Ένα τεράστιο και ανεκμετάλλευτο κεφάλαιο για την Ελλάδα

Της Γιούλης Ιεραπετριτάκη*

 

Αποτελεί κοινοτυπία ο ισχυρισμός ότι η Ελλάδα στερείται πολιτικής για τον πολιτισμό. Εγώ θα ισχυριστώ το αντίθετο∙ το πολιτικό προσωπικό που κατείχε για δεκαετίες τη χώρα μας είχε την πολιτική του. Ποια ήταν αυτή; Η πολιτική της υποβάθμισης, της ασχήμιας, της πολεοδομικής βαρβαρότητας, του οικιστικού χάους, της λεηλασίας του εδάφους, της φτωχοποίησης του ελληνικού λαού με απώτερο στόχο το ξεπούλημα της ελληνικής γης στους δανειστές.

Υπηρετώντας πιστά αυτή την πολιτική δημιούργησαν πόλεις-τερατουργήματα, σταθερά προσανατολισμένες στην «αποκαθήλωση της μνήμης» και στη λήθη της πολιτιστικής μας ταυτότητας. Στο όνομα του εκσυγχρονισμού και της αδηφαγίας των κερδοσκόπων, μπαζώθηκε ένας πλούτος αιώνων – έγκλημα για το οποίο κανείς δεν έχει λογοδοτήσει μέχρι σήμερα. Με την πολιτική αυτή αποπαραγωγικοποιήθηκε και εκβαρβαρίστηκε ολόκληρη η χώρα. Το τραγικότερο, όμως, είναι ότι αυτή η καταστροφική για τον τόπο μας πορεία, αποκαλείται μέχρι σήμερα αναπτυξιακή πολιτική.

Το αντίθετο συμβαίνει: πρόκειται για το τέλος της ιδιοπροσωπίας πόλεων και οικισμών, για την ισοπεδωτική αποκρουστική ομογενοποίηση του χώρου, στον τόπο που γέννησε το πολιτισμικό πολιτικό επίτευγμα που ήταν η πόλις. Βρισκόμαστε απέναντι στην ύβρι, αν αναλογιστεί κανείς ότι η Αναγέννηση στην Ευρώπη τροφοδοτήθηκε από την ιδέα της ομορφιάς, του μέτρου, της ευτοπίας. Σύμφωνα μάλιστα με τους Έλληνες της κλασικής εποχής, η πόλις θεωρήθηκε το πέρασμα από το χάος στον κόσμο. Για τους Νεοέλληνες, δυστυχώς, και με όχημα αυτή την πολιτική, ήταν η μετάβαση προς τη νεοφιλελεύθερη ατοπία. Έναν κόσμο δηλαδή όπου οι άνθρωποι αποξενωμένοι από τα βιωματικά τους τοπία δίχως μνήμη και ταυτότητα πορεύονται σ’ ένα κοινωνικό-πολιτισμικό χάος, με τραγικές συνέπειες για την ψυχική τους ισορροπία.

Το 1954 ο μεγάλος αρχιτέκτονας, πάνω απ’ όλα όμως ο πνευματικός άνθρωπος Δημήτρης Πικιώνης, εκφράζοντας τον αποτροπιασμό του για την εικόνα που παρουσίαζε η Αθήνα της εποχής του έγραφε: «Χρέος είχαμε να τη φυλάξουμε ως κόρη οφθαλμού∙ τόσο περισσότερο όσο από τη φύση της γης ετούτης και του ουρανού, δεν μπορεί να αφαιρέσει κανείς τίποτε χωρίς να καταστρέψει την αρμονία των ισορροπημάτων που συνέχει το όλον. Αλλά είναι πια αργά. Τρισμέγιστη θα είναι η ενοχή μας. Όχι μονάχα έναντι του εαυτού μας, μα έναντι της μνήμης, των περασμένων, των μελλόντων και έναντι των λαών της οικουμένης».

