Το 21ο Γαλλόφωνο Φεστιβάλ διεξάχθηκε φέτος διαδικτυακά, με τρεις ταινίες στο Διαγωνιστικό, κάνοντας έναρξη με την ταινία «Ντε Γκωλ» (2020/Γκαμπριέλ Λε Μπομέν), που τοποθετείται παραμονές της παράδοσης της Γαλλίας στα Γερμανικά στρατεύματα, άνοιξη με αρχές καλοκαιριού του 1940, αναδεικνύοντας το πολιτικοϊστορικό πλαίσιο των διαπραγματεύσεων γαλλικής κυβέρνησης – Τσώρτσιλ, με τον Ντε Γκωλ ανένδοτο και πεισματικά ενάντιο σε κάθε «συμβιβασμό» με τη χιτλερική Γερμανία, λίγο πριν διαφύγει στην Αγγλία και γίνει σύμβολο της γαλλικής Αντίστασης. Αυτήν την ιδιαίτερα μαχητική εικόνα εξισορροπεί μια πιο ανθρώπινη πτυχή, μέσα από φλασμπάκ στο προσωπικό οικογενειακό δράμα του, παρουσιάζοντάς τον ως αφοσιωμένο και τρυφερό οικογενειάρχη, σε ένα εξιδανικευμένο πορτραίτο. Τον Ντε Γκωλ ενσαρκώνει αμήχανα ο ψηλός, αλλά αρκετά κομψότερος Λαμπέρ Γουιλσόν, μακριά τόσο από τον στιβαρό σωματότυπο του Στρατηγού, όσο και από τα ιδιαίτερα φυσιογνωμικά του χαρακτηριστικά.

Δεύτερη είναι η δραματική νεανική ταινία, «Καλοκαίρι του ’85» (2020/Φρανσουά Οζόν), γυρισμένη στις παραθαλάσσιες περιοχές της Νορμανδίας, σε ένα αλά Οζόν ερωτικό νεανικό σκηνικό δίπλα στη θάλασσα, θυμίζοντας τις «Ιστορίες Καλοκαιριού» (1996/Ερίκ Ρομέρ), στις ακτές της Βρετάνης. Ανοίγοντας και κλείνοντας με το τραγούδι ορόσημο της εποχής των Cure «In Between Days» (1985), παρακολουθούμε τη θυελλώδη σχέση του 16χρονου Αλέξ με τον 18χρονο Νταβίντ, που δίνουν όρκο, αν φύγει κάποιος πρώτος, να χορέψει ο άλλος στον τάφο του. Αυτή η ιστορία παθιασμένου εφηβικού έρωτα εξελίσσεται σε ποπ κλίμα, όπου όλοι χορεύουν το «Stars de la pub» (1982/Movie Music) και το «Self Control» (1984/RAF), με το λυρικό «Sailing» (1975/Ροντ Στιούαρτ) να χαρακτηρίζει τον έρωτα των πρωταγωνιστών, ενώ γίνεται αναφορά σε ποίημα του Βερλέν προς τον Ρεμπώ.

Τρίτο είναι το τυνησιακό δράμα «Ένας γιος», πρώτη μεγάλου μήκους του Μεχντί Μπαρσάουι, που απέσπασε και τα δυο βραβεία της Διοργάνωσης. Μια ευκατάστατη, σύγχρονη οικογένεια, μακριά από θρησκευτικές προκαταλήψεις, διασκεδάζει σε εκδρομή με φίλους. Ο Φαρές (Σαμί Μπουαζιλά) στοργικός πατέρας και σύζυγος δεν κρύβει τον έρωτά του για την όμορφη γυναίκα του Μέριεμ. Κατά την επιστροφή τους, ο σοβαρός τραυματισμός του 11χρονου γιού τους από σφαίρα ανατρέπει τα πάντα. Το αγόρι χαροπαλεύει με σοβαρή ηπατική ανεπάρκεια, ενώ οι γονείς υποβάλλονται σε αιματολογικές εξετάσεις, ως υποψήφιοι δότες για συμβατό μόσχευμα. Η Μέριεμ δεν είναι συμβατή, ενώ αποκαλύπτεται ότι ο Φαρές δεν είναι ο βιολογικός πατέρας. Η αγάπη υποχωρεί μπρος στην πίκρα, τις καχυποψίες και το μίσος, ενώ την προοδευτική διάθεση του ζευγαριού συνθλίβουν οι συνέπειες της μοιχείας, σοβαρού παραπτώματος στην ισλαμική κουλτούρα, καθώς και το θέμα του παράνομου εμπορίου ανθρωπίνων οργάνων, που τροφοδοτούν τα ορφανά των πολέμων, σ’ ένα καλοστημένο δράμα, που ανακαλεί το ιρανικό σινεμά.

