Ο Δεκέμβρης του ’44 ήρθε ως συνέχεια του μεγάλου εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα του λαού μας. 

 
Μετά την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων, ο λαός της Αθήνας βλέπει μπροστά του τους Άγγλους να προκαλούν και να δολοφονούν, την κατοχή και τον φασισμό να βρικολακιάζουν, τον Γ. Παπανδρέου να ματώνει το λαό για να πάρει τον έλεγχο, τους προδότες και τους δωσίλογους της κατοχής να συγκροτούν νέα τάγματα εφόδου και να επιτίθενται στο λαό και τους αγωνιστές. Η 3η και η 4η Δεκέμβρη και οι επόμενες 33 μέρες αποτέλεσαν ένα νέο έπος για το λαό της Αθήνας και της Ελλάδας, που ξαναβρέθηκαν αντιμέτωποι με πάνοπλους κατακτητές, λίγους μήνες μετά την αποχώρηση των Γερμανών.
Δημοσιεύουμε παρακάτω αποσπάσματα από την μπροσούρα Οι ανατολικές συνοικίες τον Δεκέμβρη του 1944 (έκδοση της 6ης Αχτίδας της ΚΟΑ του ΚΚΕ το 1945), όπως επανεκδόθηκε το 1976 από τις Ιστορικές Εκδόσεις. 

 

Η παλλαϊκότητα της Δεκεμβριανής αντίστασης είναι κάτι, που κανένας τίμιος άνθρωπος δε μπορεί ν’ αμφισβητήσει. Ο κ. Καφαντάρης είχε πει χαρακτηριστικά: «Αν δεν είχαν μαζύ τους το λαό δεν θα μπορούσαν να κρατήσουν ούτε μισή ώρα». Οι δεσμοί του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ με το λαό είχαν σφυρηλατηθεί στη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα και στις 50 μέρες που ακολούθησαν την απελευθέρωση. Το Δεκέμβρη λαός και στρατός δέθηκαν σε μια αδιάρηχτη ενότητα. Ο Σκόμπυ κι’ ο χαφιές αντιμετώπιζαν παντού και πάντα ολόκληρο το λαό, έτοιμο, αποφασιστικό. Γι’ αυτό και το μεγαλύτερο βάρος της πολεμικής μηχανής των εγγλέζων στράφηκε ενάντια στους μαχητές της πρώτης γραμμής αλλά ενάντια στον άοπλο λαό των λαϊκών συνοικιών. Εκεί βρίσκονταν οι ανεξάντλητες εφεδρείες, οι εμψυχωτές, οι νοσοκόμοι, οι πυροδότες του ΕΛΑΣ. Κι’ εκεί γύρισαν τις μπούκες τους τα πυροβόλα της ξηράς και των πολεμικών, εκεί έσπειραν το θάνατο τα ρουκετοβόλα της ΡΑΦ. Ο λαός έπρεπε να εξοντωθεί! ΓΙΑΤΙ Ο ΛΑΟΣ ΣΥΣΣΩΜΟΣ ΕΣΤΕΚΕ ΕΜΠΟΔΙΟ ΣΤΑ ΑΝΤΙΛΑΪΚΑ ΤΟΥΣ ΣΧΕΔΙΑ.
