Διαβάζοντας το συγκλονιστικό βιβλίο του μεγάλου Βρετανού Ιστορικού G.E.M. De Ste. Croix «Ο Ταξικός Αγώνας Στον Αρχαίο Ελληνικό Κόσμο» – έναν τομέα που, ειρήσθω εν παρόδω, δεν έχουν ασχοληθεί επαρκώς ο μαρξιστές Ιστορικοί
αν και ασχολήθηκε επισταμένως ο Μαρξ. Μια από τις ευφυέστερες παρατηρήσεις του οποίου είναι ότι «η σχέση μισθωτής εργασίας εμφανίζεται για πρώτη φορά στη μισθοφορία των στρατιωτών» στην ελληνιστική, ρωμαϊκή και υστερορωμαϊκή περίοδο.
Και προσθέτει ο Μαρξ: «Εδώ έχουμε μια ελεύθερη πώληση εργασίας από μέρος του στρατιώτη.» Και επισημαίνει: «Το κράτος όμως δεν την αγοράζει με σκοπό την παραγωγή αξιών (σ.σ. όπως στον καπιταλισμό). Κι έτσι μολονότι η μορφή του μισθού φαίνεται να συναντάται αρχικά στους στρατούς, το σύστημα αυτό της αμοιβής είναι ουσιαστικά διαφορετικό από τον μισθό της εργασίας. Υπάρχει κάποια ομοιότητα στο γεγονός ότι το κράτος ξεθεώνει τον στρατό για να κερδίζει δύναμη και πλούτο.» Και όντως είναι αλήθεια ότι οι μισθωτοί στρατιώτες, όταν δεν πολεμούσαν, λειτουργούσαν ως μισθωτοί εργάτες για την κατασκευή υδραγωγείων, δρόμων και άλλων δημοσίων έργων τεράστιας αξίας.
***
Στο ογκώδες αυτό έργο (840 σελίδες, εκδ. ΡΑΠΠΑ) ο Τζ.Ε.Μ. ΝΤΕ ΣΑΙΝΤ ΚΡΟΥΑ ήδη από τον πρόλογο αποκαλύπτει έναν Μαρξ, μεγάλον ελληνιστή – πράγμα πασίγνωστο στους διεθνείς ακαδημαϊκούς κύκλους (μαρξιστών και όχι), αλλά όχι ιδιαιτέρως γνωστό στην πολιτική κονίστρα διεθνώς, και πάντως εξαιρετικά υποβαθμισμένο στον παρ’ ημίν Μαρξισμό σε όλους του τους τομείς, πολιτικό, κοινωνιολογικό, οικονομικό, φιλοσοφικό.
«Ο Ταξικός Αγώνας Στον Αρχαίο Ελληνικό Κόσμο» καλύπτει μια μακρά περίοδο από τον 8ον αιώνα π.Χ. έως τον 7ον αιώνα μ.Χ. ως μια μάλιστα ενιαία περίοδο, χωρίς τη σχολαστική περιοδολόγηση – και σ’ αυτό πρωτοπόρος ο Μαρξ!
Όλο το έργο είναι διάστικτο από τις παρατηρήσεις του Μαρξ για τις τάξεις στην Αρχαιότητα (γαιοκτήμονες, γεωργοί, ναυτικοί, τεχνίτες, τεχνουργοί, έμποροι, χρηματιστές κ.ά.) και τις κοινωνικές-οικονομικές σχέσεις μεταξύ τους (ελεύθεροι, μέτοικοι, δούλοι, πλούσιοι, φτωχοί, μισθωτοί, κ.ά.). Οι αναλογίες που ανακαλύπτει-αποκαλύπτει ο Μαρξ είναι σημαντικές για την ανθρώπινη φύση, τη φιλοσοφία, τις τέχνες, την πολιτική μέσα στη διαχρονία των ταξικών σχέσεων.
…………………..
Μέσα σε αυτόν τον περιορισμένο χώρο επισημαίνω ελάχιστα: Εν πρώτοις ο Μαρξ θεωρούσε μεγαλύτερο όλων των Φιλοσόφων τον Αριστοτέλη «για τον οποίο, σ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του, μιλούσε με λόγια σεβασμού και θαυμασμού, που δεν χρησιμοποιούσε για κανέναν άλλον στοχαστή, παρά μόνον –ίσως– για τον Χέγκελ».
