Η Εισαγωγή του Φρίντριχ Ένγκελς γράφτηκε στις 18 Μάρτη 1891 –στην 20ή επέτειο της Κομμούνας– για την τρίτη γερμανική έκδοση (Βερολίνο 1891) του Εμφυλίου του Μαρξ.
Τέλος, το κείμενο του Λένιν «Στη μνήμη της Κομμούνας» συντάχθηκε στα 40 χρόνια της Κομμούνας.
Καρλ Μαρξ
«[…] Τα ξημερώματα της 18 Μάρτη 1871, το Παρίσι ξύπνησε με την βροντερή ιαχή: Ζήτω η Κομμούνα!» Τι είναι η Κομμούνα, αυτή η σφίγγα που υποβάλλει σε τόσο σκληρή δοκιμασία το αστικό μυαλό; […]
[…] Η Κομμούνα σχηματιζόταν από τους δημοτικούς συμβούλους που είχαν εκλεγεί με βάση το γενικό εκλογικό δικαίωμα στα διάφορα διαμερίσματα του Παρισιού. Ήταν υπεύθυνοι και μπορούσαν να ανακληθούν σ’ οποιαδήποτε στιγμή. Η πλειοψηφία τους αποτελούνταν φυσικά από εργάτες ή από αναγνωρισμένους εκπροσώπους της εργατικής τάξης. Η Κομμούνα δεν επρόκειτο να είναι ένα κοινοβουλευτικό αλλά ένα εργαζόμενο σώμα, εκτελεστικό και νομοθετικό ταυτόχρονα. […]
Από τα μέλη της Κομμούνας ως τους κατώτερους υπαλλήλους, η δημόσια υπηρεσία έπρεπε να αμείβεται με εργατικούς μισθούς. Όλα τα αποχτημένα δικαιώματα και οι επιχορηγήσεις για έξοδα παραστάσεως στους ανώτερους αξιωματούχους του κράτους καταργήθηκαν μαζί με τους ίδιους τους αξιωματούχους. Οι δημόσιες θέσεις έπαψαν να είναι ατομική ιδιοκτησία των βοηθών της κεντρικής κυβέρνησης. Όχι μόνο η διοίκηση του δήμου, αλλά και όλα τα καθήκοντα που ως τότε εξασκούσε το κράτος, πέρασαν στα χέρια της Κομμούνας. Όταν παραμερίστηκαν πια ο μόνιμος στρατός και η αστυνομία, τα όργανα αυτά της υλικής βίας της παλιάς κυβέρνησης, η Κομμούνα καταπιάστηκε αμέσως να τσακίσει το πνευματικό όργανο καταπίεσης, την εξουσία των παπάδων. Χώρισε την εκκλησία από το κράτος και απαλλοτρίωσε όλες τις εκκλησίες, που αποτελούσαν οργανισμούς με ιδιόκτητη περιουσία. Οι παπάδες στάλθηκαν στην ησυχία της ατομικής ζωής, για να ζήσουν εκεί από τις ελεημοσύνες των πιστών, όπως οι πρόδρομοί τους, οι απόστολοι. Όλα τα εκπαιδευτικά ιδρύματα άνοιξαν δωρεάν για το λαό και ταυτόχρονα ξεκαθαρίστηκαν από κάθε επέμβαση της εκκλησίας και του κράτους. […]
Οι δικαστικοί λειτουργοί έχασαν εκείνη τη φαινομενική ανεξαρτησία τους, που χρησίμευε μόνο και μόνο για να σκεπάζει τη χαμερπή τους υποταγή σε όλες τις αλληλοδιάδοχες κυβερνήσεις, στις οποίες έδιναν με τη σειρά όρκο πίστης και τον αθετούσαν κάθε φορά. Όπως όλοι οι άλλοι δημόσιοι υπάλληλοι, έπρεπε στο εξής κι αυτοί να εκλέγονται, να είναι υπεύθυνοι και να μπορούν να ανακληθούν. […]
[…] Το πραγματικό της μυστικό [της Κομμούνας] ήταν ότι ήταν ουσιαστικά μια κυβέρνηση της εργατικής τάξης, το αποτέλεσμα της πάλης της παραγωγικής τάξης ενάντια στην τάξη των σφετεριστών, η ανοιχτή τελικά πολιτική μορφή με την οποία μπορούσε να συντελεστεί η οικονομική απελευθέρωση της εργασίας. […]
