Αρχική πολιτισμός Μνήμες αποικιοκρατίας στη λεηλασία της τέχνης

Μνήμες αποικιοκρατίας στη λεηλασία της τέχνης

Για το ντοκιμαντέρ «Δαχομέη», της Ματί Ντιόπ

Νοέμβρη του 2021, το γαλλικό κράτος αποφασίζει να επιστρέψει στο Μπενίν της Δυτικής Αφρικής –Δαχομέη πριν το 1975– πολύτιμα έργα τέχνης που είχαν κλαπεί από την εισβολή των Γάλλων αποικιοκρατών το 1892. Σχεδόν 130 χρόνια μετά, η σενεγαλέζικης καταγωγής Γαλλίδα σκηνοθέτρια Ματί Ντιόπ κινηματογραφεί αυτόν τον επαναπατρισμό στο ντοκιμαντέρ «Δαχομέη» και κερδίζει τη Χρυσή Άρκτο στο φεστιβάλ Βερολίνου.

Δίχως λόγια καταγράφεται αρχικά η αποκαθήλωση των έργων τέχνης, των ξύλινων σχεδόν φυσικού μεγέθους ζωομορφικών θεοποιημένων αγαλμάτων των παλαιών βασιλιάδων, που κάποτε εναντιώθηκαν και πολέμησαν τους Γάλλους αποικιοκράτες, ενός εντυπωσιακά περίτεχνα ξυλόγλυπτου θρόνου και αρκετών λατρευτικών αντικειμένων, που σχετίζονταν με τη μετάβαση της ψυχής στον κόσμο των νεκρών. Τα κειμήλια αυτά τοποθετούνται πολύ σχολαστικά σε κιβώτια, για τη μεταφορά τους. Δίχως ιδιαίτερη έμφαση στα αντικείμενα καθαυτά, καθώς ακούμε ελάχιστες περιγραφές, κυρίως από τους Αφρικανούς αρχαιολόγους, που τα αξιολογούν κατά την παραλαβή τους, η Ντιόπ επικεντρώνεται στην πράξη του επαναπατρισμού τους και στις αντιδράσεις της αφρικανικής κοινωνίας, διερευνώντας αν οι απόγονοι ενός άλλοτε υποδουλωμένου έθνους μπορούν να αποτάξουν το αποικιοκρατικό παρελθόν τους.

Τα αγάλματα αγγίζονται προσεκτικά από πληθώρα χεριών με προστατευτικά γάντια, μέχρι να ξεβιδωθούν από τα βάθρα και να τοποθετηθούν σε ειδικά κατασκευασμένα κιβώτια μεταφοράς. Ο φακός εστιάζει στα χέρια που τα σηκώνουν, τα συγκρατούν, τα τοποθετούν. Μετά τις αδειανές, σαν θλιβερά κουφάρια, προθήκες του γαλλικού μουσείου, όπου για χρόνια εξετίθεντο ως αποικιοκρατικά λάφυρα μιας ανάλγητης υφαρπαγής, καταγράφεται, δίχως περαιτέρω σημασία, η διαδικασία της μεταφοράς τους, με ενδιάμεσες ασπρόμαυρες λήψεις, από τις κάμερες κλειστού κυκλώματος του μουσείου. Ωστόσο ο επαναπατρισμός τους στο Μπενίν αποτελεί ένα ολόκληρο διαφορετικό κεφάλαιο. Μέσα από τη ροή των εφημερίδων ήδη από τα εκδοτήρια, όπου ευκρινώς διαβάζονται στα πρωτοσέλιδα οι πηχυαίοι τίτλοι «ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΓΕΓΟΝΟΣ!», αποκαλύπτεται η τεράστια σημασία που δόθηκε από την άλλη πλευρά. Σε κοφτά πλάνα καταγράφονται αποσπασματικά μερικές μόνο στιγμές, συνοψίζοντας το πανηγυρικό κλίμα. Στο αεροδρόμιο υποδέχεται το αεροπλάνο η βασιλική φρουρά, ενώ κατά μήκος της διαδρομής μέχρι τον καλά φρουρούμενο χώρο του Προεδρικού Μεγάρου, όπου θα φιλοξενηθούν τα έργα τέχνης, συγκεντρώνεται πλήθος κόσμου, πολλοί με παραδοσιακές κελεμπίες, που τα υποδέχονται με μουσικές και χορούς. Το Προεδρικό Μέγαρο έχει ήδη προετοιμαστεί για τη μεγάλη στιγμή: οι κηπουροί φροντίζουν τα φυτά ολόγυρα, μπογιατζήδες φρεσκάρουν απ’ έξω το κτίριο. Μόλις φτάσουν οι πολιτισμικοί θησαυροί, η κάμερα δεν καταγράφει πια τα χέρια που τα τοποθετούν σε νέα βάθρα και προθήκες, αλλά πλέον τα βλέμματα όσων «αχόρταγα» τα θαυμάζουν -της καθαρίστριας, του εργάτη που προετοίμαζε την αίθουσα και του προσωπικού ασφαλείας. Στα εγκαίνια, οι επίσημοι παράγοντες που καταφθάνουν με τις πολύχρωμες κελεμπίες τα κοιτάνε με δέος και μόλις η έκθεση ανοίξει για τον απλό λαό, η κάμερα επικεντρώνεται στα γεμάτα περιέργεια και συγκίνηση βλέμματα των σύγχρονων Αφρικανών, με μια αίσθηση δικαίωσης, μετά από αιώνες υποδούλωσης και λεηλασίας. Μέσα από τις αντανακλάσεις στις βιτρίνες καταγράφονται οι ποικίλες αντιδράσεις του κόσμου, κάποιοι δακρύζουν, μικρά παιδιά τρομάζουν στη θέα των βασιλικών αγαλμάτων, το ένα με κεφάλι σαύρας, το άλλο με κεφάλι καρχαρία, ενώ ο φακός πιάνει τις χορευτικές κινήσεις ενός αγοριού ανάμεσα στις προθήκες.

