του Καρλ Χάινζ Ροθ*
Οι διαδικασίες της παγκόσμιας προλεταριοποίησης και αποπρολεταριοποίησης
Από τα τέλη του 18ου αιώνα, υπήρξαν ειδικές φάσεις προλεταριοποίησης και σχετικής απο-προλεταριοποίησης των κατώτερων τάξεων του παγκόσμιου πληθυσμού. Φάσεις οι οποίες προεξόφλησαν, εν μέρει, την παγκόσμια επέκταση του κεφαλαίου (πολιτική και κοινωνική μαζική μετανάστευση σε διηπειρωτικό επίπεδο) ή μπήκαν σε κίνηση ως συνέπειά της. Η τελευταία φάση μιας σχετικής απο-προλεταριοποίησης εμφανίστηκε στον κύκλο συσσώρευσης και ρύθμισης των δεκαετιών 1950 και 1960, ο οποίος κυριαρχήθηκε από το κοινωνικό κράτος και συνοδεύθηκε από την προσωρινή αποαποικιοποίηση της περιφέρειας. Από το 1973 και μετά η φάση αυτή αντικαθίσταται από ένα νέο κύμα παγκόσμιας επαναπρολεταριοποίησης, για την οποία πρέπει να ειπωθεί κάτι παραπάνω, δεδομένου ότι η εσωτερική σύνθεση τής παγκόσμιας εργατικής τάξης κατά την έναρξη της κρίσης αποκαλύπτει οπτικές για τις τωρινές δυνατότητες δράσης της.
Μέχρι σήμερα, η παγκόσμια τάξη των εργατριών και των εργατών συγκροτείται σε ένα «πεντάγωνο»: μαζικής φτώχειας και μαζικής ανεργίας, μικροαγροτικής οικονομίας συντήρησης, αυτοαπασχολούμενης εργασίας (μικροαγρότες, τεχνίτες και μικροέμποροι, ψευτο-αυτοαπασχολούμενοι εργάτες γνώσης), βιομηχανικής μισθωτής εργασίας και ανελεύθερων εργασιακών σχέσεων όλων των αποχρώσεων (σκλαβιά, δουλεία λόγω χρεών, χαμαλοδουλειά και συμβολαιακή εργασία, στρατιωτικοποιημένη και περιοριστική καταναγκαστική εργασία, μέχρι και τους φτωχούς εργάτες των μητροπόλεων που στερούνται ελευθερίας κίνησης
Ο πολυκόσμος της παγκόσμιας εργατικής τάξης
Η παγκόσμια εργατική τάξη δεν κυριαρχείται από την ελεύθερη μισθωτή εργασία, αλλά αποτελεί, από το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα, έναν πολύπλοκο κόσμο μέσα στον οποίο η βιομηχανική μισθωτή εργασία έπαιξε έναν σημαντικό και (προσωρινά σε πολιτικό επίπεδο) ηγεμονικό ρόλο, που όμως δεν είχε ποτέ την προοπτική να απορροφήσει τα υπόλοιπα τμήματα του προλεταριάτου ή/και να τα μετατρέψει σε έναν αμιγώς βιομηχανικό εφεδρικό στρατό. Μέχρι σήμερα, η παγκόσμια τάξη των εργατριών και των εργατών συγκροτείται σε ένα «πεντάγωνο»: μαζικής φτώχειας και μαζικής ανεργίας, μικροαγροτικής οικονομίας συντήρησης, αυτοαπασχολούμενης εργασίας (μικροαγρότες, τεχνίτες και μικροέμποροι, ψευτο-αυτοαπασχολούμενοι εργάτες γνώσης), βιομηχανικής μισθωτής εργασίας και ανελεύθερων εργασιακών σχέσεων όλων των αποχρώσεων (σκλαβιά, δουλεία λόγω χρεών, χαμαλοδουλειά και συμβολαιακή εργασία, στρατιωτικοποιημένη και περιοριστική καταναγκαστική εργασία, μέχρι και τους φτωχούς εργάτες των μητροπόλεων που στερούνται ελευθερίας κίνησης, όπως π.