Οι παγκόσμιες ιεραρχίες υφίστανται σταδιακές αλλαγές μέχρι να υποστούν ριζική ανατροπή: αυτό γράφουν ο διπλωμάτης Κουρτ Κάμπελ και ο ειδικός σε κινεζικές υποθέσεις Ρας Ντόσι σε ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση Foreign Affairs. Οι συντάκτες του εν λόγω άρθρου φέρουν ως παράδειγμα την κρίση του Σουέζ το 1956, που επικύρωσε την παρακμή της βρετανικής ηγεμονίας, και στη συνέχεια ισχυρίζονται ότι η πανδημία του κορωνοϊού θα μπορούσε να σηματοδοτήσει μια εξέλιξη παρόμοια με εκείνη του Σουέζ για την ηγεμονία των ΗΠΑ.

Όπως γράφουν, δεν ήταν μόνο ο πλούτος και η στρατιωτική δύναμη που εξασφάλισαν στις ΗΠΑ τον ρόλο της πρώτης παγκόσμιας υπερδύναμης στα τελευταία εβδομήντα χρόνια, αλλά επίσης η ικανότητά τους να διαχειρίζονται τις παγκόσμιες κρίσεις – κάτι στο οποίο τώρα οι Αμερικανοί αποτυγχάνουν παταγωδώς. Στο μεταξύ, το Πεκίνο έρχεται να αναπληρώσει το κενό που αφήνουν, στέλνοντας υλική βοήθεια και παρέχοντας συμβουλευτική και οργανωτική υποστήριξη για θέματα υγείας στις άλλες χώρες.

Πολλοί παρατηρητές έσπευσαν να χαρακτηρίσουν την κρίση της Βουχάν σαν ένα κινεζικό ανάλογο του Τσερνόμπιλ, προφητεύοντας κρίση ηγεσίας στο Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Αυτό όμως, υπό την ηγεμονία του Σι Τζινπίνγκ, μετέτρεψε τα αρχικά του λάθη σε πρωτόγνωρη επίδειξη ισχύος και αποτελεσματικότητας, τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και σε διεθνές επίπεδο.

Τη στιγμή που οι χώρες της Δύσης έρχονται σε δύσκολη θέση, αναγκασμένες να αντιμετωπίσουν εσωτερικά προβλήματα, αλλά και αποτυγχάνοντας να δείξουν αμοιβαία αλληλεγγύη, η Κίνα προωθεί τεράστιες ποσότητες αναπνευστήρων, μασκών και άλλου ιατρικού υλικού, και στέλνει ομάδες γιατρών να βοηθήσουν τις χώρες με τα σοβαρότερα προβλήματα, σαν την Ιταλία. Αυτό είναι δυνατόν επειδή οι Κινέζοι περιλαμβάνονται στους μεγαλύτερους παραγωγούς ιατροφαρμακευτικού υλικού στον κόσμο, αλλά και γιατί, χάρη στη σχεδιοποιημένη τους οικονομία, έχουν τη δυνατότητα να υποχρεώσουν τις επιχειρήσεις τους να τροποποιήσουν την παραγωγή τους.

Μπούμερανγκ το σύνθημα του Τραμπ

Απέναντι σε αυτήν την τεράστια κινητοποίηση, οι ΗΠΑ εκτίθενται με το θέαμα ενός υγειονομικού συστήματος που, όντας έρμαιο της λογικής του κέρδους, εμφανίζεται εντελώς απροετοίμαστο να αντιμετωπίσει την εσωτερική κατάσταση έκτακτης ανάγκης – και, πολύ περισσότερο, να υποστηρίξει άλλες χώρες (ο Τραμπ μάλιστα επιχείρησε να εξασφαλίσει για τη χώρα του το μονοπώλιο της άδειας παρασκευής του εμβολίου, για το οποίο εργάζεται μια γερμανική εταιρία).

