Οι γυναίκες συμμετείχαν στην Κομμούνα σε όλα τα μέτωπα, από τις επιτροπές επαγρύπνησης, μέχρι την κατασκευή και υπεράσπιση των οδοφραγμάτων με το όπλο στο χέρι. Ο Μαρξ έκανε ιδιαίτερη αναφορά στη συμβολή τους, γράφοντας ότι «οι γυναίκες δεν υστέρησαν σε γενναιότητα από τους άντρες», ενώ ο Αρθούρος Ρεμπώ έγραψε το ποίημα «Τα χέρια της Ζαν Μαρί», στο οποίο υμνούσε τη σιγουριά και τη σταθερότητα με την οποία η πλύστρα Ζαν Μαρί κρατούσε το ντουφέκι.
Οι «πυρπολήτριες»
Πολύς λόγος έχει γίνει για τις πυρκαγιές που, κατά τη διάρκεια των μαχών 21 με 28 Μαΐου, αφάνισαν, μεταξύ άλλων, σημαντικά μνημεία της πόλης. Η κυβερνητική προπαγάνδα θα τις χρεώσει συλλήβδην στους κομμουνάρους, κατηγορώντας τους για στρατηγική καμένης γης. Η κατηγορία του εμπρηστή θα οδηγήσει πολλούς από αυτούς στο θάνατο, με ή χωρίς δίκη. Ιδιαίτερα για τις γυναίκες της Κομμούνας διαδόθηκε ότι η κύρια δραστηριότητά τους ήταν οι εμπρησμοί. Κατά τη μαύρη προπαγάνδα, οι όροι communarde (γυναίκα της Κομμούνας) και pétroleuse (εμπρήστρια) ήταν ταυτόσημοι. Στη συνείδηση του λαού η ταύτιση λειτούργησε αντίστροφα: αντί να απαξιώσει το «κομμουνάρντ», εξύψωσε το «πετρολέζ» που κατέληξε να σημαίνει, μεταφορικά, τη γυναίκα που, φλογισμένη από επαναστατικό πάθος, υπερασπίζεται μαχητικά τις απόψεις της.
Κατά τη διάρκεια της αιματοβαμμένης εβδομάδας κάθε φτωχοντυμένη και απεριποίητη γυναίκα θεωρείται ύποπτη ως «πετρολέζ» και συλλαμβάνεται χωρίς καμία αιτιολογία. Οι γυναίκες ρίχνονται κυρίως στη γυναικεία φυλακή Prison des Chantiers στις Βερσαλλίες. Αρκετές έχουν μαζί τα μικρά παιδιά τους.
Η Λουίζ Μισέλ υπήρξε η επιφανέστερη γυναικεία μορφή της Κομμούνας. Γεννημένη το 1830, ήταν δασκάλα και ποιήτρια και συνεργάστηκε για μεγάλο διάστημα με τον Βίκτορα Ουγκώ. Οπαδός του Μπλανκί, ανήκε στην πιο ριζοσπαστική πτέρυγα της εξέγερσης την οποία υπηρέτησε με πολλούς τρόπους, από ηγετικές θέσεις σε μαζικές επαναστατικές οργανώσεις μέχρι νοσοκόμα στην Εθνοφρουρά. Για τον αντεπαναστατικό τύπο η Μισέλ ήταν η «La Louve Rouge» (Η Κόκκινη Λύκαινα). Μετά την κατάληψη της Μονμάρτης από τους Βερσαγιέζους, περνά στην παρανομία. Συλλαμβάνουν τη μητέρα της και απειλώντας να την σκοτώσουν, αναγκάζουν τη Μισέλ να παραδοθεί. Το Δεκέμβρη του 1871 δικάζεται, αλλά αποφεύγει τη θανατική καταδίκη λόγω φύλου, παρ’ όλο που την απαίτησε. Καταδικάζεται σε ισόβια εξορία στη Νέα Καληδονία. Μετά από μια 22/μηνη παραμονή της στη φυλακή, μεταφέρεται στον τόπο της εξορίας της το 1873. Εκεί ξεσπάει, το 1878, η μεγάλη εξέγερση των ιθαγενών Κανάκων. Οι Κανάκοι, που ήταν φυλές ανθρωποφάγων, μετά από κάποιες επιθέσεις τους κατά των αποικιοκρατών γευμάτιζαν με το κρέας των θυμάτων τους. Το πολιτισμικό σοκ στρέφει τους περισσότερους από τους 4.000 συνεξορίστους της κομμουνάρους εναντίον των Κανάκων. Η ίδια όχι μόνο υποστηρίζει θεωρητικά τους ιθαγενείς, αλλά μαθαίνει τη διάλεκτό τους, επισκέπτεται με κίνδυνο της ζωής της τα χωριά τους και προσπαθεί να τους πείσει ότι εχθρός τους δεν είναι ο «λευκός άνθρωπος» αλλά η αποικιοκρατία.
