Η διεθνής οικονομία βρίσκεται σε φάση ανάπτυξης μετά την πανδημία, που είχε σαν συνέπεια τη μείωση της παραγωγής κατά 3,1% το 2020. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ, ο παγκόσμιος ρυθμός ανάπτυξης θα είναι 5,9% το 2021 και 4,9% το 2022. Με αυτά τα δεδομένα, η παγκόσμια οικονομία ως συνολικό μέγεθος επανέρχεται γρήγορα στα επίπεδα του 2019. Η δραματική, απότομη πτώση λόγω κορωνοϊού και η αντίστοιχη απότομη ανάκαμψη –στο βαθμό που θα επιβεβαιωθούν οι εκτιμήσεις– δείχνουν ότι ξεπεράστηκε προς το παρόν η κρισιακή διαδικασία, που θα ήταν χρονικά πιο μακρόσυρτη και επίπονη.

Βέβαια η ανάπτυξη μετά την κρίση δεν είναι ίδια για όλους. Η ανισοκατανομή και οι αναδιατάξεις είναι ένα πραγματικό γεγονός. Με εξαίρεση τις ελάχιστες χώρες που το 2020 δεν είχαν μείωση παραγωγής (Κίνα, Ιρλανδία, Τουρκία), μερικές το 2021 ήδη βρίσκονται πάνω από το επίπεδο παραγωγής του 2019. Μεταξύ αυτών είναι οι ΗΠΑ καθώς και ορισμένα «περιφερειακά» κράτη μέλη της Ε.Ε. (χώρες Βαλτικής, Σλοβενία, Λουξεμβούργο). Ο μεγαλύτερος αριθμός χωρών θα φθάσει ξανά στο επίπεδο του 2019 το 2022. Μεταξύ αυτών συμπεριλαμβάνεται οριακά, αν όλα πάνε καλά, και η Ελλάδα. Τέλος, υπάρχουν και οι χώρες που θα καθυστερήσουν, και σε αυτές περιλαμβάνονται χώρες υπό ανάπτυξη.

Ενώ όμως βρισκόμαστε σε μία περίοδο αισιοδοξίας, όσον αφορά την οικονομική μεγέθυνση της παγκόσμιας οικονομίας, παράλληλα έχουν αρχίσει και εμφανίζονται μια σειρά αρνητικά φαινόμενα που θέτουν υπό αμφισβήτηση την ομαλή επάνοδο της οικονομίας στα προ κρίσης επίπεδα και τη συνέχιση της πορείας χωρίς τα προκρισιακά φαινόμενα που υπήρχαν το 2019. Τα βασικότερα από αυτά τα προβλήματα, που δημιουργούν ερωτηματικά, θα εξετάσουμε στη συνέχεια.

Τιμές καυσίμων

Η απότομη αναθέρμανση της παγκόσμιας οικονομίας, σε συνδυασμό με κερδοσκοπικά παιγνίδια στις αγορές, έχουν σαν συνέπεια οι τιμές των καυσίμων και της ηλεκτρικής ενέργειας να εκτοξευτούν. Η τιμή του φυσικού αερίου έχει κάνει «ράλι» 400%, ενώ το αργό πετρέλαιο βρίσκεται πάνω από τα 80 δολάρια το βαρέλι, με προοπτική τα 90 ή ακόμα και τα 100 μέχρι το τέλος του έτους, όπως εκτιμούν αρκετοί από τους ειδικούς αναλυτές. Από κοντά σε αυτές τις εξελίξεις και οι αυξήσεις των τιμών των «ρύπων άνθρακα» στα διεθνή χρηματιστήρια, που εκτοξεύουν τις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας. Με αυτά τα δεδομένα, οι χώρες με παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου είναι ιδιαίτερα ευνοημένες, ενώ οι χώρες εισαγωγείς βρίσκονται υπό πίεση.

