Το να προσπαθήσει κανείς να καταλάβει και να ερμηνεύσει τι συμβαίνει στη Λατινική Αμερική γενικώς, είναι πολύ δύσκολο. Σίγουρα, το τι συμβαίνει σε όλη την υποήπειρο έχει μια κοινή γενική βάση, αλλά, από χώρα σε χώρα, έχει τοπικά χαρακτηριστικά. Αυτό επισημαίνουν οι αναλυτές. Και οι πολιτικοί που επιχειρούν τις αλλαγές, επιζητούν αφενός την εξειδίκευση κατά κράτος και αφετέρου τη σύγκλιση των κρατών βάσει κοινών παραμέτρων.

 

Τα τελευταία χρόνια, αναπτύσσονται διακρατικοί δεσμοί που δημιουργούν ένα μοντέλο συνύπαρξης/ανάπτυξης, εναλλακτικό στο νεοφιλελεύθερο που έφερε συμφορές. Όμως, σε κάθε χώρα, η ανοικοδόμηση περνάει μέσα από λεωφόρους και μονοπάτια τοπικών ιδιομορφιών. Γι’ αυτό, οι συνεργασίες σπάνια συνοδεύονται από εξαγώγιμα μοντέλα αλλαγής. Η παλιά γκεβαρική άποψη για τη μεταφορά ενός τύπου επανάστασης από χώρα σε χώρα έχει ατονήσει, χωρίς να έχει ατονήσει η ακτινοβολία τού Τσε που στέκεται ισάξια δίπλα στον Σιμόν Μπολίβαρ.

Υπάρχει, όμως, μια τεράστια δεξαμενή εμπειριών που αρχίζουν από την πρώτη απόβαση των Ευρωπαίων στην Αμερική και συνεχίζονται στους νεότερους χρόνους. Αυτή η ιστορία γενοκτονιών, εκμετάλλευσης, καταλήστευσης, αλλά και διαρκούς αντίστασης στους αποικιοκράτες και τους εντόπιους συνεργάτες τους, αποτελεί το κοινό υπόβαθρο της συνείδησης των λαών της Λατινικής Αμερικής. Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, έγιναν -με ανυπολόγιστες θυσίες- πολλές προσπάθειες αποτίναξης του δόγματος Μονρόε που όρισε τη Λατινική Αμερική ως αυλή των ΗΠΑ. Δόγμα που ανανεώθηκε, ρητά, από τον πρόεδρο Τζόνσον το 1965 για να δικαιολογήσει τα ιμπεριαλιστικά εγκλήματα που προηγήθηκαν και όσα ακολούθησαν.

 

Βενεζουέλα ’60-’90

Ο ένοπλος αγώνας που ξεκίνησε το ’60, υπό την επιρροή της κουβανέζικης επανάστασης, εξουδετερώθηκε γρήγορα, γιατί η Βενεζουέλα, χάρη στα έσοδα από το πετρέλαιο, έμπαινε σε μια περίοδο αξιοσημείωτης εικοσαετούς ανάπτυξης. Η βελτίωση της ζωής μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού και η εδραίωση του δικομματισμού, άμβλυναν τις αντιθέσεις και διευκόλυναν τον περιορισμό και τη διαφοροποίηση της πολιτικής δράσης της Αριστεράς. Η επιστροφή του Κ.Κ. Βενεζουέλας στην κοινοβουλευτική νομιμότητα, το 1968, συνδυαζόταν με τη στροφή του στον ευρωκομμουνισμό και την εγκατάλειψη του επαναστατικού αγώνα. Αυτή η ευημερία κλονίστηκε και το νόμισμα της χώρας υποτιμήθηκε (1983) περίπου την εποχή που τρεις στρατιωτικοί αρχίζουν να καλλιεργούν, συστηματικά, μέσα στο στρατό τις ιδέες τους και μέσα σε λίγα χρόνια συγκροτούν το Επαναστατικό Μπολιβαριανό Κίνημα (1989). Το επίπεδο ζωής της πλειοψηφίας του λαού βρισκόταν σε συνεχή πτώση. Το ποσοστό φτωχών από το 36% (1984) εκτινάχθηκε στο 68% (1991) και ο κοινωνικός αποκλεισμός εδραιώθηκε, καθώς τα επιτεύγματα στους τομείς υγείας, εργασίας, εκπαίδευσης κ.λπ. εξανεμίζονταν. Η κοινωνία διχάστηκε. Όποιες προσπάθειες γίνονταν με μέτρα αποκέντρωσης και συμμετοχής, δεν μπορούσαν να αντισταθμίσουν τα φαινόμενα κοινωνικής και οικονομικής αποσύνθεσης. Οι φτωχοί προσπαθούσαν να επιβιώσουν και οι ευημερούντες να κατοχυρώσουν τις ιδιοκτησίες και τα προνόμιά τους. Τον Φλεβάρη του 1989, σε μια μεγάλη κοινωνική έκρηξη, η παρέμβαση του στρατού άφησε πίσω της 500 νεκρούς. Δεξιά και αριστερά κόμματα παρακολουθούσαν, έκπληκτα, τον κοινωνικό αναβρασμό.

