Ο Αλβάρο Γκαρσία Λινέρα, αντιπρόεδρος του Πολυεθνικού Κράτους της Βολιβίας από το 2005, γεννήθηκε το 1962 στην Κοτσαμπάμπα – την επαρχία που με τους αγώνες της έμελλε να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στην αλλαγή πορείας της Βολιβίας.

Σπούδασε μαθηματικά στο Μεξικό, όπου ήρθε σε επαφή με τους ανθρώπους και τις ιδέες των επαναστατικών κινημάτων του Ελ Σαλβαδόρ, της Νικαράγουας και της Γουατεμάλας. Ο συγχρωτισμός του μαζί τους βάθυνε τη σχέση που είχε ξεκινήσει ήδη από τα μαθητικά του χρόνια με την προοδευτική και μαρξιστική σκέψη και φιλοσοφία. Όπως είπε αργότερα, «στο Μεξικό ανακάλυψα μια νέα φλέβα: Βρήκα εξηγήσεις για πολλά ζητήματα στα οποία δεν με κάλυπταν οι απαντήσεις της τότε βολιβιανής Αριστεράς». Η επιστροφή του στη Βολιβία, το 1985, σηματοδότησε την απαρχή μιας πολυτάραχης ζωής. Παρά τη «λευκή» καταγωγή του, από την αρχή της δράσης του προσανατολίστηκε στην πολιτική δουλειά με τους ιθαγενείς πληθυσμούς, που πλειοψηφούν στη Βολιβία αλλά ήταν πάντα πολίτες τρίτης κατηγορίας. Όπως έχει γράψει ο ίδιος, «μέχρι σήμερα είμαι ένας μαρξιστής που γοητεύτηκε από την ιθαγενική εξέγερση».


Η συμβολή του στη γέννηση ενός νέου ιθαγενικού μαρξισμού

Σχεδόν αμέσως με το που γύρισε στη χώρα του, ο Λινέρα ήρθε σε επαφή με οργανώσεις χωρικών και ανθρακωρύχων, και κερδήθηκε από την ιδέα μιας ιθαγενικής εξέγερσης που θα καταλάμβανε την εξουσία. Εκείνη την εποχή πρωτογνωρίστηκε και με τον Έβο Μοράλες, ένα νεαρό τότε και ιδιαίτερα μαχητικό ηγέτη των ιθαγενών αγροτών. Η καταστολή του ιθαγενικού κινήματος από την ολιγαρχία, που αρνούνταν και τις παραμικρές μεταρρυθμίσεις, αλλά και η σταδιακή ρήξη του με την παραδοσιακή Αριστερά, που παρέμενε πεισματικά αγκυρωμένη σε μια δογματική και ρεφορμιστική πολιτική, τον οδήγησε να συμμετάσχει στον ένοπλο αγώνα. Συνιδρυτής του Αντάρτικου Στρατού Tupaj Katari (EGTK), που πήρε το όνομά του από τον ηγέτη των ιθαγενικών εξεγέρσεων του 18ου αιώνα κατά των Ισπανών αποικιοκρατών, πάλεψε για την οργανωτική συγκρότηση και τον ιδεολογικό εξοπλισμό του αντάρτικου συνδυάζοντας την ιθαγενική παράδοση με το μαρξισμό. Αποτιμώντας μετά από χρόνια αυτή την προσπάθεια, ο Λινέρα τόνιζε ότι «το αντάρτικο του EGTK υπήρξε η μεγαλύτερη πολιτικοστρατιωτική δομή δημιουργίας ιθαγενών πολιτικών στελεχών των τελευταίων 40 χρόνων – που ξεπεράστηκε μονάχα από το MAS» (το κίνημα του Μοράλες, που κέρδισε τις εκλογές το 2005).