χ. στη Γερμανία οι παραλήπτες των εργασιακών μεταρρυθμίσεων της επιτροπής Hartz IV – στμ: επίδομα ανεργίας). Μεταξύ αυτών των τμημάτων της παγκόσμιας εργατικής τάξης, που στις διάφορες περιοχές του κόσμου συνυπάρχουν σε πολύ διαφορετικές αναλογίες, υπάρχουν περάσματα και δικτυώσεις: τα νήματά τους τέμνονται κυρίως στη μαζική μετανάστευση ανάμεσα στις προλεταριακές – μικροαγροτικές οικογενειακές σχέσεις αφενός και τις διηπειρωτικές υποκουλτούρες αφετέρου. Αναφερόμενοι στα νεανικά γραπτά του Μαρξ, θεωρούμε ότι η τάξη όσων δεν έχουν ιδιοκτησία είναι ο πιο σημαντικός παίκτης στην επικράτηση της κοινωνικής, οικονομικής, σεξουαλικής και εθνοτικής ισότητας. Κι αυτό, γιατί μόνο αυτή η τάξη είναι σε θέση, μέσα από τη γενική κατάργηση της ιδιοκτησίας, να καταργήσει τη διπλή αλλοτρίωση των ανθρώπων απέναντι στις έμπρακτες διαδικασίες της επιβίωσής τους και στην εργασία που τους αντιπαρατίθεται ως ξένη εξουσία –δηλ. ως κεφάλαιο. Γι’ αυτόν τον λόγο οι διαδικασίες ομογενοποίησης και σύγκλισης στο εσωτερικό του προλεταριακού πολυκόσμου αποτελούν το αποφασιστικό σημείο αναφοράς μας. Το ζήτημα, λοιπόν, δεν είναι μόνο η κατάργηση της μισθωτής εργασίας, αλλά και η κατάργηση κάθε είδους εκμετάλλευσης και κυριαρχίας, εξαιτίας των οποίων οι περισσότεροι άνθρωποι αναγκάζονται να εκχωρούν την εργατική τους δύναμη για να μπορέσουν να επιβιώσουν.
Η παρούσα κατάσταση της παγκόσμιας τάξης των εργατριών και των εργατών
Μέχρι εδώ είχαμε να κάνουμε με τις εννοιολογικές προϋποθέσεις. Με ποιον τρόπο, όμως, διαμορφώθηκαν οι εσωτερικές διαδικασίες της ταξικής συγκρότησης και διάσπασης στη διάρκεια του προηγούμενου κύκλου όπου εφαρμόστηκε η στρατηγική της υποαπασχόλησης και της επιταχυνόμενης εκμετάλλευσης; Ποιες είναι οι στοιχειώδεις ανάγκες επιβίωσης της παγκόσμιας εργατικής τάξης, και με ποιον τρόπο θα αποπειραθεί να τις υπερασπιστεί, απέναντι στην επανεμφανιζόμενη φάση της μαζικής ανεργίας και μαζικής φτώχειας; Θα έχει η τάξη (ή τουλάχιστον κάποια σημαντικά τμήματά της) τη δύναμη, να υπερβεί αυτές τις αμυντικές θέσεις και να θέσει στην ημερήσια διάταξη την κοινωνική και ισόνομη επανοικειοποίηση του κοινωνικού πλούτου;
Οι αγροτικές οικογένειες του Νότου
Σήμερα, οι αγροτικές οικογένειες του Νότου και κάποιων σημαντικών αναπτυσσόμενων χωρών αποτελούν ακόμα, με 2,8 δισ. ανθρώπους, εκ των οποίων 700 εκατομμύρια στην Κίνα, την πλειοψηφία της παγκόσμιας τάξης των εργατριών και εργατών. Αυτοί αναπαράγονται στις οικογενειακές οικονομίες συντήρησης τύπου Cajanov [1]. Όμως, αυτές οι σύνθετες δομές που υφαίνονται σε χωριάτικες κοινότητες και πελατειακά συστήματα, κινδυνεύουν όλο και περισσότερο και επιβιώνουν μόνο μέσω περιοδικών ή σταθερών εισοδημάτων εργασίας από μη γεωργικούς τομείς (ηπειρωτική και διηπειρωτική μετανάστευση εργασίας). Στη διάρκεια του προηγούμενου οικονομικού κύκλου οι αγροτικές οικογένειες του Νότου έχαναν όλο και περισσότερο τα βασικά μέσα επιβίωσης εξαιτίας της μετατροπής των πιο εύφορων εκτάσεων και καλλιεργήσιμων περιοχών σε μηχανοποιημένες μεγάλες φάρμες, εξαιτίας των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής και εξαιτίας της απαλλοτρίωσης εδαφών.
