του Θανάση Μουσόπουλου*

Μιλώντας για τη νεοελληνική λογοτεχνία παρουσιάζουν πολύ ενδιαφέρον οι απόψεις ξένων γραμματολόγων. Αναφερόμενοι στον Νίκο Εγγονόπουλο ήδη παρουσιάσαμε απόψεις του Μάριο Βίττι.

Ο Roderick Beaton, Εισαγωγή στη νεότερη ελληνική λογοτεχνία. Ποίηση και Πεζογραφία, 1821-1992, σε πολλά σημεία αναφέρεται στον Εγγονόπουλο και το ποιητικό έργο του.

Να σημειώσουμε ότι οι ποιητικές συλλογές στις οποίες αναφερόμαστε είναι: «Μην ομιλείτε εις τον οδηγόν», 1938 – «Τα κλειδοκύμβαλα της σιωπής», 1939 – «Μπολιβάρ», 1944 – «Η επιστροφή των πουλιών», 1946 – «Εν ανθηρώ Έλληνι λόγω», 1957 (Α’ Κρατικό Βραβείο Ποίησης, 1958) – «Στην κοιλάδα με τους Ροδώνες», 1978 (Α΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης, 1979).

Ο Ρόντρικ Μπίτον σημειώνει:

«Ο Υπερρεαλισμός στη διάρκεια του Δεύτερου παγκόσμιου πολέμου συνέχισε να σφυρηλατεί νέους (και όπως φαίνεται εκ των υστέρων ανθεκτικούς) δεσμούς με κάποια θεμελιακά στοιχεία της ελληνικής παράδοσης, που εμφανίζονταν συχνά και σε πιο “ορθόδοξα” κείμενα της εποχής.

Το πιο εντυπωσιακό δείγμα αυτής της εξέλιξης είναι το πολύστιχο ποίημα “Μπολιβάρ”, που δημοσίευσε ο Νίκος Εγγονόπουλος το 1944. Έργο πολύ διαφορετικό και από τις δύο προηγούμενες καθαρά υπερρεαλιστικές συλλογές του». (σελ. 237).

Θα παραθέσουμε αποσπάσματα από τις πρώτες συλλογές του Εγγονόπουλου.

Ξεκινούμε από την πρώτη συλλογή «Μην ομιλείτε εις τον οδηγόν», 1938 :

(Περί ανέμων και υδάτων)

Αιωνία η μνήμη του ευγενεστάτου Οθωμανού Αλή Χαντζάρ εφένδη, ποτέ ανωτάτου υπαλλήλου τις Αυτοκρατορίας, όστις μεγάλως ευεργέτησε την ανθρωπότητα, βοηθούμενος από Ιταλόν τινά, Γουλιέλμο Τσίτζη λεγάμενο. Τις άλλωστε τις γνώμης είναι και η κυρία Άρτεμις. Τις «κυρία Άρτεμις» η βεβαίωσις γαληνεύει τις ανήσυχες ψυχές και συνεισφέρει μεγάλως εις την προσπάθειαν γάλλων ποιητών του XVI αιώνος να συμπήξουν νέαν σχολήν υπό την επωνυμίαν «Πλειάδα».

Το επόμενο χρόνο έχουμε τη συλλογή «Τα κλειδοκύμβαλα της σιωπής», 1939. Λίγες στροφές από το ποίημα «Ζει ο Μέγας Αλέξανδρος;»:

καίω τα νιάτα μου / που είναι κιθάρα
που είναι κινάρα / που είναι κινύρα […]

κλαίω τις θύμησες / σαν το κοράκι
σαν το Κοράνι / σαν το κοράλλι

κι είμ’ ο Μινώταυρος / μες στο σεντούκι
μες στο σεντόνι / μες στο σεντέφι

Φτάσαμε στον «Μπολιβάρ» (1944) που –νομίζω– είναι από τα γνωστότερα ποιήματα ότι μόνο του Εγγονόπουλου αλλά και την ποίησης τούτης της περιόδου. Δείγμα:

Μπολιβάρ! Κράζω τ’ όνομά σου ξαπλωμένος στην κορφή του βουνού Έρε,
Την πιο ψηλή κορφή της νήσου Ύδρας.
Από δω η θέα εκτείνεται μαγευτική μέχρι των νήσων του Σαρωνικού, τη Θήβα,
Μέχρι κει κάτω, πέρα απ’ τη Μονεβασιά, το τρανό Μισίρι,
Αλλά και μέχρι του Παναμά, της Γκουατεμάλα, της Νικαράγκουα, του Οντουράς, της Αϊτής,
του Σαν Ντομίγκο, της Βολιβίας, της Κολομβίας, του Περού, της Βενεζουέλας, της Χιλής,
της Αργεντινής, της Βραζιλίας, Ουρουγουάη, Παραγουάη, του Ισημερινού,
Ακόμη και του Μεξικού.
Μ’ ένα σκληρό λιθάρι χαράζω τ’ όνομά σου πάνω στην πέτρα, νάρχουνται αργότερα οι ανθρώποι να προσκυνούν.
Τινάζονται σπίθες καθώς χαράζω — έτσι είτανε, λεν, ο Μπολιβάρ— και παρακολουθώ
Το χέρι μου καθώς γράφει, λαμπρό μέσα στον ήλιο.

[…] Σειούνται τα χώματα παντού και τρίζουν τα εικονίσματα στην Καστοριά,
Τη σιωπηλή πόλη κοντά στη λίμνη.
Μπολιβάρ, είσαι ωραίος σαν Έλληνας.

