Ο τρίτος γύρος είχε αρχίσει από τον Σεπτέμβρη με την εξαγγελία νέων μέτρων-χαρατσιών, το νόμο για τα πανεπιστήμια και τις καταλήψεις δημόσιων κτιρίων (σχολεία, πανεπιστήμια, υπουργεία, περιφέρειες, δήμους κ.λπ.), εκδηλώθηκε κυρίως με την απεργία των δημοσίων υπαλλήλων πριν από λίγες μέρες και κορυφώθηκε στο διήμερο αυτής της βδομάδας.
Τα βασικά του χαρακτηριστικά
Αυτές τις δύο μέρες το μαζικό λαϊκό κίνημα ξαναμπήκε ορμητικά στην κεντρική πολιτική σκηνή ως ανεξάρτητη-κεντρική παράμετρος των εξελίξεων. Εκατοντάδες-χιλιάδες ανθρώπων, για δύο μέρες σε ολόκληρη την Ελλάδα, έδωσαν αγωνιστικό «παρών». Δεν ήταν μόνο οι εκατοντάδες-χιλιάδες που κατέκλυσαν το κέντρο της Αθήνας, αλλά και οι μεγαλειώδεις συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις που έγιναν σε όλες τις πόλεις και νησιά της χώρας. Σιγά-σιγά μπαίνουν οι βάσεις για ένα μεγάλο, ευρύ, πλατύ κοινωνικό και πολιτικό μέτωπο (χωρίς να υπάρχει ακόμα η αναγκαία μορφοποίησή του), ξεκαθαρίζουν οι στόχοι και οι αιχμές του κινήματος, οικοδομείται από τα κάτω η αλληλεγγύη και οργάνωση του λαού (ειδικά με το ζήτημα των χαρατσιών) και φαίνεται πως ο τρίτος γύρος δεν κλείνει με ό,τι έγινε το διήμερο που πέρασε, αλλά συνεχίζεται και οφείλουμε να αφουγκραστούμε διεργασίες και στιγμές εκδήλωσής του.
Το μαζικό λαϊκό κίνημα ξανάρθε στο επίκεντρο, φέροντας ξανά τα βασικά πιστοποιητικά του: μαζικό, ειρηνικό, ακηδεμόνευτο.
Αυτά τα τρία ταυτοτικά στοιχεία έρχονται με έμφαση στην επιφάνεια και δείχνουν πως πρόκειται για βαθύτερα στοιχεία του μαζικού λαϊκού κινήματος, σε αντίθεση με την πλευρά των αιχμών που προβάλλει που μοιάζει λιγότερο ισχυρή και έντονη σε αυτή την φάση.
Οι άνθρωποι που συγκροτούν το μαζικό λαϊκό κίνημα έχουν εμπεδώσει στην συνείδησή τους πως μόνο η μαζικότητα μπορεί να φέρει εξελίξεις και αποτελέσματα.
Ο ακηδεμόνευτος χαρακτήρας εκδηλώθηκε, ετούτη την φορά, με την συσπείρωση των ανθρώπων μέσα σε συλλογικές μορφές οργάνωσης που δεν έχουν άμεση πολιτική χροιά (κόμματα, οργανώσεις κ.λπ.) αλλά συνδικάτα, λαϊκές συνελεύσεις, δήμους, υπουργεία και χώρους δουλειάς που κατέβηκαν οργανωμένα. Τα πραγματικά μαζικά μπλοκ που εξέφρασαν την οργή και την ριζοσπαστικότητα ήταν αυτά των σωματείων και κλάδων που πλήττονται άμεσα από τις πολιτικές της τρόικας.
Το κίνημα αυτό δεν επιζητεί τη σύγκρουση με τις κατασταλτικές δυνάμεις, προσπαθεί να διαφυλάξει τον ειρηνικό χαρακτήρα των μορφών δράσης του. Φυσικά, είναι πιο σκληραγωγημένο, λιγότερο φοβισμένο από παλιά γιατί έχει δοκιμάσει κύματα καταστολής σε βάρος του.
Μια αξιοσημείωτη διαφορά
Παρά την τεράστια μαζικότητα, το μαζικό λαϊκό κίνημα δεν είχε ένα μαχητικό παλμό, τέτοιο που να συντονίζεται με το επίπεδο οργής που κατακλύζει σχεδόν όλους όσοι το συναποτελούν. Και το γεγονός αυτό ζητά μια λογική ερμηνεία. Αν ισχύει κάτι τέτοιο, η πιο λογική ερμηνεία βρίσκεται στο ότι ο κόσμος που παίρνει μέρος στο κίνημα δεν είναι φορέας μιας εναλλακτικής πρότασης για το τι γίνεται από δω και μπρος, ιδιαίτερα όταν βρισκόμαστε στο μέσον πολιτικών διεργασιών και αλλαγών. Δεν μπορεί να επιβάλει μια διέξοδο εδώ και τώρα, δεν κατεβαίνει στο δρόμο αποφασισμένο να τους ρίξει, να τους ανατρέψει. Προβάλλει ξανά μια πλατφόρμα γενικής αντίθεσης στο Μνημόνιο, στον Γ. Παπανδρέου και την κυβέρνησή του, ζητά να φύγουν. Αλλά ώς εκεί, προς το παρόν. Η μαχητικότητα και η απαίτηση για λύσεις και διέξοδο, εδώ και τώρα, είναι πιο υποβαθμισμένη, ίσως γιατί δεν έχει προβάλλει σαν ρεαλιστική μια διάδοχη κατάσταση, ένας προγραμματικός λόγος, μια δύναμη που να συσπειρώνει και να προσανατολίζει σε δυο – τρεις κεντρικούς στόχους – άξονες.