Επιστρέφει με την αμνηστία του 1880. Η υποδοχή της από χιλιάδες εργάτες μετατρέπεται σε διαδήλωση για την Κομμούνα. Ένα χρόνο μετά είναι η κεντρική ομιλήτρια στην επικήδεια τελετή του Μπλανκί, που επίσης μετατρέπεται σε διαδήλωση. Στο Διεθνές Αναρχικό Συνέδριο του Λονδίνου αναδεικνύεται σ’ ένα από τα επιφανέστερα στελέχη του. Ιδρύει, με τον Φωρ τη γνωστή εφημερίδα Le Libertaire (Ο Ελευθεριακός).Μέχρι το τέλος της ζωής της πρωτοστατούσε σε κάθε επαναστατική δραστηριότητα στη Γαλλία, πράγμα που της κόστισε δεκάδες διώξεις, τέσσερις νέες φυλακίσεις και μια δολοφονική απόπειρα εναντίον της. Πέθανε το 1905 στη Μασσαλία κατά τη διάρκεια μιας περιοδείας διαλέξεων. Ο θάνατός της συγκλόνισε τους εργαζόμενους. Ενταφιάστηκε, σύμφωνα με τις τελευταίες οδηγίες της, χωρίς καμία θρησκευτική τελετή, στον τάφο της μητέρας της στο κοιμητήριο του Λεβαλουά-Περέ.
Η Άννα Βασίλιεβνα Κορβίνα – Κρουκόφσκαγια (Ζακλάρ), κόρη ρώσου στρατηγού και φίλη του Ντοστογιέφσκι, προσχώρησε στο ρωσικό τμήμα της Διεθνούς στη Γενεύη, όπου ήταν εξόριστη. Συμμετείχε στην Κομμούνα ως μέλος της Επιτροπής Επαγρύπνησης των Γυναικών του 18ου Διαμερίσματος, καθώς και της Επιτροπής Γυναικών για την Παιδεία που είχε συγκροτήσει ο Βαγιάν στα τέλη Μαΐου. Ήταν γυναίκα του Γάλλου σοσιαλιστή κομμουνάρου Ζακλάρ.
Η σοσιαλίστρια Αντρέ Λεό (λογοτεχνικό ψευδώνυμο της μυθιστοριογράφου Λεοντίλ Σανσεΐς) εξορίσθηκε επί Β΄ Αυτοκρατορίας. Δραστήριο μέλος των γυναικείων οργανώσεων κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του Παρισιού και της Κομμούνας, κατέφυγε στην Ελβετία μετά την ήττα. Η Λεό φέρεται ότι συνέταξε στις αρχές Απρίλη την έκκληση, που μοιράστηκε στην ύπαιθρο σε 100 χιλιάδες αντίτυπα, η οποία ανέλυε το πρόγραμμα των κοινωνικοοικονομικών μεταρρυθμίσεων της Κομμούνας για τους αγρότες.
Η Ελιζαμπέτ Ντμιτρίεφ ήταν ρωσίδα επαναστάτρια, ευγενικής καταγωγής. Μέλος της Α΄ Διεθνούς και από τους ιδρυτές του ρωσικού τμήματός της. Στο Λονδίνο γνωρίστηκε με τον Μαρξ.