Μαζική μετανάστευση και μετανάστευση εργασίας
Τις προηγούμενες δεκαετίες εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι περιπλανήθηκαν σε ηπειρωτικό και διηπειρωτικό επίπεδο, προκειμένου να ξεφύγουν από τη μαζική ένδεια του τομέα συντήρησης και τη βαρβαρότητα των εμφυλιοπολεμικών ζωνών, ή για να ξεβαλτώσουν τις αγροτικές τους οικογένειες που έμειναν πίσω. Η μαζική μετανάστευση εντός της Κίνας, η μαζική μετανάστευση από τη Νοτιοανατολική και Νότια Ασία προς την περιοχή του Περσικού Κόλπου, από την Αφρική μέσω της Μεσογείου προς τη Νότια Ευρώπη, από την Ανατολική προς τη Δυτική Ευρώπη, και από τη Νότια και Κεντρική Αμερική προς τη Βόρεια Αμερική. Σήμερα, οι κατώτερες τάξεις των μητροπόλεων και πολλών αναπτυσσόμενων χωρών αποτελούνται, σε ποσοστό 10-20%, από μετανάστριες και μετανάστες. Επιπλέον, αρκετά μεταναστευτικά κύματα έχουν κοινά σημεία δημιουργώντας μια υπερσυνοριακή κουλτούρα στην καθημερινή ζωή, η οποία είναι πολύγλωσση και ιδιαίτερα ευφυής. Σ’ αυτήν την κουλτούρα, διάφορες τάσεις πολυπολιτισμικών ταυτοτήτων έχουν κοινά σημεία με προσπάθειες για μια εθνοτική ταυτότητα. Αυτές οι εξελίξεις διαμόρφωσαν αποφασιστικά τη διαδικασία προλεταριοποίησης των περασμένων δεκαετιών και σήμερα αποτελούν ένα από τα σημαντικότερα σημεία αναφοράς για την τωρινή παγκόσμια σύνθεση της εργατικής τάξης.
