Σημαντικές επισημάνσεις ενόψει του νέου νομοσχεδίου. Της Ηρώς Διώτη
Την Τρίτη 1 Οκτώβρη πραγματοποιήθηκε, στη Βουλή, μια ανοιχτή διαβούλευση που διοργάνωσε η Επιτροπή Ελέγχου του κυβερνητικού έργου στο ΥΠΕΚΑ του ΣΥΡΙΖΑ. Στη διαδικασία συμμετείχαν αρκετοί εκπρόσωποι από επιστημονικούς φορείς, περιβαλλοντικές οργανώσεις και συνδέσμους επιχειρήσεων του κλάδου των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ). Αφορμή και βασικό ζήτημα που απασχόλησε τη διαδικασία ήταν το νέο νομοσχέδιο για τις ΑΠΕ που προωθεί η κυβέρνηση για ψήφιση. Στόχος, κυρίως, να ακούσουμε τους προβληματισμούς και τις απόψεις των φορέων του κλάδου για τις ρυθμίσεις του νομοσχεδίου αλλά και να ανοίξουμε τη γενικότερη συζήτηση για μια διαφορετική, κοινωνικά, περιβαλλοντικά και οικονομικά βιώσιμη ανάπτυξη των ΑΠΕ στη χώρα μας.
Στο νομοσχέδιο η κυβέρνηση, για πολλοστή φορά, παρεμβαίνει με αποσπασματικό και σημειακό τρόπο στα ζητήματα των ανανεώσιμων πηγών. Το νομοσχέδιο «ανοίγει» -με τρόπο που προκαλεί σχεδόν καθολικές διαφωνίες από τους περισσότερους φορείς στο χώρο των ΑΠΕ αλλά και των περιβαλλοντικών οργανώσεων-, πολλά ζητήματα όπως για παράδειγμα το ζήτημα της «διακοψιμότητας», της αυτοπαραγωγής, των μικρών ανεμογεννητριών, της επιβολής έκτακτης εισφοράς με Υπουργική Απόφαση, το ζήτημα των αρμοδιοτήτων της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ) και το ζήτημα των υδροηλεκτρικών, χωρίς να λύνει κανένα πρόβλημα και χωρίς να ευνοεί στο τέλος της μέρας την ανάπτυξη των ΑΠΕ.
Ως ΣΥΡΙΖΑ τονίσαμε ότι ο χώρος μας, εγκαίρως, είχε προειδοποιήσει για τον στρεβλό τρόπο ανάπτυξης των ΑΠΕ που οδήγησε στα σημερινά αδιέξοδα: Τα εκρηκτικά ελλείμματα του ΛΑΓΗΕ και τα αλλεπάλληλα εισπρακτικά μέτρα, την απόγνωση μικρομεσαίων παραγωγών και επαγγελματιών του κλάδου και τελικά τη διαδικασία συγκεντροποίησης της ηλεκτροπαραγωγής από ΑΠΕ σε λίγους μεγάλους ιδιωτικούς ενεργειακούς ομίλους. Είναι αποτελέσματα, ακριβώς, της διαδικασίας απορρύθμισης του θεσμικού πλαισίου της αγοράς ενέργειας συνολικά και του κλάδου των ΑΠΕ ειδικότερα.
Θεωρούμε, βεβαίως, ότι το πρόβλημα δεν μπορεί να επιλυθεί με τις δραματικές αυξήσεις στο τέλος ΕΤΜΕΑΡ που επιβάλλει η κυβέρνηση σε όλους τους καταναλωτές (μόλις πριν από λίγες ημέρες υπήρξε αύξηση 118% για τους οικιακούς καταναλωτές). Η βραχυπρόθεσμη αντιμετώπιση των ταμειακών ελλειμμάτων του ΛΑΓΗΕ δεν μπορεί να γίνει με όρους επιβολής οριζόντιων χαρατσιών όπως προβλέπει το Μεσοπρόθεσμο. Θα πρέπει κάθε περίπτωση να εξεταστεί ξεχωριστά με βάση μια σειρά κριτήρια, όπως το μέγεθος της εγκατάστασης, το κόστος υλοποίησης, ενδεχόμενη κρατική επιδότηση, το κόστος του τραπεζικού δανεισμού, την παραγωγή του έργου κ.ά. Θα πρέπει, επίσης, να ληφθούν μέτρα ρύθμισης δανειακών υποχρεώσεων, ώστε οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις ΑΠΕ να μην οδηγηθούν στο ξεπούλημα ή την κατάσχεση της επένδυσής τους.