Συμμετείχε στην Κομμούνα και οργάνωσε την Ένωση Γυναικών για την Άμυνα του Παρισιού και τη βοήθεια των Τραυματιών, η οποία ιδρύθηκε τον Απρίλη του 1871. Μέλη της ήταν κυρίως εργάτριες και στόχο είχε την «υπεύθυνη υπεράσπιση της υπόθεσης του λαού, της Επανάστασης και της Κομμούνας». Επέστρεψε στη Ρωσία τον Οκτώβριο του 1871.
Η ιστορική απολογία της Λουίζ Μισέλ στο στρατοδικείο
«…Με κατηγορείτε ότι συμμετείχα στην εκτέλεση των στρατηγών. Απαντώ: αν βρισκόμουνα στη Μονμάρτη, όταν επιχείρησαν να ανοίξουν πυρ κατά του λαού, δεν θα δίσταζα ούτε στιγμή να τους πυροβολήσω εγώ η ίδια. Αλλά αφού είχαν ήδη συλληφθεί δεν καταλαβαίνω γιατί τους εκτέλεσαν. Το θεωρώ κραυγαλέα ανανδρία. Όσο για τους εμπρησμούς, ναι συμμετείχα! Θέλησα να σηκώσω ένα φράγμα φωτιάς στους Βερσαγιέζους εισβολείς. Δεν έχω συνενόχους. Ενήργησα μόνη μου… Φαίνεται ότι κάθε καρδιά που κτυπά για την Ελευθερία δεν δικαιούται παρά λίγο μολύβι. Ε ,λοιπόν, διεκδικώ το δικό μου! Αν με αφήσετε να ζήσω, δε θα σταματήσω ούτε στιγμή να φωνάζω εκδίκηση και θα παραδώσω στην εκδίκηση των αδελφών μου τους δολοφόνους της Επιτροπής Χαρίτων. Αν δεν είστε πολύ δειλοί, σκοτώστε με!»
Διαβάστε και δείτε για την Κομμούνα
Καρλ Μαρξ, Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία, πρόλογος: Φρίντριχ Ένγκελς, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 2009 [1871].
Προσπέρ-Ολιβιέ Λισαγκαρέ, Η ιστορία της Παρισινής Κομμούνας του 1871, τόμ. Α΄-Β΄, εκδ. Ελεύθερος Τύπος, Αθήνα 2005 [1876].
Μπέρτολτ Μπρεχτ, Οι μέρες της Κομμούνας, μτφρ. Στάθης Δρομάζος, εκδ. ΗΡΙΔΑΝΟΣ, Αθήνα 2008.
Γιάννης Χοντζέας, «“Εμπρός της γης οι κολασμένοι”. 100 χρόνια από την Κομμούνα του Παρισιού», Κείμενα της εξορίας 1970-1971, εκδ. Α/συνεχεια, Αθήνα 1995, σ. 57-78.
Έλλη Παππά, Η Κομμούνα του 1872. Επανάσταση του 21ου αιώνα;, εκδ. Άγρα, Αθήνα 2006 [1992].
Μιχάλης Παπαϊωάννου, Η Παρισινή Κομμούνα και η Ελλάδα. Άρθρα από την εφημερίδα Μέλλον, 1871 του Δήμου Παπαθανασίου, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 1995.
Λεωνίδας Καλλιβρετάκης, Η ζωή και ο θάνατος του Γουσταύου Φλουράνς, εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1998.
Alain Badiou, «Η Παρισινή Κομμούνα. Μια πολιτική διακήρυξη για την πολιτική», Η κομμουνιστική υπόθεση, εκδ. Πατάκης, Αθήνα 2009, σ. 165-220.
Ζαν Βωτρέν, Ζακ Ταρντί, Η κραυγή του Λαού. Ιστορίες από την Παρισινή Κομμούνα, εκδ. ΚΨΜ, Αθήνα 2011.
Ντοκιμαντέρ
Η παρισινή Κομμούνα 1871. Ένα έργο του Mehdi Lalaoui, https://avanti-patra.blogspot.com.
Ταινία
Peter Watkins, La Commune, Paris, 1871 (Η Κομμούνα), 2001.