ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ στον Χρήστο Πραμαντιώτη
Η απόφαση της 20ής Φεβρουαρίου όχι μόνο δεν ανατρέπει τη νεοαποικιακή εξάρτηση της Ελλάδας από τους Ευρωπαίους δανειστές και το ΔΝΤ, αλλά αντίθετα αναγνωρίζει τη δήθεν νομιμότητα του χρέους και στέλνει στα αζήτητα το περίφημο επονείδιστο χρέος και τη διαγραφή του, ξεκαθαρίζει από την αρχή της συνέντευξής του στον Δρόμο και χωρίς περιστροφές ο Ανεξάρτητος Ευρωβουλευτής Νότης Μαριάς. Ο ίδιος μιλά πολλές φορές για τη μνημονιακή στροφή της κυβέρνησης, αναφέρεται εκτενώς στο ρόλο της ΕΚΤ, στον στόχο των δανειστών να συντρίψουν την προοπτική μιας αριστερής διακυβέρνησης σε Ελλάδα και Ευρώπη, αλλά και στο γεωπολιτικό «χαρτί» που θα μπορούσε να παίξει η χώρα μας στη διαπραγμάτευση. Η κριτική του κ. Μαριά, που είναι επικεφαλής του Πολιτικού Κινήματος Αντιμνημονιακοί Πολίτες, είναι προφανώς εφ’ όλης της ύλης, αφού ολοκληρώνει αυτή τη συνομιλία μας με την αποστροφή ότι με την τακτική της κυβέρνησης, «ο ΣΥΡΙΖΑ σταδιακά χάνει τα κοινωνικά του ερείσματα και υπονομεύει τη συνοχή της αντιμνημονιακής πλειοψηφίας που είναι απαραίτητη για την κοινωνική σωτηρία και την ανάκτηση της εθνικής μας κυριαρχίας».
Σε συνέντευξή σας, πριν από λίγες μέρες, σημειώνατε ότι «τα δεσμά του Μνημονίου υπάρχουν και τώρα. Η κυβέρνηση τελεί υπό μνημονιακούς όρους». Εκτιμάτε ότι η απόφαση της 20ής Φεβρουαρίου, είναι στην ίδια μνημονιακή ρότα; Δεν ανοίγει καμιά -έστω- χαραμάδα για άλλη πολιτική;
Η κρίση χρέους στην Ε.Ε. που οξύνθηκε λόγω της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, μετάλλαξε την Ε.Ε. από μια Ένωση Καπιταλιστικών Κρατών με σχετική θεσμική και πολιτική ισοτιμία των μελών της, σε μια Καπιταλιστική Ένωση Δανειστών όπου τα κράτη του σκληρού πυρήνα της Ευρωζώνης ως δανειστές έχουν θέσει υπό τον απόλυτο και ασφυκτικό τους έλεγχο τα κράτη-οφειλέτες της ευρωπαϊκής περιφέρειας. Η νέα αυτή σχέση μεταξύ των κρατών της Ευρωζώνης εμπεδώθηκε μέσα από το Μνημόνιο, το οποίο αποτελεί ένα θεσμικό υβρίδιο με το οποίο ελέγχεται η πολιτική και οικονομική ζωή στην Ελλάδα, την Πορτογαλία, την Ιρλανδία και την Κύπρο. Πρόκειται, δηλαδή, για έναν διεθνή οικονομικό έλεγχο ευρωπαϊκού τύπου που διαμορφώνει νεοαποικιακές σχέσεις στο πλαίσιο της σύγχρονης ευρωπαϊκής καπιταλιστικής ολοκλήρωσης. Στο πλαίσιο αυτό, δύο θεσμικά όργανα της Ε.Ε., η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, αναλαμβάνουν το ρόλο της εκπροσώπησης των Ευρωπαίων δανειστών και τα κράτη-οφειλέτες αντιμετωπίζονται πλέον ως οντότητες με περιορισμένη κυριαρχία. Έτσι, μέσα από τις σχετικές δανειακές συμβάσεις που αποτελούν τη μήτρα της εξάρτησης και της περιορισμένης εθνικής κυριαρχίας, τα κράτη-οφειλέτες παραιτούνται από την ασυλία λόγω εθνικής κυριαρχίας, αποδέχονται ως εφαρμοστέο Δίκαιο στις δανειακές τους σχέσεις το Αγγλικό Δίκαιο, εκχωρούν την αρμοδιότητα επίλυσης των διαφορών τους με τους δανειστές σε δικαστήρια εκτός της επικράτειάς τους και δίνουν το δικαίωμα στην τρόικα πέραν των άλλων να κάνει ελέγχους στα δημόσια οικονομικά τους. Το παζλ της εξάρτησης συμπληρώνεται με το ΔΝΤ το οποίο αποτελεί αυτοτελή δανειστή και συμμετέχει στην τρόικα.
