Του  Όμηρου Ταχμαζίδη

Μέρες που είναι, ο νους μας, εμάς τους Θεσσαλονικείς, στρέφεται στα γεγονότα του Μάη του ΄36. Πρόκειται για ένα κομβικό σημείο στην πολιτική και κοινωνική ιστορία της Θεσσαλονίκης και της χώρας. Ένα αρνητικό «συμβάν».

Αλλά, παρά το χρόνο που κύλησε, δεν υπάρχουν εκτεταμένες επιστημονικές μελέτες για τα ιδιάζοντα χαρακτηριστικά εκείνης της εργατικής τάξης. Και, φυσικά, δεν έχουν διερευνηθεί οι πολιτικές και κοινωνικές προϋποθέσεις που διασφάλισαν σε αυτή τη νεοπαγή εργατική τάξη τη συνοχή και τον ταξικό προσανατολισμό στις αναζητήσεις της, που την απομάκρυναν από τον εθνικισμό και κυρίως τον αντισημιτισμό, βασικό ιδεολογικό χαρακτηριστικό μεγάλων τμημάτων της οργανικής διανόησης του ελληνικού κράτους και μικροαστικών στρωμάτων της κοινωνίας της Θεσσαλονίκης στον Μεσοπόλεμο.

Τα ερωτήματα που θα μπορούσαν να απασχολήσουν την καχεκτική έως ανύπακτη ιστοριογραφία της περιόδου είναι πάμπολλα. Εκείνο που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την παρούσα ιστορική στιγμή, είναι η συμμαχία που συγκρότησαν τα νέα προσφυγογενή τμήματα της θεσσαλονικιώτικης εργατικής τάξης με το ντόπιο μακεδονικό πληθυσμό και κυρίως με τους Ισραηλίτες εργάτες που κινούνταν στην τροχιά της μεγάλης παράδοσης της Φεντερασιόν. Το γεγονός σήμερα, παρουσιάζεται ως αυτονόητο, αλλά τότε ήταν μια κατάκτηση της εργατικής τάξης της Θεσσαλονίκης μέσα σε μια εχθρική ιδεολογικώς και σκληρής κοινωνικώς πραγματικότητας.

Το γεγονότα του Μάη του ΄36 αποτελούν το πρώτο ρήγμα, που προκλήθηκε βιαίως, στη συμμαχία τούτης της ετερογενούς και ετερόκλητης εργατικής τάξης της Θεσσαλονίκης. Η επιβολή της φασιστικής δικτατορίας και η βία που εξαπέλυσε αυτή εναντίον του εργατικού κινήματος επέφερε σοβαρό πλήγμα στις καθημερινές κοινωνικές σχέσεις των εργατικών στρωμάτων με τις διαφορετικές πολιτισμικές αναφορές.

Η εγκληματική επέμβαση του ελληνικού στρατού στη Θεσσαλονίκη το ΄36 και η καταστολή της οργής των εργατικών μαζών της πόλης, δεν είναι απλώς η βίαιη προαναγγελία του ιδιότυπου ελληνικού φασισμού, αλλά και ο προπομπός της «επιτυχούς» εκκένωσης της Θεσσαλονίκης από το ισραηλιτικό στοιχείο, την περίοδο της Κατοχής, από τους Νάτσι. Τα εργατικά στρώματα της πόλης απώλεσαν, σε μεγάλο βαθμό, υπό τη διαρκή τρομοκρατία του φασιστικού κράτους, τον κοινό παρονομαστή του διεθνισμού και της ταξικής αλληλεγγύης, με αποτέλεσμα την περίοδο της Κατοχής να δημιουργηθεί ένα χάσμα πολιτικής και ταξικής επικοινωνίας ανάμεσα στις διάφορες «πολιτισμικές» ομάδες του πληθυσμού.

