Αυτό που υπάρχει υπάρχει.
Αυτό που δεν υπάρχει είναι δυνατό.
Μόνο αυτό που δεν υπάρχει είναι δυνατό.
Απαιτούμε περισσότερα…
με… την γοητεία μας
  

Was Ist Ist (Ende Neu, 1996)

Το δυσπρόφερτο όνομα των Einstürzende Neubauten (Καταρρέοντα Νεόδμητα) δηλώνει με σαφήνεια, μέσω της αντιφατικότητάς του, την ταυτότητά τους.
Είναι σπάνιες οι περιπτώσεις που η φιλοσοφία ενός συγκροτήματος δεν εγγράφεται μόνο στους στίχους του, τις φωτογραφίες ή τα εξώφυλλα των δίσκων του, αλλά στον ίδιο του τον ήχο και τον τρόπο παραγωγής του. Οι ΕΝ είναι μία τέτοια περίπτωση, που προκαλεί, εδώ και 30 χρόνια, τις στερεότυπες απολήξεις των μουσικών κινημάτων που τους γέννησαν, συνεχίζοντας να παραβιάζει ακόμα και όρια που οι ίδιοι χάραξαν.
Ταυτόχρονα, η φιλοσοφία και πρακτική των ΕΝ ξεπερνάει κατά πολύ το πεδίο της μουσικής. Αποτελεί μία βαθιά κριτική και επανεπεξεργασία ευρύτερων καλλιτεχνικών ρευμάτων και μουσικών στιλ, αλλά προπάντων της ίδιας της νεωτερικότητας και του εικοστού αιώνα. Η τέχνη τους «κινούμενη διαρκώς» (Perpetual Mobile, 2005) δεν περιορίζεται από τις εκλεκτικές αναφορές σε προηγούμενα ρεύματα ριγμένα μέσα στο μεταμοντέρνο μπλέντερ της πολιτιστικής βιομηχανίας.
Όντως δεν υπάρχει καλύτερο σημείο να ξεκινήσει κανείς να παρουσιάζει τους ΕΝ από το όνομά τους.
Καταρρέοντα Νεόδμητα, ένα όνομα που απέκτησε διαστάσεις οιωνού όταν, λίγες βδομάδες μετά τις πρώτες εμφανίσεις τους, κατέρρευσε η οροφή του Κογκρέσου του (Δυτικού) Βερολίνου, σύμβολο του Γερμανο-Αμερικάνικου τομέα και της μεταπολεμικής του ιστορίας. Όμως ο όρος Neubauten (Νεόδμητα) αναφέρεται στα φθηνά ομοιογενή μαζικά κατασκευασμένα κτίρια που χτίστηκαν στην κατεστραμμένη Γερμανία και τη Δυτική και Ανατολική Ευρώπη, μεταπολεμικά. Αποτελεί, έτσι, κριτική της ουτοπίας της μοντέρνας «πόλης εργοστάσιο» όπου έπρεπε «να δούμε την κατοικία σαν μια μηχανή διαβίωσης ή εργαλείο» (Λε Κορμπιζιέ), αλλά και γενικότερα της αλλοτρίωσης του φορντικού πολιτισμού. Η κριτική της αρχιτεκτονικής (και φορμαλιστικής) δικτατορίας της νεωτερικότητας γίνεται εμφανής και στους τίτλους συλλογών τους: Strategies Against Architecture (1-3) (Στρατηγικές Ενάντια στην Αρχιτεκτονική) ή Anarchitektur (Αναρχιτεκτονική, 2005).
Οι ΕΝ διαμορφώθηκαν μέσα στο αποκαλυπτικό κλίμα (λόγω και της πυρηνικής απειλής) στα τέλη του ’70 – αρχές του ’80, και δη στο Δυτ. Βερολίνο όπου ζούσαν, και μέσα στην έκρηξη δημιουργικότητας που απελευθέρωσε η κριτική του πανκ στη μουσική βιομηχανία. Ο Alexander Hacke (μέλος των ΕΝ) περιγράφει το κλίμα λέγοντας: «όλοι πιστεύαμε ότι ο κόσμος θα τελείωνε το 1984. …Αυτός ήταν ένας ακόμη λόγος γιατί δεν μας ένοιαξε όταν το Τείχος έπεσε. Αντιθέτως: ακόμα και όταν το Τείχος έστεκε όρθιο εμείς το θέλαμε πίσω».
Το στοιχείο της επανοικιοποίησης όσων ο σύγχρονος πολιτισμός είχε απαλλοτριώσει από την δημιουργικότητα των ανθρώπων, ήταν βασικό σημείο της D.I.Y. (κάντο μόνος σου) αντίληψης της μετα-πανκ περιόδου, σαν δήλωση ανεξαρτησίας κι ελευθερίας. Με τη διαφορά ότι οι ΕΝ οδήγησαν αυτή την πρακτική σε νέα επίπεδα φτιάχνοντας μόνοι τους τα ίδια τα όργανά τους, κυριολεκτικά από τα απομεινάρια του βιομηχανικού πολιτισμού.
Συλλέγοντας κομμάτια μετάλλου και μηχανών από μάντρες, ξεκινώντας από την κατασκευή κρουστών έφτασαν να δημιουργούν όργανα εργοστασιακών διαστάσεων, που κάποια εκτίθενται πλέον στο Μουσείο Μουσικών Οργάνων του Βερολίνου. Δεν είναι τυχαίο που η μουσική τους, παραδόξως, ονομάστηκε industrial (βιομηχανική).
