Η Ελληνορωσική Λέσχη Διάλογος και το ελληνορωσικό περιοδικό Πανόραμα οργάνωσαν, πρόσφατα, ένα συμπόσιο σχετικά με την κρίση στη Συρία, στο οποίο συμμετείχαν διακεκριμένοι Ρώσοι αναλυτές και Έλληνες πολιτικοί επιστήμονες, με συντονιστή τον Στέλιο Ελληνιάδη. Δημοσιεύουμε εδώ τις βασικές σκέψεις που εξέθεσε ένας από τους συμμετέχοντες, ο καθηγητής Μπορίς Ντολγκόφ, οι οποίες παρουσιάζουν ενδιαφέρον ακριβώς επειδή εκφράζουν τη ρωσική οπτική για το πρόβλημα. Φυσικά, αφού απηχεί λίγο-πολύ τις επίσημες ρωσικές θέσεις, ο Ντολγκόφ παρακάμπτει μια σειρά δεδομένα και υπερτονίζει άλλα – όμως ακόμη και οι «σιωπές» είναι ορισμένες φορές αποκαλυπτικές της λογικής και των στοχεύσεων του Κρεμλίνου στην περιοχή. Μ’ αυτήν την έννοια, και δεδομένου ότι η Ρωσία είναι μία από τις ξένες δυνάμεις που παρεμβαίνουν εδώ και καιρό ανοιχτά στο διεθνοποιημένο πόλεμο στη Συρία με κύριο στόχο να διαφυλάξουν κυρίως την παρουσία τους στην Ανατολική Μεσόγειο (σε μία πότε ευθεία και πότε έμμεση αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ και άλλες δυτικές χώρες και περιφερειακές δυνάμεις, όπως η Τουρκία), η τοποθέτηση του Μπορίς Ντολγκόφ είναι αρκετά διαφωτιστική.
Αίτια και γεωπολιτικές συνέπειες της κρίσης στη Συρία
Του Μπορίς Ντολγκόφ*
Η συριακή κρίση, η οποία ξεκίνησε το Μάρτιο του 2011, έχει αποκτήσει το χαρακτήρα μιας παγκόσμιας σύγκρουσης στην οποία εμπλέκονται τα συμφέροντα χωρών που είναι περιφερειακά κέντρα εξουσίας, αλλά και μεγάλες δυνάμεις. Την ίδια στιγμή, η υποστήριξη από τις εξωτερικές δυνάμεις της οπλισμένης συριακής αντιπολίτευσης, που εκπροσωπείται κυρίως από ισλαμικές ομάδες και η παρουσία στις τάξεις τους χιλιάδων τζιχαντιστών από όλο τον κόσμο, ενδυνάμωσε στη Συρία το επίκεντρο του ριζοσπαστικού ισλαμισμού. Αυτό, με τη σειρά του, συνέβαλε στη διαμόρφωση του λεγόμενου Ισλαμικού Κράτους του Ιράκ και του Λεβάντε το οποίο δημιουργήθηκε στο Ιράκ και επεκτάθηκε στην ευρύτερη περιοχή. Ξέρουμε ότι υπάρχουν συμφωνίες μεταξύ μυστικών υπηρεσιών και Ισλαμικού Κράτους.
Η διαφορά της Συρίας με άλλες αραβικές χώρες
Η Αραβική Άνοιξη άρχισε στην Τυνησία και επεκτάθηκε στην Αίγυπτο, την Υεμένη και το Μπαχρέιν, ως συνέπεια της οικονομικής κρίσης, του αυταρχισμού των κυρίαρχων ελίτ, της έλλειψης ελευθεριών κ.λπ. Στη Συρία, η οικονομική κατάσταση ήταν καλύτερη από τις άλλες χώρες και δεν μπορούσε να οδηγήσει σε τέτοιας έντασης και κλίμακας συγκρούσεις. Η πραγματικότητα της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης στη Συρία διέφερε προς το καλύτερο σε σχέση με χώρες όπως η Τυνησία και η Αίγυπτος, και δεν θα μπορούσε από μόνη της να προκαλέσει μια εσωτερική σύγκρουση μεγάλης κλίμακας και ένοπλης αντιπαράθεσης.