Η απαγόρευση των συνδικάτων και της δράσης τους, το ιδεολογικό και πρακτικό «τσάκισμα» της ταξικής αλληλεγγύης στο πλαίσιο του «Τρίτου Ελληνικού Πολιτισμού» και κυρίως η ωμή βία του φασιστικού κράτους, δημιούργησαν ένα «κενό» ανάμεσα στα διάφορα τμήματα της εργατικής τάξης. Τούτο μπορεί να θεωρηθεί ως μια από τις αποσιωπημένες αιτίες, για τις οποίες το εργατικό, λαϊκό, σοσιαλιστικό κίνημα βρέθηκε πολιτικά και ιδεολογικά ανέτοιμο και χωρίς σαφή προσανατολισμό στο ζήτημα της υπεράσπισης των Ισραηλιτών της Θεσσαλονίκης. Από την άλλη, η «ανεξήγητα» παθητική στάση των ισραηλιτικών τμημάτων της εργατικής τάξης πρέπει να ιδωθεί μέσα από το πρίσμα της τρομοκρατίας του φασιστικού καθεστώτος και στο πλήγμα που επέφερε τούτο στη συνοχή του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος.

Υπό αυτή την έννοια, υπάρχει μια κόκκινη γραμμή αίματος και βίας που οδηγεί από τη σφαγή του Μάη του ΄36 στο Άουσβιτς. Η τρομοκρατία του φασιστικού καθεστώτος είχε ήδη προκαθορίσει από τον Μεσοπόλεμο τις δυνατότητες διαφυγής στο «Βουνό» για τους Ισραηλίτες εργάτες και τις πιθανότητες μαχητικής εκδήλωσης συμπαράστασης από τους Έλληνες συναδέλφους τους.

Ο ελληνικός φασισμός, έχει, με τούτο τον τρόπο, τη δική του έμπρακτη συμβολή στο έγκλημα των εγκλημάτων, στο Ολοκαύτωμα.

Είναι και αυτός ένας ακόμη λόγος που απωθείται συστηματικά η κοινωνική ιστορία της μεσοπολεμικής Θεσσαλονίκης και η πολιτισμική της πολυχρωμία.

Προσφάτως, ο επικεφαλής της Δημοτικής Κίνησης «Θεσσαλονίκη των Πολιτών και της Οικολογίας», Τριαντάφυλλος Μηταφίδης, ανέδειξε ένα σημαντικό στοιχείο που αφορά τούτη την απωθημένη ιστορική μνήμη. Πρόκειται για το αίτημα του επαναπατρισμού στη Θεσσαλονίκη του αρχείου της ισραηλιτικής κοινότητας που βρίσκεται στη Μόσχα. Το αρχείο διασώθηκε κατά τη διάρκεια του πολέμου και μεταφέρθηκε, μετά την ολοσχερή καταστροφή του «χιλιόχρονου νατσιστικού Ράιχ», στη Σοβιετική Ένωση. Μετά την αλλαγή του καθεστώτος στη Μόσχα το κράτος του Ισραήλ κατόρθωσε και διασφάλισε αντίγραφα του αρχείου σε μικροφίλμ και σήμερα τούτο είναι προσβάσιμο στους ενδιαφερόμενους επιστήμονες.

Η σημασία του αρχείου για την κατανόηση της ιστορίας της Θεσσαλονίκης είναι σημαντικότατη. Ειδικότερα για το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα και την ιστορία του, το αρχείο θα δώσει νέα στοιχεία, θα προκαλέσει νέες συζητήσεις, θα αφυπνίσει τη ναρκωμένη ιστορική μνήμη γύρω από την κοινωνική ιστορία της πόλης.

Σε μια ιστορική συγκυρία κατά την οποία ο ρατσισμός και η μισαλλοδοξία αποκτούν επικίνδυνα ερείσματα στην ελληνική κοινωνία, μια ματιά στον τρόπο που «συνδέθηκαν» τα πολιτισμικώς ετερογενή προλεταριακά στρώματα της προπολεμικής Θεσσαλονίκης στους κοινούς ταξικούς αγώνες, ίσως και να αποτελούσε πηγή έμπνευσης για την πολιτική απόκριση των σημερινών προβλημάτων που αντιμετωπίζει η «πολύχρωμη» εργατική τάξη του καιρού μας.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!