Η μαζική φτώχεια και οι παραοικονομίες των παραγκουπόλεων
Δεν τα καταφέρνουν όλοι, όσοι μεταναστεύουν από τις αγροτικές και εμφυλιοπολεμικές περιοχές, να εγκατασταθούν προσωρινά ή μόνιμα στις αναπτυσσόμενες και μητροπολιτικές χώρες. Σήμερα, αυτός ο παγκόσμιος πλεονάζων πληθυσμός ζει στις παραγκουπόλεις της περιφέρειας και πολλών αναπτυσσόμενων χωρών. Προωθεί διαδικασίες αστικοποίησης, που λαμβάνουν χώρα σχεδόν χωρίς βιομηχανοποίηση και χωρίς οικονομική ανάπτυξη. Η μαζική φτώχεια των παραγκουπόλεων επιβιώνει μέσα στις παραοικονομίες, στο περιθώριο λιμοκτονιών και μαζικών επιδημιών, και έρχεται αντιμέτωπη με ακραίες μορφές υπερεκμετάλλευσης, στις οποίες επικρατούν ανελεύθερες ή ψευτο-αυτοαπασχολούμενες σχέσεις εργασίας. Πρόκειται για πάνω από ένα δισεκατομμύριο ανθρώπους, που κατοικούν σε τεράστιες πυκνοκατοικημένες αστικές περιοχές, φυτοζωούν κατά μήκος μεταφορικών οδών και στις όχθες ποταμών των μητροπόλεων του Νότου, και εκτοπίζονται όλο και περισσότερο σε παράκτιες και ερημικές ζώνες που απειλούνται από φυσικές καταστροφές. Η μετάβαση προς τις αγροτικές οικονομίες συντήρησης και τα επικοινωνιακά κανάλια της μαζικής μετανάστευσης γίνεται όλο και πιο αβέβαιη. Υπάρχει φόβος, ότι η παρούσα παγκόσμια οικονομική κρίση θα επιταχύνει περαιτέρω αυτή τη γιγαντιαία διαδικασία γκετοποίησης. Ήδη τώρα, πληθαίνουν οι ενδείξεις, ότι η αστεακή μαζική φτώχεια, με τα κρυφά και φανερά καταλύματα για άστεγους και τα συσσίτια για τους άνεργους, αρχίζει να συνδιαμορφώνει και τις παγκόσμιες πόλεις του Βορρά.
Η νέα βιομηχανική εργατική τάξη των αναπτυσσόμενων χωρών
Η ανάπτυξη της νέας βιομηχανικής εργατικής τάξης στις αναπτυσσόμενες χώρες κατά τη διάρκεια των δύο προηγούμενων δεκαετιών άλλαξε αποφασιστικά την παγκόσμια ταξική σύνθεση. Στη διάρκεια και των δύο τελευταίων οικονομικών κύκλων, η τάξη απέκτησε ραγδαία αυξανόμενες διαδικασίες κατάρτισης και κατέκτησε σημαντικές εισοδηματικές αυξήσεις. Οι τομείς χαμηλής τεχνολογίας των δεκαετιών 1980 και 1990 μεταφέρθηκαν όλο και πιο πολύ στις γειτονικές χώρες της περιφέρειας, και μαζί μ’ αυτούς τους τομείς έγινε, επίσης, η μετεγκατάσταση της εργατικής τάξης του «επιμηκυμένου πάγκου εργασίας», ιδίως της κλωστοϋφαντουργίας και της βιομηχανίας καταναλωτικών αγαθών. Λόγω της ισοπεδωτικής τεχνολογικής διαφοράς και της ολοκληρωμένης, σε μεγάλο βαθμό, μετεγκατάστασης σημαντικών τομέων-κλειδιά (ναυπηγεία, αυτοκινητοβιομηχανία, βιομηχανία ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών, χημική βιομηχανία, κλωστοϋφαντουργία) η ταξική σύνθεση κινείτο όλο και πιο αλλεπάλληλα μεταξύ των αναπτυσσόμενων χωρών και των ανεπτυγμένων περιοχών του παγκόσμιου συστήματος. Αυτό ισχύει, επίσης, για τα επισφαλή τμήματα του εργαζόμενου πολυκόσμου: Ενώ στις αναδυόμενες οικονομίες αυτά τα τμήματα μειώνονταν, στις μητροπόλεις εξαπλώνονταν σημαντικά.