[…] Για πρώτη φορά από τις μέρες του Φλεβάρη του 1848 οι δρόμοι του Παρισιού ήτανε πάλι πραγματικά ασφαλείς, κι αυτό χωρίς κανενός είδους αστυνομία. «Δεν ακούμε πια να γίνεται λόγος –είπε ένα μέλος της Κομμούνας– για φόνους, ληστείες και επιθέσεις σε πρόσωπα. Φαίνεται πραγματικά σαν να τράβηξε μαζί της η αστυνομία στις Βερσαλλίες όλους τους συντηρητικούς φίλους της». […]
[…] Για να βρούμε κάτι το αντίστοιχο με τη διαγωγή του Θιέρσου και των αιμοβόρων σκυλιών του, πρέπει ν’ ανατρέξουμε στην εποχή του Σύλλα και των δυο τριανδριών της Ρώμης. Η ίδια ψύχραιμη μαζική σφαγή, η ίδια περιφρόνηση της ηλικίας και του φύλου στη σφαγή, το ίδιο σύστημα βασανισμού των αιχμαλώτων, οι ίδιες προγραφές, μα τούτη τη φορά μιας ολόκληρης τάξης […]. (1)
«Χάρη στη μάχη που έδωσε το Παρίσι, η πάλη της εργατικής τάξης εναντίον της καπιταλιστικής τάξης και του Κράτους της μπήκε σε καινούρια φάση. Όποια κι αν θα είναι η έκβασή της, έχουμε πλέον ένα νέο σημείο εκκίνησης με παγκόσμια ιστορική αξία.» (2)
Φρίντριχ Ένγκελς
«[…] Τα μέλη της Κομμούνας χωρίζονταν σε μια πλειοψηφία, τους μπλανκιστές που επικρατούσαν και στην Κεντρική Επιτροπή της Εθνοφυλακής, και σε μια μειοψηφία: μέλη της Διεθνούς Ένωσης των Εργατών, κυρίως από οπαδούς της σοσιαλιστικής σχολής του Προυντόν. Οι μπλανκιστές, στη μεγάλη τους πλειοψηφία, ήτανε την εποχή εκείνη σοσιαλιστές μόνο από επαναστατικό και προλεταριακό ένστικτο. Λίγοι μόνον είχαν αποχτήσει μεγαλύτερη σαφήνεια αρχών, χάρη στον Βαγιάν που γνώριζε το γερμανικό επιστημονικό σοσιαλισμό. Καταλαβαίνει κανείς, λοιπόν, ότι στον οικονομικό τομέα η Κομμούνα παράλειψε αρκετά πράγματα που, κατά τη σημερινή μας αντίληψη, έπρεπε να τα είχε κάνει. Δυσκολότερα βέβαια από όλα μπορεί να κατανοηθεί το γεγονός ότι η Κομμούνα στάθηκε ευλαβικά, με ιερό σεβασμό μπροστά στις πόρτες της τράπεζας της Γαλλίας. Αυτό ήταν επίσης σοβαρό πολιτικό λάθος. Η τράπεζα στα χέρια της Κομμούνας – αυτό θα άξιζε περισσότερο από δέκα χιλιάδες ομήρους. Θα σήμαινε την πίεση που θα ασκούσε στην κυβέρνηση των Βερσαλλιών ολόκληρη η αστική τάξη, για να κλείσει ειρήνη με την Κομμούνα. Πιο αξιοθαύμαστα όμως ακόμα είναι τα τόσα σωστά πράγματα που έκανε η Κομμούνα, μόλο που αποτελούνταν από μπλανκιστές και προυντονιστές. Φυσικά, οι προυντονιστές ήταν κυρίως υπεύθυνοι για τα οικονομικά διατάγματα της Κομμούνας, τόσο για τις αξιέπαινες, όσο και για τις μη αξιέπαινες πλευρές τους, όπως οι μπλανκιστές ήταν υπεύθυνοι για τις πολιτικές της πράξεις και παραλείψεις. Και στις δυο περιπτώσεις, η ειρωνεία της ιστορίας θέλησε –όπως συνήθως συμβαίνει όταν έρχονται στην εξουσία οι δογματικοί– να κάνουν και οι δυο το αντίθετο απ’ ό,τι όριζε η θεωρία της σχολής τους.[…]