Στο Τμήμα Πανόραμα, η τσαχπίνικη παριζιάνικη πινελιά ανήκει στη νέα ρομαντική κωμωδία με φανταστικά στοιχεία «Νοτρ Νταμ» (2019) της Βαλερί Ντονζελί, που έγινε ηθοποιός, μετά από σπουδές αρχιτεκτονικής, πριν καταλήξει σκηνοθέτρια και πρωταγωνίστρια, στις περισσότερες ταινίες της. Εδώ, ερμηνεύει την αρχιτεκτόνισσα Μοντ Κραγιόν, μητέρα δύο παιδιών που αδυνατεί να απαγκιστρωθεί από τον επιπόλαιο και άνεργο πρώην σύζυγό της. Ωστόσο, ανακηρύσσεται νικήτρια στον αρχιτεκτονικό διαγωνισμό για τον προαύλιο χώρο της Παναγίας των Παρισίων, ενώ διαπιστώνει πως είναι έγκυος και συναντά αναπάντεχα τον πρώτο της έρωτα. Η αρχική της πρόταση, για παιδική χαρά, μεταμορφώνεται από τους επικεφαλείς αρχιτέκτονες σε μοντερνιστική φαλλόσχημη κατασκευή, που διχάζει τους Παριζιάνους. Παρά τον παιδιάστικο αυθορμητισμό, εξισορροπεί μεταξύ πολιτιστικής, αρχιτεκτονικής και σεξουαλικής διάθεσης, με ενδιάμεσα θεατρικά σκετς, χορευτικά και τραγούδια, χρώματα και επιρροές από νουβέλ βαγκ, τη γλυκύτητα των μιούζικαλ του Ζακ Ντεμί και την αυτοσχέδια αίσθηση παιχνιδιού του Μισέλ Γκοντρύ, με κλείσιμο ματιού και στο «Μια νύχτα με την Μοντ» (1969/Ερίκ Ρομέρ). Εξαιρετική αφορμή για να ανασυρθούν από τη λήθη οι αντίστοιχες αντιδράσεις σημαντικών προσωπικοτήτων, όπως Μωπασάν, Δουμά και Πρυντόμ, που είχαν θεωρήσει σκανδαλώδη την κατασκευή του Πύργου του Άιφελ, τέλη του 19ου αιώνα. Γεμάτη απίθανες μουσικές προτάσεις, η ταινία ξεκινάει με σφύριγμα της μελωδίας «Douce France» (Σαρλ Τρενέ) και συνεχίζει με το αντάτζιο του κονσέρτου για κλαρινέτο του Μότσαρτ, όπου κατά μαγικό τρόπο η μακέτα πετάει και προσγειώνεται στον διαγωνισμό. Πλημμυρισμένη από ακούσματα προκλασικών κονσέρτων και σονατών των Μότσαρτ και Μπαχ, φτάνει μέχρι τη λυρική τζαζ του Μπιλ Έβανς και τζαζ εκδοχές προκλασικών μελωδιών, από τον ρουμάνικης καταγωγής Γερμανό τζαζ πιανίστα Εουτζέν Σίσερο.

Το σκηνοθετικό σουρεαλιστικό δίδυμο των Γάλλων σκηνοθετών Μπενουά Ντελεπίν και Γκυστάβ Κερβέρν, στη νέα τους σατυρική κωμωδία «Διαγραφή ιστορικού» (2020), αναζητούν τον χαμένο αγωνιστικό απόηχο των εξαφανισμένων «Κίτρινων Γιλέκων», σε μια τριάδα φίλων, στα όρια φτώχειας. Με αφετηρία την αιχμηρή κριτική στη σύγχρονη εργασιακή εκμετάλλευση, όπως και στο σατυρικό «Mammuth» (2010), οι σκηνοθέτες περιγράφουν σουρεαλιστικές τραγελαφικές καταστάσεις, επιχειρώντας να αναδείξουν την οικονομική συμπίεση πολλών άνεργων και καταχρεωμένων Γάλλων, με ψυχώσεις και εθισμούς σε τηλεοπτικές σειρές και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Η Μαρί βρίσκεται σε απελπιστική οικονομική κατάσταση όταν την εγκαταλείπουν σύζυγος και γιος. Αδυνατώντας να βρει δουλειά, πουλάει τα λιγοστά έπιπλά της. Ωστόσο, βρίσκει ένα πιάτο φαΐ στον γείτονά της Μπερτράν, πρώην απολυμένο ασφαλιστή, που επιβιώνει με πενιχρά επιδόματα και προσπαθεί να ενθαρρύνει την έφηβη κόρη του να ξαναβγεί από το σπίτι, μετά την ανάρτηση στο διαδίκτυο βίντεο σχολικού εκφοβισμού της. Από την άλλη, η Μαρί εκβιάζεται με σεξουαλικό βίντεο, που τράβηξε ένας επιτήδειος νεαρός που την φλέρταρε σε μπαρ. Αλλά και η γειτόνισσα Κριστίν, οδηγός ταξί, συνειδητοποιεί ότι μπλοκάρουν διαδικτυακά την αξιολόγηση των πελατών της. Ανακαλώντας το αγωνιστικό παρελθόν τους, οι τρεις φίλοι αποφασίζουν να αντιμετωπίσουν τις νέες τεχνολογίες, με έναν σούπερ χάκερ. Την ιδιαίτερη κωμικοτραγική σουρεαλιστική προσέγγιση πλαισιώνουν εύστοχες μουσικές επιλογές όπως «First Day at Work» (1989/Jad Fair, Daniel Johnston) και «Menez Daou» του κέλτικου πανκ συγκροτήματος Les Ramoneurs de Menhirs, με γκάιντες και στίχους στα βρετονικά.

