του Στέργιου Π. Θεοδωρίδη*
Από τους αρχαίους χρόνους ο Άξενος Πόντος αποτελούσε για τους Έλληνες έναν χώρο που προκαλούσε τη φαντασία, την περιέργεια, την τόλμη τους. Γεμάτος από δεκάδες μυθοπλασίες, τέρατα μάγισσες. Μια αγριεμένη θάλασσα που τη σάρωναν τρικυμίες και καταιγίδες.
Έμελλε ο Ιάσονας με τους υπόλοιπους Αργοναύτες με την πενηντάκωπη Αργώ να διαβούν τον Βόσπορο, να ξαποστάσουν στο Ιασόνιο και να φτάσουν στη Κολχίδα και ο Άξενος, με τις 70 ελληνικές πόλεις, σε Εύξεινο να μετατραπεί Πόντο.
Είτε υιοθετώντας την κυρίαρχη εκδοχή που θέλει τους Έλληνες να εγκαθίστανται στις περιοχές του Πόντου ως άποικοι από τον 8ο π.Χ. αιώνα, είτε αποδεχόμενοι την τολμηρή άποψη του γνωστού γερμανού ιστορικού Φαλμεράϋερ που θέλει στην Ιστορία της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας «οι αρχαιότερες ελληνικές πόλεις δεν πρέπει να αναζητηθούν στην Πελοπόννησο, ούτε στην Αττική ή στη Δωρίδα αλλά στις κοιλάδες του Καυκάσου και στις ανατολικές ακτές του Ευξείνου Πόντου», μία σειρά από πόλεις δημιουργούνται και αναπτύσσονται. Σινώπη, Αμισός, Κερασούς, Τραπεζούς, Κοτύωρα…
Πώς γίνεται και λατρεύουμε αυτό που δεν είδαμε; Πώς γίνεται και νοσταλγούμε αυτό που δεν ζήσαμε;
Ο ιστορικός Πόντος βρίσκεται στο βορειοανατολικό άκρο της Μικράς Ασίας από την Σινώπη και τις εκβολές του Άλυ ποταμού ως την Κολχίδα περιτριγυρισμένος από ψηλά και αδιαπέραστα βουνά.
Αυτός πέραν των άλλων είναι και ένας λόγος που δημιουργήθηκε και αναπτύχθηκε για χιλιάδες χρόνια ένας ιδιαίτερος πολιτισμός διατηρώντας έως και σήμερα, εκεί στον Πόντο, με τις λιγότερες αλλοιώσεις την αρχαία ιωνική λαλιά. Συνέδραμαν σε αυτό οι βασιλιάδες του Πόντου Μιθριδάτες (302-63 π.Χ.) με πιο γνωστό τον Μιθριδάτη ΣΤ’ τον Ευπάτωρα ο οποίος όπως γράφει ο Μητροπολίτης Χρύσανθος «έπεσεν εν τω τεσσαρακονταετεί υπέρ της ανεξαρτησίας της καθ’υμάς Ανατολής αγώνι αυτού κατά των Ρωμαίων».
Ο χριστιανισμός εξαπλώνεται στην περιοχή τους πρώτους μετά Χριστόν αιώνες με δυναμισμό. Ιδρύονται εκκλησίες, μοναστήρια (Παναγία Σουμελά, Παναγία Χρυσοκέφαλος κ.λπ.) και η Τραπεζούντα αναβαθμίζεται θρησκευτικά και διοικητικά στα πλαίσια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Ο Πόντος γίνεται το κέντρο του διαμετακομιστικού εμπορίου με την Ανατολή και ορμητήριο-φρούριο του βυζαντινού κράτους απέναντι στους λαούς της περιοχής. Οι Γαβράδες (οικογένεια από την Χαλδία) αργότερα εκμεταλλευόμενοι ακριβώς την γεωφυσική διαμόρφωση του Πόντου διοικούν σχεδόν αυτόνομα την περιοχή, πολεμούν και κρατούν ελεύθερες τις περιοχές του Πόντου.