Τότε, η κυβέρνηση Καλντέρα καταφεύγει στο ΔΝ Τ και παρ’ όλο που υποχρεώνεται να περικόψει τα ασφαλιστικά δικαιώματα των εργαζομένων και να ιδιωτικοποιήσει την πετρελαϊκή βιομηχανία, η οικονομία συνεχίζει να καταρρέει και τα πολιτικά κόμματα να απαξιώνονται.

 

Τσάβες και «τσαβίσμο»

Το 1992, το Επαναστατικό Μπολιβαριανό Κίνημα προσπαθεί δύο φορές να καταλάβει την εξουσία με πραξικόπημα και αποτυγχάνει. Δύο χρόνια αργότερα, αμνηστεύονται οι αξιωματικοί που πρωτοστάτησαν και ο Ούγκο Τσάβες, βγαίνοντας από τη φυλακή, ταξιδεύει σε όλη τη χώρα για να οργανώσει το πολιτικό του κίνημα. Το 1998, προς μεγάλη έκπληξη της άρχουσας τάξης, ο Τσάβες, επικεφαλής ενός συνασπισμού κομμάτων και οργανώσεων, κερδίζει με 56,2% τις εκλογές και ανακηρύσσεται πρόεδρος της Βενεζουέλας. Είναι σημαντικό ότι σ’ αυτή την κρίσιμη στιγμή o στρατός δεν ανταποκρίνεται στην κινδυνολογία της αστικής τάξης και δεν εμποδίζει την αλλαγή. Είναι η χρονιά που η ιστορία της Νότιας Αμερικής ξαναρχίζει.

Ο Τσάβες είναι διαφορετικός. Χαρισματικός, ευθύς, πολεμικός, υπέρ των μη-προνομούχων και της πλήρους ανεξαρτησίας της χώρας, οδηγεί τη Βενεζουέλα σε καινούργιους δρόμους, με το όραμα, την ευφυία και τον προσωπικό του τσαμπουκά.

Αλλά τι είναι αυτό το φαινόμενο που αποκαλείται «τσαβισμός»;

Στο κέντρο του βρίσκεται η αντικατάσταση της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας από τη συμμετοχική δημοκρατία. Γι’ αυτό, από την αρχή, ο Τσάβες αλλάζει το Σύνταγμα με σημαντικές τροποποιήσεις που ενισχύουν θεσμικά τη συμμετοχική δημοκρατία, χωρίς σ’ αυτή τη φάση να καταργούν την αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Με το νέο Σύνταγμα καθιερώνονται τα δημοψηφίσματα, η ελεύθερη συμμετοχή των πολιτών σε φορείς αυτοδιοίκησης, το ανακλητό των εκλεγμένων, το δικαίωμα των εργαζομένων να δημιουργούν κοοπερατίβες, τα πολιτικά, οικονομικά, πολιτιστικά και εδαφικά δικαιώματα των ιθαγενών, ο έλεγχος της δημόσιας διοίκησης κ.ά. Επίσης, ο δημόσιος χαρακτήρας του ενεργειακού τομέα και άλλων στρατηγικής σημασίας τομέων της οικονομίας, η βιώσιμη αγροτική ανάπτυξη και η διατροφική ασφάλεια.

Οι συνταγματικές μεταρρυθμίσεις συμπληρώνονται με νόμους και διατάγματα.

Ανεξάρτητα από την πορεία των πάμπολλων μεταρρυθμίσεων, το πιο σημαντικό ίσως είναι ότι αλλάζει η πολιτική κουλτούρα και σπάει ο αποκλεισμός της πλειοψηφίας του λαού από την κοινωνική, οικονομική, μορφωτική και πολιτική ζωή της χώρας. Πρόκειται -στην κυριολεξία- για έναν πόλεμο ενάντια στον αποκλεισμό. Αυτό είναι ένα από τα επιτεύγματα που προκαλεί τις μεγαλύτερες αντιδράσεις του παλιού κατεστημένου το οποίο δεν μπορεί να αποδεχτεί την εξίσωσή του με τους παρίες της κοινωνίας.

