Η ελληνική ατζέντα των γερμανικών εκλογών και οι αριθμοί που οδηγούν σε νέο μνημόνιο ή στάση πληρωμών. Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου

Όσο πιο στενά παρακολουθεί κανείς την προεκλογική εκστρατεία στη Γερμανία, τόσο περισσότερο κινδυνεύει να πέσει σε γεωγραφικό vertigo: τελικά, ποιος θα κρίνει την επανεκλογή της Μέρκελ, οι Γερμανοί ή οι Έλληνες ψηφοφόροι; Πρόκειται για πρωτοφανές πολιτικό επίτευγμα. Να αποτελεί, δηλαδή, ένα από τα κορυφαία θέματα της προεκλογικής ατζέντας σε μια χώρα η τύχη μιας άλλης, χωρίς να έχουν εμπλακεί σε πόλεμο. Αν μάλιστα δεν υπήρχε η κρίση της Συρίας, για την οποία, ωστόσο, δεν υπάρχει οξεία αντιπαράθεση μεταξύ κυβερνητικού συνασπισμού και αντιπολίτευσης, το κούρεμα του ελληνικού χρέους και το τρίτο πακέτο βοήθειας προς την Ελλάδα θα μονοπωλούσε την αναμέτρηση. Η εικόνα αυτή αναμένεται να επιβεβαιωθεί αύριο, Κυριακή, στο ντιμπέιτ μεταξύ Μέρκελ και Στάινμπρουκ, που θα παρακολουθήσουν τουλάχιστον 20 εκατ. Γερμανοί τηλεθεατές.

Λαϊκιστικό ντελίριο
Οι Χριστιανοδημοκράτες της κ. Μέρκελ, αποφασίζοντας να «υιοθετήσουν» την κυβέρνηση Σαμαρά, αυτοεγκλωβίστηκαν σε μια λαϊκιστική διελκυστίνδα. Ενώ τα μεγαλύτερα γερμανικά οικονομικά ινστιτούτα αποκαλύπτουν το ένα μετά το άλλο ότι από τη διαχείριση της κρίσης χρέους στην Ευρωζώνη η Γερμανία έχει εξοικονομήσει πόρους σχεδόν 80 δισ. ευρώ, οι Γερμανοί πολίτες έχουν πειστεί ότι κάθε επιπλέον βοήθεια προς την Ελλάδα ή άλλη μνημονιακή χώρα θα επιβαρύνει τους ίδιους. Γι’ αυτό και, μετά την ομολογία Σόιμπλε ότι θα υπάρξει και τρίτο πακέτο βοήθειας, στις δημοσκοπήσεις καταγράφεται ένα ποσοστό άνω του 60% των Γερμανών που αντιτίθενται σε τέτοιο ενδεχόμενο.
Αυτό υποχρέωσε τη Μέρκελ, σε ένα λαϊκιστικό ντελίριο, να υποστηρίξει ότι κακώς μπήκε η Ελλάδα στην Ευρωζώνη με ευθύνη της κυβέρνησης Σρέντερ. Έτσι πιστεύει ότι θα πλήξει τους σοσιαλδημοκράτες που, με τη σειρά τους, πλειοδοτούν στη δημοσιονομική τρομοκράτηση της γερμανικής κοινής γνώμης. «Το χρηματοδοτικό κενό της Ελλάδας μέχρι το 2020 είναι 77,7 δισ.», αποκάλυψε ο εκπρόσωπος των Σοσιαλδημοκρατών για θέματα προϋπολογισμού Κάρλ Σνάιντερ, και την επομένη η εφημερίδα Bild υποστήριξε ότι ο υπολογισμός βασίζεται σε έγγραφο του ίδιου του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών.

Άλλα αντ’ άλλων
Στην Αθήνα, η κυβέρνηση Σαμαρά παρακολουθεί σαν αμήχανος μουσαφίρης αυτή τη διεθνή συζήτηση για τη βιωσιμότητα του ελληνικού προγράμματος και του χρέους. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός τηρεί σιγή ιχθύος και μηρυκάζει ατάκες περί «πόλου σταθερότητας», ενώ ο υπουργός Οικονομικών Γιάννης Στουρνάρας τη μια μέρα υποβάλλει δημόσια το ελληνικό αίτημα για διαγραφή από το χρέος των 50 δισ. ευρώ με τα οποία ανακεφαλαιοποιήθηκαν οι τράπεζες και την επομένη (συνέντευξη στον Guardian) ισχυρίζεται ότι η Ελλάδα «δεν χρειάζεται τρίτο πακέτο βοήθειας» και ότι το 2014 θα καταφέρει να βγει στις αγορές, εφόσον έχει εξασφαλίσει το περίφημο πρωτογενές πλεόνασμα! Η σύγχυση στην κυβέρνηση Σαμαρά επιτείνεται από δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου, μέσω των οποίων μαθαίνει ότι κορυφαίοι μηχανισμοί της Ευρωζώνης, όπως ο ESM, επεξεργάζονται σχέδιο για να ελέγξουν απευθείας την ελληνική κρατική περιουσία. Βάσει του σχεδίου αυτού, που αποκάλυψαν το Reuters και οι Financial Times, θα δημιουργηθεί μια εταιρεία holding με έδρα το Λουξεμβούργο, στην οποία θα περάσουν περίπου 81.000 ακίνητα αξίας περίπου 28 δισ. ευρώ, τα οποία θα τιτλοποιηθούν με στόχο να αποπληρωθεί απευθείας μέρος του ελληνικού χρέους. Οι αποκαλύψεις αυτές προκάλεσαν ενόχληση στην κυβέρνηση Σαμαρά, που έλαβε μια χαλαρή διαβεβαίωση από τον εκπρόσωπο της Κομισιόν ότι δεν αμφισβητείται «η ελληνική κυριότητα» του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων. Αποκρύπτεται, ωστόσο, η λεπτομέρεια ότι η πατρότητα της ιδέας των τιτλοποιήσεων της κρατικής περιουσίας ανήκει στον ίδιο τον υπουργό Οικονομικών Γ. Στουρνάρα, από την εποχή που ήταν ακόμη πρόεδρος του ΙΟΒΕ και ασκούσε τεχνοκρατική «κριτική» στο Μνημόνιο.