Πληθωρισμός

Οι αυξήσεις των τιμών στα καύσιμα, των τιμών των πρώτων υλών και των προβλημάτων στην εφοδιαστική αλυσίδα σε συνδυασμό α) με τους πακτωλούς χρήματος που έχουν διαθέσει οι κεντρικές τράπεζες για τη στήριξη-κερδοσκοπία των χρηματιστηριακών αγορών, και β) με την κερδοσκοπία μέσω των τιμών από πλευράς επιχειρήσεων, έχουν σαν συνέπεια την εμφάνιση πληθωριστικών πιέσεων παγκόσμια. Ειδικά στις αναπτυγμένες χώρες η εμφάνιση του πληθωρισμού μετά από πολλά χρόνια σταθερότητας των τιμών έχει αρχίσει να δημιουργεί προβληματισμό. Οι αρμόδιοι για τη χάραξη της πολιτικής για να καθησυχάσουν τον κόσμο ισχυρίζονται ότι η άνοδος των τιμών είναι προσωρινή. Όμως κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει την εξέλιξη, καθώς οι περισσότεροι παράγοντες που καθορίζουν τον πληθωρισμό δεν είναι άμεσα ελεγχόμενοι από τους χαράσσοντες την οικονομική πολιτική.

Επίσης η διακοπή της τροφοδοσίας των αγορών με χρήμα από τις κεντρικές τράπεζες, για να μην αναφέρουμε την απόσυρση μέρους των χρημάτων που έχουν δοθεί, μπορεί να ενεργοποιήσει άλλα κρισιακά φαινόμενα (χρηματιστηριακή πτώση, καθώς οι τιμές έχουν ξεφύγει από τη σύνδεσή τους με την πραγματική οικονομία), τα οποία με τη σειρά τους και ανάλογα με το μέγεθός τους διαμορφώνουν καταστάσεις που επεκτείνονται στην πραγματική οικονομία. Συνεπώς, ακόμα και το άμεσο μέτρο πολιτικής που μπορούν να λάβουν για τον πληθωρισμό δημιουργεί άλλες παρενέργειες, ενδεχόμενα σημαντικότερες.

Δημόσιο χρέος

Η δημοσιονομική χαλάρωση για την αντιμετώπιση της πανδημίας στην πλειοψηφία των χωρών (ειδικά σε όλη την Ε.Ε., και την Ελλάδα φυσικά) έγινε με δανεικά από τις αγορές, αυξάνοντας το δημόσιο χρέος. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, το παγκόσμιο χρέος, ιδιωτικό και δημόσιο, έφτασε τα 226 τρισεκατομμύρια δολάρια το 2020. Είναι δηλαδή αυξημένο κατά 14% σε σχέση με το 2019, και πλέον αντιστοιχεί στο 265,9% του παγκόσμιου ΑΕΠ!
Μια πρώτη γεύση για τα προβλήματα της αύξησης του δημόσιου χρέους έχουμε από τις ΗΠΑ, οι οποίες αντιμετωπίζουν ξανά τον κίνδυνο για στάση πληρωμών, καθώς το χρέος έχει φτάσει στο ανώτατο επιτρεπόμενο θεσμικά ύψος του. Απαιτείται νέα νομοθετική ρύθμιση, η οποία όμως συναντά μεγάλες δυσκολίες πολιτικά. Έτσι επιλέχθηκε η προσωρινή λύση, με οριακή πλειοψηφία, για μικρή αύξηση του ορίου δανεισμού μέχρι το τέλος του χρόνου. Όταν συμβαίνουν αυτά στις ΗΠΑ, γίνεται κατανοητό ότι η πίεση σε άλλες χώρες, ιδιαίτερα τις μικρές, είναι πολύ μεγαλύτερη. Η περίπτωση της Ελλάδας είναι ενδεικτική, καθώς το χρέος έχει φθάσει το 2021 τα 350 δισ. ευρώ (197,9% του ΑΕΠ) και ήδη έχουν αρχίσει οι πιέσεις από τους δανειστές («θεσμοί») για επάνοδο σε «χρηστή» δημοσιονομική διαχείριση από το 2022 και σε πλεονάσματα από το 2023…

Σημειώνεται ότι στις συνθήκες της πανδημίας υπήρξε αλματώδης αύξηση του χρέους των χωρών με χαμηλά εισοδήματα, όπως αναφέρει σε πρόσφατη έκθεσή της η Παγκόσμια Τράπεζα. Το χρέος αυτό αυξήθηκε κατά 12% και έφθασε στα 860 δισεκατομμύρια δολάρια. Στο σχετικό δελτίο τύπου, με βάση αυτή την κατάσταση αναφέρεται ότι «χρειαζόμαστε συνολική προσέγγιση στο πρόβλημα του χρέους, που θα συμπεριλαμβάνει απομείωση χρεών, αμεσότερες αναδιαρθρώσεις, αυξημένη διαφάνεια».

