του Δημήτρη Μπελαντή
Κατά τα τελευταία χρόνια, από το 2010 και μέχρι σήμερα, η κοινωνία μας έχει περάσει από πολλές σκληρές και βαθιές κοινωνικές κρίσεις. Τα Μνημόνια και την επιβολή τους, τις ιδιωτικοποιήσεις και την πτώχυνση του λαού, με την έννοια των υποτελών και κατώτερων μεσαίων τάξεων, και την καταλήστευση της δημόσιας περιουσίας, τα εθνικά ζητήματα (Αιγαίο, Κυπριακό, Πρέσπες κ.λπ.) και εδώ και έναν και μισό χρόνο τη διαχείριση της πανδημίας του Covid-19. Δεν θα ήταν υπερβολικό να πει κανείς ότι η χώρα μας έχει γίνει επανειλημμένα πειραματόζωο με την πρωτοβουλία της ευρωπαϊκής και διεθνούς καπιταλιστικής και κρατικής ελίτ. Όσο η κοινωνία ηττάται ή αδιαφορεί, οι άρχουσες τάξεις, με την πλήρη συναίνεση και συνενοχή και της «εθνικής» μας άρχουσας τάξης, προχωρούν παραπέρα. Η ηγεσία της Ε.Ε. μας θεωρεί «συγγενείς τρίτης κατηγορίας», η αμερικανική ηγεσία του State Department ρητά μας θεωρεί ως λαό και ως κρατική υπόσταση «ζητιάνους». Ό,τι πιο ακραίο έχουν οι ελίτ στο πρόγραμμα, η Ελλάδα, επειδή είναι ασθενής κρίκος του συστήματος, είναι βέλτιστη ως πεδίο πρωταρχικού πειραματισμού.
ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ της προηγούμενης δεκαετίας, η Υπαρκτή Αριστερά (1) (ΣΥΡΙΖΑ,ΚΚΕ, εξωκοινοβουλευτική Αριστερά, νέες πρωτοβουλίες, «πλατείες» κ.λπ.) αντιστάθηκε στα Μνημόνια. Θα ήταν άδικο να πούμε το αντίθετο. Το φαινόμενο μαζικοποίησης του ΣΥΡΙΖΑ μετά το 2010 και εκτόξευσής του από το 4 % στο 27% και μετά στην κυβερνητική εξουσία ήταν αποτέλεσμα της ενίσχυσης των κοινωνικών αγώνων, ιδίως στα 2010-2012, και αποστασιοποίησης μεγάλου μέρους της κοινωνίας από τα παραδοσιακά κόμματα στην προοπτική κάποιων συγκρούσεων με την Ε.Ε.-Ευρωζώνη με σκοπό την κοινωνική βελτίωση.
Μετά το Δημοψήφισμα του Ιουλίου 2015,και αντίθετα στο αποτέλεσμά του, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή η ηγεσία της μεγάλης πλειοψηφίας της Υπαρκτής Αριστεράς, εγκατέλειψε τον λαό και ψήφισε το Τρίτο Μνημόνιο. Δεν έχουμε την τάση να ωραιοποιούμε ή να εξιδανικεύουμε τις υποτελείς τάξεις, θεωρώντας ότι πάντοτε ο «καλός λαός» προδίδεται από την «κακή ηγεσία». Όμως στην περίπτωση αυτήν, έγινε σαφές ότι η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, στην πλειοψηφία της, ολοκλήρωσε ένα από καιρό σχέδιο «μετριοπαθούς» μετασχηματισμού της και συστημικής ενσωμάτωσης, πράγμα που είχε δύο σοβαρά αποτελέσματα: α) Την παγίωση της πεποίθησης στον ευρύτερο κόσμο ότι η Αριστερά ως παράταξη είναι τμήμα του συστήματος και β) Την σοβαρή άμβλυνση του κοινωνικού ανταγωνισμού βάσει της λογικής ότι «όλα είναι μάταια».