Αυτή η διαπίστωση παραπέμπει στην ανάγκη που βοά εδώ και καιρό για ωρίμανση του κινήματος και γενικά των πολιτικών του προϋποθέσεων για να δώσει διέξοδο. Η Αριστερά, που θεωρητικά θα μπορούσε να αποτελέσει μια προοπτική, δεν φαίνεται να μπορεί να την δώσει, γιατί ασχολείται περισσότερο για τα εντός του υπαρκτού καθεστώτος-συστήματος τεκταινόμενα και όλα παραπέμπονται σε εκλογικά ποσοστά, παρά τους όρκους για κινήματα και ταξικούς αγώνες. Απλά, δεν διεκδικεί την πτώση του ειδικού τροϊκανού καθεστώτος και δεν επιδεικνύει με πειστικό τρόπο την αναγκαία μετάβαση σε κάτι άλλο. Ούτε μπαίνει στον κόπο να το περιγράψει, να το ονοματίσει, να συσπειρώσει τον κόσμο στη βάση του άλλου δρόμου, της διεξόδου και να δώσει στο μαζικό λαϊκό κίνημα μια ευρύτερη προοπτική.
Μια διπλή απειλή
Επί δύο χρόνια η κυβέρνηση του Μνημονίου περνά ό,τι θέλει από τη Βουλή και παρά τις δυσκολίες που έχει, παρουσιάζει έναν απολογισμό εντελώς αρνητικό για το λαό, τους εργαζόμενους, τη χώρα. Καταστρέφει τα πάντα, οικονομία, δικαιώματα, εισόδημα, κυριαρχία εθνική και λαϊκή, δημοκρατία, κοινωνικότητα, περιβάλλον, δημόσιο πλούτο. Αυτό το γεγονός μπορεί να απλώσει μια απογοήτευση σε πλατιά στρώματα του πληθυσμού. Ο κίνδυνος της απογοήτευσης και της ηττοπάθειας είναι υπαρκτός.
Από την άλλη, τα τραγικά γεγονότα που συνέβησαν στο Σύνταγμα την δεύτερη μέρα (δολοφονική επίθεση κουκουλοφόρων ενάντια στην περιφρούρηση του ΠΑΜΕ και ο θάνατος ενός διαδηλωτή) δημιουργούν τον κίνδυνο να έχουμε έντονες αντιθέσεις στο εσωτερικό του κινήματος που θα παράξει καθηλωτικά αποτελέσματα και θα απομακρύνει κόσμο από το μαζικό κίνημα.
Υπάρχει η προοπτική
Υπάρχει προοπτική και είναι διπλή. Χρειάζεται η φρεσκάδα και η μαχητικότητα του κινήματος των πλατειών που στηρίζονταν σε έναν πρωτόγνωρο δημοκρατισμό. Η πλατειά δημοκρατία μπορεί να εξασφαλίσει τη συμμετοχή όλων των πτερύγων και απόψεων, που, όμως, θα γίνεται στη βάση του σεβασμού και όχι «βιασμού» του μαζικού λαϊκού κινήματος. Η Αριστερά οφείλει να κατανοήσει τη μέγιστη σημασία αυτού του στοιχείου, να το διευκολύνει κι όχι να το δει ανταγωνιστικά. Η Αριστερά έχει πολλά να δώσει σε επίπεδο ιδεών, στόχων, ανάλυσης κ.λπ. φτάνει να κατανοήσει πως πρέπει να λειτουργήσει ως τμήμα, μέρος, συνιστώσα του μαζικού λαϊκού κινήματος και όχι ως πεφωτισμένη πρωτοπορία που θα κινεί το δάκτυλο σε καθυστερημένες μάζες.
Από την άποψη αυτή, πρέπει να εγκαταλειφθεί ένας πρωτογονισμός σε μορφές, σε αντιλήψεις και πρακτικές που μπορεί κάτι να έλεγαν και να εκφράζανε στο παρελθόν, αλλά που σήμερα είναι ξεπερασμένα και δημιουργούν δικαιολογημένα μια αποστροφή.
Είναι απαραίτητη μια ευρεία, πλατιά, συζήτηση γύρω από τους στόχους και την εναλλακτική πρόταση του μαζικού λαϊκού κινήματος. Όχι μια περιγραφή γενικά του μακρινού οράματος των πολιτικών δυνάμεων, αλλά μια χειροπιαστή, ρεαλιστική, εφικτή διέξοδος, με ταυτόχρονη ανάδειξη των προϋποθέσεων για να την κατακτήσουμε. Διαδικασία που δεν περνά μέσα από εκλογικές τακτικές και στοχεύσεις, αλλά κυρίως μέσα από την ανάπτυξη του μαζικού λαϊκού κινήματος, μέσα από το Μέτωπο, τον λαϊκό ξεσηκωμό, την μεταπολίτευση του λαού και την ειδική διαλεκτική τους που μένει να ξεδιπλωθεί μέσα από την πράξη δρώντων υποκειμένων.