[…]
Από τις πρώτες μέρες του Δεκεμβριανού αγώνα οι συνοικίες μας υποχρεώθηκαν ν’ αντιμετωπίσουν το τεράστιο έργο του επισιτισμού 150.000 ανθρώπων. Αποθέματα δεν υπήρχαν σε κανένα σπίτι και οι αποθήκες ήταν ελάχιστες. Κι’ όμως ο λαός και ο στρατός έπρεπε να ζήσουν για να συνεχίσουν τον Αγώνα. Σ’ αυτό τον τομέα, τον τομέα της επιβίωσης κερδήθηκε μια απ’ τις λαμπρότερες νίκες του Δ/βρη. Τίποτα δεν έλειψε μέχρι το τέλος από το μαχόμενο λαϊκό στρατό. Ούτε το συσσίτιο ούτε τα τσιγάρα ούτε τα δώρα. Οι τραυματίες γίνηκαν αληθινό προσκύνημα. Ένας υπέροχος λαός, ο λαός των Ανατολικών Συνοικιών στερούνταν τα πάντα για το στρατό, για τους τραυματίες, για τα παιδιά. Το θαύμα της συντήρησης του στρατού, των τραυματιών και του λαού δεν ήταν κατορθωτό χωρίς τον λαϊκό δημοκρατικό θεσμό των Λαϊκών Επιτροπών, και χωρίς την αυτοθυσία και την οργάνωση ολόκληρου του λαού.
Οι λαϊκές επιτροπές δουλεύοντας με θαυμαστή πρωτοβουλία και επάρκεια έδειξαν τι μπορεί να κατορθώσει ένας λαός που είναι αφέντης στον τόπο του έστω και κάτω από συνθήκες ολοκληρωτικού αποκλεισμού και απάνθρωπου πολέμου. Να το έργο μερικών Λαϊκών Επιτροπών:
Η Λ. Ε. Ηλιουπόλεως μοίρασε στους κατοίκους της συνοικίας: 1500 οκ. Δημητριακά, 400 οκ λάδι, 3.000 οκ λαχανικά, 1000 κούτες τσιγάρα, 700 κουτιά σπίρτα, 1.000 οκ. Κρασί προς 50 δρχ. την οκά. Μοίρασε με 60 δρχ. την οκά όλα τα αποθέματα των μπακαλικών και διάθεσε για τα νοσοκομεία 1500 αυγά. Οι αριθμοί αυτοί μιλάνε εύγλωττα, αλλά δεν τα λένε όλα. Δεν λένε π.χ. πως οργανώθηκαν συνεργεία που με δικά τους μέσα περιόδεψαν τα χωριά της Αττικής και αγόρασαν το λάδι και τα λαχανικά. Δεν λένε ότι όλα τα τρόφιμα μοιράστηκαν σ’ όλο το λαό χωρίς διάκριση πολιτικών φρονημάτων και χωρίς να σημειωθεί η παραμικρή ανωμαλία. Δεν μιλάνε για τα ξενύχτια και τη πείνα των μελών της Λαϊκής Επιτροπής.
[…]
Το Δουργούτι, η συνοικία που η αθλιότητα και η φτώχεια ξεπερνάει κάθε όριο, είχε κι’ αυτό τη Λαϊκή του Επιτροπή. Και να το έργο της: Οργάνωσε καθημερινό συσσίτιο με 300 μερίδες, μοίραζε ψωμί, ψάρια, λαχανικά, 1.500 οκ. κάρβουνο, σπίρτα, τσιγάρα και 15 οκ. Σκόνι γάλα για τους άρρωστους. Τα συνεργεία της διάσχιζαν καθημερινά τη γραμμή του πυρός για να μεταφέρουν τρόφιμα στη συνοικία. Τη τελευταία φορά πιάστηκαν από τους εγγλέζους και στάλθηκαν στην Ελ- Ντάμπα.
Στο Παγκράτι η Λ. Ε. οργάνωσε καθημερινό συσσίτιο για 600 απόρους και πρόσφυγες, μοίρασε λαχανικά, γάλα, ψωμί ακόμα και κρέας.
