Ετεροβαρώς υλοποιείται η συμφωνία-γέφυρα μεταξύ Βρυξελλών, Αθήνας, Παρισιού – Η κυβέρνηση σε μεταρρυθμιστικό μαραθώνιο, οι δανειστές σταθεροί στον χρηματοδοτικό εκβιασμό
Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου
Μετά τη συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου, ήρθε η συμφωνία της 9ης Μαρτίου. Εν συνεχεία, περιμένουμε μια ακόμη συμφωνία περί την 20ή Απριλίου, οπότε θα αξιολογηθεί από τους 3+1 θεσμούς (Κομισιόν+ΕΚΤ+ΔΝΤ+ESM=Brussels Group) αν η κυβέρνηση τα πήγε καλά στην προώθηση και εφαρμογή των συμφωνημένων μεταρρυθμίσεων. Οι θεσμοί, σύμφωνα με τον επικεφαλής του Eurogroup, Γερούν Ντάισελμπλουμ, βαδίζουν από συμφωνίας εις συμφωνίαν με τη λογική «πρώτα συμφωνία, μετά εφαρμογή και στο τέλος εκταμίευση». Πράγμα που σημαίνει ότι το ζητούμενο της παράτασης της δανειακής σύμβασης, δηλαδή το χρήμα, δεν είναι σαφές πότε θα πέσει. Κατά τον Ντάισελμπλουμ αυτό μπορεί να γίνει στο τέλος του τετραμήνου, δηλαδή τον Ιούνιο. Ενώ ο Τόμας Βίζερ, επικεφαλής του Euro Working Group, μεταθέτει τον χρονικό ορίζοντα της εκταμίευσης ακόμη απώτερα, προς τον Αύγουστο.
Εν ολίγοις, το σκηνικό που έχει διαμορφωθεί είναι συμφωνία για μια παρατεταμένη διαπραγμάτευση κυβέρνησης-πιστωτών, με στόχο μια ενδιάμεση (τετράμηνη) συμφωνία που θα ανοίξει τον δρόμο για μια τελική συμφωνία για τα εξής τρία ζητήματα: 1) χρέος, ελάφρυνση (με διαγραφή ή «έξυπνη αναδιάρθρωση»;), όροι εξυπηρέτησης, 2) νέο «συμβόλαιο» μεταξύ Ελλάδας και δανειστών που θα αντικαταστήσει οριστικά το Μνημόνιο, 3) δημοσιονομικές δεσμεύσεις και όροι επιτήρησης από τους θεσμούς.
Ο νέος μηχανισμός
Από την περασμένη Πέμπτη ο νέος μηχανισμός συνδιαλλαγής-επιτήρησης της ενδιάμεσης συμφωνίας έχει αποκτήσει συγκεκριμένη υπόσταση. Στις Βρυξέλλες, η τετραμερής των πιστωτών διαπραγματεύεται με το επιτελείο υπό τον Γ. Βαρουφάκη το περιεχόμενο και την εξειδίκευση των μεταρρυθμίσεων που προτείνει η ελληνική κυβέρνηση. Στην Αθήνα, τεχνικές ομάδες των πιστωτών αντλούν κρίσιμες πληροφορίες για τα δημοσιονομικά μεγέθη, το λογιστικό κόστος των μεταρρυθμίσεων και την κατάσταση των τραπεζών από αντίστοιχη ομάδα κυβερνητικών στελεχών. Το αν αυτή η δημοσιονομική επιτήρηση γίνεται σε ξενοδοχείο ή στα υπουργικά γραφεία είναι το γραφικό στοιχείο της υπόθεσης. Στο Παρίσι, όπου και η έδρα του ΟΟΣΑ, συνομολογήθηκε ήδη συμφωνία τεχνικής υποστήριξης του οργανισμού στον σχεδιασμό και στην εφαρμογή μεταρρυθμίσεων σε έξι τομείς. Είναι ασαφές αν ο ΟΟΣΑ θα παρέχει τις υπηρεσίες του από την έδρα του ή στην Αθήνα.