Η απόφαση της 20ής Φεβρουαρίου όχι μόνο δεν ανατρέπει τη νεοαποικιακή εξάρτηση της Ελλάδας από τους Ευρωπαίους δανειστές και το ΔΝΤ, αλλά αντίθετα αναγνωρίζει την δήθεν νομιμότητα του χρέους, αφού μεταξύ άλλων προβλέπει ότι «οι ελληνικές αρχές επαναλαμβάνουν την κατηγορηματική δέσμευσή τους να τηρήσουν τις οικονομικές τους υποχρεώσεις προς όλους τους πιστωτές πλήρως και έγκαιρα». Έτσι πάει περίπατο το περίφημο επονείδιστο χρέος και η διαγραφή του και εμπεδώνεται η μνημονιακή στροφή της κυβέρνησης.
Παρακολουθώντας εκ του σύνεγγυς -λόγω ιδιότητας και όχι μόνο- τις διαπραγματεύσεις, πώς θα χαρακτηρίζατε τη διαπραγματευτική τακτική της κυβέρνησης;
H διαπραγματευτική τακτική της κυβέρνησης διαμορφώθηκε από την περίφημη επιστολή Βαρουφάκη στο Eurogroup, στις 19/2, η οποία εξωραΐζει την τρόικα αφού την μετονομάζει σε «θεσμούς», αναγνωρίζει το χρέος ως δήθεν νόμιμο αφού αναφέρει ότι «οι ελληνικές Αρχές τιμούν τις οικονομικές υποχρεώσεις της Ελλάδας προς τους πιστωτές» και αποδέχεται τη νεοαποικιακή δανειακή σύμβαση Ελλάδας/EFSF. Στο πλαίσιο αυτό, μάλιστα, ο κ. Βαρουφάκης έβαλε φαρδιά πλατιά την υπογραφή του εκ μέρους της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στη σχετική από 27/2/2015 Τροποποιητική Σύμβαση Ελλάδας/EFSF για τη γνωστή τετράμηνη παράταση της κύριας Δανειακής Σύμβασης όπου ρητά επαναλαμβάνονται οι δεσμεύσεις αναφορικά με το Αγγλικό Δίκαιο, την παραίτηση από την ασυλία λόγω εθνικής κυριαρχίας κ.λπ. Επίσης, με την απόφαση της 20ής Φεβρουαρίου η κυβέρνηση αποδέχεται να διασφαλίσει «τα κατάλληλα πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα» που το τελευταίο μέιλ Βαρουφάκη τα ανεβάζει πλέον στο 3,2% του ΑΕΠ, αναγνωρίζει τη νομιμότητα των παράνομων και χαριστικών ιδιωτικοποιήσεων που έκανε αντί πινακίου φακής η κυβέρνηση Σαμαρά, δεσμεύεται για επιπλέον ιδιωτικοποιήσεις με επίκεντρο τα 14 περιφερειακά αεροδρόμια, τον ΟΛΠ, τον ΟΛΘ, την ΤΡΕΝΟΣΕ κ.λπ. και νομιμοποιεί την παρουσία Ράιχενμπαχ. Η μνημονιακή λοιπόν στροφή της κυβέρνησης άνοιξε ακόμη περισσότερο την όρεξη των δανειστών οι οποίοι κορυφώνουν την εκβιαστική τους τακτική.
