Σε αυτήν την έκθεση ο Magri κατέγραψε τις θεωρίες για την οργάνωση της εργατικής τάξης των θεωρητικών του μαρξισμού (του Marx συμπεριλαμβανομένου) αλλά και του Bernstein και των αναρχικών. Δεν αρκέστηκε, όμως, μόνο στην καταγραφή αλλά διατύπωσε και τις δικές του θέσεις που είναι χρήσιμες και επίκαιρες ακόμη και σήμερα. Ενδεικτικό για την επικαιρότητα των θέσεών του είναι το παρακάτω απόσπασμα, για τις συνέπειες της καπιταλιστικής ανάπτυξης:
«Η ανάπτυξη του καπιταλισμού οδήγησε (και εξακολουθεί να οδηγεί) από τη μεριά της, όχι μόνο και όχι κατά πρώτο λόγο σε σημαντικές πληθυσμιακές μετατοπίσεις και σε γοργές αλλαγές του περίγυρου και επομένως σε σοβαρές οργανωτικές δυσκολίες των μαζικών οργανώσεων αλλά, προπάντων, σε ποιοτικές αλλαγές του τρόπου και της μεθόδου που διαμορφώνεται και επικρατεί η πολιτική βούληση, καθώς και της δομής του κρατικού μηχανισμού της εξουσίας. Αυτές οι αλλαγές χαρακτηρίζονται γενικά ως νεοκαπιταλιστικός ολοκληρωτισμός: είναι ένας ολοκληρωτισμός νέου τύπου που επιτίθεται κατά της δημοκρατίας ταυτόχρονα στο επίπεδο της αστικής κοινωνίας (με την τυποποίηση της ατομικής συνείδησης, τη διάλυση των κοινωνικών δεσμών, τη διαστρέβλωση των αναγκών και την υποταγή του πολιτισμού) και στο επίπεδο της δημόσιας πολιτικής ζωής (με τη γραφειοκρατικοποίηση των κομμάτων, με την υπονόμευση των θεσμών και τη μετάθεση της πραγματικής εξουσίας σε καινούργια κέντρα με την υποταγή του κράτους σε ιδιωτικά συμφέροντα)».
Κόμμα των μαζών ή κόμμα των στελεχών
Οι κοινωνικές αλλαγές που έχει επιφέρει η καπιταλιστική ανάπτυξη επηρεάζουν και τον χαρακτήρα του κόμματος της εργατικής τάξης. O Magri εκτιμά ότι «ο προηγμένος καπιταλισμός στη Δύση δημιούργησε κοινωνίες που έχουν μια πρωτοφανή πολυπλοκότητα και μια πυκνή και διαφοροποιημένη ταξική δομή -δηλαδή όχι μια απλή πόλωση και εξαθλίωση- και επομένως απαιτούν έναν sui generis δρόμο προς τη σοσιαλιστική επανάσταση». Κατά συνέπεια και αντίθετα από ό,τι ήταν το λενινιστικό κόμμα, το «νέο κόμμα» πρέπει να είναι ένα μαζικό κόμμα. Μπορεί αυτό το χαρακτηριστικό του να συνδυαστεί με την αρχή της πρωτοπορίας;
1. Δεν υπάρχει καμιά εγγύηση ότι η ποσοτική επέκταση των γραμμών του κόμματος δεν θα διαλύσει τον πρωτοποριακό χαρακτήρα του.
2. Η επιδίωξή του να αποκτήσει τον χαρακτήρα της πρωτοπορίας, μπορεί να οδηγήσει στην υπονόμευση του μαζικού του χαρακτήρα. Αυτό σημαίνει ότι στην πράξη -αυτή τη φορά μέσα στο κόμμα- ο διαχωρισμός ανάμεσα σε ηγέτες και υπηκόους, τείνει να αναπαράγει τον διαχωρισμό ανάμεσα σε πρωτοπορία και μάζα που προς τα έξω αποτελούσε τον περιορισμό του κλασικού μπολσεβικικού κόμματος.
3. Ο μαζικός χαρακτήρας του κόμματος μπορεί, πρακτικά, να οδηγήσει σε μια αρνητική συμβίωση με άλλες ταξικές οργανώσεις, όπως λ.χ. με το συνδικάτο και να προκαλέσει σοβαρές ζημιές τόσο στην αυτονομία του ενός όσο και του άλλου.