Για τον ΣΥΡΙΖΑ, η ορθολογική χρήση ενέργειας και η αξιοποίηση των ΑΠΕ για αποκεντρωμένη παραγωγή, αποτελούν στοιχεία του οράματός μας για μία διαφορετικού τύπου ανάπτυξη που θα έχει στον πυρήνα της τον κοινωνικό και οικολογικό μετασχηματισμό της παραγωγικής διαδικασίας. Αναγνωρίζοντας ότι η κλιματική αλλαγή και η οικολογική κρίση συνολικότερα σχετίζεται άμεσα με τον τρόπο που το υπάρχον σύστημα διαχειρίζεται τις ανάγκες των ανθρώπινων κοινωνιών και τους φυσικούς πόρους, η αριστερά -στην Ελλάδα και διεθνώς- αγωνίζεται για τη σταδιακή απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα και τη μετάβαση σε μια οικονομία «μηδενικών εκπομπών άνθρακα» με τη μέγιστη δυνατή προώθηση των ΑΠΕ και της εξοικονόμησης ενέργειας.
Οι ΑΠΕ για την Αριστερά αποτελούν σημαντικό μέσο αλλαγής του παραγωγικού μοντέλου με όρους δημοκρατίας, κοινωνικής συμμετοχής, διάχυσης οικονομικού, κοινωνικού και περιβαλλοντικού οφέλους. Σε αυτή τη λογική, οι ΑΠΕ αποτελούν προνομιακό πεδίο για τη σύνδεση της αναπτυξιακής προοπτικής με την οικονομία των αναγκών και την ανάπτυξη της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας. Η προώθηση επενδύσεων από τη δημόσια ΔΕΗ, η ενίσχυση συνεργατικών και συνεταιριστικών σχημάτων για την υλοποίηση και την εκμετάλλευση μονάδων ΑΠΕ, αλλά και η μέγιστη δυνατή συμμετοχή των πολιτών στην επιλογή των έργων αποτελούν βασικούς στόχους του εγχειρήματος. Βεβαίως, όλα αυτά θα πρέπει να εντάσσονται σε έναν ενεργειακό σχεδιασμό για όλη τη χώρα με κριτήριο τις κοινωνικές ανάγκες αλλά και το περιβάλλον και την ανάπτυξη και όχι με τον τρόπο που επιχειρήθηκε να εγκατασταθούν σε περιοχές της χώρας τεράστιες βιομηχανικού τύπου εγκαταστάσεις ΑΠΕ (βΑΠΕ) προς όφελος μόνο των επενδυτών και σε καμιά σύνδεση με όσα ήδη αναφέραμε, όπως ανέδειξαν και τα τοπικά κινήματα πολιτών που δραστηριοποιήθηκαν εναντίον αυτών των σχεδίων.
Στρατηγικοί στόχοι της παραγωγικής ανασυγκρότησης, για την κυβέρνηση της Αριστεράς, είναι η αντιμετώπιση της ανεργίας και η ενίσχυση της απασχόλησης και μια βιώσιμη και περιεκτική ανάπτυξη που θα βελτιώνει τη θέση των εργαζόμενων τάξεων στην κατανομή του πλούτου και που θα αντιμετωπίζει το περιβάλλον και τον οικολογικό μετασχηματισμό της παραγωγικής διαδικασίας όχι ως πρόσκομμα στην ανάπτυξη, πολυτέλεια σε περίοδο κρίσης ή ακόμα χειρότερα «γραφειοκρατική γάγγραινα», όπως δήλωσε πρόσφατα ο ΥΠΕΚΑ Μανιάτης, αλλά ως βασικό συστατικό στοιχείο, ως «ανταγωνιστικό πλεονέκτημα» στην παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών. Συνεπώς, η αλλαγή του ενεργειακού μοντέλου με δημόσιο και κοινωνικό έλεγχο των ενεργειακών πηγών, η ενίσχυση των ΑΠΕ, η ανάπτυξη κοινωνικών δομών συμμετοχής στην ηλεκτροπαραγωγή, η αποκέντρωση κατά το δυνατόν και τοπικοποίηση της παραγωγής πρέπει να αποτελέσουν βασικά στοιχεία μιας ριζοσπαστικής πολιτικής για την παραγωγική ανασυγκρότηση.
* Η Ηρώ Διώτη είναι βουλευτής Λάρισας,
συντονίστρια ΕΕΚΕ ΥΠΕΚΑ ΣΥΡΙΖΑ