του Νίκου Μάλλιαρη*

Εδώ και αρκετό καιρό, ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Γιώργος Λογοθέτης συγκεντρώνει ένα ανεκτίμητο υλικό, με στόχο φέτος που συμπληρώνονται 100 χρόνια από τη γέννηση του Μ. Θεοδωράκη, να προχωρήσει στην έκδοση ενός βιβλίου-λευκώματος με τίτλο «Ο παγκόσμιος Μίκης Θεοδωράκης». Προδημοσιεύουμε σήμερα ένα από τα κεφάλαια, το οποίο βασίζεται στην έρευνα του Νίκου Μάλλιαρη για τη σχέση του μεγάλου μουσικοσυνθέτη με το ποδόσφαιρο. Σημειώνουμε ότι ο Γιώργος Λογοθέτης έχει γράψει και τη βιογραφία του Μίκη Θεοδωράκη με τίτλο «Θρησκεία μου είναι η Ελλάδα» που έχει μεταφραστεί στην αγγλική, κινέζικη και ρωσική γλώσσα.

Δυστυχώς στη χώρα μας η… υψηλή διανόηση θεωρεί το ποδόσφαιρο ως το… όπιον του «λαουτζίκου». Αντιθέτως, εγώ το αγαπώ και το θαυμάζω, γιατί το θεωρώ όχι μόνο σωματική άσκηση υψηλού βαθμού αλλά και πνευματική προσπάθεια ξεχωριστή, μιας και ο ποδοσφαιριστής έχει ελάχιστα δευτερόλεπτα για να πάρει τη σωστή, κάθε φορά, απόφαση. Αυτός ο συνδυασμός είναι που δημιουργεί τα σύγχρονα ινδάλματα των εκατομμυρίων οπαδών που γεμίζουν τα στάδια σε όλα τα μέρη του κόσμου.
Μ. Θεοδωράκης

Από μικρό παιδί ο Μίκης αγάπησε το ποδόσφαιρο. Μάλιστα, όταν ήταν δέκα χρονών, επέλεξε για ομάδα του τον Ολυμπιακό. Τέσσερα χρόνια αργότερα εντάχθηκε στον Ηρακλή, την τοπική ομάδα του Πύργου Ηλείας, με την οποία αγωνίστηκε. Σε μεταγενέστερη φάση της ζωής του, κατά τις δεκαετίες του ’50 και του ’60 πήγαινε πλέον στο γήπεδο ως φίλαθλος, για να παρακολουθήσει αγώνες του Ολυμπιακού, τον οποίο λάτρευε, ενώ, μέχρι το τέλος της ζωής του, συνέχιζε να τονίζει ότι άλλαξε πολλά στη ζωή του, ποτέ όμως την ομάδα που υποστήριζε. Να σημειωθεί, φυσικά, ότι δεν ήταν οπαδός μονάχα του Ολυμπιακού, αλλά και της Εθνικής Ελλάδος.

Ο Μίκης ήταν ένας από τους ελάχιστους στον κόσμο της πολιτικής και δη της Αριστεράς που ήταν τόσο γνωστός για το φίλαθλο πνεύμα και την ειλικρινή του αγάπη όχι μονάχα για το ποδόσφαιρο, γενικώς, μα και για τους ποδοσφαιριστές και τους αθλητές, ειδικότερα. Ήταν, δε, ένας από τους ελάχιστους που είχε επίγνωση της ιδεολογικής και κοινωνιολογικής σπουδαιότητας αλλά και πολιτικής σημασίας του αθλήματος, και γι’ αυτό ενδιαφερόταν να συμβάλλει στην απαλλαγή του από τις παθογένειες που του προκαλούν όλοι όσοι το χρησιμοποιούν για την προώθηση κι εξυπηρέτηση κάθε είδους συμφερόντων, αντί να το υπηρετούν με αίσθημα ευθύνης. Έλεγε χαρακτηριστικά: «Είναι απαράδεκτο στους μεγάλους ελληνικούς συλλόγους να μην μπορούν να γίνουν διοικητικά μέλη οι παλαιοί αθλητές, από την προσφορά των οποίων οι “μεγάλοι” απέκτησαν τη δόξα και την όμορφη ιστορία τους». (1)