[…] Τον τελευταίο καιρό, τον σοσιαλδημοκράτη φιλισταίο τον πιάνει ξανά ένας ιερός τρόμος όταν ακούει τις λέξεις: Δικτατορία του προλεταριάτου. Ε, λοιπόν, κύριοι, θέλετε να μάθετε τι λογής είναι αυτή η δικτατορία; Κοιτάχτε την Παρισινή Κομμούνα. Αυτή ήταν ή δικτατορία του προλεταριάτου.» (3)
Β. Ι. Λένιν
«[…] Η Κομμούνα γεννήθηκε αυθόρμητα. Κανένας δεν την είχε προετοιμάσει συνειδητά και σχεδιασμένα. Ο αποτυχημένος πόλεμος με τη Γερμανία, τα βάσανα τον καιρό της πολιορκίας, η ανεργία στις γραμμές του προλεταριάτου και η καταστροφή της μικροαστικής τάξης, η αγανάκτηση των μαζών ενάντια στις ανώτερες τάξεις και ενάντια στις αρχές που είχαν δείξει πλήρη ανικανότητα, ο υπόκωφος αναβρασμός στους κόλπους της εργατικής τάξης, που ήταν δυσαρεστημένη με την κατάστασή της και επιδίωκε ένα άλλο κοινωνικό σύστημα, η αντιδραστική σύνθεση της Εθνοσυνέλευσης, που αποτελούσε κίνδυνο για την τύχη της δημοκρατίας, όλα αυτά και πολλά άλλα μαζεύτηκαν, με αποτέλεσμα να σπρώξουν τον πληθυσμό του Παρισιού στην επανάσταση της 18ης Μάρτη, η οποία παρέδωσε απροσδόκητα την εξουσία στα χέρια της Εθνοφρουράς, στα χέρια της εργατικής τάξης και της μικροαστικής τάξης, που είχε προσχωρήσει σ’ αυτήν. […]
Μόνον οι εργάτες έμειναν ως το τέλος πιστοί στην Κομμούνα. Οι αστοί δημοκράτες και οι μικροαστοί γρήγορα ξέκοψαν απ’ αυτήν: τους πρώτους τους φόβισε ο επαναστατικο-σοσιαλιστικός, ο προλεταριακός χαρακτήρας του κινήματος, οι δεύτεροι ξέκοψαν όταν είδαν ότι ήταν καταδικασμένο σε αναπόφευκτη ήττα. Μόνο οι Γάλλοι προλετάριοι υποστήριζαν άφοβα και ακούραστα τη δική τους κυβέρνηση, μόνο αυτοί μάχονταν και πέθαιναν γι’ αυτήν, δηλαδή για την υπόθεση της απελευθέρωσης της εργατικής τάξης, για ένα καλύτερο μέλλον όλων των εργαζομένων. […]
Ωστόσο, παρά τις τόσο δυσμενείς συνθήκες, παρά την ολιγόχρονη ύπαρξή της, η Κομμούνα πρόφτασε να πάρει κάμποσα μέτρα, που είναι αρκετά για να χαρακτηρίσουν το πραγματικό της νόημα και τους πραγματικούς της σκοπούς. […]
Όλα αυτά τα μέτρα έδειχναν αρκετά καθαρά ότι η Κομμούνα αποτελεί θανάσιμη απειλή για τον παλιό κόσμο, το θεμελιωμένο στην υποδούλωση και στην εκμετάλλευση. Γι’ αυτό η αστική κοινωνία δεν μπορούσε να κοιμηθεί ήσυχα όσο στο δημαρχείο του Παρισιού ανέμιζε η κόκκινη σημαία του προλεταριάτου. […]
Η υπόθεση της Κομμούνας είναι υπόθεση της κοινωνικής επανάστασης, υπόθεση της ολοκληρωτικής πολιτικής και οικονομικής απελευθέρωσης των εργαζομένων, είναι υπόθεση του παγκόσμιου προλεταριάτου. Και με την έννοια αυτή το έργο της Κομμούνας είναι αθάνατο.» (4)
(2) Καρλ Μαρξ, Γράμμα στον Λ. Κούγκελμαν, 17 Απριλίου 1871.
(3) Καρλ Μαρξ, Ο εμφύλιος…, ό.π., σ. 17-18, 20, 21-23
(4) Β.Ι.Λένιν, Άπαντα, τόμ. 20, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, σ. 224-229