Τώρα που κλείνει ο οικονομικός κύκλος των επιπτώσεων της πανδημίας και μπήκε η παγκόσμια οικονομία στη φάση της γρήγορης ανάκαμψης, η «κληρονομιά» του χρέους που έμεινε πίσω αποτελεί ένα τεράστιο πρόβλημα που απαιτεί λύσεις, για να μην γίνει γενεσιουργός αιτία σε ένα νέο κύκλο κρισιακών φαινομένων.

Κρίση στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα

Στην παγκόσμια παραγωγή και κατανάλωση παρατηρούνται το 2021 φαινόμενα αδυναμίας ανταπόκρισης στις πολύμορφα αυξημένες ανάγκες. Εκτός από το θέμα της αύξησης των τιμών, που και αυτό παίζει το ρόλο του στο πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί, μία από τις βασικές αιτίες της κατάστασης είναι τα προβλήματα στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα. Για την παραγωγή μιας σειράς προϊόντων, με πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα την παραγωγή αυτοκινήτων, υπάρχουν σημαντικές ελλείψεις εισροών που συνήθως είναι ημιέτοιμα τμήματα εξοπλισμού (π.χ. μικροτσίπ).

Το παγκόσμιο χρέος, ιδιωτικό και δημόσιο, έφτασε τα 226 τρισεκατομμύρια δολάρια το 2020. Είναι δηλαδή αυξημένο κατά 14% σε σχέση με το 2019, και πλέον αντιστοιχεί στο 265,9% του παγκόσμιου ΑΕΠ!

Οι αιτίες των ελλείψεων από την πλευρά της προσφοράς συνδέονται με προβλήματα στην παραγωγή (ειδικά των μικροτσίπ, των οποίων η παραγωγή δεν μπορεί να καλύψει στην παρούσα περίοδο την αυξημένη ζήτηση), στις μεταφορές, στην αύξηση του ενεργειακού κόστους και στην έλλειψη πρώτων υλών παραγωγής ενέργειας – με πλέον χαρακτηριστικά τον άνθρακα για την Κίνα και το φυσικό αέριο στην Ευρώπη. Από την πλευρά της ζήτησης, συνδέονται με τις αυξημένες ανάγκες, μετά την πανδημία, σε μια σειρά τεχνολογικά είδη, αλλά και στην ύπαρξη αυξημένων εισοδημάτων στον αναπτυγμένο κόσμο – εισοδημάτων κυρίως πλασματικών, τα οποία προέρχονται από το «φούσκωμα» των χρηματιστηριακών αγορών και το αίσθημα ευμάρειας που δημιουργούν.

Φούσκα ακινήτων

Η κρίση στο συγκεκριμένο τομέα την παρούσα περίοδο προέρχεται από την Κίνα. Κύρια έκφρασή της συνιστά η απειλή χρεοκοπίας της εταιρείας Evergrande (η οποία έχει χρέη ύψους 309 δισεκατομμυρίων δολαρίων), αλλά και άλλων μικρότερων που ήδη παίρνουν σειρά. Οι επιπτώσεις από μια τέτοια εξέλιξη δεν θα αφορά μόνο την Κίνα, και για το λόγο αυτό ήδη άρχισαν να εκφράζονται ανησυχίες.

***

Συνεπώς η παγκόσμια οικονομία ανακάμπτει. Όμως αυτή η ανάκαμψη έχει εγγενώς μια σειρά σημαντικά προβλήματα, που μπορεί να επαναφέρουν την παγκόσμια οικονομία σε συνθήκες έναρξης κρισιακών φαινομένων.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!