Τον γαλλόφωνο Καναδά εκπροσώπησε η δραματική ταινία «Κουεσιπάν» (2020), της Μύριαμ Βερεόλ, με δυναμική πρωταγωνίστρια ινδιάνικης καταγωγής την εύσωμη και αγέρωχη Μικουάν, με πηγαίο ταλέντο στο γράψιμο, που δημιουργεί σκάνδαλο στον μικρόκοσμο του ινδιάνικου καταυλισμού, όπου διαμένει, όταν αποφασίζει να συνάψει σχέση με ένα λευκό αγόρι. Οι συντηρητικές δομές της απομονωμένης κοινωνίας διασφαλίζουν νέους απογόνους στην αποδεκατισμένη φυλή, μέσα από τη διαιώνιση των παραδόσεων και τη διατήρηση της περιορισμένης έκτασης που απέμεινε από τα υφαρπαγμένα πάτρια εδάφη των προγόνων. Σε αναζήτηση ταυτότητας, η τελειόφοιτη έφηβη πρωταγωνίστρια βιώνει το αδιέξοδο μιας προδιαγεγραμμένης μοίρας, που αποδέχτηκαν τόσο η μητέρα της, όσο και η κολλητή της φίλη, ενώ σκέφτεται να ανοίξει τα φτερά της για να σπουδάσει στο Κεμπέκ.

Αναδεικνύοντας εύστοχα το σκληρό δίλημμα που αντιμετωπίζουν οι περισσότερες πρωτόγονες κοινωνίες, προκειμένου να μην αφανιστούν στο σύγχρονο παγκοσμιοποιημένο παρόν, η ταινία πλαισιώνεται με τη διάλεκτο των αυτοχθόνων της φυλής Ιννού, που μιλούν οι πρωταγωνιστές και ακούγεται και στα τραγούδια του τοπικού ροκ συγκροτήματος Kahstin. Το γαλλικό άκουσμα στο τραγούδι «Aimer sans amour» του Γάλλου dj beatmaker Guts αποδίδει τους στίχους του εμβληματικού ποιήματος «Los estatuos del hombre», του Βραζιλιάνου ποιητή Τιάγκο ντι Μέλο.

Εντυπωσιακή και με εξαιρετικά ενδιαφέρουσα μουσική ήταν και η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Μαροκινού Γιασίν Μαρκό Μαροκού «Κάθαρσις ή παραμύθια του Χαμένου Κόσμου» (2018), όπου μεταξύ ζωής και θανάτου, ένας περιπλανώμενος ξυπόλητος προφήτης, με το παράδοξο όνομα Τζαμάλ (ομορφιά) Αφίνα (βρωμιά), πριν περάσει την πύλη της Αιωνιότητας, καταλήγει στη χώρα του Χαμένου Κόσμου σκονισμένο τόπο, όπου επικρατεί ξηρασία, απληστία, διαφθορά και βία και αφηγείται τη ζωή του σε έναν εκκεντρικό λαοπλάνο Άγγελο Θανάτου, που αυτοαποκαλείται Πρόεδρος και μιλάει σαν κονφερανσιέ, στη ραδιοφωνική εκπομπή «Πρωινό Σκοτεινό Σώου», που αναμεταδίδεται ζωντανά από τα μεγάφωνα και όλοι παρακολουθούν καθηλωμένοι.

* Η Ιφιγένεια Καλαντζή είναι θεωρητικός-κριτικός κινηματογράφου, [email protected]

INFO
1) Το αφιέρωμα «Ροβήρος Μανθούλης: Μια Τρίτη Ματιά», που διοργάνωσε το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Ολυμπίας, παρατάθηκε ως 23/4/2021, με νέα ξεχωριστή ενότητα «Αναφορά στη Δικτατορία». (online.olympiafestival.gr)
2) Η Ταινιοθήκη της Ελλάδος οργανώνει από 21 ως 27/4/2021 το διαδικτυακό αφιέρωμα «Μνήμες Δικτατορίας», με δωρεάν προβολές ταινιών σημαντικών Ελλήνων σκηνοθετών. Πληροφορίες στο www.tainiothiki.gr

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!