Η εγκατάλειψη του λαού από τον ΣΥΡΙΖΑ ως Υπαρκτή Αριστερά δεν ανασχέθηκε, δυστυχώς, από τη στάση άλλων τμημάτων της Υπαρκτής Αριστεράς, ανεξάρτητα από την αγαθότητα των προθέσεων. Τόσο το ΚΚΕ όσο και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, παρά τη συστηματική συμμετοχή τους στους αγώνες της φάσης 2010-2015 καθώς και μετά, καθώς επίσης και οι πολιτικές μειοψηφίες του ΣΥΡΙΖΑ μετά την ψήφιση του Τρίτου Μνημονίου, δεν μπόρεσαν να χαράξουν έναν άλλο δρόμο και να νικήσουν τον συμβιβασμό του Τσίπρα ή έστω να μειώσουν τα αποτελέσματά του. Πράγμα που αποδεικνύει την ύπαρξη μεγάλων πολιτικών αλλά και ιδεολογικών-θεωρητικών ελλειμμάτων, τη μη προσαρμογή αυτού του τμήματος της Αριστεράς στην κατανόηση της Ελλάδας του 21ου αιώνα και την αδυναμία αποτελεσματικής αντίδρασης. Ιδίως δε το ΚΚΕ πιο πολύ κινήθηκε στην λογική «Εμείς σας τα λέγαμε», λες και η κοινωνική τεράστια ήττα ήταν προνομιακό πεδίο για την «εκ των υστέρων» δικαίωση της γραμμής του «σοφού και διορατικού κόμματος». Οι λοιπές δυνάμεις πρακτικά διαλύθηκαν, αν λάβουμε υπ’ όψιν έστω και περιορισμένα τις εκλογές ως «θερμομετρο των διαθέσεων της κοινωνίας» (Φρ. Ένγκελς, 1895).
Η ΕΠΟΜΕΝΗ ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ ήταν τα εθνικά ζητήματα από το 2018-2019 (Συνθήκη των Πρεσπών) ως την αντιμετώπιση της τουρκικής προκλητικότητας στο Αιγαίο, ιδίως στα 2020-2021 και τις προσπάθειες επαναφοράς νέων Σχεδίων Ανάν στην Κύπρο. Δεν θα ήταν υπερβολικό να πούμε ότι, με αποχρώσεις, και πάλι η Υπαρκτή Αριστερά δεν βοήθησε την κοινωνική πλειοψηφία να κατανοήσει τα προβλήματα που τίθενται και σε ορισμένες περιπτώσεις ως Κυβερνώσα Αριστερά (ΣΥΡΙΖΑ) πρωταγωνίστησε στην υιοθέτηση ιμπεριαλιστικών λύσεων (Συμφωνία των Πρεσπών) και στην ιδεολογική τους νομιμοποίηση ως φιλειρηνικών-διεθνιστικών-υπέρ της φιλίας των λαών κ.λπ. Τονίζουμε εδώ ότι ιδίως ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ δημιουργήθηκε ένα ενδιάμεσο πεδίο κοινής γνώμης, με σημαντική απήχηση στα διανοητικά μεσαία στρώματα και στην πανεπιστημιακή διανόηση, με ισχυρή στήριξη της «διεθνιστικής» φύσης της Συμφωνίας ή ακόμη και με το παραπειστικό επιχείρημα ότι η… Συμφωνία των Πρεσπών αποτέλεσε εθνικιστική επιβολή των Ελλήνων επί των Μακεδόνων. Ήδη, στα 2018-2019,παγιώθηκε μια στάση στην λεγόμενη «αριστερή διανόηση» ότι όσοι αντιδρούν στη συμφωνία αυτήν (για να μην μιλήσουμε για όσους κατέβηκαν στα συλλαλητήρια) είναι όλοι ανεξαιρέτως πούροι «εθνικιστές», «Ελληναράδες», «ξενοφοβικοί», «ανορθολογικά πλάσματα με τις περικεφαλαίες του Μεγαλέξανδρου», «λαϊκιστές», και ότι μόνο οι υποστηρικτές της συμφωνίας ήταν έλλογα-ορθολογικά όντα. Αξίζει να κρατήσουμε αυτήν την εκτίμηση γιατί δείχνει πώς δημιουργούνται μόνιμα ρατσιστικά «στερεότυπα δήθεν αριστερού ορθολογισμού» που τα ξαναβλέπουμε τώρα στην υπόθεση της κρίσης του Covid και της αξιολόγησης της κρατικής της διαχείρισης. Θεωρούμε τίμιο να γράψουμε ότι το ΚΚΕ, στα πλαίσια πάντοτε της λογικής «κόμμα-φρούριο» δεν μπήκε σε αυτές τις λογικές και αντιπολιτεύθηκε, έστω και με κάποια όρια, τη Συμφωνία των Πρεσπών. Τα ίδια απερίγραπτα υποστηρίχθηκαν από τμήμα του ΣΥΡΙΖΑ και από το αριστερό εξωκοινοβούλιο στις αλλεπάλληλες κρίσεις στο Αιγαίο: Ο κίνδυνος Ερντογάν δεν υπάρχει και πολύ, η ιμπεριαλιστική Ελλάδα απειλεί τη μικρή και αδικημένη Τουρκία, όσοι δεν το βλέπετε είστε «ανορθολογιστές πατριδοκάπηλοι», «δυνάμει ακροδεξιοί» κ.λπ.
