Κοινωνία και κινήματα μετά τις εκλογές
Του Γιάννη Τσούτσια
.
Ως γνωστόν, οι μεγάλες κοινωνικοπολιτικές αλλαγές είναι αποτέλεσμα μεγάλων κοινωνικοπολιτικών κινημάτων, όχι προοδευτικών κυβερνήσεων. Και ουδέποτε έχουν υπάρξει μεγάλες κυβερνήσεις χωρίς κινήματα. Σήμερα στη χώρα μας, ο πολιτικός κύκλος κλείνει, αφήνοντας την κοινωνία βουβή, χωρίς μαζικά κινήματα, αλλά ταυτόχρονα, εν αναμονή μιας ιστορικής κυβερνητικής αλλαγής.
Γιατί παρά τα όσα επέφερε το Mνημόνιο, αποδείχθηκε, για μια ακόμη φορά, ότι η όξυνση των προβλημάτων δεν οδηγεί αντανακλαστικά σε διαμόρφωση κινημάτων. Και ότι η συγκρότηση της κοινωνίας έχει τους δικούς της ρυθμούς, ότι προηγούνται διαμεσολαβήσεις, που έχουν ειδικότερους όρους και προϋποθέσεις. Αν κάτι, λοιπόν, οφείλει να αξιολογηθεί ως οδηγός πλεύσης αυτή την περίοδο, είναι η λαϊκή διαθεσιμότητα και η κοινωνική αμφισβήτηση, το υπόστρωμα των κινημάτων. Αυτή είναι η υποβαστάζουσά τους, η παράμετρος για να κατανοηθούν όσα έγιναν τα προηγούμενα χρόνια.
Πρέπει να δούμε ότι ο ριζοσπαστισμός της περιόδου 2010-2012, από την ένταση και τον δυναμισμό των πλατειών, μεταστράφηκε σε μια λογική ανάθεσης, που τελικά οδήγησε σε συνολική κοινωνικοπολιτική αποδιάρθρωση, τόσο σε επίπεδο κινημάτων, όσο και συνειδήσεων. Πρέπει να δούμε ότι μετά το 2012 απέμεινε η αναζήτηση πολιτικής διεξόδου, η επένδυση στον ΣΥΡΙΖΑ, πράγμα που τροφοδότησε τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που πήρε το πολιτικό σκηνικό (διπολισμός), που σήμερα παροξύνονται. Αυτός όμως ο κύκλος ολοκληρώνεται, οριστικά, το βράδυ των εκλογών και αυτό αποτελεί μια κρίσιμη διαπίστωση. «Να έρθει ο ΣΥΡΙΖΑ» ζητήθηκε. Και ο ΣΥΡΙΖΑ έρχεται. Από την επομένη ο λαός θα επανατοποθετηθεί, και το ερώτημα, αν η υπάρχουσα κοινωνική διαθεσιμότητα θα μπορέσει να τροφοδοτήσει νέα μαζικά κινήματα, θα τεθεί εκ νέου.
.
Επαναπροσδιορισμός της κοινωνικής διαθεσιμότητας
Μπορεί βέβαια κανείς να ισχυριστεί ότι ακόμη και μετά τις εκλογές, τίποτα δεν θα αλλάξει. Ότι όλα θα συνεχίσουν ως έχουν, με την κοινωνία απαθή, να περιμένει από τη νέα κυβέρνηση να της λύνει τα προβλήματα. Αλλά αυτή η εξέλιξη δεν είναι πιθανή. Ο λαός παθητικοποιείται, όταν η κυβέρνηση μπορεί να βελτιώνει προοδευτικά τη βιοτική του κατάσταση, όταν κάθε τρίμηνο είναι καλύτερο από το προηγούμενο. Σε μια χώρα όμως με 1,5 εκατ. ανέργους, δύσκολα μπορεί να ανοίξει ένας νέος κύκλος στοιχειώδους ευμάρειας, τέτοιος, που θα μπορούσε να αδρανοποιήσει και να ενσωματώσει κοινωνικά αιτήματα. (Ούτε ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ, εξάλλου, δεν ισχυρίζεται κάτι τέτοιο, μιλώντας για μια πρώτη ανακούφιση). Γι’ αυτό υποστηρίζουμε ότι μετά τις εκλογές θα ξεκινήσει μια νέα στάθμιση. Ότι κοινωνική διαθεσιμότητα θα επαναπροσδιοριστεί. Το ερώτημα είναι σε ποια κατεύθυνση…
Τι μας κληροδότησε η προηγούμενη περίοδος; Το αντιμνημονιακό κίνημα. Ένα κίνημα κατεξοχήν διεκδικητικό που ποτέ δεν υπερέβη αυτό του το χαρακτηριστικό. Αντίθετα, ο διεκδικητισμός ενισχύθηκε από την Aριστερά, που τον κατέστησε επίσημη πολιτική της. Μπορεί άραγε μετά τις εκλογές να ξαναδούμε διεκδικητικά κινήματα; Ασφαλώς μπορεί! Θα πρόκειται όμως για μια παλινδρόμηση με προδιαγεγραμμένη διαλυτική κατάληξη: Γιατί ο διεκδικητισμός μπορεί να κληροδότησε ελπίδες προς τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και τη σιγή του ψηφοφόρου, που δεν απαντάει σ’ αυτό που πραγματικά έχει ανάγκη η κοινωνία.
