του Γιώργου Κυριακού

 «Μοναχή το δρόμο επήρες, εξανάλθες μοναχή, δεν είν’ εύκολες οι θύρες εάν η χρεία τες κουρταλή»

Αφορμή για αυτές τις γραμμές ήταν η διαδικτυακή εκδήλωση του Ινστιτούτου «Θουκυδίδης» με ομιλητή τον Λεωνίδα Παπά, πρώην πρόεδρο της ΔΕΕΜ «Ομόνοια», αναγνωρισμένης οργάνωσης των Ελλήνων στην Αλβανία. Στο επίκεντρο ήταν το σήμερα και το αύριο του Βορειοηπειρωτικού Eλληνισμού – μπορείτε να βρείτε την εκδήλωση στο youtube με τον τίτλο: «13/12/2020, Εκδήλωση “Βόρειος Ήπειρος χθες, σήμερα, αύριο”».

Με τη νηφαλιότητα που διακρίνει ένα πρόσωπο το οποίο προσπάθησε σοβαρά να αναβαθμίσει την ενεργό συμμετοχή όπως και αμβλύνει διχασμούς που συνοικούν στην αποδεκατισμένη δημογραφικά ελληνική μειονότητα (85% μετανάστευση), Ο Λεωνίδας Παππάς αναφέρει τα προβλήματα γνωρίζοντας τόσο το ιστορικό τους πλαίσιο όσο και τις ευθύνες που χαρακτηρίζουν τις δομικές ανεπάρκειες του ελληνικού κράτους – του περιβόητου εθνικού κέντρου. Αναγνωρίζει με διαύγεια τις εσωτερικές αδυναμίες όχι όμως στο βαθμό που απομακρύνει την ευθύνη, από την άλλη, του αλβανικού κράτους το οποίο ασκεί πιέσεις στη μειονότητα ενώ στο γεωπολιτικό πεδίο έχει ταχθεί με τα συμφέροντα της Τουρκίας επιτρέποντάς της να παρεμβαίνει σε όλα τα πεδία και κυρίως στο πολιτιστικό (εκπαίδευση και θρησκεία).

Το περιουσιακό ζήτημα, που αποτελεί τον βραχνά που πέντε ή έξι χρόνια ταλανίζει τη μειονότητα, δεν αφορά μόνο σε κάποιες δεκάδες περιουσίες ομογενών στη Χιμάρα (η οποία εξαιρέθηκε αυθαίρετα από τις μειονοτικές ζώνες την περίοδο του Ενβέρ). Η κυβέρνηση Ράμα με ένα γενικό σχέδιο ανάπλασης και τουριστικής αξιοποίησης εκποιεί ή παραδίδει το σύνολο κυρίως των παραλιακών και των χορτολιβαδικών εκτάσεων της Αλβανίας που εξαιρούνται από τον ν.7501 «για την ίση κατανομή της καλλιεργήσιμης γης» και αποτελούν με τις δασικές το 75% περίπου της συνολικής αδόμητης γης. Η αναγνώριση κάποιων, όπως τόνισε, ως τιτλούχων κληρονομιάς από τους αγάδες επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας σε εκτάσεις ανάμεσα στα χωριά της μειονότητας (Φοινίκη, Δρόπολη), προκαλεί εντάσεις.

Όπως έχει παραμεριστεί το Κυπριακό, με το γνωστό «η Κύπρος αποφασίζει και η Ελλάδα στηρίζει» έτσι και στην περίπτωση της μειονότητας οι κυβερνητικοί παράγοντες που παίρνουν επ’ ώμου το βορειοηπειρωτικό βαρίδι αντιτείνουν στην έκθεση των προβλημάτων το μότο «βρείτε τα κι ελάτε»

Εξάλλου, με τρόπους που θυμίζουν το παρελθόν, οι αλβανικές κυβερνήσεις επιδιώκουν να εμφανίζουν κατά πολύ μικρότερο τον αριθμό των μελών της μειονότητας. Το προηγούμενο καθεστώς, στο όνομα της διεξαγωγής της ταξικής πάλης, επιτέθηκε λυσσαλέα στις θρησκευτικές ταυτότητες – για τους Έλληνες της Αλβανίας η ορθόδοξη ταυτότητα αποτελεί εθνικό χαρακτηριστικό. Έτσι η καθήλωση σε minoritari (μειονοτικός, δηλαδή μια πολιτισμική ταυτότητα που αφορά στη γλώσσα, στην παραδοσιακή ενδυμασία κ.λπ. κι όχι στην εθνικότητα) της μόνης διεθνώς αναγνωρισμένης εθνικής μειονότητας στη χώρα αναβάθμισε την αλβανική εθνική ταυτότητα σε έναν ιδιότυπο εθνικισμό. Το καθεστώς των «μειονοτικών ζωνών» που ίσχυε επί Ενβέρ (η όποια ακούσια ή εκούσια μετακίνηση μέλους εκτός μειονοτικών ζωνών σήμαινε και απώλεια εθνικής καταγραφής του) συνεχίζει να υφίσταται με άλλους όρους. Το αυτονόητο αίτημα, εν όψει απογραφής του 2011, για την καταγραφής της εθνικότητας σύμφωνα με εθελούσια δήλωση δεν ικανοποιήθηκε μετά από ενστάσεις του κόμματος των αλβανοτσάμηδων (PDIU) που συγκυβερνούσε. Σημαντικό τεκμήριο «απογραφής», σύμφωνα με τον Λεωνίδα Παπά, είναι οι 260-280.000 Έλληνες που απέκτησαν ταυτότητα ομογένειας από το ελληνικό κράτος.

