Τα… συνήθη θύματα έπληξε ο τυφώνας Haiyan. Της Αλίκης Βεγίρη
Οι μεγάλες φυσικές καταστροφές σχεδόν πάντα προκαλούνται από τη συνέργεια διαφόρων παραγόντων. Ένας μεγάλος σεισμός για παράδειγμα στην Καλιφόρνια είναι πιθανό να προκαλέσει πολύ λιγότερα θύματα απ’ ό,τι ένας σεισμός αντίστοιχης έντασης σε μια λιγότερο προνομιούχα περιοχή του πλανήτη, ας πούμε στην Αϊτή, όπου το 2010 σεισμός περί τα 7 ρίχτερ άφησε πίσω του γύρω στους 300.000 νεκρούς. Το ότι αυτό είναι σχεδόν απίθανο να συμβεί στην Καλιφόρνια οφείλεται σε γενικές γραμμές, στην καλύτερη ποιότητα των κτιρίων, στη συνεχή εκπαίδευση των πολιτών, στην προετοιμασία και την έγκαιρη αντίδραση και κινητοποίηση της πολιτείας. Για όλα αυτά απαιτούνται χρήματα και οργάνωση.
Οι Φιλιππίνες δεν έχουν τίποτε απ’ όλα αυτά. Έτσι, ένας ιδιαίτερα ισχυρός τυφώνας, από τους πιο ισχυρούς που πέρασαν ποτέ από την περιοχή, και αρκετά ισχυρότερος του τυφώνα Κατρίνα, σε συνδυασμό με την ανεπάρκεια του κυβερνητικού μηχανισμού αντιμετώπισης έκτακτων φαινομένων, καθώς και οι ελλιπέστατες υποδομές προκάλεσαν την καταστροφή που βλέπουμε εδώ και μια βδομάδα στις οθόνες μας. Αν και η κυβέρνηση για ευνόητους λόγους υποβιβάζει τον αριθμό των νεκρών σε μόλις 3.600, αν λάβουμε υπ’ όψιν τους αγνοούμενους που εκτιμώνται στους 20.000 και την έλλειψη επικοινωνίας με απομακρυσμένες περιοχές, ο αριθμός αυτός αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά.
Οι φτωχογειτονιές ισοπεδώθηκαν
Οι Φιλιππίνες είναι μια φτωχή χώρα, με μεγάλη διαφθορά και μεγάλες ανισότητες στην κατανομή του πλούτου. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο είναι και φτωχή. Μία μόνο οικογένεια ελέγχει το 18% του χρηματιστηρίου, οι 10 πλουσιότερες οικογένειες ελέγχουν το 56% των επιχειρήσεων, ενώ πάνω από το 50% του ΑΕΠ ελέγχεται από 15 μόνο οικογένειες. Οι περιοχές που χτυπήθηκαν σκληρότερα απ’ τον τυφώνα συμβαίνει να είναι και οι φτωχότερες, με το 45% των κατοίκων να επιζεί με λιγότερο από 2 δολάρια την ημέρα. Δεν χρειαζόταν και πολύ να το αντιληφθούμε. Οι γειτονιές που ισοπεδώθηκαν στο Tacloban δεν ήταν τα shopping malls και τα κτίρια των επιχειρήσεων και τραπεζών. Αλλά οι φτωχογειτονιές με τις ήδη ετοιμόρροπες παράγκες, οι οποίες στέγαζαν και την πλειοψηφία του πληθυσμού, που πλήρωσε και το μεγαλύτερο φόρο αίματος.