Βρυξέλλες, Αθήνα, Παρίσι δημιουργούν ένα ιδιότυπο διπλωματικό και τεχνοπολιτικό τρίγωνο στις ακμές του οποίου η μία πλευρά, η κυβέρνηση, πρέπει να επιδεικνύει ακαταπόνητο μεταρρυθμιστικό ζήλο ενώ η άλλη, οι δανειστές, δεν υποχρεούνται να αποδείξουν τίποτα. Κι ενώ η Αθήνα είναι δεσμευμένη να αποφεύγει «μονομερείς ενέργειες» με δημοσιονομικό κόστος και ταυτόχρονα να εκπληρώνει στο ακέραιο τις υποχρεώσεις προς τους δανειστές, αυτοί δεν δεσμεύονται συγκεκριμένα. Οι ίδιοι θα κρίνουν αν και πότε θα τηρήσουν τη δική τους υποχρέωση, δηλαδή την εκταμίευση του υπολοίπου των 7 δισ. ευρώ. Ήδη, ο ένας θεσμός, η ΕΚΤ, με την απόφαση της Πέμπτης για επέκταση του ELA κατά 600 εκατ., κατέστησε σαφές ότι θα συνεχίσει το μαρτύριο της σταγόνας στην παροχή ρευστότητας. Και υπενθύμισε ότι πέρα και πάνω από κάθε άλλο θεσμό, αυτή κατέχει τα κλειδιά της Ευρωζώνης. Είναι η κάτοχος του χρήματος, ο Σάιλοκ της Γιουρολάνδης.
Σε χρηματοδοτικό κενό
Αυτή η ομιχλώδης, παρατεταμένη διαπραγμάτευση έχει και ένα θετικό στοιχείο: Επιτρέπει -ή και υποχρεώνει- στην κυβέρνηση να νομοθετεί και να υλοποιεί μέρος των δεσμεύσεών της, χωρίς να τις θέτει στο μικροσκόπιο των δανειστών. Αυτό είναι μια σημαντική ποιοτική και συμβολική αλλαγή, μια και από τη νομοθετική παραγωγή των μνημονιακών κυβερνήσεων (σχεδόν 500 νομοθετήματα) δεν υπήρξε ούτε ένα που να κατατέθηκε χωρίς την έγκριση της τρόικας. Και τα μέχρι στιγμής κατατεθέντα ή δημοσιοποιημένα νομοσχέδια διατηρούν τις θετικές προσδοκίες της κοινή γνώμης.
Ωστόσο, αυτή η κεκτημένη νομοθετική ταχύτητα αναπτύσσεται σε χρηματοδοτικό και δημοσιονομικό κενό. Αυτό είναι και το όριό της. Κι αυτό εξαρτάται όχι μόνο από την εκταμίευση της δανειακής δόσης, αλλά και από τη συμφωνία των δανειστών σε ζωτικά ζητήματα, όπως το ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος για φέτος (άλλο 1% κι άλλο 2% του ΑΕΠ, η διαφορά είναι 1,8 δισ.) ή οι μακροοικονομικές προβλέψεις: επί ποιου ΑΕΠ γίνεται η συζήτηση, όταν η εικονική ανάκαμψη 0,6% του 2014 είναι πραγματική ύφεση 1,9% όταν υπολογιστεί ο αποπληθωριστής 2,5%; Και ποια είναι η αντίστοιχη πρόβλεψη για φέτος, όταν δεν υπάρχουν ορατές πηγές ανάκαμψης της ζήτησης και της πραγματικής οικονομίας;
Το χρέος στον πάγο
Ποιες είναι, θεωρητικά, οι πηγές χρηματοδότησης αυτού του μεταβατικού προγράμματος της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ που ήδη νομοθετείται; Η μία είναι η δόση, που θα εκταμιευτεί υπό τους εκβιαστικούς όρους που ήδη περιγράφηκαν. Είναι μια δόση που θα αυξήσει ισόποσα το χρέος. Η άλλη είναι η εκβιαστικά διασπειρόμενη -αν και τυπικά διαψευδόμενη από τους δανειστές- φήμη για τρίτο δάνειο με τρίτο μνημόνιο. Κι αυτή θα αυξήσει αντίστοιχα το αβίωτο χρέος, διαιωνίζοντας παράλληλα την επιτήρηση. Η τρίτη πηγή είναι η έξοδος στις αγορές, που κανείς δεν υποστηρίζει στα σοβαρά φέτος. Κι αυτή, φυσικά, θα διόγκωνε το χρέος. Η τέταρτη πηγή, και η μόνη ρεαλιστική, είναι η διαγραφή-απομείωση-ελάφρυνση του χρέους (ενδεχομένως σε ένα δυναμικό συνδυασμό με τη διεκδίκηση των γερμανικών αποζημιώσεων, που δημιουργεί μια ενοχλητική ηθικο-πολιτική πίεση στο Βερολίνο και βρίσκει μια όχι αμελητέα απήχηση στα γερμανικά ΜΜΕ).