Ο Edgardo Lander επισημαίνει την εξαιρετική επέκταση της κοινωνικής οργάνωσης του λαού. Επιτροπές υγείας, συμβούλια νερού, μπολιβαριανοί κύκλοι, πολιτιστικές ομάδες, εκλογικές μονάδες μάχης, επιτροπές γης, ελεγκτικές επιτροπές φορέων δημόσιου σχεδιασμού κ.λπ. σε όλη τη χώρα. Μέχρι σήμερα έχουν δημιουργηθεί πάνω από 30 χιλιάδες κοινοτικά συμβούλια και πραγματοποιούνται μεγάλες καμπάνιες (μισιόνες) στους τομείς της υγείας, της εκπαίδευσης κ.λπ.

Οι «μισιόνες» -με ονοματεπώνυμο- είναι:

* Προγράμματα για την επιμόρφωση δύο εκατομμυρίων αναλφάβητων πολιτών, την ολοκλήρωση σπουδών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση όσων εγκατέλειψαν το σχολείο για λόγους κοινωνικούς και την εισαγωγή, κατά προτεραιότητα, στα πανεπιστήμια σπουδαστών από φτωχά κοινωνικά στρώματα.

* Πρόγραμμα προμήθειας τροφίμων και άλλων ειδών πρώτης ανάγκης υψηλής ποιότητας σε πολίτες με χαμηλά εισοδήματα. Παράλληλα, δημιουργία συνεταιρισμών και μικρών επιχειρήσεων και δικτύων διακίνησης πρώτων υλών και εμπορευμάτων.

* Πρόγραμμα παροχής υπηρεσιών υγείας με τη μαζική συμβολή Κουβανέζων γιατρών και νοσοκόμων.

* Πρόγραμμα παραχώρησης γης σε ακτήμονες για εκμετάλλευση, με χρηματοδότηση, τεχνική βοήθεια και υποδομές.

* Πρόγραμμα επαγγελματικής και πολιτιστικής εκπαίδευσης για την τοπική ανάπτυξη του τουρισμού, της γεωργίας, των υπηρεσιών και της βιομηχανίας.

 

Τίποτα δεν είναι εύκολο

Όλα αυτά -μέσα στο σύστημα και ενάντια στο σύστημα- δοκιμάζονται στην πράξη. Άλλα έχουν μεγαλύτερη επιτυχία και άλλα μικρότερη. Οι δυσκολίες δεν προέρχονται μόνο από την αστική τάξη και τον ιμπεριαλισμό. Πρώτο παράδειγμα: οι κρατικές επιχορηγήσεις δημιουργούν προϋποθέσεις για διαφθορά. Δεύτερο: η διαδικασία επιμόρφωσης των αποκλεισμένων, από την ικανότητα γραφής και ανάγνωσης μέχρι την εξοικείωση με νέες τεχνολογίες, χρειάζεται χρόνο ο οποίος, συχνά, δεν υπάρχει. Τρίτο: μέσα στο μπλοκ της αλλαγής, σε αρκετά ζητήματα, υπάρχει σοβαρή διάσταση απόψεων. Ιδιαίτερα για το ζήτημα του πότε προηγούνται οι πολιτικές και πότε οι οικονομικές αποφάσεις. Τέταρτο: δυνάμεις που δραστηριοποιούνται στους χώρους εργασίας ζητούν πλήρη αυτοδιοίκηση των εργασιακών χώρων, σε αντίθεση με εκείνους που υποστηρίζουν ότι η έλλειψη κεντρικού συντονισμού θα αποδυναμώσει το ενιαίο μέτωπο κατά των ολιγαρχών και, σε μια μεικτή οικονομία, θα αποδιοργανώσει το σύστημα. Πέμπτο: ριζοσπαστικές ομάδες θεωρούν συλλήβδην εχθρούς τους «τεχνοκράτες» που προέρχονται από τη μεσαία τάξη, στερώντας το κίνημα από στελέχη με υψηλή εκπαίδευση και βαθαίνοντας τη ρήξη με το σύνολο των μεσαίων στρωμάτων αντί μιας πολιτικής που προσβλέπει στην αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων δυνάμεων και στη διάσπαση των μεσαίων στρωμάτων που αποτελούν σημαντικό τμήμα του λαού της χώρας.