Το 1204 με την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους οι Κομνηνοί (Αλέξιος ο Α΄) παίρνοντας τον τίτλο «Βασιλεύς και Αυτοκράτωρ πάσης Ανατολής, Ιβήρων και Περατείας ο Μέγας» ιδρύουν την Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας η οποία διατηρείται για 257 χρόνια οπότε και καταλαμβάνεται από τους Οθωμανούς (1461). Η κυριαρχία του Ισλάμ και των Οθωμανών οδηγούν στους χρόνους που ακολουθούν σε μαζικούς βίαιους ή όχι εξισλαμισμούς. Η καταπίεση των χριστιανών και οι καινούργιες ευκαιρίες που παρουσιάζονται με τον εξισλαμισμό οδηγούν στην διαμόρφωση ενός ενδιάμεσου πληθυσμού, των κρυφοχριστιανών. «Σα φανερά Μαχμούτ Αγάς και σα κρυφά Νικόλας».
Τον 19ο αιώνα έως στις αρχές του 20ού ο Πόντος γνωρίζει την μεγαλύτερή του οικονομική ακμή (το 40% του εμπορίου της Περσίας διακινούνταν μέσω Τραπεζούντας). Χτίζονται εκκλησίες, ανεγείρονται σχολεία. Οι Πόντιοι έμποροι έχουν εκτεταμένη δραστηριότητα και διαθέτουν υποκαταστήματα σε όλες τις μεγάλες πόλεις της εποχής. Οδησσό, Κωνσταντινούπολη, Μασσαλία, Λονδίνο κ.λπ. «εδέσποζον της όλης οικονομικής ζωής της χώρας». Ελπίδες για περαιτέρω ανάπτυξη και πρόοδο δίνει το σύνταγμα του 1908 των Νεότουρκων. Εις μάτην όμως. Άλλες ήταν οι πραγματικές στοχεύσεις των Τούρκων εθνικιστών για τους λαούς της Ανατολίας. Και αυτό γίνεται φανερό με την γενοκτονία των Αρμενίων στα 1914-15.
«Βλέπω για την Τουρκία να πλησιάζει η ώρα να ξεκαθαρίσουμε τώρα με τους Έλληνες όπως το 1915 με τους Αρμένιους» (Ταλαάτ Μπέης προς Αυστριακό αξιωματούχο). Εκτοπισμοί, εμπρησμοί, εξαφανίσεις ελληνικών χωριών, σφαγές ήταν η τύχη που επεφύλασσε ο τούρκικος εθνικισμός για τους Έλληνες του Πόντου. Το αντάρτικο και η διαμόρφωση ενός αυτόνομου εθνικού λόγου στον Πόντο ανατρέπουν τα στερεότυπα που κυριαρχούν στον ελλαδικό χώρο και η πρόταση για δημιουργία δεύτερου εθνικού κέντρου αντιμετωπίζεται ως ανορθόδοξη. Η τρισχιλιόχρονη ιστορία του Πόντου παίρνει τέλος και οι Έλληνες του Εύξεινου Πόντου ξεριζώνονται….
«Μας πήραν την Πατρίδα, μας χώρισαν από τους γείτονες αδελφούς.
Αλλά τη μνήμη; Μπορούν να μας πάρουν τη Μνήμη;
Σαν φεύγαμε δεν πιστεύαμε. Σαν φεύγαμε συγυρίζαμε το σπίτι, θα ξαναγυρνούσαμε…
Σαν φεύγαμε, ο Χασάν, η Ζεϊνέπ και ο μικρός Αλή κλαίγανε στο κατωθύρι τους.
Εμείς αυτούς ξέρουμε για Τούρκους, …οι άλλοι δεν έχουν όνομα, υπάρχουνε παντού… Παντού.
Εμείς νοιώθουμε πως δεν έχει δικαίωμα η νιότη μας, και έτσι ακόμη, λύτρωση θα ‘ναι.
Εμείς να… μόνο τον Γέροντα του ασκηταριού, που ‘ναι σοφός, ‘κείνον ν΄ απαντήσουμε… Θα μας πει…
Πώς γίνεται και λατρεύουμε αυτό που δεν είδαμε;
Πώς γίνεται και νοσταλγούμε αυτό που δεν ζήσαμε;»
* Εισαγωγικό κείμενο του Στέργιου Π. Θεοδωρίδη για την έκθεση της συλλογής καρτ-ποστάλ στην Αθηναΐδα το 2003