Οι εταίροι-δανειστές σφίγγουν όλο και πιο πολύ τη θηλιά γύρω από το λαιμό της χώρας και του λαού. Ποιος είναι, τελικά, ο στόχος τους; Θέλουν απλώς την πειθάρχηση, την υποταγή της κυβέρνησης ή μπορεί και να φτάσουν τον εκβιασμό στα άκρα;
Οι δανειστές απαιτούν την πλήρη υποταγή της κυβέρνησης στις απαιτήσεις τους και θα φτάσουν τον εκβιασμό στα άκρα. Στόχος τους είναι να συντρίψουν την προοπτική μιας αριστερής διακυβέρνησης στην Ελλάδα και την Ευρώπη στέλνοντας «μήνυμα προς ναυτιλλόμενους». Εκεί, άλλωστε, αποσκοπεί και η πιστωτική ασφυξία που έχει επιβάλει στη χώρα μας ο Ντράγκι και η παρέα του.
Η εκτίμηση ότι το να «εκτελέσουν την Ελλάδα» μπορεί να προκαλέσει «ντόμινο» σε ολόκληρη την Ευρωζώνη, πόσο πραγματική είναι τελικά;
Οι κυρίαρχοι πολιτικοί και οικονομικοί κύκλοι της Ευρωζώνης έχουν ήδη προετοιμαστεί θεσμικά και οικονομικά προκειμένου να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν ένα ενδεχόμενο ντόμινο. Έτσι έχουν ψηφίσει και εφαρμόζουν ήδη ένα σκληρό πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης στην ΟΝΕ με αυστηρούς κανόνες και για την εποπτεία των μεγάλων συστημικών τραπεζών. Ταυτόχρονα έχουν εξουσιοδοτήσει τον Ντράγκι να διαθέσει 1,1 τρισ. ευρώ για αγορά κρατικών και ιδιωτικών ομολόγων, δράση η οποία όπως ομολόγησε και ο ίδιος ο Ντράγκι αποτελεί ασπίδα για τις υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης έναντι των οιωνδήποτε εξελίξεων στην ελληνική υπόθεση. Επομένως, πέντε χρόνια μετά το Μνημόνιο οι δανειστές έχουν ισχυροποιήσει τη θέση τους σε αντίθεση με την ελληνική πλευρά.
Γίνεται πολύς λόγος για την αλλαγή συσχετισμών στην Ευρώπη, με αναφορές σε Ισπανία και Ιρλανδία. Την ίδια ώρα, οι διαμερισματικές εκλογές στη Γαλλία έδειξαν άλλη κατεύθυνση. Πώς διαμορφώνονται οι συσχετισμοί; Θα μπορούσε ο ΣΥΡΙΖΑ να επηρεάσει τη φορά των πραγμάτων στην Ευρώπη και με ποια πολιτική τακτική;
Η οικονομική κρίση, η φτώχεια και η ανεργία επηρεάζουν άμεσα τις εξελίξεις στην Ευρώπη. Στις χώρες που τέθηκαν σε μνημόνια, οι λαοί αμφισβητούν από τα αριστερά την ίδια τη νεοαποικιακή πολιτική της ευρωζώνης και απαιτούν κοινωνική δικαιοσύνη και δίκαιη κατανομή του παραγόμενου πλούτου. Και αυτό μπορεί να γίνει μόνο εφόσον ανατραπεί η μερκελική λιτότητα και τα μνημόνια. Όμως, οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ στις χώρες-δανειστές του σκληρού πυρήνα της Ευρωζώνης δεν είναι διατεθειμένες να σταματήσουν την αφαίμαξη των λαών της ευρωπαϊκής περιφέρειας και για το λόγο αυτό δεν διστάζουν να συμμαχήσουν και να επιστρατεύσουν την Ακροδεξιά, όπως συμβαίνει στη