Αυτά είναι μερικά χαρακτηριστικά προβλήματα, δισεπίλυτα που, πολλές φορές, οφείλονται όχι μόνο στα πραγματικά περιστατικά, αλλά και σε δογματικές προσεγγίσεις. Και, βεβαίως, πάντα επικρέμονται απειλητικά μερικά ενδεχόμενα, όπως: ο αναμφισβήτητος απ’ όλους καθοριστικός ρόλος του Τσάβες θέτει το ζήτημα πώς θα διασφαλιστούν όλα τα επιτεύγματα και θα συνεχιστεί η πορεία προς τα μπρος αν, για οποιονδήποτε λόγο, πάψει να έχει ο πρόεδρος την εξουσία. Επίσης, τι θα συμβεί αν πέσουν απότομα σε πολύ χαμηλά επίπεδα οι τιμές του πετρελαίου που χρηματοδοτούν τα κοινωνικά προγράμματα, αφού η διαμόρφωση μιας νέας αυτοχρηματοδοτούμενης οικονομίας, σε εποχές διεθνούς κρίσης και δεδομένο το εσωτερικό και εξωτερικό σαμποτάζ, χρειάζεται μεγαλύτερο χρόνο υλοποίησης.

Πάντως, παρ’ όλο που παρατηρείται ακόμα σημαντική έλλειψη προόδου στον τομέα του κοινωνικού ελέγχου και της αυτοκριτικής, σε όλη τη Νότια Αμερική -σε αντίθεση μ’ αυτό που συμβαίνει στην Ευρώπη, όπου η αριστερά αποτελεί μέρος της κρίσης- βρίσκεται σε εξέλιξη ένας οργασμός εναλλακτικών αναλύσεων, ιδεών, σχεδίων, προτάσεων και δράσεων, με παράλληλη κριτική όσων ήδη εφαρμόζονται σε πολλές χώρες με διαφορετικά επίπεδα ανάπτυξης, διαφορετικούς συσχετισμούς δυνάμεων και διαφορετικά προβλήματα. Η Αριστερά στη Νότια Αμερική, σίγουρα, δεν πάσχει από μιζέρια και κατάθλιψη.

 

Υ.Γ. Η παρούσα αναφορά καλύπτει μόνο ένα μέρος της νέας πραγματικότητας στη Βενεζουέλα.

 

Έγκυρα και σοβαρά ΜΜΕ

 

Σημαντικό ρόλο στην προσπάθεια ανατροπής του Τσάβες και της Μπολιβαριανής Επανάστασης, έχουν αναλάβει τα ΜΜΕ – εθνικά και διεθνή. Τα ιδιωτικά ΜΜΕ της Βενεζουέλας, που ελέγχονται από τους πλουσιότερους επιχειρηματίες της χώρας, υποστήριξαν δυναμικά το πραξικόπημα του 2002 και πανηγύρισαν για την (πρόσκαιρη) επιτυχία του. Κάθε νόμιμη προσπάθεια καταλογισμού ευθυνών για παράνομες πράξεις που τελούνται από πλούσιους ιδιώτες και δημόσιους λειτουργούς, παρουσιάζονται από τα εντόπια και διεθνή μιντιακά τραστ ως πολιτικές διώξεις και μέτρα περιορισμού της έκφρασης. Δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα: Οι Νιού Γιορκ Τάιμς προβάλλουν τη σύλληψη μιας δικαστίνας ως πολιτική, αποκρύβοντας ότι άφησε έναν προφυλακισμένο, για διαφθορά, τραπεζίτη να φύγει ελεύθερος από την πίσω πόρτα του δικαστικού μεγάρου, διευκολύνοντάς τον να βρεθεί την επόμενη μέρα στο Μαϊάμι. Αποκρύβοντας, επίσης, ότι το δικαστικό σώμα στη Βενεζουέλα ήταν σε μεγάλο βαθμό εξαγορασμένο και διεφθαρμένο.

Όπως γράφει ο Lee Salter, το «έγκυρο» BBC δημοσιεύει απόψεις του τύπου Η δικτατορία της Βενεζουέλας, έχοντας καλύψει το πραξικόπημα του 2002 με τίτλους Επιστροφή στη δημοκρατία και Αποκατάσταση της δημοκρατίας!, ενώ η «σοβαρή» Γκάρντιαν αμφισβητεί τη δημοτικότητα του Τσάβες, παραλείποντας να αναφέρει ότι μεταπολεμικά κανένας Βρετανός πρωθυπουργός δεν έχει εκλεγεί (και, μάλιστα, κατ’ επανάληψιν) με τα ποσοστά που εκλέγεται ο Τσάβες και καμία βρετανική κυβέρνηση δεν απευθύνθηκε στο λαό με δημοψηφίσματα για μεγάλα θέματα, όπως έκανε ο Τσάβες, ο οποίος σεβάστηκε απόλυτα και την έστω οριακή ήττα του σε δημοψήφισμα του 2007. Πρόκειται για προσπάθειες που δεν έχουν στόχο να ενημερώσουν, αλλά να αποσταθεροποιήσουν τη δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση της Βενεζουέλας.

