Η είδηση της παραπομπής στο αόριστο μέλλον των ευρωπαϊκών κυρώσεων κατά της Τουρκίας, με αφορμή τον σχεδιαζόμενο αποικισμό της Αμμοχώστου, έχει πια μικρή σημασία καθώς επαναλαμβάνεται ανιαρά εδώ και περίπου δυο χρόνια.
Το ευρωπαϊκό ιερατείο, με επικεφαλής τη Γερμανία, δεν κουράζεται να στέλνει συνεχώς μηνύματα ενθάρρυνσης της Τουρκίας για το σύνολο της επεκτατικής της πολιτικής. Ούτε όμως και να διασύρει και να εμπαίζει την ελληνική και κυπριακή ηγεσία που εμφανίζονται υπέρμαχοι των κυρώσεων αλλά αδυνατούν να διαμορφώσουν έναν πολιτικό σχεδιασμό ικανό να επιτρέψει μια συζήτηση που τουλάχιστον δεν θα τις εξευτελίζει.
Το χιλιοπαιγμένο έργο επαναλήφθηκε στην πρόσφατη σύνοδο των Υπουργών Εξωτερικών της Ε.Ε. που έγινε την περασμένη Δευτέρα.
Ο Ύπατος Εκπρόσωπος Εξωτερικής Πολιτικής της Ε.Ε. Ζοζέπ Μπορέλ έφερε, όπως του είχε άλλωστε παραγγελθεί από προηγούμενη σύνοδο, ένα «έγγραφο επιλογών» που προέβλεπε ανώδυνες κυρώσεις, καθώς άφηνε στο απυρόβλητο την Τουρκία και στρεφόταν κατά ιδιωτών και εταιρειών που εμπλέκονται στην υπόθεση εποικισμού των Βαρωσίων. Ακόμα και αυτό το απαράδεκτο κείμενο παραπέμφθηκε για «επανεξέταση» στην επιτροπή των Μονίμων Αντιπρόσωπων των χωρών-μελών.
Δεν ήταν αυτή τη φορά η Μέρκελ που συσπείρωσε το φιλοτουρκικό λόμπι των Βρυξελλών αλλά η νέα Υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας Αναλένα Μπέρμποκ η οποία προέρχεται από το Κόμμα των Πράσινων.
Η γερμανίδα Υπουργός επικαλέστηκε προσχηματικά ότι θέλει χρόνο για να αξιολογήσει το «έγγραφο επιλογών» καθώς η κυβέρνησή της ανέλαβε καθήκοντα προ ολίγων ημερών. Στην πραγματικότητα τα γεωπολιτικά και οικονομικά συμφέροντα της Γερμανίας, ανεξάρτητα από το ποια είναι κάθε φορά η κυβέρνηση, αντιτίθενται κάθετα σε οποιαδήποτε συζήτηση περί κυρώσεων σε βάρος της Άγκυρας. Άλλωστε, όχι μόνο ενθαρρύνει την επεκτατική της πολιτική αλλά αποσκοπεί, μέσω αυτής, να βελτιώσει την ιδιαίτερη γεωπολιτική της θέση, τόσο στη Μέση Ανατολή όσο και στα Βαλκάνια. Έτσι, η στάση της Γερμανίας εξαντλείται σε μια υποκριτική αλληλεγγύη σε Ελλάδα και Κύπρο και παράλληλα στην προώθηση μιας «θετικής ατζέντας» προς την Τουρκία.
Με τη Γερμανία συντάχθηκαν άμεσα η Ιταλία και η Ολλανδία που υποστήριξαν ότι οι προσπάθειες της Ε.Ε. οφείλουν να αναζητήσουν θετικές προσεγγίσεις απέναντι στην Τουρκία. Ενώ με το φιλοτουρκικό μπλοκ συναίνεσε σιωπηρά και η Ισπανία που πρόσφατα υπέγραψε μια μεγάλη συμφωνία στρατιωτικού εξοπλισμού της Τουρκίας.
Η Κύπρος και η Ελλάδα στήριξαν τις προτάσεις Μπορέλ ενώ αντίστοιχα θετική στάση κράτησαν η Γαλλία, η Ιρλανδία, το Βέλγιο, η Εσθονία, η Αυστρία, η Μάλτα και το Λουξεμβούργο. Βέβαια η στήριξη αυτή δεν είναι σε θέση να επιβάλλει όσα οι κύριοι ενδιαφερόμενοι, Ελλάδα και Κύπρος, δεν μπορούν ή φοβούνται -δεν τους επιτρέπεται- να προωθήσουν.