Η μαύρη αγορά είχε εξαφανιστεί από τις συνοικίες μας σ’ όλο το Δεκέμβρη, ενώ στο αμαρτωλό Κολωνάκι το λάδι είχε φθάσει μια λίρα την οκά. Ο λαός μας τον ιστορικό αυτό μήνα δεν έδειξε μονάχα τη ψυχική δύναμη και τη παλληκαριά του αλλά και το ηθικό του παράστημα, το ψηλό εκπολιτιστικό του επίπεδο, την αυτοπειθαρχία του και τις θαυμάσιες οργανωτικές του ικανότητες. […]
Από τη πρώτη μέρα της σύγκρουσης δημιουργήθηκε ένα άλλο τεράστιο πρόβλημα. Το πρόβλημα της περίθαλψης των τραυματιών και αρρώστων. Ο απάνθρωπος βομβαρδισμός των αμάχων έκανε το πρόβλημα αυτό ακόμα οξύτερο. Οι Ανατολικές Συνοικίες δεν διάθεταν κανένα νοσοκομείο εχτός από το Πολυϊατρείο του Βύρωνα. Ο λαός όμως δεν θα άφηνε ποτέ τους τραυματίες να πεθάνουν στο δρόμο. Τα νοσοκομεία έπρεπε να γίνουν, και γίνηκαν μέσα σε λίγες ώρες. Η δημιουργία τους είναι ένα έπος της λαϊκής αυτοθυσίας, αλληλεγγύης και πρωτοβουλίας. Να πώς γίνηκαν τα νοσοκομεία στον Υμηττό, όπως μας το διηγείται η γραμματέας της Εθνικής Αλληλεγγύης.
«Στη συνοικία μας φτιάξαμε 3 νοσοκομεία μέσα σε μια μέρα. Όλο το υλικό που χρειάστηκε το πρόσφερε ο κόσμος δίνοντας και τις προίκες των κοριτσιών του. Έξω από τα γραφεία της Κ.Ο.Β. κάνανε ουρές φορτωμένοι με κρεββάτια, σκεπάσματα και έπιπλα. Εγκαταστήσαμε 18 κρεββάτια στα γραφεία της γερμανικής εταιρίας “Γιούμο”, 12 κρεββάτια στα γραφεία της Κ.Ο.Β. και 20 στο αστυνομικό τμήμα. Εκτός απ’ αυτά δημιουργήσαμε ένα παράρτημα στη Χαραυγή με 7 κρεββάτια, κι’ ένα στην Ηλιούπολη. Αμέσως μετά ανοίξαμε έρανο και ο κόσμος δεν μας αρνήθηκε τίποτα. Μαζέψαμε σε λίγες ώρες 100 οκ. μακαρόνια, 50 οκ. αλεύρι, πορτοκάλλια, κονσέρβες. Καθημερινά οι γυναίκες της συνοικίας μάς φέρνανε κόττες και κουνέλια. Πολλοί έδωκαν τα μοναδικά κρεββάτια τους και σκεπάσματά τους και κοιμόντουσαν με τα ρούχα στο πάτωμα…».
[…]
Φροντίζοντας όμως τους τραυματίες του ο λαός ούτε για μια στιγμή δε ξεχνούσε τις ανάγκες του μετώπου. Τα τανκς απειλούν συνεχώς να διασπάσουν τις γραμμές του ΕΛΑΣ. Αντιαρματικά δεν υπάρχουν. Υπάρχουν όμως λιθάρια για οδοφράγματα και μπουκάλες για εμπρηστικές μπόμπες. Χιλιάδες πεινασμένου λαού έβγαλαν τα νύχια τους στήνοντας οδοφράγματα. Από τον Υμηττό μονάχα κινητοποιήθηκαν διακόσιοι σ’ ένα βράδυ για να φτιάξουν οδοφράγματα. Και δούλεψαν μέχρι τα ξημερώματα. Πολλές φορές το χωνί έρριχνε το σύνθημα για τα οδοφράγματα την ώρα της διανομής των τροφίμων. Η ουρά διαλυότανε αμέσως και όλοι τρέχανε να φράξουν το δρόμο στο Σκόμπυ. Πόσοι απ’ αυτό το πλήθος δε βρήκανε το θάνατο την ώρα που δουλεύανε στο οδόφραγμα! Γρηές εβδομήντα χρονώ που είχαν το ένα πόδι μέσ’ το τάφο σαν τη Κατίνα Μαρμαρέλη, και παιδάκια που άλλαζαν τα δόντια τους σήκωναν πελώρια αγκωνάρια κι’ ας ήταν θεονήστικοι. Πού έβρισκαν αυτή τη δύναμη; Στο δίκηο του Αγώνα τους, στο μίσος ενάντια στο φασισμό!