Το σύνθημα «Πρώτα η Αμερική» στρέφεται έτσι σαν μπούμερανγκ ενάντια στον εμπνευστή του. Ο οποίος, ενώ υπόσχεται τεράστιες οικονομικές ενισχύσεις για να υποστηρίξει την οικονομία, φυλάγεται (αποτελώντας πρότυπο προς μίμηση για τον Βρετανό Μπόρις Τζόνσον) και αρνείται να εφαρμόσει τα περιοριστικά μέτρα που υιοθετούνται αλλού.

Για να μην κατηγορηθούν για υπερβολική αγάπη προς τον «εχθρό», οι αρθρογράφοι Κάμπελ και Ντόσι δεν παραλείπουν να εξαπολύσουν τους καθιερωμένους μύδρους ενάντια στον ολοκληρωτισμό και τον κυνικό «οπορτουνισμό» της κινεζικής κυβέρνησης. Καταλήγουν ωστόσο στο συμπέρασμα ότι, αντί οι ΗΠΑ να περνούν στην αντεπίθεση με τα γνωστά αφηγήματα («ο ιός ήρθε από την Κίνα», «διέφυγε από ένα στρατιωτικό εργαστήριο που ασχολείται με τον βακτηριακό πόλεμο» κ.λπ.), θα ήταν προτιμότερο να ξανακερδίσουν το χαμένο έδαφος της μάχης της ήπιας δύναμης, προωθώντας τη συνεργασία με την Κίνα για την από κοινού καταπολέμηση του ιού.

Κοντολογίς, λένε: είναι καλύτερο να εκμεταλλευτούμε τις τεράστιες πλέον ευκαιρίες που ανοίγονται στο οικονομικό-στρατιωτικό πεδίο για να γίνουμε οι ευνοούμενοι εταίροι μιας πλανητικής δυαρχίας, παρά να έχουμε το ίδιο τέλος με τη Βρετανία σε μια καταδικασμένη να αποτύχει προσπάθεια καθυστέρησης της ώρας της πτώσης.

Τα πάνω κάτω

Το άρθρο έχει ενδιαφέρον επειδή αποτελεί επιπλέον απόδειξη μιας αντίληψης που ισχυροποιείται όλο και περισσότερο ανάμεσα σε αναλυτές της γεωπολιτικής, οικονομολόγους, φιλόσοφους, πολιτικούς αναλυτές και δημοσιογράφους της Δύσης – σύμφωνα με την οποία, μετά από αυτήν την κρίση, που αντιλαμβανόμαστε όλοι πλέον ότι θα έχει πολύ σοβαρότερα αποτελέσματα από εκείνη του 2008, ίσως και εκείνη του 1929, «τίποτα δεν θα είναι πια όπως πριν».

ΗΠΑ: Δημοτικοί υπάλληλοι στοιβάζουν φέρετρα σε ομαδικό τάφο στο Χαρτ Άιλαντ της Νέας Υόρκης…

Έτσι, κάποιοι που μέχρι χθες θριαμβολογούσαν για τα εξαιρετικά επιτεύγματα και το μέλλον της Αγοράς, σήμερα ζητούν την επάνοδο του Κράτους. Κάποιοι πεπεισμένοι ευρωπαϊστές καταγγέλλουν σαν σκάνδαλο το ότι η Ολλανδία και η Γερμανία έχουν την απαίτηση η βοήθεια που χορηγείται μέσω του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) να υπάγεται στο ίδιο καθεστώς που γονάτισε την Ελλάδα. Κάποιοι άλλοι, ενώ υποστήριζαν διακαώς τις περικοπές στις δημόσιες δαπάνες, τώρα μιλούν για τα «λάθη» που έγιναν με το κλείσιμο πολλών πρωτοβάθμιων δομών υγείας, με τις ελλείψεις σε υγειονομικό προσωπικό, με τους μισθούς πείνας γιατρών και νοσηλευτικού προσωπικού, τους οποίους σήμερα υποκριτικά χαρακτηρίζουν «ήρωες». Και ούτω καθεξής.