Τι άλλου είδους κινήματα θα μπορούσαμε να δούμε μετά τις εκλογές; Από την εποχή του Κοινωνικού Φόρουμ αναδύθηκαν κινήματα με αφυπνιστικά χαρακτηριστικά, που εμπλούτισαν με τις απόψεις τους και φώτισαν πλευρές της κοινωνίας. Κινήματα για τη βελτίωση των όρων αποκλεισμένων κοινωνικών ομάδων ή πιο «συνειδησιακά», γύρω από ζητήματα ποιότητας ζωής, ελεύθερων χώρων, περιβάλλοντος, δικαιωμάτων κ.λπ. Κινήματα, δηλαδή, που διέπονταν από μια ιδεολογία εξισωτικού-ατομικιστικού τύπου (εγώ και οι όμοιοί μου), συμβατή με την αποδιάρθρωση της κοινωνίας, κεντρικό γνώρισμα της μετανεωτερικής κοινωνίας. Κινήματα που διεκδικούσαν αποκατάσταση και τελικά ενσωμάτωση στην κοινωνία, χωρίς όμως να την αλλάζουν.
.
Το αίτημα της νέας φάσης
Και οι δύο τύποι κινημάτων που γνωρίσαμε πρόσφατα, τα μετανεωτερικά και τα διεκδικητικά, σήμερα δεν έχουν τύχη, γιατί το μεγάλο αίτημα που διαποτίζει τη χώρα, τα υπερβαίνει. Διέξοδος και αναγέννηση, εθνική, κοινωνική, οικονομική, πολιτική, πολιτιστική, ταξική, καθολική, είναι το αίτημα της νέας φάσης. Αυτό όμως το αίτημα συνεπάγεται και διαφορετικού τύπου κινήματα, που θα μετατοπίσουν τις αναζητήσεις τους σε πιο σύνθετα μονοπάτια. Συνεπάγεται κινήματα προσφοράς, όπου οι μετέχοντες θα είναι διατεθειμένοι σε μια αναλωτική στάση. Γιατί είναι άλλο να αγωνίζεσαι για να βελτιώσεις τους όρους ζωής σου και άλλο για να διαμορφώσεις μια νέα πραγματικότητα.
Και ναι, η κοινωνία πρέπει να επιβιώσει και να δει πώς θα βρει δουλειά, αλλά για να γίνει αυτό, πρέπει να συγκροτηθεί, να πάρει μαζί της ό,τι καλύτερο υπήρξε μέχρι σήμερα και να στρέψει την προσοχή της στην κατεύθυνση του συνολικού κοινωνικοπολιτικού μετασχηματισμού της χώρας. Αυτή η αναγκαιότητα, ορατή πλέον δια γυμνού οφθαλμού, θα μπορούσε να ωθήσει τα κινήματα της επόμενης ημέρας να συγκροτηθούν σε άλλη βάση. Διαμορφώνοντας μια διαφορετική πολιτειακή αντίληψη, επιδιώκοντας ριζικές αλλαγές σε επίπεδο πολιτικής διακυβέρνησης-πολιτικού συστήματος, αναζητώντας νέους θεσμούς εκπροσώπησης, με έναν πολίτη μαχόμενο και πολιτικοποιημένο, νέας κοινωνικής ταυτότητας, παραγωγικό και όχι αμέτοχο.