Οι ψυχροί αριθμοί
Ωστόσο, το κεντρικό πρόβλημα τόσο της ελληνικής κυβέρνησης, όσο και της τρόικας, που έρχεται τέλη Σεπτεμβρίου για μια νέα αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος, παραμένει το πρόβλημα της βιωσιμότητας του χρέους, από την οποία προκύπτει η ανάγκη είτε νέου κουρέματός του είτε νέου δανεισμού.
Η ομολογία όλων των συνιστωσών της τρόικας ότι το θέμα θα επανεξεταστεί την Άνοιξη, οπότε θα ληφθούν και τελικές αποφάσεις, είναι πρωτίστως ομολογία παταγώδους αποτυχίας της ελληνικής «διάσωσης». Και προκύπτει από τους αμείλικτους αριθμούς, τους οποίους τόσο λατρεύουν οι τεχνοκράτες της Ε.Ε. και του ΔΝΤ. Και οι αριθμοί λένε, μεταξύ άλλων, τα εξής: Το χρέος έχει φτάσει αισίως τα 321 δισ. και ανήκει κατά 80% στους επίσημους πιστωτές (Ε.Ε., ΕΚΤ, ΔΝΤ). Από το δεύτερο πακέτο δανεισμού, οι ευρωπαϊκές συνιστώσες της τρόικας «καθαρίζουν» από τις δόσεις τους εντός του 2014, ενώ το ΔΝΤ έχει να καταβάλει δόσεις σχεδόν 15 δισ. μέχρι τις αρχές του 2016. Για να μπορέσει, όμως, να καταβάλει τα χρήματα αυτά πρέπει να είναι βεβαιωμένη η βιωσιμότητα του χρέους, με τα κριτήρια που προβλέπει το καταστατικό του. Δηλαδή, να προκύπτει λογιστικά η μείωσή του στο 110% του ΑΕΠ μέχρι το 2020 (σήμερα είναι πάνω από 170%). Ταυτόχρονα, το ΔΝΤ έχει λαμβάνειν ως εξόφληση από τα δάνεια που έχει διαθέσει στην Ελλάδα 18 δισ. μέχρι το 2016 (από τα 28 δισ. της συνολικής του συμβολής). Άλλα 30 δισ. που κατέχουν ιδιώτες, η ΕΚΤ και οι κεντρικές τράπεζες και λήγουν την ίδια περίοδο πρέπει επίσης να εξοφληθούν. Τα υπόλοιπα αρχίζουν να εξοφλούνται μετά το 2020.
Για να αποπληρωθούν, λοιπόν, αυτά τα σχεδόν 50 δισ. ευρώ σε τρία χρόνια χρειάζεται ένα θαύμα –κι αυτό δεν είναι το πρωτογενές πλεόνασμα- στο οποίο κανείς δεν πιστεύει. Ακόμη κι αν συγκεντρωθούν όλοι οι φόροι των 80 δισ. που προϋπολογίζονται από φέτος μέχρι το 2016, ο λογαριασμός δεν βγαίνει με τίποτα. Απ’ αυτούς τους αριθμούς προκύπτει το αναπόφευκτο είτε ενός νέου κουρέματος του χρέους, είτε της νέας μετάθεσης και επιμήκυνσης της αποπληρωμής του μαζί με μείωση των επιτοκίων, είτε μια κάλυψης με πρόσθετο δανεισμό, τον οποίο η Κομισιόν περιορίζει σε 4,5 δισ., ενώ το ΔΝΤ τον ανεβάζει στα 11 δισ.

Το αναπόφευκτο δίλημμα
Όποιοι, όμως, κι αν είναι οι αριθμοί, όποιο «μασάζ» κι αν επιλεγεί για να γίνουν πιο ανεκτοί, είναι βέβαιο ότι η νέα δόση «σωτηρίας» θα συνοδευτεί από νέο μνημόνιο, επισήμως το τρίτο (αν κι έχει χαθεί πια ο λογαριασμός). Εξίσου βέβαιο γίνεται ότι κάθε νέα δόση «σωτηρίας» έχει τέτοιας έκτασης καταστροφικά αποτελέσματα στον παραγωγικό ιστό, στη διάλυση του κράτους και στην κοινωνία, ώστε οποιαδήποτε κυβέρνηση διαδεχθεί το θλιβερό θίασο της δικομματικής θα έχει να αντιμετωπίσει ένα καθαρό, αναπόφευκτο δίλημμα: ή να υποταγεί στη συνταγή των πιστωτών ή να αρνηθεί από την πρώτη στιγμή την αποπληρωμή του χρέους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!