Διαπιστευτήρια Σαμαρά και όρκοι πίστης στα μονοπώλια. Του Ειδκού Συνεργάτη
Επικοινωνιακό πυροτέχνημα χωρίς κανένα πρακτικό όφελος για την κοινωνία, την οικονομία και τον κόσμο της εργασίας, αποδεικνύεται το πολυδιαφημισμένο ραντεβού του Αντώνη Σαμαρά με τους επικεφαλής 13 εταιριών πολυεθνικών συμφερόντων, την περασμένη Τρίτη.
Η συνάντηση προβλήθηκε ως εθνικής σημασίας(!) από τα κυρίαρχα ΜΜΕ, αλλά ακόμη και συστημικοί οικονομικοί αναλυτές διατυπώνουν ένα μεγάλο ερωτηματικό, τόσο για τα κριτήρια με τα οποία επελέγησαν αυτές κι όχι κάποιες άλλες επιχειρήσεις (οι κακές γλώσσες του οικονομικού ρεπορτάζ κάτι έλεγαν για τους «κολλητούς» των υπουργών Χατζηδάκη και Στουρνάρα), όσο και για τα ουσιαστικά αποτελέσματα αυτής της επαφής, καθώς, πρακτικά, καμία από τις συμμετέχουσες επιχειρήσεις δεν δεσμεύθηκε για νέες άμεσες επενδύσεις, μεταθέτοντας χρονικά τις όποιες αποφάσεις στο 2014 – κι αυτό εάν προηγηθεί από κυβερνητικής πλευράς η υλοποίηση συγκεκριμένων αιτημάτων τους.
Οι απαιτήσεις και τα «δώρα»
Οι εκπρόσωποι των Ελαΐς-Unilever, Α-Β Βασιλόπουλος, Nestle Ελλάς, Αθηναϊκή Ζυθοποιία, Tasty Foods-PepsiCo, Cosco, P&G Hellas, Bic Βιολέξ, Vodafone, Novartis, Lafarge-ΑΓΕΤ Hρακλής, Παπαστράτος, Specifar -που αν το καλοσκεφτούμε, εκπροσωπούν κι από έναν κλάδο της οικονομίας που λειτουργεί με μονοπωλιακά ή σχεδόν μονοπωλιακά κριτήρια- φαίνεται να πήγαν με σχέδιο στο ραντεβού. Ζήτησαν συγκεκριμένα πράγματα και τα πήραν. Κάποια από τα αιτήματά τους μάλιστα είχαν εκ των προτέρων ικανοποιηθεί.
Τα ερωτήματα που προκύπτουν αβίαστα, είναι ενδεχομένως και αφελή. Ωστόσο οι απαντήσεις αναζητούνται:
• Ζήτησαν ο πρωθυπουργός και οι δύο κορυφαίοι υπουργοί του μείωση των λιανικών τιμών σε βασικά προϊόντα από τις εταιρίες που προσκάλεσαν;
Πήραν καμία δέσμευση για να μπει ένα τέλος στην κομπίνα του transfer pricing (τη δυνατότητα που είχαν δηλαδή να προβαίνουν σε ενδοομιλικές συναλλαγές, υπερτιμολογώντας τις εισαγωγές στην Ελλάδα, ώστε να μην εμφανίσουν μεγάλα κέρδη, επιλέγοντας ταυτόχρονα να «μεταβιβάσουν» τα κέρδη αυτά σε κάποια άλλη χώρα με χαμηλότερη φορολογία);
• Ζήτησαν δεσμεύσεις (εφόσον κόπτονται για την ανεργία) όχι μόνο για «πάγωμα» των απολύσεων, αλλά αντίθετα για προσλήψεις στις νέες επενδύσεις που –υποτίθεται- ότι έταξαν οι πολυεθνικές.
Τίποτα από αυτά τα απλά δεν έγινε. Εν αντιθέσει, οι υπουργοί της τρικομματικής κυβέρνησης, είχαν ήδη φροντίσει με τη γνωστή μέθοδο, της έκδοσης Πράξεων Νομοθετικού Περιεχομένου να καταστήσουν ακόμη πιο «φιλικό» το επενδυτικό περιβάλλον στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα, με την ΠΝΠ που είχε εκδοθεί ήδη μερικές ημέρες πριν από τη συνάντηση, μειώνεται το ελάχιστο όριο κεφαλαίου για την ίδρυση Α.Ε. σε 24.000 ευρώ (από 60.000 που ήταν τώρα) και ΕΠΕ σε 2.400 ευρώ (από 4.500 ευρώ).
Το δεύτερο «δωράκι» της κυβέρνησης προς επενδυτές ήρθε με το φορολογικό νομοσχέδιο Στουρνάρα, που μειώνει κι άλλο τη φορολόγηση των μεγάλων επιχειρήσεων. Οι φοροελαφρύνσεις ξεκινούν από τα εισοδήματα των 60.000 ευρώ (ενώ τα μικρότερα πετσοκόβονται φορολογικά) με τον τελικό φόρο να μειώνεται κατά 370 ευρώ σε σχέση με αυτόν που πλήρωσαν φέτος, και καθίστανται ακόμη μεγαλύτερες μέσα στην κρίση γι’ αυτούς που δηλώνουν εισοδήματα πάνω από αυτά τα επίπεδα. Ως πρόσθετο μπόνους για τους ίδιους, λογίζεται και η κατάργηση του ανώτερου συντελεστή 45% σε εισοδήματα άνω των 100.000 ευρώ. Παράλληλα, οι επιχειρηματίες ζήτησαν περαιτέρω περιορισμό της γραφειοκρατίας στην αδειοδότηση (ήδη ο κ. Χατζηδάκης το φροντίζει δημιουργώντας γενική γραμματεία που θα ενοποιεί τις απαιτήσεις σε εταιρικά έγγραφα) και εφαρμογή του ηλεκτρονικού τιμολογίου που θα τους εξοικονομήσει επιπλέον ποσά της τάξης του 1,5 δισ. ευρώ.
Όσο για τις μειώσεις των τιμών οι επιχειρηματίες ήταν αρκετά… γαλαντόμοι, αφού ζήτησαν από τον πρωθυπουργό μείωση του ΦΠΑ σε βασικά καταναλωτικά είδη, πρόταση που απερρίφθη από τον Σαμαρά υπό το φόβο της τρόικας.
Περαιτέρω υποσχέσεις από την κυβέρνηση
Οι δηλώσεις των υπουργών για συμμετοχή των εμπλεκομένων εταιριών στο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων, με αντάλλαγμα τη «διευκόλυνση στο περιβάλλον που δραστηριοποιούνται» και η σπουδή τόσο του κ. Σαμαρά, όσο και των υπουργών του να αποδείξουν ότι η κυβέρνηση θα άρει «όλα τα εμπόδια στην επιχειρηματικότητα», αποδεικνύουν περίτρανα την άνευ όρων υποταγή στο μεγάλο κεφάλαιο.
Είναι χαρακτηριστικό πως ενώ οι περισσότερες από τις συμμετέχουσες εταιρίες στη συνάντηση, φιγουράρουν στις πρώτες θέσεις της 20άδας της StatBank με τις πιο κερδοφόρες του 2012, και ενώ αρκετές από αυτές βρίσκονται στην αντίστοιχη ευρωπαϊκή κλίμακα των «Best Workplaces» («Καλύτερα εργασιακά περιβάλλοντα»), στην Ελλάδα διαδραματίζουν έως και «ύποπτο» ρόλο στην αγορά που δραστηριοποιούνται, έχοντας αρκετά «σκοτεινά» σημεία στο ενεργητικό τους.