Ανάχωμα αποτελούν οι συχνές επισκέψεις των ομογενών στα χωριά τους, οι προσπάθειες για την εκπαίδευση όπως και οι παρεμβάσεις της ηπειρωτικής ομογένειας του εξωτερικού, για διάφορα ζητήματα, καθότι η προσφυγή στους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς είναι αδύνατη με την κατάσταση των δικαστηρίων στην Αλβανία. Η αφωνία των ελληνικών κυβερνήσεων, με εξαιρέσεις που δεν έχουν διάρκεια, ακολουθείται από την αδυναμία της οργάνωσης των Ελλήνων στην Αλβανία για τα εθνικά δικαιώματα των μειονοτήτων επί της σύμβασης που έχει υπογράψει το αλβανικό κράτος από το 1999. Η εκδήλωση εν κατακλείδι είχε το «επισκεφτείτε τα χωριά μας».

Ορισμένα σχόλια

α) Όπως έχει παραμεριστεί το Κυπριακό, με το γνωστό «η Κύπρος αποφασίζει και η Ελλάδα στηρίζει» έτσι και στην περίπτωση της μειονότητας οι κυβερνητικοί παράγοντες που παίρνουν επ’ ώμου το βορειοηπειρωτικό βαρίδι αντιτείνουν στην έκθεση των προβλημάτων το μότο «βρείτε τα κι ελάτε», δείγμα αποστασιοποίησης κατά τον τύπο «η Κύπρος κείται μακράν». Αυτή όμως είναι η συμπεριφορά των εκπροσώπων της αστικής τάξης στην περιφέρεια του καπιταλιστικού συστήματος που αποτελούν τη σχάρα καθέλκυσης των ηγεμονικών συμφερόντων στην εκδήλωση των εθνικών ζητημάτων της. Ο «διάλογος» για τη λύση του Κυπριακού με τις κατοχικές κυβερνήσεις των δολοφόνων του Ισαάκ και Σολωμού με στόχο μια βολική, για τα σχέδια των ηγεμονικών δυνάμεων στη σχέση τους με την Τουρκία, πολιτική διχοτόμησης αντιστοιχεί με τη «συνετή» της στάση της ελληνικής κυβέρνησης στα ζητήματα της μειονότητας. Οι διαρκείς παρακλήσεις υπό τον μονόδρομο παρέμβασης του εθνικού κέντρου αδρανοποιούν τις όποιες δυνατότητες που θα του επέβαλαν να αναθεωρήσει τη στάση του. 26 μήνες περιμένει η οικογένεια του δολοφονημένου Κατσίφα το πόρισμα.

β) Η Ευρωπαϊκή Ένωση στη σχέση της με την ελληνική μειονότητα είναι ακόλουθη του προτύπου για τα ελληνοτουρκικά και το κυπριακό. Οι συμβουλές, οι προτροπές και η μετάθεση εφαρμογών κυρώσεων για την Τουρκία ή ψηφισμάτων για το «ψευδοκράτος» έχουν το αντίστοιχό τους και στην «μικρή Τουρκία των Βαλκανίων». Προτροπές χωρίς παρεμβάσεις απέναντι στην καταπάτηση των δικαιωμάτων των Ελλήνων αλλά και του συνόλου του αλβανικού πληθυσμού συνεχίζουν να εκδίδονται αλλά δεν έχουν καμιά πρακτική αξία καθότι οι χρηματοδοτήσεις με στόχο την ενσωμάτωση της Αλβανίας στην ευρωπαϊκή οικογένεια υπερτερούν για τα συμφέροντα της γερμανικής Ευρώπης. Αντίστοιχα για το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ: Ίσες αποστάσεις και «βρείτε τα». Εκεί εντοπίζεται η απραξία της ελληνικής κυβέρνησης που αποτελεί μοχλό της γερμανικής Ευρώπης και των στρατιωτικών αμερικανικών συμφερόντων στα Βαλκάνια.

γ) Ο δομικός αυταρχισμός που εκφράζεται με τη λειτουργία των θεσμών επιτήρησης αποτελεί τη μοναδική συνέχεια κράτους ακόμα κι όταν τίποτε άλλο δε λειτουργεί, όπως σήμερα στην πανδημία. Η καταστολή εντείνεται με πεδίο πρακτικής την περιστολή των δικαιωμάτων της μειονότητας και εξαπλώνεται στον εν γένει εθνικό χώρο της Αλβανίας. Η δολοφονία του Κωνσταντίνου Κατσίφα ήταν προάγγελος της δολοφονίας του Κλόντιαν Ράσα στα Τίρανα ακόμα κι αν η «κινηματική» τυφλότητα επιζητεί έναν «νέο Γρηγορόπουλο». Ο αυταρχισμός που αναπληρώνει την ανεπάρκεια μέτρων προστασίας είναι ζήτημα που θα βρει διέξοδο στη δημοκρατική ενεργοποίηση για να δοθούν ικανοποιητικές λύσεις στα κοινά –ή όχι– προβλήματα στην Ελλάδα και στην Αλβανία.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!