Τα στοιχεία επιβεβαιώνουν περίτρανα την ανάγκη της παραγωγικής ανασυγκρότησης. Του Γιώργου Τοζίδη
Από τη δημοσιοποίηση της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) και της Στατιστικής Υπηρεσίας (ΕΛΣΤΑΤ) των στοιχείων για τις ταξιδιωτικές εισπράξεις-αφίξεις και την ανεργία για τον μήνα Αύγουστο 2013 διαπιστώνεται ότι:
1. Την περίοδο Ιανουαρίου-Αυγούστου 2013 οι ταξιδιωτικές εισπράξεις παρουσίασαν αύξηση κατά 13,7% και οι αφίξεις αυξήθηκαν κατά 14,7% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2012.
2. Τον Αύγουστο του 2013 το εθνικό ποσοστό της ανεργίας ανήλθε σε 27,3% παραμένοντας στα ίδια επίπεδα με τον Ιούλιο, ενώ αυξήθηκε κατά 1,8 εκατοστιαίες μονάδες σε σύγκριση με τον Αύγουστο του 2012. Ενδιαφέρον, όμως, παρουσιάζει η εξέλιξη της ανεργίας στις κατεξοχήν τουριστικές περιφέρειες του Αιγαίου και της Κρήτης. Όπως προκύπτει από τον Πίνακα, τα ποσοστά της ανεργίας στις δύο περιοχές αυξήθηκαν σημαντικά, σε σύγκριση με τον Αύγουστο του 2012 και με τον Απρίλιο του 2013 (έναρξη τουριστικής περιόδου).
Από τη σύγκριση των στοιχείων για την εξέλιξη των ταξιδιωτικών εισπράξεων και αφίξεων και για την ανεργία στις τουριστικές περιοχές προκύπτει το συμπέρασμα ότι παρά την αύξηση των τουριστικών μεγεθών, η ανεργία όχι μόνο δεν μειώνεται αλλά αυξάνεται στα επίπεδα των εθνικών ποσοστών (τουλάχιστον όσον αφορά στην Κρήτη).
Η εξέλιξη της απασχόλησης στις δύο τουριστικές περιοχές θέτει και πάλι το ζήτημα της δημιουργίας αξιοπρεπών θέσεων εργασίας προκειμένου να αντιμετωπισθεί το τεράστιο πρόβλημα της ανεργίας που έχει εκτοξευθεί λόγω της εφαρμογής των μνημονιακών πολιτικών και επιβεβαιώνει τη θέση για την αναγκαιότητα ενός σχεδίου παραγωγικής ανασυγκρότησης.
Πρόκειται περί εμμονής;
Πριν από περίπου δύο μήνες (στις 25/9/2013), δημοσιεύθηκε μια μελέτη για την ανταγωνιστικότητα στην Ε.Ε. με το χαρακτηριστικό τίτλο No Growth and Jobs without Industry (ΜΕΜΟ13/815). Οι διαπιστώσεις της μελέτης έχουν εξαιρετικό ενδιαφέρον:
1. Η μεταποίηση στην Ε.Ε., ως ποσοστό του ΑΕΠ, έχει μειωθεί από 18,5% το 2000 σε 15,2% το 2012. Η Ελλάδα έχει το μικρότερο ποσοστό (κάτω από 10%) μεταποίησης στην Ε.Ε. μετά την Κύπρο και το Λουξεμβούργο.
2. Η Ελλάδα, η Κύπρος και η Ισπανία εμφανίζουν τα υψηλότερα ποσοστά μείωσης του μεταποιητικού τομέα (περισσότερο από 30%) κατά το χρονικό διάστημα μετά τον Ιανουάριο του 2008. Στη μείωση του μεταποιητικού τομέα (ιδιαίτερα αν συμπεριληφθούν σε αυτόν και οι κατασκευές) οφείλεται, σε μεγάλο βαθμό, και η εκτίναξη της ανεργίας.