Η κριτική των ΕΝ προς το μουσικό κατεστημένο εμβάθυνε, μέσω της ιδιοποίησης της διαδικασίας παραγωγής των μέσων παραγωγής της μουσικής, με πρακτικές που θυμίζουν, πέρα απ’ το D.I.Y. και «το ροκ είναι νεκρό» του πανκ, τις επιθέσεις του γερμανικού Νταντά του μεσοπολέμου, και του αυστριακού Φλούξους του ’60 στην κατεστημένη τέχνη.
Αυτή ήταν η φύση της εποχής και η βασική ιδέα των Neubauten ήταν: «Θα σπρώξουμε τα όρια της μουσικής μέχρι να μην μείνει πλέον μουσική», λέει ο Blixa Bargeld, από τους ιδρυτές των ΕΝ. Και ο τίτλος του πρώτου τους άλμπουμ το δηλώνει καθαρά Kollaps (Κατάρρευση, 1980).
Αν η κράουτροκ των Can, Neu. Faust, κ.λπ. των αρχών του ’70, αντανακλούσε το αποκορύφωμα και το γιγαντισμό του βιομηχανικού πολιτισμού και αν σαν κριτική του αναπτύχθηκε στα μέσα του ’70 η τεχνο-ουτοπία των Kraftwerk, σαν συνέχεια όμως του νεοτερικού οράματος στο ρομποτικό του στάδιο, οι ΕΝ ήρθαν για να εκφράσουν την (πολύ πιο πραγματική) αποσύνθεσή του. Έτσι, οι επιρροές (τους) αυτές στέκονταν εκεί μόνο για να αποδομηθούν.
Η τακτική αποδόμησης και επανεφεύρεσης της μουσικής και του εαυτού τους (συνηθιζόταν τότε, στο Βερολίνο και αλλού, τα μέλη της σκηνής να αλλάζουν ονόματα υιοθετώντας νέες προσωπικότητες, εξού και ο κύριος Bargeld, άλλως Christian Emmerich), ορίζει την αισθητική πρακτική των ΕΝ σαν μία διαδικασία «καταστροφικής δημιουργίας» (Νίτσε), όπου η διαλεκτική σύνθεση του παλιού και του νέου είναι μάλλον σύμπτωμα της σύγκρουσής τους παρά αυτοσκοπός. Έτσι, στα τραγούδια των ΕΝ προηχογραφημένοι ή φυσικά παραγόμενοι ήχοι μηχανών συγκρούονται με ήχους μουσικών οργάνων, ο θόρυβος με την αρμονία, ο δυνατός ήχος με την σιωπή, που μπορεί να αποδειχτεί το ίδιο «ενοχλητική». Τον ήχο καθορίζει η αντίθεση και η εγκοπή του ιεροτελεστικού βιομηχανικού ρυθμού των τραγουδιών τους.
Πέρα από το ότι οι ΕΝ αποτελούν αναφορά για μια σειρά μουσικά ρεύματα (industrial, noise κ.λπ.) και για πρακτικές χρήσης του ήχου σαν τέχνη (sound art, sound performance) και πέρα από τις συνεργασίες μελών τους με άλλα σχήματα, η δράση τους επεκτάθηκε στο θέατρο, σαν συνθέτες μουσικής και ηθοποιοί, με μεγάλους σκηνοθέτες (Heiner Müller, Peter Zadek κ.ά.) και στον κινηματογράφο (Wim Wenders, Fatih Akin).
Τελευταίο επεισόδιο της προσπάθειάς τους για αναίρεση των ορίων της μουσικής δημιουργίας αποτελεί το πρόγραμμά τους Supporters (από το 2002). Μετατρέποντας τον ιστότοπό τους www.neubauten.org σε χώρο διαδραστικής και συμμετοχικής δημιουργίας, οι ακροατές μπορούν να σχολιάζουν ή να συμβάλουν με δικούς τους ήχους κατά τη σύνθεση των τραγουδιών. Οι ΕΝ ηχογράφησαν τρία μέχρι στιγμής άλμπουμ με αυτό τον τρόπο, που διέθεσαν μόνο μέσω της σελίδας τους. Άλλωστε, μετά τον πειραματισμό με το πρόγραμμα τους Masterhaus, έχουν προχωρήσει στην πλήρη ανεξαρτησία τους από τις μουσικές εταιρίες διακινώντας μόνοι το έργο τους.
Για κάποιους μετά τη στροφή του Tabula Rasa (1993) θεωρείται ότι ο ήχος τους έχει δαμαστεί και ηρεμήσει. «Με ρώτησαν, “δηλαδή δεν καταστρέφεται πράγματα πάνω στη σκηνή πια;” Απάντησα, “καταστρέφουμε τις προκαταλήψεις του κοινού μας”» δηλώνει ο Bargeld, ενώ το προτελευταίο άλμπουμ τους τα θέτει Alles Wieder Offen (Όλα Ανοιχτά Ξανά, 2007).
Οι Einstürzende Neubauten, εμφανίζονται στην Αθήνα στις 30-31 Οκτώβρη. Την πρώτη μέρα θα παίξουν ζωντανά, ενώ τη δεύτερη θα παρουσιάσουν ένα σόου από τα διάφορα πεδία της δημιουργικής τους δουλειάς.
Χρήστος Γιοβανόπουλος

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!