Σχετική αποβιομηχάνιση και επισφαλειοποίηση της εργατικής τάξης στα μέχρι τώρα κέντρα
Ο βιομηχανικός τομέας της μισθωτής εργασίας στις περιοχές της τριάδας (ΗΠΑ, Ευρώπη και Ιαπωνία) συρρικνώθηκε σε σημαντικό βαθμό τις προηγούμενες δεκαετίες. Συγχρόνως, άλλαξε δραματικά και η τεχνική σύνθεση αυτού του τομέα, αφού οι τεχνολογικές καινοτομίες παρέσυραν και άλλαξαν ριζικά όλους τους τομείς παραγωγής και υπηρεσιών. Κατά αυτόν τον τρόπο εξαφανίστηκαν πολλά τμήματα της εργατικής τάξης, ιδίως αυτά που είχαν εμπειρίες αγώνων και αντιστέκονταν (τυπογράφοι, κλασικοί χειρωνάκτες λιμενεργάτες) ή ακόμη και στις μεγάλες εθνικές οικονομίες μειώθηκαν σε λίγους εκατοντάδες χιλιάδες. Παράλληλα, οι επισφαλείς και φαινομενικά αυτοαπασχολούμενες εργασιακές δραστηριότητες έγιναν ένα ουσιαστικό στοιχείο της ταξικής σύνθεσης μέσα στις μητροπόλεις. Τα τελευταία χρόνια η υποχώρηση του εισοδήματος που προέρχεται από εργασία, έχει παρασύρει όλα τα τμήματα της τάξης, ακόμα και το λεγόμενο βασικό προσωπικό της μεγάλης βιομηχανίας. Κατά μέσο όρο, το ένα τέταρτο όλων όσων εξαναγκάζονται σε εξαρτημένη βιοποριστική εργασία δεν είναι πλέον σε θέση, παρά τους υπέρμακρους εργασιακούς χρόνους, να διατηρήσει το βιοτικό του επίπεδο πάνω από το όριο της φτώχειας.
Λόγω της ισοπεδωτικής τεχνολογικής διαφοράς και της ολοκληρωμένης, σε μεγάλο βαθμό, μετεγκατάστασης σημαντικών τομέων-κλειδιά (ναυπηγεία, αυτοκινητοβιομηχανία, βιομηχανία ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών, χημική βιομηχανία, κλωστοϋφαντουργία) η ταξική σύνθεση κινείτο όλο και πιο αλλεπάλληλα μεταξύ των αναπτυσσόμενων χωρών και των ανεπτυγμένων περιοχών του παγκόσμιου συστήματος
Τάσεις ομογενοποίησης και διάσπασης της παγκόσμιας
εργατικής τάξης
Συνολικά στον προηγούμενο οικονομικό κύκλο, οι τάσεις ομογενοποίησης και διάσπασης της παγκόσμιας εργατικής τάξης βρίσκονταν σε κάποια ισορροπία. Σε όλες τις περιοχές του παγκόσμιου συστήματος, οι μικρές αγροτικές οικονομίες συντήρησης κατέληξαν σε μια ενδεχομένως τελική κρίση και απελευθέρωσαν διαδικασίες μαζικής μετανάστευσης και διαμόρφωσης ενός παγκόσμιου πλεονάζοντος πληθυσμού. Οι διαδικασίες αυτές έδωσαν ένα εντελώς νέο πρόσωπο στην παγκόσμια τάξη των εργατριών και εργατών, το οποίο διαμορφώνεται κυρίως μέσα από διηπειρωτικές και διαπολιτισμικές νοοτροπίες. Μια διαδικασία ομογενοποίησης σε αντίθετη κατεύθυνση ξεκίνησε, επίσης, από τα μισθωτά και βιομηχανικά τμήματα της εργατικής τάξης, διαδικασία που οφειλόταν κυρίως στην (ολοκληρωμένη πια) περίοδο της λεγόμενης «περιφερειοποίησης» της μαζικής βιομηχανικής παραγωγής.