Έτσι, για το 2010, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε μονάδες αγοραστικής δύναμης στη Συρία ανερχόταν στα 5.260 δολάρια ΗΠΑ, το οποίο είναι υψηλότερο από ό,τι σε πολλές αραβικές χώρες. Το ποσοστό ανεργίας, αν και είχε αυξηθεί από 8,4% το 2010 σε 15% το 2011, ωστόσο ήταν χαμηλότερο από ό,τι στην Τυνησία και την Αίγυπτο, όπου η ανεργία, ιδίως μεταξύ των νέων έως 30 ετών, είχε ανέλθει στο 50%. Εξάλλου το ποσοστό ανεργίας ήταν χαμηλότερο, την ίδια περίοδο, από ό,τι σε μια σειρά κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως η Ισπανία και η Πορτογαλία, όπου η ανεργία είχε φτάσει στο 25%. Ο πληθωρισμός στη Συρία, το 2010, κυμάνθηκε στο εύρος του 4%. Ταυτόχρονα, το συνδικαλιστικό κίνημα είχε αναπτυχθεί επαρκώς και, κατά συνέπεια, ενεργούσε για την κοινωνική προστασία του πληθυσμού. Έτσι, η κατάσταση στη Συρία πριν από την εσωτερική σύγκρουση ήταν αδύνατο να προσδιοριστεί ως κοινωνικο-οικονομική κρίση, όπως συνέβη στην Τυνησία και την Αίγυπτο.
Επίσης, από το 2012 εφαρμόστηκε στη Συρία το σχέδιο εκδημοκρατισμού της χώρας. Νέοι νόμοι ίσχυσαν για τις γενικές εκλογές, για τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, για την Τοπική Αυτοδιοίκηση και τα πολιτικά κόμματα. Το Μάρτιο του 2012 ένα νέο Σύνταγμα εγκρίθηκε με εθνικό δημοψήφισμα. Ωστόσο, εξωτερικές δυνάμεις εξαπέλυσαν κατά της συριακής ηγεσίας πόλεμο πληροφοριών, προσπαθώντας να προκαλέσουν εθνοτικές συγκρούσεις. Όπως είναι γνωστό, η Συρία είναι κοσμικό κράτος όπου συνυπάρχουν μουσουλμάνοι σουνίτες, σιίτες και αλεβίτες, αλλά και χριστιανοί ορθόδοξοι, καθολικοί και προτεστάντες. Η δυτική προπαγάνδα παρουσίασε τη σύγκρουση σαν σύγκρουση θρησκειών. Όμως, για παράδειγμα, η σύζυγος του αλεβίτη Άσαντ είναι σουνίτισσα και άλλα στελέχη της κυβέρνησης είναι όχι μόνο Άραβες, αλλά και Χριστιανοί και Κούρδοι.
Εξωτερικές δυνάμεις στήριξαν τις διαδηλώσεις, οι οποίες ξεκίνησαν από περιοχές με ριζοσπαστικούς ισλαμικούς πυρήνες. Αυτοί οι πυρήνες υποστηρίχτηκαν από τις μοναρχίες του Περσικού Κόλπου και από την Τουρκία. Στην Αίγυπτο και την Τυνησία, τα καθεστώτα ανατράπηκαν από λαϊκές εξεγέρσεις μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα. Στη Συρία, η σύγκρουση διαρκεί 5 χρόνια. Στη Συρία πολεμούν μισθοφόροι από πολλές χώρες, οι οποίοι συγκροτούν εκατοντάδες ομάδες και υπολογίζονται συνολικά σε 70 έως 80 χιλιάδες. Η Τουρκία παίζει πολύ αρνητικό ρόλο, ιδίως στην περιοχή των συνόρων με τη Συρία. Γίνονται συνεχείς επιχειρήσεις του τουρκικού στρατού, διακινείται παράνομα πετρέλαιο, προωθούνται μισθοφόροι στα εδάφη της Συρίας κ.λπ. Οι σχέσεις Ρωσίας-Τουρκίας βρίσκονται σε οξεία φάση.