Μπορεί η χώρα να πορεύεται τα τελευταία χρόνια με ρυθμούς ανάπτυξης γύρω στο 7%, το 20% όμως του πληθυσμού δεν έχει ηλεκτρικό ρεύμα, ενώ το 30% αδυνατεί να εξασφαλίσει επαρκή στέγη και τροφή. Το δε προσδόκιμο ζωής για τους άνδρες του νησιού Samar που χτυπήθηκε περισσότερο από τον τυφώνα ανέρχεται στα 64,5 χρόνια, 15 δηλαδή χρόνια λιγότερα από ό,τι στην Ευρώπη (τουλάχιστον μέχρι πρόσφατα). Από την άλλη, το υπανάπτυκτο οδικό δίκτυο, με ένα μικρό μόνο ποσοστό των δρόμων ασφαλτοστρωμένους, εμπόδισε στις παρούσες συνθήκες την έγκαιρη άφιξη της βοήθειας, αφήνοντας τον πληθυσμό για μέρες χωρίς τροφή και νερό.
Δύο ερωτήματα
Δεδομένης της πρωτοφανούς έντασης του τυφώνα, υπήρχε περίπτωση οποιαδήποτε κυβέρνηση, όσο καλά προετοιμασμένη και να ήταν να περιορίσει την καταστροφή; Κι ακόμη, πόσο φταίξιμο μπορούμε να δώσουμε στην υπερθέρμανση του πλανήτη για την εμφάνιση ενός τόσο έντονου καιρικού φαινομένου;
Όσον αφορά το πρώτο ερώτημα, ήδη αναφερθήκαμε στην ποιότητα των κατοικιών και του οδικού δικτύου καθώς και στην έλλειψη υποδομών όπου θα μπορούσαν να καταφύγουν οι κάτοικοι για να προστατευθούν. Η κυβέρνηση είχε, όντως, απομακρύνει εγκαίρως από τις επικίνδυνες περιοχές γύρω στους 800.000 κατοίκους, αλλά για όσους παρέμειναν δεν είχαν προβλεφτεί ασφαλείς χώροι. Για παράδειγμα, το στάδιο του Τacloban πλημμύρισε ευθύς εξ αρχής παρασέρνοντας σε πνιγμό αρκετούς που το είχαν εμπιστευθεί.
Όσον αφορά το δεύτερο ερώτημα, κανείς δεν μπορεί να αποδώσει με σιγουριά τον συγκεκριμένο τυφώνα στην κλιματική αλλαγή. Αυτό όμως που συμβαίνει με βεβαιότητα είναι ότι η αύξηση της θερμοκρασίας των ωκεανών συντελεί στην επιτάχυνση και ενδυνάμωση τέτοιων φαινομένων, τα οποία και στο μέλλον θα τείνουν να γίνουν η νόρμα.
Η ανταπόκριση της διεθνούς κοινότητας ήταν άμεση τόσο σε χρήματα, όσο και σε ανθρώπινο δυναμικό. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει ότι οι ΗΠΑ έσπευσαν να αποστείλουν 2.000 πεζοναύτες καθώς και το μεγαλύτερο αεροπλανοφόρο που διαθέτουν, ανακινώντας υποψίες ότι οι Αμερικανοί, ευκαιρίας δοθείσης, ίσως και να επεδίωκαν και κάποια στρατιωτική συμφωνία με την κυβέρνηση των Φιλιππίνων, στοχεύοντας, σε ποιον άλλον, παρά στην Κίνα. Μόλις πέρσι, οι Φιλιππίνες την προσήγαγαν στο δικαστήριο των Ηνωμένων Εθνών εξαιτίας των αξιώσεων της τελευταίας σ’ όλη σχεδόν τη θαλάσσια έκταση της Νότιας Κίνας.
Κατά παρόμοιο τρόπο, η Ιαπωνία ανέπτυξε περί τους 1.000 στρατιώτες, τρία πολεμικά πλοία και κάμποσα ελικόπτερα και μεταγωγικά, καθιστώντας την αποστολή μια από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις της στο εξωτερικό. Πολύ πιθανόν, κι εδώ ο γεωπολιτικός παράγοντας να έπαιξε κάποιο ρόλο. Ενδεικτικό είναι ότι αντιθέτως η Κίνα φάνηκε αρκετά κατώτερη των περιστάσεων: Η βοήθεια που υποσχέθηκε ανέρχεται στις 100.000 δολάρια, ποσό μικρότερο κι από τη βοήθεια που έστειλε μόνο του το ΙΚΕΑ!