Πολυμέρης Βόγλης, Η ελληνική κοινωνία στην Κατοχή (1941-1944), Αλεξάνδρεια, 2010, σελ. 182
Στην κοινωνική ιστορία της περιόδου 1941-1944 είναι αφιερωμένος ο τόμος που συνέθεσε ο καθηγητής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Π. Βόγλης και εντάσσεται στην ιδιαίτερα επιτυχημένη σειρά Θέματα Ιστορίας των εκδόσεων Αλεξάνδρεια, που διευθύνει ο Κώστας Κωστής.
Στο επίκεντρο του τρίτου αυτού τόμου της σειράς βρίσκεται μια συνθετική προσέγγιση των καταιγιστικών αλλαγών που σημειώνονται στην ελληνική κοινωνία, τόσο των πόλεων όσο και της υπαίθρου, στην κρίσιμη αυτή περίοδο που οριοθετείται από τον ελληνο-ιταλικό πόλεμο και την αιματηρή σύγκρουση των Δεκεμβριανών.
Ο συγγραφέας παρουσιάζει, εισαγωγικά, τις κατευθύνσεις της ιστοριογραφίας, τόσο της παλαιότερης όσο και της πρόσφατης και κατά πολύ πλουσιότερης γύρω από τη δεκαετία του 1940, σχολιάζοντας τις μετατοπίσεις της από την αντικομμουνιστική θεωρία των «τριών γύρων» που κυριάρχησε μετά τον Eμφύλιο μέχρι τη σημερινή «αποκεντροθετημένη» κατεύθυνση της ιστορικής έρευνας, που ρίχνει το βάρος της στις ιδιαίτερες κοινωνικές διεργασίες, την κοινωνική εμπειρία και τη συλλογική μνήμη, καθώς και στις «προβληματικές» όψεις της Κατοχής.
Αξιοποιώντας, λοιπόν, την πλούσια βιβλιογραφία των τελευταίων δεκαετιών, το βιβλίο επιχειρεί μια συνθετική προσέγγιση των εξελίξεων και των κοινωνικών αλλαγών που συνέβησαν στην Ελλάδα, κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Αφού προτάξει ένα κεφάλαιο για τον πόλεμο, τη συνθηκολόγηση και τις συνθήκες τριπλής κατοχής που οδήγησαν στον κατακερματισμό της χώρας, ο συγγραφέας εξετάζει την αποδιάρθρωση της οικονομίας και του κρατικού μηχανισμού. Πρόκειται για ένα σύνθετο σύνολο εξελίξεων, που οδήγησε στο λιμό του πρώτου χειμώνα της Κατοχής, αιτίες στις οποίες ο Π. Βόγλης εντοπίζει τις γενεσιουργούς αιτίες της εμφάνισης του φαινομένου της Aντίστασης.
Αυτός είναι και ο λόγος που, για τον συγγραφέα, η Aντίσταση εμφανίζεται πρώτα στις πόλεις και, για την πλευρά της Αριστεράς, αρχικά είναι προσανατολισμένη στη μαζική οργάνωση και κινητοποίηση. Εδώ εξετάζονται διεξοδικά τα αίτια της μαζικοποίησης των ΕΑΜικών οργανώσεων, ενώ αντίθετα, όπως σημειώνει, οι ένοπλες οργανώσεις που εμφανίζονται σε αυτήν την πρώτη φάση ανήκουν στον αστικό χώρο.
Στη συνέχεια εξετάζεται η εξάπλωση και ο ρόλος του αντάρτικου, τόσο των ένοπλων σωμάτων που σχηματίζει το ΚΚΕ όσο και εκείνων που σχηματίζουν πρώην αξιωματικοί (ΕΔΕΣ, ΕΚΚΑ, ΠΑΟ, Ε.Σ κ.λπ.), καθώς και της σταδιακής κυριαρχίας του στον ορεινό χώρο και την εμφάνιση «πρωτοκρατικών» μορφών οργάνωσης εκ μέρους του ΕΛΑΣ, που θα οδηγήσουν στη συνέχεια σε πρωτόγνωρες μορφές οργάνωσης, όπως η λαϊκή αυτοδιοίκηση και η λαϊκή δικαιοσύνη.
Ένα ξεχωριστό κεφάλαιο αφιερώνεται στις μειονότητες, τους «άλλους» Έλληνες που ενεπλάκησαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στον πόλεμο και τις εμφύλιες συγκρούσεις (Εβραίοι, Τσάμηδες, Σλαβομακεδόνες), καθώς και την τύχη τους, για να προχωρήσει αμέσως μετά στην εμφύλια σύγκρουση που χαρακτηρίζει τα δύο τελευταία χρόνια της Κατοχής και σφραγίζεται, αφενός, από την επιδίωξη του ΕΛΑΣ να διασφαλίσει την κυριαρχία του στην ύπαιθρο και, αφετέρου, από το σχηματισμό των Ταγμάτων Ασφαλείας εκ μέρους της δωσίλογης κυβέρνησης Ι. Ράλλη. Εδώ ο συγγραφέας τονίζει τον ρόλο των γερμανικών σχεδιασμών στην παρόξυνση των εμφύλιων συγκρούσεων που ακολουθούν τη δημιουργία των Ταγμάτων.
Τέλος, η μελέτη ολοκληρώνεται με τη στιγμή της «πύκνωσης της ιστορίας», κατά το 1944, όταν πλέον ο πόλεμος μεταφέρεται στους δρόμους και τις συνοικίες της πρωτεύουσας, όπου ο συγγραφέας τονίζει το ρόλο των Τ.Α. με τα αιματηρά μπλόκα και τις εκτελέσεις, την οξύτατη πόλωση (πολιτική αλλά και ταξική) ανάμεσα στο ΕΑΜ και τις αντικομμουνιστικές οργανώσεις, εξελίξεις που παίζουν καθοριστικό ρόλο για τη δραματική κορύφωση των γεγονότων τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου.
Στη συνοπτική αλλά, ταυτόχρονα, πλήρη και διεξοδική μελέτη του ο Π. Βόγλης συνδέει το υλικό του με τις αντιθέσεις και τα ζητήματα που παρέμειναν ανοιχτά από την περίοδο του Μεσοπολέμου και κυρίως το θέμα της ανολοκλήρωτης ενσωμάτωσης των προσφύγων, η οποία δημιούργησε μια δέσμη αντιθέσεων που στις συνθήκες κατακερματισμού και διάλυσης της Κατοχής παροξύνθηκαν και πήραν εκρηκτικό χαρακτήρα.
Παράλληλα, μέσα από τις σελίδες του τόμου, βρίσκεται σε διαρκή διάλογο με τις σύγχρονες ιστοριογραφικές αναζητήσεις, υπογραμμίζοντας τα κενά και τις κατευθύνσεις προς τις οποίες θα πρέπει να κινηθεί η ιστορική έρευνα, προσφέροντας στον αναγνώστη μια περιεκτική και ταυτόχρονα εποπτική «από τα κάτω» παρουσίαση μιας περιόδου που χαρακτηρίζεται από τη δυναμική είσοδο της κοινωνίας στην πολιτική.