Η Αριστερά, δεοντολογικά μιλώντας, οφείλει να υπερασπίζει τον «Μικρό Άνθρωπο» και τα δικαιώματά του, τον λαό έναντι της εξουσίας, κρατικής, επιχειρηματικής, τεχνολογικών ιερατείων και πολυεθνικών εταιρειών κ.λπ. Όταν κάνει το αντίθετο, και μάλιστα ρατσιστικά και αριστοκρατικά χαρακτηρίζει το κομμάτι του λαού που ανησυχεί, ακόμη και για τη ζωή του, συλλήβδην «ψεκασμένους» «ανορθολογικούς», «τεχνοφοβικούς» κ.λπ. κ.λπ., αυτό σημαίνει ότι η Υπαρκτή Αριστερά έχει καταστεί αναπόσπαστο τμήμα του συστήματος εξουσίας
Η ΤΡΙΤΗ και ίσως και ισχυρότερη σε βάθος εγκατάλειψη του λαού και της κοινωνίας από την Υπαρκτή Αριστερά συμβαίνει με την κρίση του Covid και με την υποταγή της Αριστεράς στην κρατική της διαχείριση. Θα διευκρινίσουμε προς αποφυγήν παρεξηγήσεων: α) ότι θεωρούμε την πανδημία μείζον αντικειμενικό πρόβλημα για την ανθρωπότητα και όχι ως μια δευτερεύουσα ή ψευδή απειλή, β) ότι πιστεύουμε απόλυτα στη χρήση της επιστήμης και ειδικότερα της ιατρικής για την αντιμετώπιση μεγάλων κρίσεων της δημόσιας υγείας. Όμως, στον δημόσιο διάλογο για το ζήτημα, επανεμφανίζεται μια «πειθαρχημένη-ομοφρονούσα» στάση της Υπαρκτής Αριστεράς (όλων σχεδόν των οργανώσεων, με λίγες εξαιρέσεις) καθώς και τμημάτων της αριστερής διανοητικής εργασίας που ξαναφέρνει το ρατσιστικό δίπολο «Ορθολογική Αριστερά», «Ανορθολογική Πλέμπα, που αντικειμενικά είναι με την Ακροδεξιά, Alt Right, τραμπισμό» κ.λπ. Αποτέλεσμα είναι το γεγονός ότι η Υπαρκτή Αριστερά: α) τάσσεται πρακτικά υπέρ του υποχρεωτικού εμβολιασμού και β) τάσσεται άλλοτε ανοιχτά και άλλοτε έμμεσα υπέρ των «καθεστώτων διαχωρισμού» (υγειονομικό απαρτχάιντ).
Αυτή η στάση είναι πολιτικά και λάθος και απαράδεκτη και αποξενώνει για μια τρίτη, και ίσως καθοριστική, τον λαϊκό κόσμο, ή έστω ένα τμήμα του, από την Υπαρκτή Αριστερά. Γιατί;
- Η επιστήμη ως σύστημα γνώσεων χρειάζεται την ελεύθερη διαφωνία, τη σύγκρουση μέσων, μεθόδων και προσεγγίσεων, τη συνεχή αναθεώρηση κ.λπ. Τα κράτη αυτήν τη στιγμή εφαρμόζουν στοχευμένη επιστημονική και ιδεολογική λογοκρισία. Είναι αυτό αριστερό;
- Η θετική επιστήμη δεν ταυτίζεται με την εφαρμοσμένη τεχνική και τεχνολογία βάσει αυτής. Οι εφαρμοσμένες τεχνολογίες στον καπιταλισμό: α) είναι διαφόρων ειδών και γίνεται επιλογή μεταξύ τους για λόγους συμφέροντος και β) εντάσσονται ιεραρχικά σε στρατηγικές κερδοφορίας και εξουσίας (2). Σε μια δίκαιη κοινωνία, ίσως επικρατούσαν διαφορετικές τεχνολογίες ή διαφορετικές χρήσεις των ίδιων τεχνολογιών. Το να το αγνοεί κάποιος αυτό σημαίνει είτε ότι είναι σχετικά αμόρφωτος είτε ότι καλύπτει συμφέροντα.