 

Κυρίαρχος παραγωγικός πόρος

Ενώ, λοιπόν, στην Ελλάδα κυριάρχησε αυτή η συντεχνιακή ανήθικη πολιτική ως μονόδρομος για τη «θρυλούμενη» ανάπτυξη, στην Ευρώπη έχει ξεκινήσει από τη δεκαετία του ’70 ένας σοβαρός διάλογος γύρω από τον πολιτισμό ως κυρίαρχο παραγωγικό πόρο, ως πρότυπο μιας άλλης, βιώσιμης, αειφόρου ανάπτυξης που βλέπει στην προστασία της πολιτισμικής κληρονομιάς, άυλης και υλικής, στην ωραιοποίηση του τοπίου, στην παραγωγή εδάφους, στην αναστήλωση των μνημείων, στη δημιουργικότητα, στην έμπνευση, στον συμβολισμό, στην ομορφιά, τις θεμελιώδεις αρχές βιωσιμότητας για διαρκή παραγωγή πλούτου και ποιότητας ζωής των πολιτών. (Μιχάλης Χαραλαμπίδης, Ελληνική ποιότητα και ανάπτυξη. Εκδόσεις Στράβων).

Είναι καιρός να συνειδητοποιήσουμε πως η πολιτισμική κληρονομιά δεν είναι μια στατική έννοια συνδεδεμένη με το παρελθόν ή μια πολυτέλεια, ένα λούσο για να περνούν ευχάριστα τον καιρό τους οι πλούσιοι. Το αντίθετο μάλιστα. Σήμερα αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα πλεονεκτήματα της Ευρώπης. Αποφέρει αναρίθμητα οικονομικά, κοινωνικά, περιβαλλοντικά οφέλη, συμβάλλοντας στο αίσθημα του συνανήκειν και βέβαια σχετίζεται άμεσα με χιλιάδες θέσεις εργασίας. «Όλοι θα πρέπει να εργαζόμαστε για να συνδράμουμε ώστε κοινότητες και πολίτες να ιδιοποιηθούν αυτήν την κληρονομιά, να την καταστήσουν μέρος της καθημερινότητάς τους και πάνω απ’ όλα να τη διατηρήσουμε για τις μελλοντικές γενιές». Αυτό είναι το μήνυμα πολιτισμού που στέλνει σήμερα η Ευρώπη μέσω του επιτρόπου της Εuropa nostra με την ευκαιρία της απονομής των Βραβείων σε τρεις περιοχές της Ελλάδας (Κρήτη, Χίος, Ερμούπολη).

Έτσι, την ίδια στιγμή που εμείς καταναλώνουμε άσκοπα το χρόνο σε γραφειοκρατικές, χρονοβόρες διαδικασίες που μας απομακρύνουν από την ουσία και μας εμποδίζουν να πράξουμε το αυτονόητο, όπως ακριβώς να προστατεύσουμε και να αναδείξουμε in situ το περίφημο βυζαντινό σταυροδρόμι της «συμβασιλεύουσας», στη γειτονική μας Ιταλία πόλεις, οικισμοί, ιστορικά κέντρα, αγροτικά τοπία, περιφέρειες ολόκληρες ως πολιτιστικά διαμερίσματα κι ακόμη βουνά (Αίτνα), δέντρα μεμονωμένα, εθνικά πάρκα, είδη παραδοσιακής καλλιέργειας, τοπικά έθιμα, νησιά περιέρχονται υπό το καθεστώς προστασίας της Ουνέσκο για να σωθούν από τη θύελλα της αγοράς και την κακοήθη καταστροφικότητα του παγκοσμιοποιημένου κεφαλαίου.

Ήδη από το 2000 με τη Συνθήκη της Φλωρεντίας για το τοπίο τονίστηκε η κατεπείγουσα ανάγκη προστασίας και διαφύλαξης των πολιτιστικών τοπίων αλλά και των άυλων αξιών που εμπεριέχονται σ’ αυτά. Γιατί είναι τόσο σπουδαία; Γιατί μας «μιλούν», μας διηγούνται για τα «έργα και τις ημέρες» των προγενέστερων γενεών, για τις ασχολίες και τις πεποιθήσεις, τις δοξασίες τους. Γιατί ως αποτυπώματα της ανθρώπινης ιστορίας στο χώρο και το χρόνο, σήμερα αποτελούν τα σπουδαιότερα ιστορικά αρχεία που διαθέτουμε.

