδη το ρώσικο εμβόλιο Sputnik-V βρίσκεται σε κλινικές δοκιμές τρίτης φάσης σε Ρωσία, Λευκορωσία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και Βενεζουέλα, ενώ διατίθεται προς χρήση στο εσωτερικό της Ρωσίας. Επίσης δεν ακούγεται τίποτα για το κινέζικο εμβόλιο, που βρίσκεται επίσης σε κλινικές δοκιμές τρίτης φάσης στην Κίνα, τη Βραζιλία, την Ινδονησία και την Τουρκία.
Φαίνεται ότι κάθε γεωπολιτική ζώνη θα έχει το δικό της εμβόλιο, ενώ στην περιφέρεια της Δύσης θα πέσει πολύ ξύλο μεταξύ των πολυεθνικών για το ποιες θα επωφεληθούν και πώς αποκλείσουν τους Ρώσους ή τους Κινέζους από τη Λατινική Αμερική, την Αφρική κ.α.
Πολιτική και κέρδος στις πλάτες της κοινωνίας
Για τον μέσο πολίτη, η ανακάλυψη και η έγκριση των εμβολίων για τον κορωνοϊό σημαίνει μια ασπίδα προστασίας για τον ίδιο και την κοινωνία, και επιστροφή σε μια νέα κανονικότητα.
Για τις μεγάλες δυνάμεις, τις πολυεθνικές του φαρμάκου και τις πολιτικές ελίτ σε κάθε χώρα τα εμβόλια για τον κορωνοϊό σημαίνουν πολλά άλλα πράγματα: μεγάλη κερδοφορία, μετοχές που ανεβαίνουν, επιστημονικό πρεστίζ, γεωπολιτική επιρροή. Και σε πολλές περιπτώσεις και πολιτική διάσωση από αποτυχημένες κυβερνητικές πολιτικές διαχείρισης της πανδημίας.
Είμαστε υπερβολικοί; Μάλλον όχι. Μόνο τα πρόσφατα παραδείγματα αρκούν:
Παράδειγμα 1: Υπάρχουν πολλές πληροφορίες που βγαίνουν στο φως της δημοσιότητας, ότι ασκήθηκαν πιέσεις στην Pfizer για το πότε θα κάνει τις ανακοινώσεις της σχετικά με το νέο εμβόλιο για τον κορωνοϊό – αφού τα επιστημονικά αποτελέσματα των ερευνών ήταν έτοιμα από τον Οκτώβριο. Οι πιέσεις προέρχονταν από τις ΗΠΑ, με την πλευρά Τραμπ να επιθυμεί οι ανακοινώσεις να γίνουν πριν τις εκλογές, ενώ η πλευρά Μπάιντεν ήθελε μετά. Η Pfizer επέλεξε να κάνει τις ανακοινώσεις μετά τις εκλογές. Το τι διαμείφθηκε, τι ανταλλάγματα δόθηκαν, ίσως δεν το μάθουμε ποτέ.
Παράδειγμα 2: Ο CEO της Pfizer, ο Αλ. Μπουρλά, στις 9 Νοεμβρίου –ημέρα που έγιναν οι ανακοινώσεις– πούλησε ένα μικρό πακέτο των εταιρικών μετοχών του. Συγκεκριμένα, πούλησε το 62% των μετοχών του έναντι 5,6 εκατομμυρίων δολαρίων. Ο ίδιος δήλωσε ότι η συναλλαγή ήταν προγραμματισμένη από το καλοκαίρι. Εμείς θα πούμε ότι φαίνεται λίγο περίεργο ο CEO της εταιρίας που ανακάλυψε το εμβόλιο να πουλάει τις μετοχές του όταν τους επόμενους μήνες, αν αληθεύουν τα όσα ανακοινώνει η Pfizer, η αξία των μετοχών της εταιρίας θα εκτιναχθεί.
Παράδειγμα 3: Ρώσοι αξιωματούχοι καταγγέλλουν ότι οι επιθέσεις εναντίον του εμβολίου Σπούτνικ-V έγιναν με στόχο να απαξιωθεί στο πλαίσιο της γεωπολιτικής μάχης: «Η ισχυρή επίθεση εναντίον του ρωσικού εμβολίου ξεκίνησε πριν αυτό καταχωρηθεί, μόλις μεταδόθηκε ότι το εμβόλιο βρισκόταν σε διαδικασία ανάπτυξης» τόνισαν. Και πρόσθεσαν ότι η φαρμακευτική βιομηχανία δεν καλωσορίζει τους «νέους παίκτες».
Παράδειγμα 4: Την ίδια μέρα που ανακοίνωσε η Pfizer τα επιτυχημένα αποτελέσματα των δοκιμών της, η Υπηρεσία Υγειονομικής Επαγρύπνησης (ANVISA) της Βραζιλίας ανακοίνωσε την αναστολή της τρίτης φάσης της κλινικής δοκιμής του κινέζικου εμβολίου CoronaVac, του υποψηφίου εμβολίου της κινεζικής εταιρείας Sinovac, λόγω «σοβαρού συμβάντος». Το ινστιτούτο ιατρικής έρευνας Butantan, που συντονίζει την κλινική μελέτη στη Βραζιλία, εξέφρασε «κατάπληξη» για την απόφαση της ANVISA και ξεκαθάρισε ότι η αναστολή της δοκιμής συνδέεται με «θάνατο» εθελοντή, προσθέτοντας όμως ότι «επρόκειτο για θάνατο που δεν σχετιζόταν με το εμβόλιο». Παρόμοιες κινέζικες κλινικές δοκιμές του CoronaVac γίνονατι στην Ινδονησία και την Τουρκία. Η ινδονησιακή δημόσια φαρμακευτική επιχείρηση Bio Farma, αντιδρώντας στην ανακοίνωση της ANVISA, διαβεβαίωσε ότι η τρίτη φάση της κλινικής δοκιμής του CoronaVac συνεχίζεται και «εκτυλίσσεται ομαλά» στην Ινδονησία, όπου παίρνουν μέρος περίπου 1.600 εθελοντές.
