Το παιχνίδι της γάτας και του ποντικού επέλεξε να παίξει η κυβέρνηση με τους μεταφορείς και τους βενζινοπώλες, ποντάροντας στο θυμικό των οδηγών που… ταλαιπωρούνται από τα μπλόκα στις εθνικές οδούς ή… αγωνιούν για το αν θα έχουν αύριο (πανάκριβη) βενζίνη, αξιοποιώντας επικοινωνιακές τακτικές κοινωνικού αυτοματισμού και, βεβαίως, δικαιολογώντας πλήρως τον τίτλο της ως «υπηρέτριας» του ΔΝΤ στην Ελλάδα.
Όχι βέβαια προς τα αιτήματα των εργαζομένων, αλλά προς τις πιέσεις που προφανώς δεχόταν από τα παντοδύναμα καρτέλ της αγοράς υγρών καυσίμων, αλλά και των μεγάλων εταιριών οδικών μεταφορών, που αναμένουν την «απελευθέρωση» για να αναλάβουν το φιλέτο της ελληνικής αγοράς, πετώντας στον κάλαθο της ανεργίας και της απαξίωσης περί τους 150.000 δικαιούχους των σημερινών αδειών χρήσεως φορτηγών Δ.Χ.
Οι εντολές της τρόικας και οι «απελευθερώσεις»
Όλο αυτό το καλοστημένο σκηνικό έχει, βέβαια, φόντο τις εντολές του ΔΝΤ και της τρόικας περί «απελευθέρωσης» των κλειστών επαγγελμάτων, με πρώτο αυτό των οδικών μεταφορών, το οποίο ακολουθείται από μια μακρά λίστα επαγγελματιών. Για την περίφημη «απελευθέρωση» έχουμε γράψει ξανά στον Δρόμο, ωστόσο είναι χαρακτηριστικός ο ξεδιάντροπος τρόπος με τον οποίο η κυβέρνηση χαρίζει ουσιαστικά ολόκληρους επαγγελματικούς κλάδους στα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα, ανοίγοντας το δρόμο όχι για «υγιή ανταγωνισμό», όπως ευαγγελίζεται, αλλά για την καρτελοποίησή τους από μεγάλες εταιρίες.
Στους κολοσσούς που αναμένεται να δημιουργηθούν, η «σοσιαλιστική» κυβέρνηση με τις νεοφιλελεύθερες επιλογές προσφέρει ουσιαστικά γη και ύδωρ μέσα από «στημένα» νομοσχέδια, που κόβονται και ράβονται στα μέτρα των μεγάλων εταιριών (αφού, άλλωστε, οι εξωτερικοί σύμβουλοι που συμμετέχουν στη σύνταξη των νομοσχεδίων και πρακτικά νομοθετούν οι ίδιοι είναι τις περισσότερες φορές εταιρίες που έχουν άμεσα οικονομικά οφέλη από τον κλάδο για τον οποίο νομοθετούν).
Με εντολή της τρόικας, λοιπόν, και εφαρμόζοντας κατά γράμμα τις εδώ και χρόνια συμβουλές διαφόρων φορέων σκέψης του αστισμού (βλέπε ΙΟΒΕ κ.λπ.), η κυβέρνηση οδηγεί στην απορρύθμιση, με συνοπτικές διαδικασίες, τις αγορές οδικών εμπορευματικών μεταφορών και πρατηρίων υγρών καυσίμων. Χαρακτηριστικό είναι πως το επικαιροποιημένο Μνημόνιο αναφέρει ρητά πως η ελληνική κυβέρνηση «στις οδικές εμπορευματικές μεταφορές, έως το τέλος Σεπτεμβρίου, θα επιδιώξει την ψήφιση του νόμου που αίρει τους περιορισμούς για τις άδειες και θα απελευθερώσει τις τιμές».
Σε άψογο συγχρονισμό, η παραδομένη κυβέρνηση ΓΑΠ σπεύδει με δουλικό τρόπο να εφαρμόσει τις επιταγές της τρόικας, δημιουργώντας νέα καρτέλ (στην αγορά μεταφορών), αφού ορίζει ότι μόνο μεγάλες εταιρίες θα λαμβάνουν πλέον μεταφορικές άδειες.
Στο απυρόβλητο το καρτέλ των καυσίμων
Όσον αφορά τα καύσιμα, η στάση της κυβέρνησης είναι χαρακτηριστική της ομηρίας υπό την οποία τελεί όχι μόνο από το ΔΝΤ αλλά και από το παντοδύναμο καρτέλ των διυλιστηρίων και των εταιριών εμπορίας καυσίμων. Οι τελευταίες πωλούν σε όποια τιμή θέλουν προς τα πρατήρια, με αποτέλεσμα να εμφανίζεται πολύ συχνά το φαινόμενο, ενώ οι διεθνείς τιμές πετρελαίου έχουν υποχωρήσει, η τελική τιμή της βενζίνης προς τον Έλληνα καταναλωτή να είναι ιδιαιτέρως φουσκωμένη.