Είναι, με άλλα λόγια, ένα παλίμψηστο συμβόλων που καλούμαστε να ερμηνεύσουμε για να εισχωρήσουμε στην ιστορία, στην «αλήθεια του τόπου» και των ανθρώπων που κάποτε έζησαν και δημιούργησαν σ’ αυτόν.

Από την Αμερική ο σπουδαίος πολεοδόμος Κevin Lynch προτάσσει τη διαφύλαξη και προστασία κάθε στοιχείου που τροφοδοτεί τη μνήμη και την ιστορία ενός τόπου, σώζοντάς τον από την πορεία προς την εκμηδένιση, προς την ατοπία. (Eug.Turri – Viaggio verso Atopia).

Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για την Ελλάδα εξαιτίας ακριβώς του πλούτου και της ποικιλομορφίας των πολιτιστικών της αγαθών αλλά και των εξαιρετικών προοπτικών που προβάλλουν από την ηθική αξιοποίησή τους, χωρίς να χάσουν το δημόσιο χαρακτήρα τους αφού ανήκουν στον λαό και κατ’ επέκταση σε ολόκληρη την ανθρωπότητα. Οι επενδύσεις στον πολιτισμό είναι οι μόνες που δεν θα αποδημήσουν σε φορολογικούς παραδείσους, αλλά θα μείνουν στη χώρα μας.

 

Ο άνθρωπος και ο χώρος

Ο μεγάλος, λοιπόν, πόρος της Ελλάδας είναι ο τόπος, το τοπίο, τα σύμβολα και οι μνήμες που αυτά εμπεριέχουν. Όταν λοιπόν καταστρέφεις τους τόπους με τέτοια «λύσσα» όπως αυτή που γνωρίσαμε τα τελευταία χρόνια, καταστρέφεις την παραγωγή, την οικονομία, την κοινωνική ζωή και τελικά τον ίδιο σου τον εαυτό. Άλλωστε ο άνθρωπος, ως δημιούργημα του φυσικού του χώρου, δέχεται τις επιδράσεις του, συμπάσχει και σύμφωνα με τον Ιπποκράτη στο Περί αέρος, υδάτων και τόπων διαμορφώνεται από τις επιδράσεις αυτές. Αυτή, μάλιστα, η αλληλεπίδραση τόπων και ανθρώπων είναι τόσο έντονη, συνεχίζει ο Borges μιλώντας για την πατρίδα του, το Μπουένος Άιρες, ώστε να αποτυπώνεται ακόμα και στη φυσιογνωμία των ανθρώπων.

Ολόκληρη η χώρα, λόγω της πυκνότητας της Ιστορίας και των μνημείων της, αλλά και η σημασία που αυτά έχουν για την παγκόσμια κοινότητα, θα μπορούσαν να αναδειχθούν σε πολιτισμικά διαμερίσματα που θα έχουν ως στόχο την αναζωογόνηση του τεράστιου πολιτισμικού κεφαλαίου και θα το μετατρέπουν σε παραγωγικά, δημιουργικά πεδία ανάπτυξης. Τα διαμερίσματα αυτά δεν είναι μόνο επιχειρήσεις – είναι ιδέες, ιστορίες, αισθητική, αρχιτεκτονική, είναι στυλ ενσωματωμένα σε μια τοπική οικονομία. Ο πολιτισμός λοιπόν στον 21ο αιώνα μπορεί να αποτελέσει τον βασικότερο μοχλό ανάπτυξης που θα σύρει την Ελλάδα από το χάος που απειλεί να την «καταπιεί».

Χιλιάδες τόποι περιμένουν την αναβάθμισή τους, την επιστροφή τους στην ευτοπία, στη φιλόκαλλη αισθητική του μέτρου, της ευταξίας, της αρμονικής συνύπαρξης, για την ανάκτηση του εθνικού μας αυτοσεβασμού.