Με τις δαχομενιανές παραδόσεις να φημίζονται τόσο για τις περίφημες Αμαζόνες –αποκλειστικά γυναικείες στρατιωτικές μονάδες– όσο και για τις περίτεχνες θρησκευτικές βουντού πρακτικές, η Ντιόπ επιχειρεί να επαναφέρει στο ντοκιμαντέρ την αλλοτινή ιερότητα των λατρευτικών αυτών αντικειμένων τέχνης, τοποθετώντας την κάμερα μέσα στο κιβώτιο μεταφοράς, σε μια υποκειμενική οπτική που αγγίζει μεταφυσική διάσταση, σαν να μπορούσε να ακούσει η ψυχή του αγάλματος. Η δίχως σχολιασμούς αφηγηματική ροή εικόνων κατά το πρώτο μέρος της μεταφοράς εμπλουτίζεται συχνά και με μια απόκοσμη φωνή «θεϊκής προέλευσης» αδιευκρίνιστου φύλου –ταυτόχρονα άντρα και γυναίκας– σε μια εκτός κάδρου αφήγηση της υποτιθέμενης φωνής των ιερών αγαλμάτων, σε πρώτο πρόσωπο με ποιητικό λόγο, που επαναφέρει με την αμεσότητα μαρτυρίας τα λησμονημένα δεινά της αποικιοκρατίας.

Στα εγκαίνια της έκθεσης στο Προεδρικό Μέγαρο, τα αποσπάσματα λόγων των επισήμων, που διαβεβαιώνουν για τη διασφάλιση των κατάλληλων συνθηκών συντήρησης των παλαιών αυτών θησαυρών, αντιπαραβάλλονται με σειρά πλάνων από τις συζητήσεις φοιτητών στο Πανεπιστήμιο του Μπενίν, δηλαδή της σύγχρονης γενιάς Αφρικανών που διεκδικεί τη δική της ταυτότητα μακριά από τα αποικιοκρατικά πρότυπα. Σε μια αποθεωτική κορύφωση, σχόλια και στοχασμοί για τα πραγματικά κίνητρα και το διπλωματικό παρασκήνιο αυτού του επαναπατρισμού αποκαλύπτουν ότι πρόκειται περισσότερο για τραγελαφικό φιάσκο, παρά για εθνικό θρίαμβο, αφού από τα συνολικά 7.000 αντικείμενα τέχνης που αρπάχτηκαν τότε, 130 χρόνια μετά επιστρέφουν μονάχα τα 26, σε ένα εξοργιστικά απροκάλυπτο εμπαιγμό, που μας βάζει σε σκέψεις και για τη διαπραγμάτευση της επιστροφής των ελληνικών μαρμάρων του Παρθενώνα. Συνειδητοποιώντας με πίκρα ότι για τους Δυτικούς θεωρούνται ακόμα οι «υπανάπτυκτοι», που παρήγαγαν «πρωτόγονη τέχνη», σύμφωνα με την αξιολογική αντίληψη του κατακτητή, κάποιοι επιμένουν πως αδυνατούν να κατανοήσουν το πολιτιστικό πλαίσιο των δικών τους παραδόσεων, όταν οι ίδιοι έχουν γαλουχηθεί με τις δυτικές αξίες. Η κάμερα της Ντιόπ καταγράφει πορτρέτα μιας σύγχρονης πολύχρωμης νεολαίας, με κοτσιδάκια και χάντρες στα μαλλιά, καθώς καθένας αποτυπώνει απόψεις σε μια άτυπη «εκκλησία του δήμου», ενώ συνειδητοποιούν πως ακόμα εκφράζονται στα γαλλικά, γλώσσα του ξένου αποικιοκράτη, που απαγόρευσε τις δικές τους διαλέκτους, θίγοντας και τον τρόπο που μαθαίνουν στα σχολεία τη δική τους Ιστορία, από την πολιτισμένη Δύση, αποφεύγοντας οτιδήποτε θίγει τις αποικιοκρατικές θηριωδίες.

