Της Έλενας Πατρικίου. O Λισιέν Λεβέν, ο νεαρός ήρωας του ομώνυμου μυθιστορήματος του Σταντάλ, δήλωνε πως στη δημοκρατική Αμερική θα έπληττε θανάσιμα «περιτριγυρισμένος από ανθρώπους δίκαιους και λογικούς, αλλά χοντροκομμένους, που σκέφτονται μόνο τα δολάρια». Ο ίδιος ο Σταντάλ, με τη λαμπερή και κυνική πολιτική του διαύγεια, δήλωνε πως θα προτιμούσε αναφανδόν να «κολακεύει τον κύριο Γκιζό παρά τον παπουτσή του».

Αλλά η ειρωνεία του Σταντάλ δεν είχε ουδέποτε ως στόχο το δυστυχή παπουτσή ή όποιον Λουί Βιτόν έφτιαχνε τις μπότες του ακαδημαϊκού, ου μην αλλά και πρωθυπουργού της συνταγματικής μοναρχίας, στη διάρκεια της οποίας πάμπολλοι πνευματικοί φελλοί εκόσμησαν τα σαλόνια της γαλλικής διανόησης και πολιτικής. Αν πρέπει να διατυπώνουμε κυριολεκτικώς τα αυτονόητα, η ειρωνεία του Σταντάλ είχε ως ισομοιρασμένο στόχο τόσο τη μορφωμένη μοναρχία του πολίτη βασιλιά Λουί Φιλίπ όσο και την αναδυόμενη αστική δημοκρατία των μεγαλεμπόρων των ΗΠΑ. Και σε καμία περίπτωση δεν έβαζε στο στόχαστρο τις λαϊκές (ή, έστω, μικροαστικές) μάζες, το εργατικό επαναστατικό Παρίσι που, από το 1789 ως το 1871, δεν κουράστηκε να γιορτάζει και να πεθαίνει στα οδοφράγματα.
Εσχάτως, κάποιοι καλοί φίλοι και κάποιοι καθόλου φίλοι (έως και εντελώς εχθροί), διανοούμενοι και πανεπιστημιακοί, ενοχλημένοι από τις αντιαισθητικές εκδηλώσεις του γιαουρτοπολέμου στον οποίο επιδίδονται πασίχαρες οι «μάζες», ανατριχιασμένοι από τη ρηχότητα και το διανοητικό αχταρμά της απολίτικης μπασκλασαρίας που επιμένει να συγκεντρώνεται στο Σύνταγμα και να παρακωλύει την απρόσκοπτη είσοδο και έξοδο του δημοκρατικού πολιτεύματος από τον ναό του Κοινοβουλίου, προβαίνουν σε διάφορες παροτρύνσεις και άλλες εξωθήσεις στην τόλμη. Οι προτροπές αυτές δεν απευθύνονται στον άνεργο λαό του Συντάγματος τον «υποκινούμενο από προσωπικά ή κομματικά συμφέροντα», αλλά στους εργώδεις επίορκους του συντάγματος, τους ανιδιοτελείς κινηματίες της πολιτικής μας πτώχευσης. Προτροπές για τόλμη και εγχέφρονα συνεργασία με τους Ευρωπαίους ανιδιοτελείς εταίρους και τους απανταχού ανιδιοτελείς τραπεζίτες. Καλύτερα να απευθύνεις ως πνευματώδης αυλικός τολμηρές παραινέσεις στον κάθε Γκιζό, παρά να ανοίγεις κουβέντες με μουτζώνοντες αγανακτισμένους όχλους. Καλύτερα Μαντάμ Σουσού, παρά Σταντάλ.
Γιατί όσοι 31 καταδέχονται να βάλουν την υπογραφή τους δίπλα στο όνομα του Στάθη Καλύβα, να μην ξεχνούν πως ο Σταντάλ, που τον παρακολουθούσαν άγρυπνα οι χαφιέδες όλων των αστυνομιών της Ιεράς Συμμαχίας, όχι μόνο είχε περπατήσει όλη τη διαδρομή Παρίσι-Μόσχα δίπλα στους αυτοκρατορικούς αετούς, αλλά είχε συρθεί μισοπεθαμένος όλα τα ατελείωτα χιλιόμετρα της νικημένης επιστροφής, μοιράζοντας συντροφικά την πείνα του με τους νεόκοπους στρατάρχες της Επανάστασης και τους «ξεβράκωτους» βασιλοκτόνους της Δημοκρατίας. Κι αν προσπάθησε απεγνωσμένα να κολακεύσει τον κάθε πομπώδη Γκιζό, η παταγώδης αποτυχία του στην κολακεία και η ταπεινωτική και άθλια μισθοδοτούμενη θέση του ως προξένου της Γαλλίας στην Τσιβίτα Βέκια, όχι μόνον δεν τον κατέστησε «κρατικοδίαιτο» διανοούμενο, μα παραμένει εσαεί μνημείο της πνευματικής, αισθητικής και πολιτικής του ακεραιότητας. Ποιοι από τους λογής 31, που αυταπατώνται νομίζοντας πως διακρίνουν τις αποχρώσεις του γκρίζου, έχουν να επιδείξουν αντίστοιχα «κόκκινα και μαύρα» διανοητικά και πολιτικά παράσημα;

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!