(«Στον α΄ τόμο του Κεφαλαίου αναφέρεται στη “λάμψη της μεγαλοφυΐας του Αριστοτέλη” και τον αποκαλεί “γίγαντα της σκέψης” – ενώ καθ’ όλην την διάρκεια της ζωής του επέστρεφε στην αρχαία ελληνική γραμματεία, λέγοντας λόγου χάριν για τον Προμηθέα του Αισχύλου ότι “είναι ο πιο έξοχος άγιος και μάρτυρας του φιλοσοφικού χρονολογίου”»)
Ο Μαρξ εκτός από τα γερμανικά «διάβαζε στο πρωτότυπο αγγλικά, γαλλικά, λατινικά, ελληνικά, αλλά και ιταλικά, ισπανικά και ρώσικα». Σε μια επιστολή του στον Ένγκελς γράφει: «Για να ξεκουράζομαι τα απογεύματα βάλθηκα να διαβάζω τον Αππιανό για τους ρωμαϊκούς εμφυλίους πολέμους στο ελληνικό πρωτότυπο», ενώ συνεχώς διαβάζει τον Θουκυδίδη – «αυτοί οι αρχαίοι συγγραφείς τουλάχιστον μένουν πάντα νέοι».
Τέλος, σ’ αυτόν εδώ τον μικρό χώρο παραθέτω τον Ντε Σαιντ Κρουά να γράφει: «Ο Μαρξ αναφέρεται συχνά σε Έλληνες συγγραφείς (συχνότερα στο πρωτότυπο παρά σε μετάφραση) καθώς και Λατίνους συγγραφείς, σε κάθε λογής συμφραζόμενα: Αισχύλο, Αππιανό, Αριστοτέλη, Αθήναιο, Δημόκριτο, Διόδωρο, Διονύσιο Αλικαρνασσέα, Επίκουρο, Ηρόδοτο, Ησίοδο, Όμηρο, Ισοκράτη, Λουκιανό, Πίνδαρο, Πλούταρχο, Σέξτο Εμπειρικό, Σοφοκλή, Στράβωνα, Θουκυδίδη, Ξενοφώντα κ.ά.»…
***
Τώρα, βεβαίως, θα μου επιτρέψετε μια προσωπική παρατήρηση: Αν κάποιος από τους χυδαίους «μαρξιστές» της μετανεωτερικότητας ή τους αδίστακτα αδιάβαστους Ιστορικούς μας (όσους κάνουν κουμάντο στα ΑΕΙ) διάβαζε όλα αυτά (κι άλλα πολύ περισσότερα) για τον Μαρξ χωρίς να γνωρίζει ότι τα λέει ο Ντε Σαιντ Κρουά, θα αποφαινόταν ότι αυτός που τα λέει αυτά (ο Μαρξ δηλαδή) είναι ένας «αρχαιόπληκτος», ακόμα κι «εθνικιστής» και πάντως ένας «λευκός άνδρας εξουσιαστής» και άλλα συναφή.
Τέτοια η αγραμματοσύνη και η αμάθεια! Και η σκοπιμότητα – τίποτα γαρ δεν είναι «αθώο» για όσους κάνουν ότι δεν ξέρουν όσα όφειλαν να γνωρίζουν! Πόσω μάλλον όταν τα αποδομούν με αφορισμούς που αναλογούν σε ένα Ιερατείο ή σε περιπλανώμενες μάγισσες και επικίνδυνους αλχημιστές.
……………….
Δεν γνωρίζω αν σε παλαιότερες εποχές αυτή η (θεμελιώδης) πλευρά του Μαρξ ήταν γνωστή στους εν Ελλάδι Μαρξιστές, αλλά και αν ήταν ουδέποτε (εξ όσων γνωρίζω) αναδύθηκε ως σημαίνουσα, καθοριστική και επιδραστική πλευρά του Μαρξισμού.
Ίσως επειδή καθώς ο ίδιος ο Μαρξ (πάλι) έλεγε ήδη από το 1870: «Το μόνο που εγώ ξέρω, είναι πως δεν είμαι μαρξιστής.»
[Ή όπως ο Γερμανός ποιητής H.M. Enzeberger έγραψε σε ένα ποιηματάκι του με τίτλο Karl Heinrich Marx:
«Σε βλέπω προδομένο
από τους οπαδούς σου‧
μονάχα οι οχτροί σου
………………..
Γηράσκω αεί διδασκόμενος (και) Μαρξισμό.
ΣΤΑΘΗΣ Σ.
27•XI•2024