Όταν ένας λαός δεν σέβεται την κληρονομιά του δεν μπορεί να απαιτεί να τον σεβαστούν οι άλλοι. Κυρίως αυτοί που πληγώνονται βαθύτατα από αυτή τη λούμπεν ανάπτυξη που υπονομεύει ένα μεγάλο οικουμενικό πολιτισμό, που σήμερα περισσότερο από ποτέ έχει ανάγκη η Ευρώπη όπως επισημαίνουν όλοι οι πνευματικοί άνθρωποι της εποχής μας. Όταν δεν έχουμε συνειδητοποιήσει ότι ο κόσμος γύρω μας όχι μόνο ζει και δημιουργεί από αυτή την κληρονομιά των καθολικών αξιών, αλλά και επιστρέφει σ’ αυτήν κάθε φορά που κυοφορείται κάτι καινούργιο στον κόσμο, τότε τα αδιέξοδα μεγαλώνουν.

 

Ο εθνικός πολιτισμός ως στοιχείο προόδου

Χωρίς ίχνος εθνικισμού, τοπικισμού, πρέπει να συνδέσουμε δημιουργικά για το μέλλον της χώρας μας, τον πολιτιστικό κοσμοπολιτισμό, με τον πολιτικό διεθνισμό. Και αυτό το βήμα δεν μπορεί να γίνει χωρίς την αναγνώριση του δικαίου διατήρησης του εθνικού πολιτισμού ως στοιχείο πλούτου και προόδου και όχι προώθησης και συντήρησης μιας νέας παγκόσμιας κουλτούρας που επιχειρεί η ιμπεριαλιστική αποικιοκρατία, τόνιζε ο μεγάλος ελληνιστής αριστερός διανοούμενος, Κοστάντσο Πρέβε.

Μπροστά σ’ αυτή την ασύστολη προσπάθεια της Αμερικής να αυτοπροβληθεί ως o μοναδικός παγκόσμιος πολιτισμός, ο μεγαλύτερος εχθρός του οποίου είναι, βέβαια, η διαφορετικότητα και η ποικιλομορφία της εθνικής ταυτότητας, ποιο είναι το αντίδοτο;

Αγώνας για την ελευθερία, τη δημοκρατία, για έναν νέο ανθρωπιστικό ριζοσπαστισμό που θα μας ωθήσει να ζούμε ειρηνικά με τους λαούς γύρω μας, να υπερασπιζόμαστε τα απαράγραπτα δικαιώματά μας, να θεραπεύσουμε πληγές που ματώνουν και πάνω απ’ όλα να κρατήσουμε ζωντανές τις ψυχές μας!

Κι αν έχουμε αρκετή ζωντάνια, να φροντίσουμε ν’ αναπτύξουμε ό,τι πολύτιμο διαφυλάχθηκε από τις προηγούμενες γενιές, είτε χωρίς να το φροντίσει κανένας είτε μολονότι όλα τα στοιχεία βάλθηκαν να το χαλάσουν και δεν τα κατάφεραν, είτε γιατί κάποιοι άνθρωποι πολέμησαν γι’ αυτό!

Έτσι μόνο μπορούμε να ξαναγίνουμε Έλληνες Ευρωπαίοι. Με το να συνεισφέρουμε – όχι να δανειζόμαστε. «Με σεβασμό στις κατακτήσεις των άλλων και με τη συνείδηση ενός πλούτου που ένας κρυφός αγωγός εκχύνει αδιάκοπα» ( Οδ. Ελύτης, Γιάννης Τσαρούχης 1954)

Άλλωστε ο πολιτισμός, όπως γράφει ο Ελύτης στον Κήπο με τις αυταπάτες (1995) «περνάει όπως το ιώδιο από τις πονεμένες περιοχές για να τις γιάνει έως ότου κάποιος άλλος τραυματοποιός παρουσιαστεί και επαναληφθεί η ίδια ιστορία, κι έχει ο Θεός…».

Μέχρι στιγμής η δημόσια συζήτηση δεν έχει αφιερώσει την απαιτούμενη βαρύτητα στο θέμα, αφήνοντας έτσι αναξιοποίητο το μεγαλύτερο κεφάλαιο στον κόσμο. Το κάνουν πάντως άλλες χώρες γύρω μας με εξαιρετικά αποτελέσματα!

 

* Η Γιούλη Ιεραπετριτάκη είναι Ιστορικός-Αρχαιολόγος

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!