Από το τρίπτυχο των εναλλακτικών προσεγγίσεων για το χρέος, η προοπτική της διαγραφής του έχει αποσυρθεί μυστηριωδώς και πλήρως από τη ρητορική της κυβέρνησης. Κι αυτό, παρ’ όλο ότι πολλοί διεθνείς παράγοντες στέργουν ως υποστηρικτές του. Σημειώνουμε τις πολύ πρόσφατες παρεμβάσεις του Ερίκ Τουσέν, επικεφαλής της Επιτροπής για τη Διαγραφή του Χρέους του Τρίτου Κόσμου, υπέρ της ευρωπαϊκής διάσκεψης για το χρέος, του οικονομολόγου Τομά Πικετί που υποστηρίζει κάτι αντίστοιχο και χαρακτηρίζει τέρας την Ευρωζώνη, της Σάρας Βάγκεκνεχτ, της Die Linke, που κι αυτή θεωρεί ώριμες τις συνθήκες για ευρωπαϊκή διάσκεψη. Κι αν υποθέσουμε ότι αυτές είναι προκατειλημμένες υπέρ της κυβέρνησης συνηγορίες, υπάρχουν κι άλλες από την άλλη όχθη: Για παράδειγμα, το ρεπορτάζ των Financial Times για το χάος που θα προκαλούσε στην Ευρωζώνη ένα Grexit ή το άρθρο του Καρλ Γουέιμπεργκ στο αμερικανικό περιοδικό Barron’s που δεν τάσσεται απλώς υπέρ της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους, αλλά συστήνει στην κυβέρνηση να την επιβάλει μονομερώς. Ακόμη και η ανάλυση του Ρουμπινί ή οι πληροφορίες του πρακτορείου Euro Insight ότι η γερμανική ηγεσία, και ιδιαίτερα η Μέρκελ, για λόγους γεωπολιτικούς (Ρωσία) θέλει να αποφύγει μια ελληνική έξοδο από το ευρώ. Έστω κι αν ο Σόιμπλε φαίνεται να επιδιώκει το αντίθετο.
Προς το παρόν, αυτές οι «προσφορές» μένουν αναξιοποίητες από την κυβέρνηση. Η συζήτηση για το χρέος είναι στον πάγο, στο επίκεντρο έχει τεθεί μια νέα «εργαλειοθήκη» μεταρρυθμίσεων εκσυγχρονιστικού κυρίως χαρακτήρα, ενώ η εφαρμογή των άμεσων μέτρων ανακούφισης των λαϊκών στρωμάτων βρίσκεται στο χρηματοδοτικό έλεος των δανειστών και, κυρίως, της Ευρωζώνης. Το υπεσχημένο τέλος της λιτότητας έχει εγκλωβιστεί στην παγίδα της ρευστότητας που παρέχει με εκβιαστική φειδώ η ΕΚΤ. Την ώρα που πλημμυρίζει με εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ τις ήδη κορεσμένες από ρευστότητα ευρωπαϊκές τράπεζες και μεγάλες επιχειρήσεις, η ΕΚΤ αρνείται να παράσχει έστω και ένα ευρώ κατά της λιτότητας, επικαλούμενη τις απαγορεύσεις των Συνθηκών. Και λέει αλήθεια. Αυτή είναι η εκ κατασκευής φύση της, ως θεματοφύλακας του ευρώ. Δεν πρόκειται ποτέ να γίνει «έσχατος δανειστής» κρατών και φτωχών νοικοκυριών. Θα μείνει πάντα μέγας χορηγός του κεφαλαίου. Πρωτίστως του χρηματοπιστωτικού. Εκτός αν ανακατασκευαστεί εκ θεμελίων. Χλομό για τον ορατό ορίζοντα.