Συμπέρασμα: Τα εμβόλια αποτελούν μία από τις σημαντικότερες επιστημονικές ανακαλύψεις της ανθρωπότητας, και είναι η μελλοντική ασπίδα των κοινωνιών απέναντι στον κορωνοϊό. Όμως παράλληλα είναι πεδίο αντιπαράθεσης μεγάλων συμφερόντων και προϊόν κερδοφορίας, κάτι που πρέπει να μας κάνει πιο υποψιασμένους.
Φτάνει απλά η ανακάλυψη;
Ο δημόσιος διάλογος που έχει αναπτυχθεί τους τελευταίους μήνες σχετικά με τα εμβόλια για τον κορωνοϊό είναι το λιγότερο προβληματικός. Επειδή κατά κύριο λόγο βασίζεται στις ανακοινώσεις των μεγάλων φαρμακευτικών εταιριών ‒που βρίσκονται σε μεγάλο ανταγωνισμό μεταξύ τους‒ και στις συνεντεύξεις Τύπου των μεγάλων κρατών της Δύσης και της Ανατολής, που επίσης βρίσκονται σε οξυμένη αντιπαράθεση μεταξύ τους. Άρα όλη η συζήτηση και η πληροφόρηση που υπάρχει σχετικά με τα εμβόλια φιλτράρεται μέσα από ένα τοξικό πλέγμα ανταγωνισμού και πολιτικής υπεραισιοδοξίας ‒ διότι οι πολιτικές ηγεσίες του μεγαλύτερου μέρους του πλανήτη έχουν επενδύσει μεγάλο μέρος της πολιτικής τους διάσωσης στο εμβόλιο. Σε αυτό το πλαίσιο δεν μπορεί να γίνει καμία σοβαρή συζήτηση για ένα τόσο ευαίσθητο θέμα, ειδικά όταν υπεισέρχονται στο ζήτημα μια σειρά επιστημονικοί, κοινωνικοί, οικονομικοί, πολιτικοί και γεωπολιτικοί παράγοντες.
Η έλλειψη σοβαρής συζήτησης, ουσιαστικής ενημέρωσης και πληροφόρησης ελλοχεύει σοβαρούς κινδύνους για τη δημόσια υγεία. Γιατί με αυτό τον τρόπο δημιουργείται ένα μεγάλο έλλειμμα εμπιστοσύνης από την κοινωνία προς όλους τους φορείς που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο εμπλέκονται με το ζήτημα του κρίσιμου για τη μάχη κατά της πανδημίας.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι παγκόσμια, πριν ακόμα εμφανιστεί ο κορωνοϊός, υπήρχε μια αυξανόμενη τάση άρνησης των εμβολίων. Αυτή ήταν παράγωγο της έλλειψης εμπιστοσύνης προς τις πολιτικές των πολυεθνικών του φαρμάκου και των δυτικών κρατικών πολιτικών υγείας, αλλά και έκφραση, ταυτόχρονα, του μεγάλου ανορθολογισμού που χαρακτηρίζει την εποχή μας. Μερικό αποτέλεσμα αυτής της άρνησης ήταν η επανεμφάνιση επιδημιών μεταδοτικών νοσημάτων. Αυτή την τάση έρχεται τώρα να ενισχύσει ο τρόπος που διεξάγεται η συζήτηση γύρω από τα εμβόλια για τον κορωνοϊό, και δεν είναι τυχαίο ότι μια σειρά δημοσκοπήσεων το διάστημα του φθινοπώρου υπογραμμίζουν ακριβώς αυτό το συμπέρασμα. Σύμφωνα μ’ αυτές τις δημοσκοπήσεις, το 49% των Αμερικανών, το 20% των Βρετανών, το 30% των Γάλλων και το 44% των Ελλήνων δηλώνουν πως δεν θα εμβολιαστούν έναντι του νέου κορωνοϊού! Αν στα παραπάνω προσθέσουμε τη μείωση της εμβολιαστικής κάλυψης που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια παγκόσμια, τότε καταλαβαίνουμε ότι τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά.
Δηλαδή το πρόβλημα δεν είναι μόνο η ανακάλυψη του εμβολίου και η έγκρισή του. Γιατί αν πάρουμε σαν δεδομένο ότι για να επιτευχθεί ανοσία κοινότητας χρειάζεται κάλυψη της τάξεως του 60-70%, προκύπτει ότι πρέπει παγκοσμίως να εμβολιαστούν περίπου 5,5 δισεκατομμύρια άνθρωποι. Αυτό δεν θα είναι ένα απλό «τεχνικό» θέμα αν συνυπολογίσουμε την αυξανόμενη δυσπιστία κατά του εμβολίου, τον ανταγωνισμό μεταξύ των πολυεθνικών και των ισχυρών γεωπολιτικών δυνάμεων, όπως και την ανισομέρεια διανομής του εμβολίου μεταξύ των πλούσιων και φτωχών χωρών. Η ανακάλυψη και η έγκριση του εμβολίου ή των εμβολίων κατά του κορωνοϊού θα πρέπει να συνοδευτεί από ουσιαστική πληροφόρηση, ενημέρωση και συζήτηση γύρω από το αν τα υποψήφια εμβόλια είναι ασφαλή και αποτελεσματικά, πότε και πώς θα είναι διαθέσιμα στον μέσο πολίτη, και βέβαια για την αναγκαιότητα του εμβολιασμού.