- Ακόμη και αν τα υπαρκτά εμβόλια για τον Covid θεωρηθούν η μόνη λύση, ο ανθρωπισμός και οι κανόνες βιοηθικής επιτάσσουν την πλήρη ενημέρωση του εμβολιαζόμενου για τις παρενέργειες, ακόμη και αν είναι σπάνιες, για να κάνει σταθμίσεις υγείας. Ιδίως, όταν τα εμβόλια είναι ακόμη σε πειραματικό στάδιο. Η αρχή αυτή αποτελεί, σε αντίθεση με τον κοπαδικό εμβολιασμό, κορωνίδα του ηθικού ορθολογισμού και των δικαιωμάτων του ανθρώπου.
- Ο υποχρεωτικός εμβολιασμός, τον οποίον βασικά υποστηρίζουν οι οργανώσεις της Υπαρκτής Αριστεράς, όταν καταλήγει σε ακραίες συνέπειες (π.χ. απόλυση εργαζόμενου ή υποχρεωτική άδεια άνευ αποδοχών αντί π.χ. για τοποθέτηση σε άλλη θέση, καθεστώτα απαρτχάιντ) σημαίνει τη θεσμοθέτηση ενός ακραίου ελέγχου του εργοδότη, του κράτους και της επιχείρησης πάνω στο σώμα του ανθρώπου. Αποτελεί και την αρχή για την εφαρμογή ψηφιακών τεχνολογιών μέσω των οποίων όλα τα υγειονομικά μέτρα, επεμβάσεις και βιομετρικά δεδομένα μέσω ενός smartphone θα αποτελούν γνωστικό κτήμα της εξουσίας και μέσο διαχωρισμού και διαχείρισης πληθυσμών. Πολύ «αριστερό» και αυτό, έ;
- Βεβαίως, υπάρχει και τμήμα της κοινωνίας που αντιδρά με βάση τη Λέσχη Μπίλντερμπεργκ, τους εξωγήινους, τον Αντίχριστο κ.λπ .Είναι όμως ανήθικο να ταυτίζεις όλους όσοι αντιδρούν στην υγειονομική διαχείριση με αυτό το κομμάτι. Η στρατηγική λ.χ. του Great Reset είναι υπαρκτότατη και δεν συνιστά «συνωμοσιολογία».
Η Αριστερά, δεοντολογικά μιλώντας, οφείλει να υπερασπίζει τον «Μικρό Άνθρωπο» και τα δικαιώματά του, τον λαό έναντι της εξουσίας, κρατικής, επιχειρηματικής, τεχνολογικών ιερατείων και πολυεθνικών εταιρειών κ.λπ. Όταν κάνει το αντίθετο, και μάλιστα ρατσιστικά και αριστοκρατικά χαρακτηρίζει το κομμάτι του λαού που ανησυχεί, ακόμη και για τη ζωή του, συλλήβδην «ψεκασμένους» «ανορθολογικούς», «τεχνοφοβικούς» κ.λπ. κ.λπ., αυτό σημαίνει ότι η Υπαρκτή Αριστερά έχει καταστεί αναπόσπαστο τμήμα του συστήματος εξουσίας
Παραπομπές
1) Χρησιμοποιούμε τον όρο «Υπαρκτή Αριστερά» με την έννοια των υπαρκτών κομμάτων και οργανώσεων που η ευρύτερη κοινωνία προσλαμβάνει ιστορικά ως Αριστερά και όχι με την έννοια οργανώσεων ή μορφών που πράγματι υλοποιούν κατευθύνσεις της κοινωνικής χειραφέτησης.
2) Τελείως ενδεικτικά, βλ. σε Μπενζαμέν Κοριά «Επιστήμη , Τεχνική και Κεφάλαιο», Αθήνα 1985, Α/Συνέχεια, Σαρλ Μπετελέμ «Οι ταξικοί αγώνες στην ΕΣΣΔ», τρεις τόμοι , Κουκίδα, ιδίως στο τέλος δεύτερου τόμου , Ρ. Λινάρ «Ο Λένιν, οι αγρότες, ο Ταίυλορ», πιο πρόσφατη έκδοση από εκδόσεις «Εκτός Γραμμής», σε ένα πιο μετα-μαρξιστικό πλαίσιο Μαξ Χορκχάιμερ-Τέοντορ Αντόρνο «Η Διαλεκτική του Διαφωτισμού» Αθήνα 1986, Ύψιλον, κπα