Οι κυβερνήσεις Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ, τα τελευταία χρόνια, με μια ακατάπαυστη ρητορεία περί πάταξης της αισχροκέρδειας, επιδίδονταν (και συνεχίζουν να το κάνουν) σε ανούσιους ελέγχους των τιμών λιανικής των καυσίμων στα πρατήρια, αφήνοντας στο απυρόβλητο τόσο τα διυλιστήρια όσο και τους προμηθευτές. Το αποτέλεσμα πολλές φορές τραγελαφικό, καθώς έχουν συρθεί στα δικαστήρια πρατηριούχοι που ουσιαστικά πωλούσαν «ελεύθερα» αψηφώντας το πλαφόν (που ίσχυε μόνο γι’ αυτούς και όχι για τους προμηθευτές), ενώ οι μεγάλοι καρχαρίες που ανεφοδιάζουν την αγορά, διαμορφώνοντας τις τιμές κατά το δοκούν, έχουν θησαυρίσει στις πλάτες των καταναλωτών.
Κάνοντας, λοιπόν, χάρη στους φίλους τους εφοπλιστές-ιδιοκτήτες πετρελαϊκών εταιριών και διυλιστηρίων, η κυβέρνηση «έλυσε» το πρόβλημα της κερδοσκοπίας επιβάλλοντας και καταργώντας το πλαφόν μέσα σε μόλις δυο μέρες. Βέβαια το «πυροτέχνημα» του πλαφόν αφορούσε μόνο τους πρατηριούχους και όχι τα μεγάλα αφεντικά.
Δικαίως ο Παν. Λαφαζάνης εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ μίλησε για «κυβέρνηση παραδομένη απολύτως στο έλεος των αγορών και στους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους που κυριαρχούν στον τόπο».
Καρότο και μαστίγιο
Στην αγορά των οδικών μεταφορών -το πρώτο «πείραμα απελευθέρωσης κλειστού επαγγέλματος» σύμφωνα με τις επιταγές της τρόικας- εντέχνως έχει καλλιεργηθεί ο μύθος ότι συμφέρει τον Έλληνα το άνοιγμα της συγκεκριμένης αγοράς, καθώς θα εισέλθουν σε αυτή περισσότεροι μεταφορείς και θα μειωθούν οι τιμές.
Για να καταρριφθεί ο μύθος, αρκεί μια ανάγνωση του νομοσχεδίου που προβλέπει την κατάργηση των αδειών φορτηγών Δ.Χ. και τη χορήγηση νέων όχι σε ιδιώτες, αλλά σε εταιρίες με συμβολικό μάλιστα τίμημα. Με τον τρόπο αυτόν, απαξιώνεται το επάγγελμα, πετιούνται στο δρόμο οι σημερινοί μικρομεσαίοι μεταφορείς κάτοχοι μιας άδειας (άρα ενός φορτηγού) καθώς, ακόμη κι αν λάβουν τη δεύτερη άδεια, που τους έταξε ο κ. Ρέππας, δεν θα μπορούν να την αξιοποιήσουν. Στο νομοσχέδιο ορίζεται ρητά ότι πλέον μόνο μεγάλες εταιρίες θα έχουν δικαίωμα στο μεταφορικό έργο. Άρα αυτές θα διαμορφώνουν και τα τιμολόγια για όλα τα μεταφερόμενα αγαθά.
Έχοντας, λοιπόν, εξασφαλίσει διά νόμου τη δημιουργία ενός ακόμη καρτέλ που θα διαχειρίζεται και τις εμπορευματικές μεταφορές (πόσο τυχαίο είναι που όλα αυτά συμβαίνουν, αφού παραδόθηκε στην Cosco το λιμάνι του Πειραιά και προωθείται δίκτυο ιδιωτικών εμπορευματικών κέντρων περιμετρικά της Αττικο-Βοιωτίας, όπου λαμβάνει χώρα το 80% του μεταφορικού έργου;), η κυβέρνηση προχωρά ένα βήμα παραπέρα, στη διαπόμπευση των εργαζομένων στις οδικές μεταφορές. Οι απεργοίεντέχνως εμφανίζονται ως κλειστή συντεχνία με υψηλές αποδοχές, που δεν δέχεται τις κινήσεις καλής θέλησης της κυβέρνησης και ταλαιπωρεί το κοινωνικό σύνολο, επειδή διαμαρτύρεται. Η απάντηση γνωστή: ΜΑΤ, καταστολή και τηλεοπτικά δικαστήρια. Ταυτόχρονα, τα φορολογικά και συνταξιοδοτικά κίνητρα, ωστόσο, που διαφημίζει η κυβέρνηση ότι δίνει στους ιδιοκτήτες αδειών δεν είναι τίποτα παραπάνω από το… καρότο για να φύγουν από τη μέση.
Παρά, ωστόσο, τις θεατρινίστικες κραυγές στα τηλεοπτικά παράθυρα του αρμόδιου υπουργού κ. Ρέππα και της κυβερνητικής παρέας του για την αναγκαιότητα της επίταξης (και της απελευθέρωσης) χάριν του κοινωνικού συμφέροντος, ο στόχος της κυβέρνησης είναι πλέον ξεκάθαρος: η πλήρης καρτελοποίηση της ελληνικής οικονομίας, προς όφελος του εγχώριου και διεθνούς κεφαλαίου με μόνο θύμα τους εργαζόμενους και το λαϊκό εισόδημα.