Όμως, αν το «νέο κόμμα» κατορθώσει να είναι μαζικό χωρίς να χάσει τον πρωτοπόρο χαρακτήρα του, τότε το έργο του γίνεται αφάνταστα πιο εύκολο γιατί είναι ριζωμένο στην κοινωνία και μπορεί να γίνει η δύναμη μετασχηματισμού της, προωθώντας σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα την προοπτική της ανατροπής και του σοσιαλισμού.
Ποιος είναι ο στόχος: «Ένα κόμμα με τη δική του συγκεκριμένη ιεραρχική δομή και γνήσια πειθαρχία, το οποίο με τα ήθη και τον τρόπο ζωής των μελών και των ηγετών του θα μοιράζεται με την τάξη την κοινή μοίρα της θυσίας και του αγώνα και το οποίο δεν θα γίνει ποτέ τμήμα της “ηγετικής τάξης”, δηλαδή μια γραφειοκρατία δίπλα σε αντίπαλες γραφειοκρατίες. Με δυο λόγια: ένα κόμμα που θα αποτελεί μια συνεχή κριτική της κοινωνίας».
Τα χαρακτηριστικά των μελών του κόμματος
«Η υπέρβαση της ατομικότητας σαν πρώτο βήμα για την κατάργηση της αντίθεσης ανάμεσα στο άτομο και την κοινωνία» αποτελεί το πρώτο χαρακτηριστικό των μελών του. Το μέλος του κόμματος υπερβαίνει την ατομικότητά του την ίδια στιγμή που αναδεικνύεται ο αποφασιστικός ρόλος του ως το κυρίαρχο πρόσωπο στη λειτουργία του κόμματος. Η υπέρβαση της ατομικότητας εμπνέει μια «ειδική αντίληψη για την πειθαρχία που δεν καθορίζεται πια μόνο από την απαίτηση για αποτελεσματικότητα, αλλά αποτελεί η ίδια μια πράξη απελευθέρωσης».
Το μέλος, όχι μόνο δεν παραιτείται από την προσωπικότητά του και την ειδική κλίση του, αλλά η παραπέρα ανάπτυξη και ένταξή τους σε μια κοινή προοπτική γίνεται αναγκαίος όρος για την ουσιαστική λειτουργία του κόμματος.
«Με αυτόν τον τρόπο μπορεί να επιτευχθεί μια αποφασιστική συμβολή στη συνεχή και ενεργή στράτευση όλων των μελών του κόμματος, καθώς και μια επαναδραστηριοποίηση των αντιρρήσεων στη βάση του κόμματος μπορεί να συσταθεί ένα καινούργιο ανώτερο επίπεδο της ατομικής συμμετοχής στη συλλογική ζωή».
Η εσωτερική δημοκρατία
Οι θέσεις του Magri για την εσωτερική δημοκρατία έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την πορεία μετασχηματισμού του ΣΥΡΙΖΑ. «Το πρόβλημα της εσωτερικής δημοκρατίας είναι βασικά, και κατά πρώτο λόγο, ένα πρόβλημα της πολιτικής γραμμής και των ιδανικών περιεχομένων και όχι πρόβλημα των θεσμών. Γιατί η δημοκρατία ενός κόμματος μπορεί να μετρηθεί από τον βαθμό της πραγματικής συγκατάθεσης που μπορεί να επιτευχθεί μέσα σε αυτό, δηλαδή από την ικανότητά του να εκφράσει στην πολιτική του τη βούληση και την πεποίθηση του συνόλου των μελών του και να δραστηριοποιήσει κάθε μεμονωμένο άτομο στην κοινή πράξη. Δίχως μια σωστή γραμμή που να εκφράζει τις απαιτήσεις της περίστασης, το ιστορικά προϋπάρχον επίπεδο της επαναστατικής συνείδησης και τις δυνατότητες ανάπτυξης και η οποία να μπορεί να τα μετατρέψει σε κατάλληλες πρωτοβουλίες και σκοπούς, δεν είναι δυνατό να επιλυθεί το πρόβλημα της εσωτερικής δημοκρατίας.