Γι’ αυτό, ο διεθνής Τύπος δεν αναφέρει ποτέ ούτε τα επιτεύγματα της Μπολιβαριανής Επανάστασης, αλλά ούτε και τις δολοφονίες δεκάδων ακτιβιστών στις πόλεις και τα χωριά από παρακρατικές συμμορίες που χρηματοδοτούνται από τσιφλικάδες, τραπεζίτες και ξένες μυστικές υπηρεσίες, για να κάμψουν όσους αγωνίζονται με νόμιμα μέσα για να αλλάξουν τη ζωή τους προς το καλύτερο.

Παράλληλα, πολλές μη κυβερνητικές οργανώσεις στηρίζονται οικονομικά από αμερικανικούς φορείς για να οργανώνουν την προπαγάνδα κατά του Τσάβες.

Πριν από λίγες βδομάδες, το National Endowment for Democracy που υπάγεται στο αμερικανικό Κογκρέσο και σχετίζεται με τη CIA, βράβευσε τον Andres Canizalez ο οποίος, μέσω του χρηματοδοτούμενου από NED και USAID «Ινστιτούτου για τον Τύπο και την Κοινωνία», πρωτοστατεί στον πόλεμο φθοράς κατά της κυβέρνησης Τσάβες. Ο Τσάβες, για να αντιμετωπίσει τον πόλεμο συκοφαντίας και λάσπης, προχώρησε σε ριζοσπαστικά μέτρα. Αδειοδοτεί τοπικές κοινότητες που θέτουν σε λειτουργία τοπικούς ραδιοσταθμούς και τηλεοπτικά κανάλια. Επίσης, δημιουργεί σε όλη τη χώρα διαδικτυακά κέντρα πληροφόρησης, που λειτουργούν δωρεάν. Ήδη, μετά τα πρώτα 668, θα λειτουργήσουν μέσα στη χρονιά άλλα 200.

Η κρατική εταιρία τηλεπικοινωνιών εγκατέστησε δύο χιλιάδες κεραίες ακόμα και σε δύσβατες ορεινές περιοχές. Οι 800 χιλιάδες χρήστες που υπήρχαν το 2000 και προέρχονταν, κυρίως, από τις μεσαίες και ανώτερες τάξεις, έφτασαν τα 7,5 εκατομμύρια, εκ των οποίων το 38% (περίπου 3 εκ.) μέσω των κέντρων πληροφόρησης.

Ήδη η Βενεζουέλα έχει τους περισσότερους χρήστες σε όλη τη Λατινική Αμερική (53% έναντι μέσου όρου 36%). Θα αντιμετωπίσουμε την παραπληροφόρηση με σωστή ενημέρωση και γνώση, δηλώνει ο Τσάβες ο οποίος, για να αντικρούσει και τις επιθέσεις που δέχεται προσωπικά, παραμονές Πρωτομαγιάς, άνοιξε δικό του μπλογκ και δέχτηκε δεκάδες χιλιάδες φίλους μέσα στις πρώτες μεταμεσονύχτιες ώρες.

Εφαρμόζονται, όμως, και πιο καινοτόμα μέτρα: Στις 12 Απριλίου, ορκίστηκαν οι πρώτοι 75 «αντάρτες επικοινωνίας» που αποφοίτησαν από ειδικό σχολείο στο Καράκας. Αυτοί οι άοπλοι αντάρτες είναι εξοπλισμένοι με τις πιο σύγχρονες γνώσεις επικοινωνίας και πληροφορικής, μετακινούνται εύκολα και προσφέρουν τις υπηρεσίες τους με εναλλακτικά ρεπορτάζ, έρευνες, συνεντεύξεις και μαθήματα στα εναλλακτικά Μέσα.

Το χαρακτηριστικό τους γνώρισμα, σύμφωνα με τον Supriyo Chatterjee, είναι το χιούμορ και ο σαρκασμός για τους εχθρούς της επανάστασης.

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!