Μέσα από αυτές τις παθιασμένες και άκρως αποκαλυπτικές συζητήσεις, παρακολουθούμε τη διαδικασία αφύπνισης του Δαχομενιανού λαού, που συνειδητοποιεί πόσο βαθιά ριζωμένη παραμένει η αποικιοκρατία στον τόπο τους, αποκαλύπτοντας με ποιους όρους –όταν ελέγχουν γλώσσα και ιστορία– γίνεται η υποτιθέμενη ανεξαρτησία. Από ντοκιμαντέρ παρατήρησης, που καταγράφει σε πρώτο επίπεδο τις πολύτιμες εννοιολογικά και ανθρωπολογικά αντιδράσεις, το ντοκιμαντέρ αυτό ανάγεται σε πολιτικό δοκίμιο απολογισμού της αποικιοκρατίας, στα χνάρια των Αλέν Ρενέ και Κρις Μαρκέρ, καθώς μέσα από τη διαλεκτική διαδικασία αποκαλύπτεται η πικρή αφύπνιση του καταπιεσμένου, μπρος στον πανίσχυρο αποικιοκράτη καταπιεστή του. Μετά από την κορύφωση των αποκαλυπτικών συζητήσεων, το ντοκιμαντέρ παραθέτει εικόνες από τα παζάρια μιας πολύβουης πόλης, για να κλείσει πάλι αθόρυβα, όπως άρχισε, με σειρά πορτρέτων της νεολαίας το βράδυ στα μπαρ, τοποθετώντας το Μπενίν στο σύγχρονο παρόν, με τη νέα γενιά να διεκδικεί τη δική της εθνική και πολιτισμική αυτοδιάθεση. 

* Η Ιφιγένεια Καλαντζή είναι θεωρητικός-κριτικός κινηματογράφου, ifigenia.kalantzi@gmail.com

INFO

  • To 7ο Συμπόσιο Κινηματογράφου Balcan Can Kino με προβολές, συζητήσεις και εργαστήρια επικεντρώνεται φέτος στην κλιματική κρίση και διεξάγεται 24-27/10/2024 στους χώρους Zoetrope, Newman, Literature House, Bios, με δωρεάν είσοδο. Περισσότερα: balkan-can-kino.com/symposium/7-bck-symposio-kinimatografou
  • Προφεστιβαλική εβδομάδα 24-30/10/2024 του 37ου Πανοράματος Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου στον κινηματογράφο Τριανόν, με γουέστερν του Τζον Φορντ, κλασικές ταινίες με τέρατα, τέσσερα ντοκιμαντέρ και την τριλογία της κρίσης του Βασίλη Μαζωμένου. Περισσότερα: gr
  • Συνεχίζεται για τρίτη χρονιά η διεξαγωγή του Athens Palestine Film Festival 1-3/11/2024 στον κινηματογράφο Στούντιο και 15-16/11/2024 στον κινηματογράφο Τριανόν. Μετά τις προβολές ακολουθούν συζητήσεις. Περισσότερα: org
Σχόλια

Exit mobile version