Αυτό το αίτημα το θέτει σήμερα κραυγαλέα η επικαιρότητα και η εποχή και το οσμίζεται μαζικά ο λαός, ακόμη κι αν αυτό δεν μπορεί να ιδωθεί και να περιγραφεί μαζικά. Η μη συμμετοχή της κοινωνίας στη λογική των αλλεπάλληλων λιτανειών, η αποδυνάμωση των ψευτοεναλλακτικών λύσεων, η αποστασιοποίησή της, αυτό δείχνει. Ότι ζητούνται άλλου τύπου προσεγγίσεις. Και η άρνηση της Αριστεράς να συνταχθεί με αυτό, θα συνιστά συνέχιση του αποπροσανατολισμού. Αλλά υπάρχουν πολλές δυσκολίες…
.
Άνοιγμα στα μεγάλα ζητούμενα
Οι δυσκολίες της υπέρβασης για τα μελλοντικά κινήματα είναι μεγάλες: Όχι μόνον αυτά θα πρέπει να συνειδητοποιηθούν σε ό,τι αφορά την κατεύθυνσή τους, αλλά και να διατηρήσουν αποστάσεις από μια κυβέρνηση της αριστεράς. Αν, μάλιστα, μετά τις εκλογές, προκύψει ένα σενάριο, όπου κάποια κόμματα θα υποκινούν αγώνες, (δίκαιους ή και «τραβηγμένους») ο δε ΣΥΡΙΖΑ θα ασχολείται να αλώσει το κράτος, αν έχουμε δηλαδή πάλι μια διέξοδο συνδικαλιστικού τύπου και διεκδικητισμό ενισχυμένο από μια απαίτηση αποκατάστασης, το πράγμα θα πάρει εκ νέου διαλυτικά χαρακτηριστικά. Γιατί σήμερα, άλλο ζητείται… Ζητείται μεταστροφή σε επίπεδο κοινωνικής συνείδησης και μια νέα σχέση ανάμεσα στο δυναμικό κομμάτι του κόσμου και μια κυβέρνηση της αριστεράς, ενδεχόμενο, με τα σημερινά δεδομένα, εξαιρετικά αδύναμο.
Από την άλλη πλευρά, ένας ΣΥΡΙΖΑ εγκλωβισμένος στον δικομματισμό και την κομματική λογική, που όχι μόνο δεν οδεύει προς τη διακυβέρνηση με ένα υποστηρικτικό δυναμικό πολιτικοποιημένο ρεύμα (έστω και χειροκροτητών) δύσκολα θα καταφέρει να συμπορευτεί με κινήματα, ακόμη κι αν αυτά εκδηλωθούν. Ωστόσο, δεν υπάρχει άλλη λύση, από τη συμπόρευση κινημάτων-κυβέρνησης και Αριστεράς, στο πλαίσιο ενός ενιαίου ρεύματος στην κατεύθυνση της καθολικής διεξόδου.
Μοιάζει, βέβαια, με προφητεία να επιχειρεί κανείς να προβλέψει σήμερα, τι θα συμβεί την επόμενη μέρα. Ένα όμως είναι σίγουρο: Το στοίχημα για τη νέα κυβέρνηση είναι να κινηθεί πέρα από τη βουλιμική κομματοκρατία και πέρα από την αντίληψη ότι «ήρθε η ώρα μας», που επιφυλάσσει στο λαό μόνο ρόλο υποδοχέα και εκτελεστή. Και να ανοιχτεί στα μεγάλα ζητούμενα για την αναγέννηση της κοινωνίας και της χώρας.
.
Το άρθρο αποτελεί περίληψη της ομιλίας του Γ. Τσούτσια στην εκδήλωση με θέμα Ποιος (θα) κυβερνά αυτή τη χώρα; Κοινωνία, διακυβέρνηση και αγώνες την επόμενη μέρα, στο πλαίσιο της Ημερίδας που διοργανώθηκε από τον Δρόμο στις 10/1/2015