Ο λαός ήτανε η ανεξάντλητη εφεδρεία του μαχόμενου στρατού. Καθημερινά είχε απώλειες ο ΕΛΑΣ, αλλά τα ντουφέκια ποτέ δεν σταμάτησαν να κελαϊδούν. Πίσω από κάθε μαχητή παραμόνευε κ’ ένας άμαχος για να πάρει τη θέση του. Το Σύνταγμα των Ανατολικών Συνοικιών που είχε τις πρώτες μέρες του Δεκέμβρη 1300 μαχητές, είχε απώλειες σε νεκρούς και τραυματίες οκτακόσιους! Και στη τελευταία μέρα του Δεκέμβρη βρέθηκε με δύναμη 1800! Εκείνο που δημιουργούσε ένα τεχνικό διαχωρισμό ανάμεσα στον ΕΛΑΣ και το λαό ήταν η έλλειψη όπλων. Αν υπήρχαν όσα όπλα ζητούσε ο λαός, τότε το II Σύνταγμα θα μεταβαλότανε σε Στρατιά!
Το χωνί… Όταν πολεμάει ένας ολόκληρος λαός δεν υπάρχει άλλο μέσο διαβιβάσεων. Αυτό είναι η φωνή της ηγεσίας, του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ. Μια μέρα το χωνί ζήτησε από τον κόσμο μπουκάλες για αντιαρματικές μπόμπες. Μονάχα στον Υμηττό συγκεντρώθηκαν σε μισή ώρα 300 μπουκάλες. Το χωνί διαφώτιζε κι’ ενημέρωνε το λαό, το χωνί καλούσε τους προδότες να παραδοθούν. Όταν το χωνί έλεγε τις πολεμικές ειδήσεις της ημέρας στη πλατεία κάθε συνοικίας μαζευότανε χιλιάδες κόσμος. Τα αεροπλάνα τριγύριζαν απειλητικά γιατί κυνηγούσαν κάτι τέτοιες ευκαιρίες, αλλά ποιος τα λογάριαζε.
Ο καθημερινός «Ριζοσπάστης» που τυπωνότανε σε 10.000 φύλλα στα τυπογραφεία της Αχτίδας, γινότανε ανάρπαστος. Όταν απομονώθηκαν οι Α. Συνοικίες η ύλη δινότανε από τη σύνταξη του «Ριζοσπάστη» με το μυστικό πολεμικό τηλέφωνο του ΕΛΑΣ, τα μεσάνυχτα. Δεκάδες εθελοντές τυπογράφοι, χαρτοθέτες και εργάτες δούλευαν εθελοντικά και ξενυχτούσαν για να τυπώσουν την αγαπημένη εφημερίδα του λαού. Ο «Ριζοσπάστης» μαζύ με χιλιάδες προκηρύξεις και άλλα έντυπα φτάναν καθημερινά στη πρώτη γραμμή. Πόσες φορές δεν κοκκίνισε από το αίμα του λαϊκού αγωνιστή! Τίποτα κρυφό απ’ το Λαό! Αυτό είναι το σύνθημα της Λαϊκής Διαφώτισης. Ούτε ψευτιές ούτε υπερβολές. ο λαός ξέρει καλά τους σκοπούς και τη πορεία του Αγώνα του. Και τον συνεχίζει απτόητος, αποφασιστικός, ενωμένος, ανυπέρβλητος.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!