Γαλλία. Έτσι, η αντίθεση Κέντρου-Περιφέρειας στην Ευρωζώνη που σε μια πρώτη φάση συμπυκνώθηκε στο πεδίο της σύγκρουσης για ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας των χωρών που μπήκαν σε μνημόνια, συμπληρώνεται με τα κοινωνικά της χαρακτηριστικά και εκφράζεται και ως σύγκρουση Αριστεράς-Δεξιάς. Δεν είναι της παρούσης, φυσικά, να αναλύσουμε τον ρόλο συγκεκριμένων μεσοστρωμάτων αλλά και της «εργατικής αριστοκρατίας» των χωρών του σκληρού πυρήνα της Ευρωζώνης που μαζί με την οικονομική ολιγαρχία και την τραπεζοκρατία των χωρών αυτών συμμετέχουν, σε διαφορετικό βαθμό πάντως, στο κερδοσκοπικό και τοκογλυφικό πάρτι που γίνεται σε βάρος της ευρωπαϊκής περιφέρειας.
Με ποια πολιτική απέναντι στους δανειστές και κυρίως απέναντι στον ελληνικό λαό μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ ν’ ανοίξει μια πραγματική διέξοδο για τη χώρα με όρους εθνικής ανεξαρτησίας;
Η μνημονιακή στροφή της κυβέρνησης δεν μπορεί, βεβαίως, να συγκαλυφθεί με τη ρητορική της δήθεν σκληρής διαπραγμάτευσης, αφού καθημερινά αποκαλύπτεται ότι η κυβέρνηση κάνει δεκτές όλο και περισσότερες απαιτήσεις των δανειστών, εγκαταλείπει για αργότερα το Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, διατηρεί τους φορομπηχτικούς νόμους του Σαμαρά και έχει σαλπίσει «ισπανική υποχώρηση» απέναντι στην τρόικα και τους δανειστές. Με την τακτική αυτή της κυβέρνησης, ο ΣΥΡΙΖΑ σταδιακά χάνει τα κοινωνικά του ερείσματα και υπονομεύει τη συνοχή της αντιμνημονιακής πλειοψηφίας που είναι απαραίτητη για την κοινωνική σωτηρία και την ανάκτηση της εθνικής μας κυριαρχίας.
Η ΕΚΤ κύριος πυλώνας του παγκόσμιου καπιταλισμού-καζίνο
Έχετε αναφερθεί με ιδιαίτερη επιμονή στο ρόλο της ΕΚΤ, η οποία -ιδιαίτερα το τελευταίο διάστημα- φαίνεται να παίρνει ρόλο αφεντικού και να υλοποιεί όλη τη στρατηγική στραγγαλισμού της χώρας. Θεωρείτε ότι η πολιτική Ντράγκι ξεφεύγει από το θεσμικό πλαίσιο και ποιος είναι ο στόχος του;
Δυστυχώς ο ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο υποτίμησε το ρόλο της ΕΚΤ ως εργαλείο των δανειστών, αλλά ταυτόχρονα έσπειρε και αυταπάτες για το ρόλο του Ντράγκι «κάνοντας σπονδές» στην δήθεν κεϊνσιανή του πολιτική. Όμως η ΕΚΤ αποτελεί την καρδιά της ευρωπαϊκής τραπεζοκρατίας και έχει συγκεντρώσει στα χέρια της τεράστιες εξουσίες όχι μόνο στο πεδίο της άσκησης της νομισματικής πολιτικής, αλλά και στο πεδίο της τραπεζικής εποπτείας αφού στο πλαίσιο του ευρωσυστήματος εποπτεύει τις 130 μεγαλύτερες συστημικές τράπεζες της ευρωζώνης. Ταυτόχρονα η ΕΚΤ είναι και αυτοτελής δανειστής των κρατών-μελών της Ε.