Αντιθετικοί οι ρόλοι Τουρκίας και Ρωσίας
Η συριακή αντιπολίτευση μπορεί να χωριστεί σε τρεις ομάδες. Η πρώτη, η εσωτερική, είναι η «πατριωτική», όπως αποκαλούν τους εαυτούς τους οι εκπρόσωποί της. Η δεύτερη, η ξένη συριακή αντιπολίτευση, εκπροσωπείται από έναν αριθμό διαφορετικών ομάδων, και ο ρόλος των ηγετών τους ποικίλλει ανάλογα με την υποστήριξή τους από τη Δύση. Η τρίτη ομάδα εκπροσωπείται από την ένοπλη αντιπολίτευση, κυρίως ισλαμικές ομάδες. Η συριακή αντιπολίτευση δεν είναι ενιαία – υφίσταται ισχυρή επιρροή ξένων δυνάμεων, με πιο μετριοπαθείς τάσεις, αλλά και πιο εξτρεμιστικές. Μέσω της Τουρκίας συνεχίζεται η ροή των μαχητών και όπλων προς τις αντικυβερνητικές ένοπλες ομάδες, με χρήματα της Σαουδικής Αραβίας και του Κατάρ. Η περιοχή της Συρίας, που βρίσκεται κατά μήκος των συρο-τουρκικών συνόρων, κατοικείται κυρίως από τουρκόφωνο πληθυσμό, τους Τουρκομάνους.
Σε αυτό το πλαίσιο, αναδεικνύεται ο ρόλος της Ρωσίας, τόσο στην καταπολέμηση του Ισλαμικού Κράτους, όσο και στην επίλυση της συριακής κρίσης. Μεταξύ της Ρωσίας και της Συρίας υπάρχουν ιστορικά φιλικές σχέσεις και συνεργασία στον οικονομικό, στρατιωτικό, πολιτικό, πολιτιστικό και ανθρωπιστικό τομέα. Όσον αφορά τις προοπτικές επίλυσης της συριακής κρίσης, είναι σαφές ότι μια πολιτική λύση είναι αδύνατη χωρίς την καταστολή των ριζοσπαστικών ισλαμικών ομάδων, ειδικά του Ισλαμικού Κράτους και της Ντζεμπάτ αλ-Νούσρα. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται ο ρόλος της ρωσικής στρατιωτικής υποστήριξης προς τη συριακή κυβέρνηση σε συνεργασία με χώρες όπως το Ιράκ, το Ιράν και όλες τις δυνάμεις που πραγματικά συμβάλουν στην καταπολέμηση του ριζοσπαστικού ισλαμισμού.
Συμμετείχα στην ομάδα που πήγε στη Συρία στις 15 Νοεμβρίου του περασμένου έτους και συναντήθηκε με τον πρόεδρο και τον πρωθυπουργό της χώρας. Στη Δαμασκό είδαμε ότι λειτουργούν τα καταστήματα, υπάρχει διατροφική αυτάρκεια και από τα 27 πανεπιστήμια λειτουργούν τα 23. Ο ρωσικός λαός στηρίζει το λαό της Συρίας. Η επιτυχία του συριακού στρατού οφείλεται στη βοήθεια της Ρωσίας. Υπάρχει σχέδιο αποκατάστασης των καταστροφών μετά τη λήξη των συγκρούσεων. Τώρα γίνονται συνεχείς διαπραγματεύσεις. Και στο δυτικό μπλοκ, στις ΗΠΑ, τη Γαλλία και τη Γερμανία, υπάρχουν σημαντικοί παράγοντες στο εποικοδόμημα της εξουσίας που τάσσονται υπέρ της ειρήνευσης.
* Συγγραφέας και καθηγητής στο Κέντρο Αραβικών Σπουδών του Ινστιτούτου Ανατολικών Σπουδών της Ακαδημίας Επιστημών της Ρωσίας. Συμμετέχει σε επίσημες αποστολές σε χώρες της Μέσης Ανατολής.