Αλλά και οι τάσεις διάσπασης ήταν σημαντικές. Αν και σε παγκόσμιο επίπεδο οι συνθήκες εργασίας και διαβίωσης χειροτέρευσαν, οι περιφερειακές διαφορές στο βιοτικό επίπεδο των προλετάριων μεγάλωσαν σημαντικά. Οι ευκαιρίες επιβίωσης ανάμεσα στους κατοίκους των παραγκουπόλεων που ζουν στο περιθώριο των υπονόμων και των σκουπιδότοπων, και στους πολυπολιτισμικούς επισφαλείς εργάτες των μητροπολιτικών «συνοικιών» διαφέρουν πάρα πολύ. Σ’ αυτό προστίθενται διάφορα στοιχεία μιας «αρνητικής» ομογενοποίησης, τα οποία ενισχύουν παγκοσμίως τις τάσεις προς την πατριαρχική και εθνοπολιτική οπισθοδρόμηση, όπως π.χ. η αυξανόμενη προσκόλληση στις θρησκευτικές υποσχέσεις, ή η υποταγή σε μαφιόζικες πελατειακές δομές. Ειδικά αυτές τις τάσεις δεν πρέπει να τις υποτιμάμε, γιατί παρεμποδίζουν σε σημαντικό βαθμό τις μελλοντικές δυνατότητες δράσης μας. […]
Συνολικά αναμένεται μια επιπλέον φουρνιά προλεταριοποίησης εξαιτίας της κρίσης, που ξεκινάει από το επερχόμενο νέο κύμα της μαζικής ανεργίας στα μέχρι τώρα κέντρα της κρίσης: ΗΠΑ, Ευρώπη και Ανατολική Ασία. Ακόμα μια φορά εκατομμύρια άνθρωποι υποβιβάζονται κοινωνικά. Πώς θα αντιδράσουν;
[1] Alexander Cajanov: Ρώσος γεωργο-οικονομολόγος ο οποίος στις αρχές του 20ου αιώνα περιέγραψε τη σημασία της αγροτικής οικογενειακής οικονομίας ακόμα και στην εποχή της βιομηχανίας.
* Το παραπάνω άρθρο είναι εκτεταμένο απόσπασμα σχετικής μελέτης του συγγραφέα.
Εντυπωσιακό
923 εκατομμύρια άνθρωποι ζουν σήμερα σε παραγκουπόλεις, αριθμός που αντιστοιχεί στο 31.6% του παγκόσμιου αστικού πληθυσμού.
Το 43% του αστικού πληθυσμού των αναπτυσσόμενων χωρών ζει σήμερα σε επισφαλείς παραγκουπόλεις (precarity slums) ή αλλιως squatter cities, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στις αναπτυγμένες χώρες είναι 6%, σύμφωνα με το Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών για τη Στέγαση. Μέχρι το 2050, ο ΟΗΕ εκτιμά πως ο παγκόσμιος πληθυσμός θα αγγίξει τα 9 δισ., από τα οποία περίπου τα 6 θα ζουν σε πόλεις και τα 3,5 σε ανθυγιεινές παραγκουπόλεις, χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα, νερό και εγκαταστάσεις υγιεινής.
Η Βομβάη, με 10 εκ. ή και περισσότερους άπορους καταληψίες γης και φτωχούς, κατέχει την πρώτη θέση ανάμεσα στις μητροπολιτικές περιοχές με παραγκουπόλεις. Ακολουθούν η Πόλη του Μεξικό και η Ντάκα, με περίπου 9 εκατ. κατοίκους η κάθε μια να ζουν σε παραγκουπόλεις και έπειτα το Λάγος, το Κάιρο, το Καράτσι η Κινσάσα-Μπραζαβίλ, το Σάο Πάολο, η Σανγκάη και το Δελχί με περίπου 6 εως 8 εκατ. φτωχούς κατοίκους.
Την περίοδο μεταξύ 1990 και 2001 ο πληθυσμός που μένει σε παραγκουπόλεις (slums) αυξήθηκε κατά 220 εκατομμύρια. Η αλματώδης αύξηση συνεχίζεται και από το 2001 έως το 2006 σ’ αυτόν τον πληθυσμό προστέθηκαν άλλα 200 εκατομμύρια (85% συνολική αύξηση). Τη μεγαλύτερη αύξηση παραγκουπόλεων την είχαν η Νότια και Ανατολική Ασία με τις μεγαλύτερες αυξήσεις να καταγράφονται στην Κίνα, την Ινδία και τη Νιγηρία.
Πηγή: www.blackout.gr