Την προηγούμενη φορά μέσω της στήλης (18/6, «Γράμμα σ’ έναν μπάχαλο») την «έπεσα» στον ανώνυμο μπαχαλάκο που, πέρα από τους μασκαρεμένους ασφαλίτες, φαντασιώνεται ότι συγκρούεται με την εξουσία και αδειάζει μαζί με τους μπάτσους την Πλατεία Συντάγματος από διαδηλωτές. Το «γράμμα» προκάλεσε αντίδραση αναγνώστη που θεώρησε ότι «κάνω πλάκα». Αποκλίνοντας από τον συνήθως σατιρικό χαρακτήρα της στήλης, στην οποία εναλλάσσομαι με τον Κουνενή, ανταποκρίνομαι στην πρόκληση του φίλου που, μεταξύ άλλων, λέει:
«Θα περίμενα αντί να κάνεις παρατηρήσεις μόνο στα μπάχαλα να πεις…
ΚΑΙ για τους χρυσαυγίτες που έχουν απειλήσει με μαχαίρι άτομα από την γραμματεία.
ΚΑΙ για το ότι δεν έχουν καμία θέση στη πλατεία και θα έπρεπε να διωχθούν.
ΚΑΙ για το ανόητο κάλεσμα της περικύκλωσης της Βουλής, χωρίς καμία οργάνωση, βάζοντας σε κίνδυνο πολύ κόσμο που ήρθε αντιμέτωπος με τα ΜΑΤ.
ΚΑΙ ότι την ώρα που αυτά τα μπλοκ δέχονταν επίθεση, οι συντονιστές δεν έβγαλαν άχνα από τα μεγάφωνα…
ΚΑΙ ότι πολλοί μπαχαλάκηδες ήταν μέσα στον κόσμο και τον ψέκαζαν με μαλόξ, ώστε να τον ανακουφίσουν από τα δακρυγόνα.
ΚΑΙ ότι πολύς κόσμος που δεν ήταν μπάχαλα, χωρίς μάσκες, χωρίς κουκούλες, χωρίς μαύρα ρούχα συγκρούονταν με τα ΜΑΤ.
ΚΑΙ ότι η επανάσταση δεν αρχίζει όταν πέφτει ο ήλιος 8 η ώρα το βραδύ, αντί για τις 6 που είναι το κάλεσμα.
Τι θα έλεγες… να μας τα πεις όλα αυτά την άλλη φορά;
Υ.Γ. Νομίζω ότι ο κύριος μπάχαλος… κάνει πολύ μικρότερη ζημιά σε σχέση με άλλους».
Απαντώ, λοιπόν.
Πρώτον. Όσα συνέβησαν την περασμένη Τρίτη και Τετάρτη (48 ώρες στο δρόμο) νομίζω πως, δυστυχώς, επιβεβαιώνουν όσα είχα γράψει στο επίμαχο κείμενο. Και ενισχύουν το θυμό μου. Οι μπάχαλοι, με εντεταλμένους ή ανυποψίαστους συνεργούς, προσέφεραν καλές υπηρεσίες στον κρατικό σχέδιο εκκένωσης της πλατείας, αλλά κακές υπηρεσίες στους διαδηλωτές που δέχονταν το τσουνάμι της αστυνομικής βαρβαρότητας και, για πρώτη φορά μετά πολύ καιρό, βρέθηκαν στην ανάγκη να αντιτάξουν στην κρατική βία τη δική τους δίκαιη βία. Υπήρξαν ευτυχείς στιγμές συνάντησης των μεν με τους δε, αλλά σε γενικές γραμμές κυριάρχησε η «πρωτοπορία» του κλεφτοπόλεμου και η χαρά της σπασμένης βιτρίνας.
Δεύτερον. Και χρυσαυγίτες και σφίχτες και ΚΥΠατζήδες αλωνίζουν στην πλατεία. Αλλά μ’ αυτούς δεν κάνω διάλογο. Να φύγουν; Να φύγουν, αλλά αν η πλατεία το ρίξει στο face control φοβάμαι πως θα χάσει το δίαυλο επικοινωνίας με τους χιλιάδες που σηκώνονται -επιτέλους- ανήσυχοι από τους καναπέδες.