Ε. έχοντας αγοράσει, και μάλιστα με σκόντο στη δευτερογενή αγορά, κρατικά ομόλογα αξίας τουλάχιστον 217 δισ. ευρώ και είναι μέλος της τρόικας που έχει φτωχοποιήσει τις χώρες του Μνημονίου. Όλα αυτά αποδεικνύουν την πλήρη μετάλλαξη του θεσμού της ΕΚΤ που αποτελεί τον κύριο πυλώνα του παγκόσμιου καπιταλισμού-καζίνο, που «πουλώντας αέρα κοπανιστό» κερδοσκοπεί ασύστολα σε βάρος των λαών της ευρωπαϊκής περιφέρειας. Μάλιστα, το 80% των κερδών της ΕΚΤ για το 2013 προήλθε από την παραπάνω κερδοσκοπική δραστηριότητα. Έτσι, αυτό που ενδιαφέρει την ΕΚΤ είναι να διασφαλίσει τα κέρδη της ως δανειστής των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των τραπεζών τους. Καθώς, λοιπόν, η ΕΚΤ είναι κράτος εν κράτει στην Ευρωζώνη, ασκεί εκβιαστική πολιτική απέναντι στους ευρωπαϊκούς λαούς και τις δημοκρατικές τους κυβερνήσεις στο όνομα της δήθεν διάσωσης του ευρώ. Αυτό έγινε απέναντι στην Ιρλανδία, έγινε απέναντι στην Κύπρο και από τις αρχές Φεβρουαρίου έναντι της Ελλάδας. Η εκβιαστική αυτή τακτική της ΕΚΤ έχει ξεσηκώσει θύελλα διαμαρτυριών στους ευρωπαϊκούς λαούς. Καθώς, μάλιστα, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο φαίνεται να ανησυχεί ιδιαίτερα από την αύξηση της επιρροής της ΕΚΤ, έκανε δεκτή σχετική τροπολογία που κατέθεσα και με την οποία απαιτεί την έξωση της ΕΚΤ από την τρόικα. Δυστυχώς, η κυβέρνηση μέχρι σήμερα δεν έχει αξιοποιήσει την απόφαση αυτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με την οποία θα μπορούσε να πετάξει την ΕΚΤ έξω από την τρόικα πετυχαίνοντας έτσι ένα σοβαρό πλήγμα σε βάρος της ΕΚΤ, που όπως είπαμε αποτελεί τον κύριο πολιορκητικό κριό των δανειστών.
Το γεωπολιτικό «χαρτί» και το βέτο
Με δεδομένη την κατάσταση της χώρας μας, θεωρείτε ότι η κυβέρνηση αξιοποιεί με ουσιαστικό τρόπο το περίφημο γεωπολιτικό «χαρτί»; Πώς θα έπρεπε να κινηθεί σχετικά με αυτό το ζήτημα;
Το ζήτημα του δήθεν χρέους της χώρας δυστυχώς μέχρι σήμερα δεν έχει αντιμετωπιστεί από την ελληνική πλευρά με γεωστρατηγικούς όρους. Η πατρίδα μας έχει τεράστιο στρατηγικό απόθεμα λόγω της γεωγραφικής της θέσης, των πλουτοπαραγωγικών της πηγών αλλά και της θεσμικής της θέσης στην Ε.Ε., όπου διαθέτει το δικαίωμα βέτο στη λήψη αποφάσεων τόσο στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής και άμυνας όσο και στο πεδίο της οικονομίας στο πλαίσιο του Eurogroup. Η εφαρμογή μιας πολυδιάστατης πολιτικής στους παραπάνω τομείς, αναμφίβολα, μπορεί να αποτελέσει καθοριστικό εργαλείο προκειμένου να δώσει στην πατρίδα μας μια αναβαθμισμένη θέση στο διεθνές στερέωμα, έξω από μνημόνια και εξαρτήσεις.