Τι θα μείνει από όλα αυτά όταν υποχωρήσει η πανδημία, αφήνοντας πίσω της δεκάδες (αν όχι εκατοντάδες) χιλιάδες απώλειες ανθρώπινων ζωών (κύρια ηλικιωμένων, προς τέρψη όσων παραπονιούνται για την ανεπάρκεια του συνταξιοδοτικού μας συστήματος…), εκατομμύρια επιπλέον ανέργους και χιλιάδες επιχειρήσεις, ελεύθερους επαγγελματίες και εργαζόμενους που δεν θα μπορούν να ξανασηκώσουν κεφάλι; Νομίζω πως θα είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατον, να υιοθετηθεί η γραμμή business as usual.

Προϋποθέσεις για μια άλλη πορεία

Όμως αν δεν συγκροτηθεί σύντομα ένα πολιτικό υποκείμενο που να μπορεί να κατευθύνει τη λαϊκή αγανάκτηση προς ένα σχέδιο οριστικής και αμετάκλητης υπέρβασης των ευρωπαϊκών συνθηκών, ανάκτησης της εθνικής, δημοκρατικής και νομισματικής κυριαρχίας, ανοικοδόμησης μιας μικτής οικονομίας που να έχει σαν προτεραιότητα την πλήρη απασχόληση, ένα αξιοπρεπές εισόδημα για όλους και την ανασυγκρότηση του κράτους προνοίας το οποίο κατέστρεψαν δεκαετίες νεοφιλελεύθερων πολιτικών… υπάρχει ο κίνδυνος να επανέλθουμε στην κυκλική εναλλαγή φιλελεύθερων κυβερνήσεων – μία της δεξιάς και μία της αριστεράς (όσο κι αν αυτές προβούν σε κεϊνσιανές διορθώσεις της πολιτικής τους).

Σε μια τέτοια περίπτωση, εκείνες που θα ζήσουν τη δική τους κρίση του Σουέζ θα είναι οι οργανώσεις της «ανταγωνιστικής» αριστεράς – πολλές από τις οποίες δεν κατάφεραν να κάνουν τίποτα καλύτερο από το να καταγγέλλουν τις «ελευθεροκτόνες συνομωσίες» που κρύβονται πίσω από τα μέτρα περιορισμού της πανδημίας (σε αυτήν την κατηγορία ανήκουν π.χ. οι «βιοπολιτικές» υστερίες του Αγκάμπεν). Μπορεί να αληθεύει ότι τεχνολογίες και μέθοδοι ελέγχου που δοκιμάζονται στην τρέχουσα συγκυρία θα μπορούσαν στο μέλλον να χρησιμοποιηθούν σαν όπλα καταπίεσης, αλλά αυτό δεν δικαιολογεί την εκ νέου προβολή «αντικρατικιστικών» ιδεολογιών οι οποίες σήμερα, περισσότερο από ποτέ, είναι καταδικασμένες σε πλήρη αποτυχία.

Έφτασε όντως η στιγμή να σκεφτούμε σοβαρά πώς να οικοδομήσουμε τον σοσιαλισμό του 21ου αιώνα, χωρίς να ξεχνάμε το μάθημα που μας έδωσε η Κίνα: χωρίς ισχυρά εθνικά κράτη, ικανά να διαχειριστούν μικτές αλλά συγκεντροποιημένες και σχεδιοποιημένες οικονομίες, και χωρίς έναν επαναπροσδιορισμό των διεθνών γεωπολιτικών ισορροπιών, δεν θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις και το ενδεχόμενο της κατάρρευσης του χρηματιστικοποιημένου και παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού, της περιβαλλοντικής και κλιματικής καταστροφής και των ενδοϊμπεριαλιστικών συγκρούσεων σε έναν μετα-παγκοσμιοποιημένο κόσμο.

* Ιταλός συγγραφέας και δημοσιογράφος. Το παρόν άρθρο του αναρτήθηκε στις 7/4/2020 στην ιταλική ιστοσελίδα Sinistra in Rete (www.sinistrainrete.info), και εδώ δημοσιεύεται με μεσότιτλους της Σύνταξης.

Μετάφραση: Άβα Μπουλούμπαση

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!