3. Η ύπαρξη ισχυρού μεταποιητικού τομέα έχει θετικές επιπτώσεις και στους υπόλοιπους τομείς της οικονομίας. Πρόσθετη τελική ζήτηση ενός ευρώ στη μεταποίηση δημιουργεί πρόσθετη τελική ζήτηση 0,50 ευρώ σε άλλους τομείς της οικονομίας. Επιπλέον, στην αύξηση του προϊόντος της μεταποίησης οφείλεται η ανάπτυξη των καινοτομιών και των νέων τεχνολογιών που επιφέρει αύξηση της παραγωγικότητας και κατά συνέπεια αύξηση του πραγματικού εισοδήματος.
4. Η μείωση του μεταποιητικού προϊόντος έχει αρνητικές επιπτώσεις στη γνώση και την τεχνολογική βάση της συνολικής οικονομίας που είναι απαραίτητοι παράγοντες για την επίτευξη διατηρήσιμης ανάπτυξης.
5. Η συρρίκνωση της μεταποίησης έχει πολύ αρνητική επίπτωση στον τομέα των υπηρεσιών αλλά και στη συνολική οικονομία και τις θέσεις εργασίας. Οι καινοτομίες και οι νέες τεχνολογίες αν δεν συνδεθούν με τη μεταποίηση έχουν μικρή εμπορική αξία, ενώ η ύπαρξη ισχυρού μεταποιητικού τομέα δημιουργεί τα απαραίτητα ερεθίσματα για την ανάπτυξη του τομέα των υπηρεσιών. Είναι χαρακτηριστικά ότι στη χώρα μας ο τομέας των υπηρεσιών συγκεντρώνεται, σε όρους απασχόλησης, στους τομείς του χονδρικού και λιανικού εμπορίου, του τουρισμού, της εστίασης, των μεταφορών και της αποθήκευσης, τομείς που διακρίνονται για τη χαμηλή παραγωγικότητα και τις απαράδεκτες συνθήκες εργασίας.
Πρέπει να προστεθεί στα παραπάνω ότι η μείωση του μεταποιητικού τομέα συνδέεται άμεσα με την πτώση του μεριδίου των μισθών στο ΑΕΠ και με την όξυνση της ανισότητας.
Η σύγκρουση εργασίας-κεφαλαίου διεξήχθη κυρίως στα μεγάλα εργοστάσια, εκεί όπου η συγκεντρωμένη εργατική δύναμη έδωσε τους αγώνες της και κατέκτησε τα δικαιώματά της. Ακόμη, βασικοί δημοκρατικοί θεσμοί είναι παράγωγα της περιόδου εκβιομηχάνισης και των αγώνων του οργανωμένου εργατικού κινήματος.
Από τα στοιχεία που παρατέθηκαν προκύπτει η αναγκαιότητα μετάβασης σε ένα οικονομικό υπόδειγμα το οποίο θα στηρίζεται στην παραγωγή προϊόντων και προσφορά υπηρεσιών, που θα καλύπτουν τις βασικές ανάγκες των κατοίκων της χώρας, θα αξιοποιούν παραγωγικά το ανθρώπινο δυναμικό της, ώστε να σταματήσει η νεανική μετανάστευση και θα στοχεύουν κυρίως στην υποκατάσταση εισαγωγών. Για την επίτευξη αυτού του σχεδίου απαιτείται η εκπόνηση περιφερειακών σχεδίων για την ενσωμάτωση στον παραγωγικό και κοινωνικό τους ιστό, της νέας τεχνολογίας, της γνώσης, της καινοτομίας και της πληροφορίας, την αναβάθμιση του αναπτυξιακού τους ρόλου και την αύξηση της απασχόλησης.
Οι επερχόμενες αυτοδιοικητικές εκλογές πρέπει να «αξιοποιηθούν» για την κατάρτιση αυτού του σχεδίου με την ενεργοποίηση και συμβολή των τοπικών κοινωνιών.