Επιμένοντας στο δίλημμα «Αυτοπροστασία ή Καραντίνα» απευθύνθηκε στον ελληνικό λαό ο Κ. Μητσοτάκης στο τελευταίο του διάγγελμα. Συνόψισε μάλιστα τις μάχες που –ταυτόχρονα με τον ιό– δίνει η χώρα: «Εθνικά θέματα, Μεταναστευτικό, Οικονομία, αλλά και φυσικές καταστροφές». Και υπενθύμισε τις προειδοποιήσεις των ειδικών πως «οι εβδομάδες που έρχονται θα κρίνουν τους επόμενους μήνες, ίσως και χρόνια». Κάπου εδώ μάλλον τελειώνουν και οι αλήθειες του διαγγέλματος. Η υπόλοιπη ομιλία του πρωθυπουργού ήταν ένα άθροισμα από υποσχέσεις, αποποίηση ευθυνών, εκβιαστικά διλήμματα προς την κοινωνία και πολλές ένοχες σιωπές και παραλείψεις για τις αντιφάσεις της κυβερνητικής πολιτικής.
Καμία αποτίμηση για την κυβερνητική επιλογή ανοίγματος του τουρισμού, λες και η επιτάχυνση του δεύτερου κύματος του ιού δεν σχετίζεται με την απόφαση αυτή. Καμία αναφορά σε συγκεκριμένα μέτρα στήριξης της εργασίας, παρά μόνο ευχολόγια για μειωμένα ωράρια και τηλεργασία, την ίδια ώρα που η κυβέρνηση δίνει το σήμα για την ασυδοσία της εργοδοσίας. Θολές αναφορές στην αντοχή του συστήματος υγείας, όταν λίγες μέρες πριν η Αττική βρέθηκε με μόλις 22 ελεύθερες κλίνες Covid-19. Παράθεση στοιχείων για προσλήψεις και νέες κλίνες ΜΕΘ που διαψεύδουν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι του κλάδου και υποσχέσεις για επιπλέον κινήσεις που τώρα δρομολογούνται (αξιοποίηση της δωρεάς του ιδρύματος Νιάρχου…). Εύλογη η απορία: Γιατί όλα αυτά δεν έγιναν νωρίτερα αφού όλοι ανέμεναν το δεύτερο κύμα; Και βέβαια, ξανά ευχολόγια για την καταπολέμηση του συνωστισμού στα ΜΜΜ, στα σχολεία, στους χώρους εργασίας, με εξαγγελία ημίμετρων που μοιάζουν να περιγελούν τους πολίτες που καθημερινά καλούνται να αντιμετωπίσουν απάνθρωπες συνθήκες.
Η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να μην ξοδέψει πολλά για τη στήριξη της υγείας και της κοινωνίας. Γι’ αυτό, αντί ενός συγκεκριμένου σχεδίου το οποίο οι πολίτες θα κληθούν να εμπιστευτούν και να εφαρμόσουν, επιστρατεύονται ο μπαμπούλας του γενικού Lock-down και η συλλογική ευθύνη των πολιτών. Η κυβέρνηση που σπεύδει κάθε στιγμή να καρπωθεί ως δική της επιτυχία τα θετικά αποτελέσματα που πέτυχε η ελληνική κοινωνία την περασμένη Άνοιξη, τώρα αποποιείται την ευθύνη για την πρόληψη και τον περιορισμό του δεύτερου κύματος, παίζοντας blame game με τους πολίτες σε μια τόσο κρίσιμη περίοδο. Ακόμα και οι επικλήσεις στη δύσκολη και πρωτόγνωρη κατάσταση, τα καλέσματα στη συνείδηση και την ωριμότητα των πολιτών, παρά την πραγματική τους βάση, χάνουν το νόημα τους όταν χρησιμοποιούνται ως άλλοθι της κυβερνητικής απραξίας.
Όπως είναι επόμενο, η πολιτική αυτή αντιμετωπίζει την ολοένα και διευρυνόμενη κριτική απ’ την κοινωνία, σε αντίθεση με την μεγάλη αποδοχή που είχε η κυβέρνηση πριν λίγους μήνες. Όσο και αν η κυβέρνηση προσπαθεί να ταυτίσει όσους της ασκούν κριτική με τους αρνητές του ιού ή της μάσκας –τους οπαδούς δηλαδή ενός νέου ανορθολογισμού που η ίδια η αντιφατική της πολιτική τροφοδοτεί– δεν μπορεί να κρυφτεί πλέον η δυσαρέσκεια πολλών κοινωνικών ομάδων. Για ακόμη μια φορά η κοινωνία καλείται να αντιμετωπίσει μόνη της μια πραγματικά δύσκολη κατάσταση, να δείξει την απαραίτητη υπευθυνότητα, να διεκδικήσει απ’ το κράτος μέτρα ουσιαστικής στήριξης. Πέρα απ’ τα εκβιαστικά διλήμματα και τους μικροεμφυλίους που προκαλεί η κυβερνητική απραξία. Αντιμετωπίζοντας τον ανορθολογισμό των αρνητών της μάσκας αλλά και αρνούμενη να αποδεχτεί τη συλλογική ευθύνη. Αγωνιζόμενοι να σταθούμε όρθιοι και να εφεύρουμε τρόπους ώστε να κρατηθούν ζωντανές μια σειρά κοινωνικές δραστηριότητες με την αναγκαία προσαρμογή στις νέες συνθήκες.