Του Χρήστου Πραμαντιώτη
Δεν είναι και πολύ τιμητικά τα λόγια που ακούστηκαν, επισήμως και ανεπισήμως, για τους σκανδαλιάρηδες των τελευταίων εβδομάδων. Το πολιτικό σύστημα, πολύ λογικά, παίρνει αποστάσεις από τους Λιάπηδες, τους Κάντες και τους Τομπούλογλου κάθε είδους. Και ψιθυρίζει στα παπαγαλάκια του για να ψιθυρίσουν κι αυτά με τη σειρά τους ότι αυτά τέλειωσαν τώρα, κάθε κατεργάρης στον πάγκο του. Αυτό μένει να το δούμε, αν και… ποιος πιστεύει πλέον ότι θα ξεκινήσει μια μεγάλη και σε βάθος έρευνα για όλους όσοι έχουν δει να περνούν μπροστά από την καρέκλα της κρατικής τους θέσης εκατομμύρια δραχμούλες κι ευρώπουλα;
Το πιο αστείο, όμως, είναι ότι πολλοί προσπαθούν να αποδώσουν την «ανάρμοστη» συμπεριφορά πολιτικών στελεχών του διαμετρήματος Λιάπη ή Τομπούλογλου, σε απλές εξηγήσεις. Αυτό είναι, λένε, λογικό για ανθρώπους του κομματικού σωλήνα και για ανθρώπους που δεν έχουν ιδρώσει για να βγάλουν το ψωμί τους, αλλά ακούμπησαν στο κόμμα και κατόπιν στο κράτος για να «μεγαλουργήσουν». Σωστό κι αυτό… Άνθρωποι όπως ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ας πούμε, που έχει διατελέσει στέλεχος επιχείρησης του ιδιωτικού τομέα, πολύ δύσκολα θα βάλουν το χέρι στο μέλι (παρά τις κακές γλώσσες που τον ενέπλεξαν με κάτι μικροδωράκια από τη Siemens, παλαιότερα). Πολλοί λένε, επίσης, ότι ο νόμος περί ευθύνης υπουργών παίζει το ρόλο του απαλλάσσοντας από το κόστος όποιον σκοπεύει να πολλαπλασιάσει τις καταθέσεις του με πολιτικό χρήμα. Κι αυτό σωστό…
Παρ’ όλα αυτά, «υπάρχει κάτι πιο βαθύ που τους ενώνει». Η αλαζονεία του ακαταδίωκτου. Που δεν προκύπτει από το νόμο περί ευθύνης υπουργών, αλλά από τη βεβαιότητα ότι «εμένα δεν με πιάνει τίποτε». Πόθεν προκύπτει αυτή η βεβαιότητα; Από τη σκληρή προσπάθεια που έχει κάνει εδώ και μερικές δεκαετίες το σύστημα εξουσίας να απορρυθμίσει την κοινωνία, να τη διαφθείρει. Κοινώς, ο Τσοχατζόπουλος υποσυνείδητα σκεφτόταν με το μυαλό του Πάγκαλου: «Μαζί τα φάγαμε – εμένα θα πιάσουν;». Και κυρίως σκεφτόταν: «Τους έχουμε κάνει όλους σαν τα μούτρα μας – εναντίον μας θα στραφούν;». Όσο κι αν φαίνεται τελείως τζογαδόρικο, είναι ακριβώς όπως ακούγεται. Έχοντας κάνει κυρίαρχη αντίληψη τον ατομισμό, τον παρτακισμό, την ανετιά, το «να περνάω εγώ καλά», την αυθαιρεσία, τον εκμαυλισμό, την εύκολη φοροδιαφυγή, τον αεριτζιδισμό, διέλυσαν κάθε ιστό που συνέχει την κοινωνία. Από εκεί προέκυπτε η σιγουριά τους. Περίμεναν ότι με την κοινωνική αφασία που έσπειραν, θα καταφέρουν να απολαύσουν ανενόχλητοι τους καρπούς του πολύχρονου κόπου τους. Δεν υπολόγισαν, όμως, καλά επειδή «έχει ο καιρός γυρίσματα», όπως δεν υπολογίζουν καλά και όσοι ελπίζουν ότι με έναν εύκολο τρόπο θα ανασυγκροτηθεί η κοινωνία και η συνείδηση.
Αν πρόκειται να αποκτήσουν κάποιο νόημα οι εκατοντάκις εκατομμύρια φορές που ακούστηκε αυτές τις μέρες η ευχή «καλή χρονιά», αυτό είναι να αφήσουμε επιτέλους πίσω αυτό το είδος ανθρώπου που έρχεται από το παρελθόν της ελληνικής κοινωνίας και που μεθοδικά έχτισαν για δεκαετίες οι Τσοχατζόπουλοι και οι Τομπούλογλου. Η διανόηση (όση έχει απομείνει να σκέφτεται ακόμη) και η πολιτική (όση μπορεί ακόμη να οραματίζεται ένα καλύτερο μέλλον) έχει δουλειά να κάνει αν θέλει να στρώσει κώλο και να δείξει μια διέξοδο για την κοινωνία… Γιατί η οικονομική πολιτική δεν είναι τα πάντα!