Τρίτον. Για τους συντονιστές της πλατείας, την αποτελεσματικότητα των κινητοποιήσεων που οργανώνουν, τον αθεράπευτο πασιφισμό τους μπορεί κι εγώ να έχω πολλές ενστάσεις. Οφείλω, όμως, να τους αναγνωρίσω ότι συνέβαλαν στο πιο ελπιδοφόρο κίνημα των (πολλών, πολλών) τελευταίων χρόνων.
Τέταρτον. «Πολύς κόσμος χωρίς κουκούλες συγκρούονταν με τα ΜΑΤ…». Όπως αποδείχτηκε την Τετάρτη, αυτό είναι το ζήτημα. Το πότε, πώς και γιατί θα υπάρξει σύγκρουση με τους μηχανισμούς καταστολής το καθορίζουν δύο παράγοντες: αφενός η λύσσα του συστήματος εξουσίας που δεν διστάζει, όταν κινδυνεύει, να παραμερίζει τα δημοκρατικά προσχήματα και αφετέρου η διαθεσιμότητα της κοινωνίας. Η βία είναι πράγματι μαμή της Ιστορίας, αλλά ο μπαχαλάκος που σπάει μια βιτρίνα μαγαζιού στα ξεκούδουνα, δεν γράφει ιστορία. Αυξάνει τον τζίρο τζαμάδων, ασφαλιστικών, εταιριών παραγωγής χημικών και γεμίζει τηλεοπτικά πλάνα.
Πέμπτον. Το παραμύθι για το «συμβολισμό της σύγκρουσης με τα ΜΑΤ» πρέπει κάποτε να τελειώνει. Η γραμμή του πυρός είναι μετακινούμενη και η «δημιουργικότητα του χάους» σχετική. Συνιστώ σ’ όσους μπαχαλάκους θεωρούν εαυτούς απόγονους των Κομμουνάρων (αναρχικών και σοσιαλιστών), να διαβάσουν πώς η Κομμούνα επιχείρησε να βάλει τάξη στο χάος του πολιορκημένου Παρισιού, πώς μετέτρεψε σε επαναστατικό φρόνημα το πληγωμένο από τη συνθηκολόγηση «εθνικό αίσθημα» των Γαλλαράδων (κατά το Ελληναράδων), πώς πήρε με το μέρος της τμήματα του στρατού και πώς έθεσε στην υπηρεσία της επαναστατικής εξουσίας την αστυνομία.
Έκτον. Πράγματι, η επανάσταση δεν έχει ωράριο, αλλά το πότε είναι η ώρα της δεν το καθορίζει η εξεγερσιακή ονείρωξη του καθενός. Και φοβάμαι πως όταν έρθει η ώρα της (της επανάστασης) είναι πιο πιθανό να δούμε ΜΑΤατζήδες να τρέπονται σε φυγή ή να πετάνε όπλα, κράνη και να περνούν στην άλλη πλευρά (κυρίως για λόγους αυτοπροστασίας), παρά μπαχαλάκηδες, αρκετά ξύπνιους και νηφάλιους για να φανούν χρήσιμοι.
Έβδομον. Τη ζημιά που κάνουν οι άλλοι -το κράτος, η αστυνομία, τα ΜΜΕ, οι φασίστες, η προπαγάνδα, η τρομοκρατία, ο φόβος, ο τυχοδιωκτισμός, οι αυταπάτες, οι ιδεολογικές αγκυλώσεις, ο μικροηγεμονισμός και η αβελτηρία όσων ομνύουν στον ριζοσπαστισμό- τη γνωρίζουμε και τη μετράμε. Πράγματι, ο μέσος μπαχαλάκος προκαλεί μικρότερη ζημιά απ’ αυτούς. Το πρόβλημα είναι ότι την προκαλεί πάντα σε ακατάλληλες στιγμές. Λειτουργεί σαν ένας πολλαπλασιαστής φόβου, την ώρα που ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας επιχειρεί να τον κατανικήσει.

Υ.Γ. Ψυχανεμίζομαι ήδη, όπως έγινε και με το προηγούμενο κείμενο, πως θα καταδικαστώ ως «ξέρασμα», ρουφιάνος και δεν ξέρω γω τι άλλο (στους μεταμεσονύκτιους διαδικτυακούς διαλόγους). Ξεράστε με, αλλά σκεφτείτε κιόλας…

Υ.Γ. Ο Μ.Σ. θα βρίζει που υπερβαίνω τα όρια της στήλης και καταστρέφω τη σελίδα. Πάρτε το ως κατάσταση «έκτακτης ανάγκης». Δεν θα επαναληφθεί.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!