Στις 19 Δεκεμβρίου 2003, σε μια ειδική βραδιά, ο Μίκης συναντήθηκε στο Χίλτον με περισσότερους από 50 κορυφαίους Έλληνες ποδοσφαιριστές από διαφορετικές εποχές. Στη συνάντηση αυτή, δήλωσε χαρακτηριστικά: «Στη σκηνή μας στη Μακρόνησο ήμασταν μοιρασμένοι Ολυμπιακοί-Παναθηναϊκοί. Και όμως παλεύαμε μαζί για τα ιδανικά μας. Υποτιμούν το ποδόσφαιρο, ενώ είναι βάση σε μια κοινωνία. Πρώτα παίζεις μπάλα και επιλέγεις ομάδα και μετά γίνεσαι γιατρός, δικηγόρος ή αποκτάς οποιοδήποτε άλλο επάγγελμα ή και κόμμα» (2). Όπως σημείωνε μετά τη βραδιά αυτή, σε μια συγκινητικά φορτισμένη επιστολή που μου έστειλε, ένιωσε «αλησμόνητη χαρά», εξομολογούμενος, χαρακτηριστικά: «σπάνια στη ζωή μου υπήρξα τόσο συγκινημένος και ευτυχής».

Αυτό που θαύμαζε στους Διεθνείς μας ήταν πως επρόκειτο, κατά τα λεγόμενά του, για παιδιά λαϊκής καταγωγής, που διακρίνονταν ταυτοχρόνως από λεβεντιά αλλά και σεμνότητα, είχαν αγάπη για τον ιδιαίτερο τόπο καταγωγής τους αλλά και για την πατρίδα, καταφέρνοντας έτσι να γίνουν λαϊκά είδωλα, υπερνικώντας τις πολιτικές, οπαδικές, μορφωτικές και γεωγραφικές διαφορές. Κι ακριβώς αυτή η ιδιότητα των μεγάλων ποδοσφαιριστών, που τους επέτρεπε να κερδίζουν μια καθολική αναγνώριση που υπερβαίνει τις οπαδικές ή κομματικές προτιμήσεις, είναι που τον συγκινούσε ιδιαίτερα: Διότι πρόκειται για το στοιχείο που δεν έβρισκε στον χώρο της πολιτικής και ειδικά στην Αριστερά, όπου ο ίδιος κινούνταν. Ζητούμενο για τον ίδιο υπήρξε πάντοτε η ενότητα, η βασισμένη στη συντροφικότητα και στον κοινό αγώνα. Αντιθέτως, αυτό που διαρκώς εισέπραττε ή ένιωθε πως εισπράττει μέσα στους πολιτικούς κύκλους και τις οργανώσεις όπου δραστηριοποιούνταν πολιτικά, ήταν η ματαίωση κάθε τέτοιου οράματος λόγω των διαρκών διασπάσεων, συντροφικών μαχαιρωμάτων, ενδοκομματικών ερίδων κι ανταγωνισμών.

Συνάντηση του Μίκη Θεοδωράκη στο σπίτι του με παλαίμαχους ποδοσφαιριστές, τον Δεκέμβριο του 2011. Μαζί του οι Μάλλιαρης, Σαργκάνης, Λουκανίδης, Τζόρτζεβιτς, Παπαϊωάννου και Δαρίβας.

Αυτό εξηγεί και το γεγονός πως, όταν, τον Ιανουάριο του 2012, στην αρχή της μνημονιακής περιόδου, κατόπιν δικής του πρόσκλησης, τον επισκέφθηκαν οι Τραϊανός Δέλλας, Ντέμης Νικολαΐδης, Γιώργος Καραγκούνης, Κώστας Κατσουράνης και Τάκης Φύσσας, ο Μίκης «τούς κάλεσε να συμμετάσχουν και αυτοί στις προσπάθειες κοινωνικής ευαισθητοποίησης και την οργάνωση της παλλαϊκής αντίστασης που έχει ήδη ξεκινήσει, προκειμένου η κρίση που βιώνουμε να φτάσει σε ένα τέλος», διαβάζοντάς τους τη διακήρυξη της Ενιαίας Λαϊκής Δημοκρατικής Αντίστασης (Ε.ΛΑ.Δ.Α), την οποία είχε τότε ιδρύσει, και προσφέροντάς τους ένα αντίτυπο από το βιβλίο του, «Σπίθα για μια Ελλάδα ανεξάρτητη και δυνατή» (3). Για τον Μίκη, οι νίκες των Διεθνών ενάντια στους Μεγάλους του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου, έπρεπε ν’ αποτελέσουν σύμβολο και έμπνευση για τον αγώνα του ελληνικού λαού ενάντια στην Τρόικα και τα ισχυρά κράτη της Δύσης.

Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως η αγάπη του για το ποδόσφαιρο αναγνωρίστηκε επανειλημμένως από τους ανθρώπους του αθλήματος. Δεν πρόκειται μονάχα για τις συναντήσεις του με παλιές μεγάλες δόξες των γηπέδων (όπως στην εκδήλωση του 2003), για την επίσκεψη των Διεθνών στο σπίτι του το 2012, ή για το γεγονός πως, τον Οκτώβριο του 2003, παρουσία του Μίκη στις κερκίδες του σταδίου της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, πριν από την έναρξη της αναμέτρησης της Εθνικής με τη Βόρειο Ιρλανδία, ανακρούστηκε ο ύμνος που έγραψε ο ίδιος ειδικά για την Εθνική μας ομάδα. Τον Ιούλιο του 2004, του προτάθηκε να γραφτεί μέλος της ερασιτεχνικής ομάδας της Καισαριανής «Αστέρας 2004», ενός σωματείου που πρέσβευε το φίλαθλο πνεύμα και τη σύζευξη αθλητισμού και πολιτισμού, όπως και έγινε ανήμερα των εβδομηκοστών ένατων γενεθλίων του. Τον Σεπτέμβριο του 2011, στο Παγκρήτιο Στάδιο του Ηρακλείου, η ομάδα του Εργοτέλη τίμησε τον Μίκη, κατά τη διάρκεια συναυλίας του, αναγνωρίζοντας το γεγονός πως τον Αύγουστο του 1966 είχε διοργανωθεί μεγάλη συναυλία του στο στάδιο του συλλόγου, μιας και την εποχή εκείνη το κράτος απαγόρευε τη διάθεση δημόσιων σταδίων για τον σκοπό αυτό. Να σημειωθεί ότι ο σύλλογος υπέστη αντίποινα από τη Χούντα για την επιλογή του αυτή, εφόσον, λίγους μήνες αργότερα, το καθεστώς διέλυσε τη διοίκηση της ομάδας και την υποβίβασε στο τοπικό πρωτάθλημα. Αντίστοιχα, το 2015, ο Ολυμπιακός αφιέρωσε στον Μίκη το 42ο πρωτάθλημα Ελλάδος που κατέκτησε τη χρονιά εκείνη, τιμώντας τον με την προβολή ειδικού βίντεο στο Στάδιο Καραϊσκάκη, καθώς τα ενενηντάχρονά του συνέπεσαν μ’ εκείνα της αγαπημένης του ομάδας.

Χωρίς ίχνος λόγιας έπαρσης ή ελιτισμού, ο Μίκης έσκυψε πάνω από το ποδόσφαιρο και συνειδητοποίησε πως αποτελεί πραγματικό σύμβολο του τρόπου με τον οποίον ο ίδιος αντιλαμβανόταν την πολιτική και την κοινωνία: Ως ένα άθλημα κι ένα παιχνίδι που επιτρέπει σ’ ένα σύνολο ανθρώπων οι οποίοι συνεργάζονται για έναν κοινό σκοπό, να επιτυγχάνουν την Ενότητα και την Αρμονία. Γι’ αυτό και δε σταμάτησε να δηλώνει την αγάπη του γι’ αυτό, τονίζοντας διαρκώς το δέος που του ενέπνεαν οι «μύθοι» και τα «λαϊκά ινδάλματα» που ήταν για εκείνον οι μεγάλοι ποδοσφαιριστές: από τους Ανδριανόπουλους, τον Βάζο και τον Συμεωνίδη μέχρι τους Δαρίβα, Λουκανίδη, Παπαϊωάννου, τον Δομάζο, τον Κούδα, τον Σιδέρη, τον Δεληκάρη και τόσους άλλους.

(1) «Ο Μ. Θεοδωράκης εξομολογείται: “λατρεύω τον Ολυμπιακό από τα παιδικά μου χρόνια!”», συνέντευξη στο Φως, 30/9/1965.

(2) «Μια βραδιά με τα αστέρια…», εφημερίδα Goal, 29/7/2005.

(3) «Ο Μίκης και οι θριαμβευτές του EURO 2004», www.aek365.org, 30/1/2012.

* Ο Νίκος Μάλλιαρης είναι βετεράνος ποδοσφαιριστής, υπήρξε επί σειρά ετών μέλος των διοικήσεων του ΠΣΑΠ και είναι πρόεδρος της πανελλήνιας πρωτοβουλίας φίλων ποδοσφαίρου «Επίσκυρον».

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!