Τα πέτρινα (αλλά και δημιουργικά) χρόνια

Το 1992 συνελήφθη και βασανίστηκε, μαζί με πολλά ακόμη ηγετικά στελέχη του EGTK. «Ήταν νύχτα», θυμάται αναφερόμενος στη σύλληψή του, «και έμοιαζε όλα να έχουν τελειώσει. Με υποχρέωσαν, δεμένο χεροπόδαρα, να στέκομαι όρθιος και άυπνος για πολλές μέρες. Με βασάνιζαν. Απειλούσαν να με εκτελέσουν κολλώντας μου ένα περίστροφο στο κεφάλι, επειδή αρνιόμουν να καταδώσω τους συντρόφους μου. Τότε πήρα την απόφαση: Είτε θα μας σκοτώσουν αυτή τη στιγμή, είτε θα είναι αυτοί που θα ηττηθούν. Κι εμείς θα χρησιμοποιήσουμε κάθε μόριο της φλόγας για τη ζωή ώστε να ανασυγκροτήσουμε και να κάνουμε πραγματικότητα το συλλογικό μας όνειρο: την ιθαγενική εξουσία».
Παρέμεινε φυλακισμένος, χωρίς δίκη, επί πέντε χρόνια. Εκμεταλλεύθηκε αυτό το διάστημα για να μελετήσει ακόμη βαθύτερα τη μαρξιστική θεωρία και κοινωνιολογία. Μέσα από το κελί του αναδείχτηκε σε σφοδρό πολέμιο του νεοφιλελευθερισμού και των «μονόδρομων» που τότε κυριαρχούσαν, ακόμη και σε μεγάλο τμήμα της παραδοσιακής Αριστεράς – την οποία κατηγόρησε ότι εξαγοράστηκε και συμβιβάστηκε. Όντας ακόμη στη φυλακή, πέρα από διάφορα κείμενά του σε προοδευτικά έντυπα, είδε δημοσιευμένο το πρώτο βιβλίο του (Forma Valor, Forma Comunidad), που τον καθιέρωσε ευρύτερα σαν διανοούμενο και προετοίμασε το δρόμο για μια πανεπιστημιακή καριέρα.

Πανεπιστημιακός και ακτιβιστής

Αφέθηκε ελεύθερος το 1997 και συνέχισε, από άλλο χαράκωμα πλέον, τη συμβολή του στην προσπάθεια συγκρότησης ενός λαϊκού πολιτικού και κοινωνικού μπλοκ με στόχο μια νέα εξουσία. Συνδυάζοντας τη θέση του καθηγητή κοινωνιολογίας και του πολιτικού ακτιβιστή, συστηματοποίησε ακόμη περισσότερο την ιδεολογική πάλη του ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό, αλλά και τη διεξαγωγή ερευνών, μεταξύ άλλων για την κατάσταση της εργατικής τάξης στη Βολιβία.
Την ίδια περίοδο αναπτύσσονται και πάλι αιματηροί και ηρωικοί λαϊκοί αγώνες. Η είσοδος στον 21ο αιώνα βρίσκει τη Βολιβία να συγκλονίζεται από τον «Πόλεμο του Νερού», με επίκεντρο την ιδιαίτερη πατρίδα του Λινέρα, την Κοτσαμπάμπα. Η νικηφόρα αυτή μάχη αποτελεί ταυτόχρονα και την απαρχή μιας κοσμογονίας που θα ξεθεμελιώσει την παλιά Βολιβία της ολιγαρχίας και της εξάρτησης από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και θα βάλει τις βάσεις της νέας λαϊκής εξουσίας για την οποία πάλεψε και ο Λινέρα από τα νεαρά του χρόνια.
Το 2005, λίγο πριν την τεράστια εκλογική ανατροπή που έφερε για πρώτη φορά τον ιθαγενή Έβο Μοράλες στη θέση του Προέδρου της χώρας, ο Λινέρα δημοσίευσε το πιο γνωστό ίσως βιβλίο του, την Κοινωνιολογία των Κοινωνικών Κινημάτων στη Βολιβία. Σ’ αυτό το έργο ξετυλίγεται το αποτέλεσμα μιας ιδεολογικής δουλειάς δεκαετιών, που αναδεικνύει τα κοινωνικά κινήματα σαν την πιο προωθητική και δημιουργική κοινωνική δύναμη – δουλειά που βρήκε έμπρακτη εφαρμογή στα πλαίσια της νέας εξουσίας που οικοδομείται στη Βολιβία από το 2005, με πλατιά λαϊκά στρώματα να συμμετέχουν πρωταγωνιστικά.