Έτσι και σε αυτή τη σύνοδο, όχι μόνο «αθωώθηκε» πανηγυρικά η Τουρκία για τις έμπρακτες απειλές της κατά δύο χωρών-μελών της Ε.Ε., αλλά ουσιαστικά πήρε «πράσινο φως» για τη συνέχιση των επεκτατικών της επιδιώξεων. Την ίδια στιγμή η σύνοδος, σε ένα ακόμα κρεσέντο διπλοπροσωπίας, έστειλε νέες αυστηρές προειδοποιήσεις για κυρώσεις κατά της Ρωσίας για το ζήτημα της Ουκρανία.
Τουρκικά γεωτρύπανα – Κυπριακά ΜΟΕ
Η κυπριακή και η ελληνική αντιπροσωπεία παρουσίασαν ως θετική εξέλιξη την παραπομπή του σχεδίου Μπορέλ στην επιτροπή των Μόνιμων Αντιπροσώπων εκτιμώντας ότι με αυτό τον τρόπο μπορεί να βελτιωθεί. Στην πραγματικότητα είναι η διπλωματική στρατηγική των δύο χωρών που επιτρέπει τον συνεχή εξευτελισμό τους. Και οι δύο χώρες δηλώνουν κατά καιρούς ότι οι «κυρώσεις κατά της Τουρκίας δεν είναι αυτοσκοπός» αλλά επιζητείται η διατήρηση της σχετικής συζήτησης ως «μέσου αποτροπής κλιμακώσεων» από την πλευρά της Τουρκίας. Οι δύο χώρες αντιμετωπίζουν με δέος τη δυνατότητα να καταγγείλουν επίσημα την υποκρισία του ευρωπαϊκού ιερατείου να θεσπίζει αυστηρότατες κυρώσεις κατά της Ρωσίας και ταυτόχρονα να αθωώνει τον Ερντογάν για την ωμή παραβίαση των αποφάσεων του ΟΗΕ. Πολύ περισσότερο, τους είναι αδιανόητο να μπλοκάρουν με βέτο την πολιτική αυτή της Ε.Ε., ή να αρνηθούν να επικυρώσουν τα συμπεράσματα των ευρωπαϊκών συνόδων. Επικαλούνται ότι, στην περίπτωση αυτή, οι πιέσεις που θα ασκηθούν στις δύο χώρες θα είναι ισχυρότατες. Ενώ μάλλον φαίνεται ότι θεωρούν διαχειρίσιμες τις πιέσεις από την έμπρακτη αμφισβήτηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων και της εδαφικής ακεραιότητας από το καθεστώς Ερντογάν.
Η στάση αυτή είναι η καλύτερη «πάσα» στη Γερμανία -και στο μπλοκ των δυνάμεων εντός Ε.Ε. που στηρίζουν την Τουρκία- να αναβάλλει συνεχώς την επιβολή μέτρων. Ο τούρκος Πρόεδρος Ερντογάν αντιλαμβάνεται ότι έτσι η χώρα του έχει μηδενικό κόστος και συνεχίζει απροκάλυπτα να κλιμακώνει τις πιέσεις του.
Πρόσφατα, ο Αντιπρόεδρος της τουρκικής κυβέρνησης Φουάτ Οκτάι, που έχει και την ευθύνη για την πολιτική στην κατεχόμενη Κύπρο, επανέλαβε στην τουρκική Εθνοσυνέλευση ότι: «Η Τουρκία, στα πλαίσια των κυριαρχικών της δικαιωμάτων στην Ανατολική Μεσόγειο, μπορεί να προβεί σε όποιες ενέργειες και εργασίες θέλει, όποτε το θελήσει και σε οποιοδήποτε οικόπεδο στην υφαλοκρηπίδα της». Αντίστοιχες δηλώσεις που προαναγγέλλουν επανέναρξη της πολιτικής των γεωτρύπανων στην Κυπριακή ΑΟΖ έκανε και ο Υπουργός Εξωτερικών Τσαβούσογλου.
Από την πλευρά του, ο κύπριος πρόεδρος Αναστασιάδης επαναφέρει τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης ως διαπραγματευτικό πλαίσιο για την εκτόνωση της κατάστασης στην Αμμόχωστο και στην Κυπριακή ΑΟΖ. Ξεχνά σκόπιμα ότι η συζήτηση για τα ΜΟΕ κρατά από το 1974 με μοναδικό αποτέλεσμα τη συνεχή επιβάρυνση της θέσης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Και η Αθήνα σφυρίζει αδιάφορα. Είπαμε, η Κύπρος «κείται μακράν»…