Κάθε προσπάθεια κριτικής συζήτησης θα τείνει να οδηγήσει σε διασπάσεις και στην παράλυση και κάθε κεντρική υπηρεσία θα τείνει να μετατραπεί σε γραφειοκρατία. Και στη μια καθώς και στην άλλη περίπτωση όμως, η πολιτική ζωή θα παραμείνει περιορισμένη σε μια ηγετική ελίτ, ενώ στη μάζα των μελών απομένουν εκτελεστικές λειτουργίες ή ο ρόλος του διαιτητή σε έναν καβγά, που η κατεύθυνση και η σημασία του παραμένουν ολικά ξένες».
Τελικά, «η πολιτική γραμμή, που θα επικρατήσει, θα είναι το αποτέλεσμα ενός συμβιβασμού κι έτσι γενικά θα ερμηνεύεται με δύο τρόπους. Θα είναι ανακριβής και πρακτικά θα προσφέρει την αφορμή για διάφορες ερμηνείες και παραποιήσεις».
Επιπλέον, «η δημοκρατία χωρίς μια διαρκή προσπάθεια για ενότητα και χωρίς την πειθαρχημένη εργασία όλων των μελών, θα οδηγήσει, αναπόφευκτα, στη δημιουργία οργανωμένων ομάδων που θα τις συνδέει μια εσωτερική αλληλεγγύη και κατά συνέπεια στην παράλυση της συζήτησης και της έρευνας».
Ο Magri επισημαίνει, ακόμη, ότι «…ένα σοβαρό λάθος που θα μπορούσε να αμφισβητήσει ακόμα κι αυτές τις προσπάθειες, θα ήταν να συλλάβει κανείς αυτές τις δύο διαδικασίες ξεχωριστά: δηλαδή να μην αντιληφθεί ότι κάθε βήμα στον προσδιορισμό της ιδεολογίας και της πολιτικής γραμμής του κόμματος και κάθε νέο επίπεδο κινητοποίησης του αγωνιστή προϋποθέτουν αναγκαστικά ένα καινούργιο βήμα προς την κατεύθυνση της πλήρους ανάπτυξης της εσωτερικής δημοκρατίας».
Υστερόγραφο
Το 1970, και ενώ έχει μεσολαβήσει η παγκόσμια επανάσταση του 1968, σε ένα υστερόγραφο που συνοδεύει τη δημοσίευση της έκθεσης στο περιοδικό New Left Review, ο Magri σημειώνει τις εξής ελλείψεις στις θέσεις του:
1. Το κόμμα γίνεται, αναπόφευκτα, ένας αυταρχικός και γραφειοκρατικός μηχανισμός, όταν δίπλα του υπάρχει μια αποδιοργανωμένη μάζα.
2. Ανάμεσα στο κόμμα και τις μάζες πρέπει να υπάρχει ένα τρίτο στοιχείο, που να αποκαθιστά τη σύνδεση ανάμεσά τους: αυτόνομοι και ενιαίοι πολιτικοί θεσμοί της κοινωνίας στα εργοστάσια, τα γραφεία, τα σχολεία, στις γειτονιές: οι πλατείες, οι επιτροπές αγώνα και τα αυτόνομα κινήματα πολιτών που ξεπήδησαν σαν μανιτάρια τα δύο τελευταία χρόνια, αποτελούν μια ακόμη επιβεβαίωση των θέσεων του Magri.
Στις σημερινές συνθήκες διάλυσης και εκπτώχευσης της κοινωνίας, η διαδικασία ριζικού μετασχηματισμού του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ θα στεφθεί με επιτυχία, μόνον εφόσον στηριχθεί στην όσο το δυνατόν ευρύτερη συμμετοχή των μελών του στη διαμόρφωση της ιδεολογίας και των πολιτικών θέσεών του.
* Εκδόθηκε στην Ελλάδα το 1974, με τον τίτλο «Για ένα μαρξιστικό επαναστατικό κόμμα», από τις εκδόσεις Σύγχρονα Κείμενα μαζί με το κείμενο «Ο γαλλικός Μάης και η επανάσταση στη Δύση».