Η Αντιπροεδρία: ένα προκεχωρημένο φυλάκιο της μετάβασης 

Από τότε μέχρι σήμερα, η Αντιπροεδρία του Πολυεθνικού Κράτους της Βολιβίας έχει μετατραπεί σε ένα πολιτικό και ιδεολογικό εργαστήρι της λαϊκής εξουσίας, της πορείας μετάβασης προς μια νέα συλλογική κοινωνική οργάνωση. Πρωτοστατεί σε έρευνες, εκδόσεις, σεμινάρια – τα συμπεράσματα των οποίων δεν μένουν στο επίπεδο της θεωρίας, αλλά μεταφράζονται σε κοινωνικά προγράμματα, νόμους και εθνικές πρωτοβουλίες για την ακόμη μεγαλύτερη συμμετοχή του λαού στην άσκηση της εξουσίας και τη διαχείριση του εθνικού πλούτου. Μόνο και μόνο το ξεφύλλισμα του περιοδικού που άρχισε φέτος να εκδίδει η
Αντιπροεδρία (με τον διόλου ακαδημαϊκό τίτλο Η Ημικρανία!) αρκεί για να πάρει κανείς μια ιδέα της δουλειάς που γίνεται – με απόηχο σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική, και όχι μόνο.
Δεν είναι υπερβολή να θεωρήσει κανείς ότι εκεί, στη μακρινή και «φτωχή» Λατινική Αμερική, με επίκεντρο τη Βολιβία, γεννιέται σήμερα μια σκέψη και μια πράξη πολύ πλουσιότερη από αυτή που προσφέρει σήμερα η «ανεπτυγμένη» και συχνά αλαζονική, παρά τη βαθιά και πολύπλευρη κρίση της, Ευρώπη. Έτσι ίσως εξηγείται και το γεγονός ότι η ομιλία του Αλβάρο Γκαρσία Λινέρα στο 4ο Συνέδριο του Κόμματος Ευρωπαϊκής Αριστεράς αιφνιδίασε (ευχάριστα, αλλά αιφνιδίασε!) τις εκατοντάδες των αντιπροσώπων και των προσκεκλημένων, και συζητήθηκε περισσότερο από κάθε άλλη παρέμβαση.

Ο επίλογος δεν έχει γραφτεί ακόμη

Ας ολοκληρώσουμε αυτή τη σύντομη παρουσίαση με το πώς εξελίχθηκε η ιστορία από τη στιγμή που ο Λινέρα συνελήφθη και πήρε την απόφαση να μην υποκύψει: «Είτε θα μας σκοτώσουν αυτή τη στιγμή, είτε θα είναι αυτοί που θα ηττηθούν». Χρειάστηκε να μεσολαβήσουν πάνω-κάτω δυο δραματικές και οδυνηρές αλλά και ηρωικές δεκαετίες για να φτάσουμε στην τωρινή κατάσταση:
«Ένας ιθαγενής χωρικός είναι σήμερα πρόεδρος της Βολιβίας. Το έμβλημα των ιθαγενών είναι πλέον το σύμβολο της πατρίδας μας. Ο Tupaj Katari και η Bartolina Sisa έχουν αναγνωριστεί ως ήρωες της χώρας μας. Το Σύνταγμα ορίζει τη Βολιβία ως Κοινοτικό Πολυεθνικό Κράτος. Τα δύο τρίτα της Πολυεθνικής Νομοθετικής Συνέλευσης αποτελούνται από ιθαγενείς, χωρικούς, εργάτες και μικρούς παραγωγούς. Ο φυσικός πλούτος και οι δημόσιες επιχειρήσεις επέστρεψαν στα χέρια των Βολιβιάνων, μαζί με την ανάπτυξη μιας δεκάδας κοινωνικών προγραμμάτων που αποσκοπούν στην εξυπηρέτηση των πιο φτωχών στρωμάτων. Δεν μας σκότωσαν. Και ηττήθηκαν.»
Σίγουρα, αυτός ο μακρινός (αλλά μόνο γεωγραφικά) αγώνας συνεχίζεται και μας εμπνέει!

Ερρίκος Φινάλης

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!