Σε πρωτοσυνάντησα, σαν είμουνα παιδί, σ’ ένα ανηφορικό καλντιρίμι του Φαναριού,
Μια καντήλα στο Μουχλιό φώτιζε το ευγενικό πρόσωπό σου.
Μήπως νάσαι, άραγες, μια από τις μύριες μορφές που πήρε, κι’ άφησε, διαδοχικά, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος;

 ***

Στη συλλογή «Η επιστροφή των πουλιών», 1946, παρουσιάζεται μια θα έλεγα «αλλαγή». Θα φανεί μέσα από ένα απόσπασμα του γνωστού ποιήματος «Οι φωνές» που είναι αφιερωμένο «εις Ανδρέαν Breton»:

μες απ’ τις γρίλιες τις κλειστές
στην κίτρινη
τη φλόγα
του μεσημεριού
—όταν τ’ αγάλματα σιωπούν
κι οι μύθοι στέργουν—
οι φωνές
δονούν
πρώτα
αχνά
αργά
κι ύστερα
βροντερά
και γρήγορα
μες στο σοκάκι

κι αποκαλύπτουν ξάφνου τα αιώνια μυστικά […]

***

Οι δύο τελευταίες συλλογές, που απέσπασαν πρώτα κρατικά βραβεία ποίησης το 1958 και το 1979, (1) «Εν ανθηρώ Έλληνι λόγω», 1957 (2) «Στην κοιλάδα με τους Ροδώνες», 1978, επισφραγίζουν την πορεία του Εγγονόπουλου.

(1) Σονέτο μάλλον απαισιόδοξο

Tο γυμνασμένο μάτι του τραμπούκου
να διέκρινε άραγε των ροδόδεντρων την αρμονία;
Όχι – όχι – μιαν απέραντη ηθικολογία
δε θα βοηθήσει να κάνουμε καλλίτερο τον κόσμο

να ελπίζεις – να ελπίζεις πάντα – πως ανάμεσα εις τους ανθρώπους– που τους ρημάζει η τρομερή «ευκολία» – θα συναντήσεις απαλές ψυχές με τρόπους
που τους διέπει καλοσύνη – πόθος ευγένειας – ηρεμία
ίσως όχι πολλές – ίσως να ‘σαι άτυχος: καμία –
τότες εσύ προσπάθησε να γενείς καλλίτερος
εις τρόπον ώστε να έρθει κάποια σχετική ισορροπία […]

 

(2) Μπαλλάντα της Ψηλής Σκάλας

 Σε κάθε πόλη, συνήθιζε να λέη ο ποι-
τής Aπολλιναίρ, υπάρχουν, οπωσδήποτε,
και μερικοί αθάνατοι. Δυνατόν να είσαστε
σεις, κύριε, μεταξύ αυτών, ή, ακόμα,
κι’ εσείς, κύριε. Δεν ξέρω. Πάντως για
ένα είμαι σε θέση να σας βεβαιώσω : ότι
υπάρχουν. Δεν αποκλείεται ελάχιστοι.
Όμως υ π ά ρ χ ο υ ν. 

ο Θεόφιλος κάποτες ανέβηκε
σε μια ψηλή σκάλα
– αυτόπτες μάρτυρες το λεν –
ίσως να ζωγραφίση μιαν επιγραφή
ίσως ακόμη για να συμπληρώση
το πάνω μέρος
μιας συνθέσεώς του ηρωικής 

αλητόπαιδες
– αλητόπαιδες που με τον καιρό
(ως είναι φυσικό)
ανδρωθήκανε και γεράσαν
(δεν ενθυμούντανε πια τίποτε)
κι’ επεθάναν
ευυπόληπτοι και
“φιλήσυχοι αστοί” –
αλητόπαιδες – ξαναλέω –
για να παίξουνε και να γελάσουν
ετραβήξανε
την σκάλα την ψηλή

***

Παρόλο που ασχολούμαστε στη σειρά των κειμένων μας με την Τέχνη του Λόγου, θεωρώ «άδικο» να μη στρέψω το βλέμμα μου στην Εικαστική πορεία του Νίκου Εγγονόπουλου. Ένα μικρό κείμενο-δημοσίευμα της Εθνικής Πινακοθήκης κλείνει την προσέγγισή μας:

«Εισηγητής και κυρίαρχη μορφή μιας ιδιότυπης, προσαρμοσμένης στα ελληνικά δεδομένα, εκδοχής του υπερρεαλισμού, εκπρόσωπος της ονομαζόμενης γενιάς του ΄30, συνδυάζει στοιχεία και εικόνες από ένα ευρύ φάσμα της ελληνικής παράδοσης, από τη μυθολογία και την αρχαιότητα έως το Βυζάντιο, τα νεότερα χρόνια και τη σύγχρονη εποχή, με τρόπο αντισυμβατικό, άλλοτε πικρά ειρωνικό κι άλλοτε χιουμοριστικό. Έκδηλη στους πίνακές του είναι η ερωτική διάθεση, που προσωποποιείται στις γυμνές αντρικές και γυναικείες μορφές που πρωταγωνιστούν. Ο ίδιος τόνιζε την καταλυτική επιρροή που άσκησε στο έργο του η τέχνη των δασκάλων του Παρθένη και Κόντογλου καθώς και η γνωριμία του με τον ποιητή Ανδρέα Εμπειρίκο και τον κατεξοχήν εκπρόσωπο της μεταφυσικής ζωγραφικής Giorgio de Chirico. Χάρη τόσο στο ζωγραφικό όσο και στο ποιητικό του έργο, ο Εγγονόπουλος, άνθρωπος με πλατιά κουλτούρα, συγκαταλέγεται στις μεγάλες πνευματικές μορφές της μεταπολεμικής Ελλάδας».

Στο επόμενό μας κείμενο θα προσεγγίσουμε τον Γιάννη Ρίτσο και το έργο του.

* Ο Θανάσης Μουσόπουλος είναι φιλόλογος, συγγραφέας, ποιητής

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!