Ο Άλβαρο Γκαρσία Λινέρα επισκέφθηκε τη χώρα μας στις 19 και 20 Ιουνίου, προσκεκλημένος του Resistance Festival 2015 και μίλησε στην εναρκτήρια εκδήλωση του φεστιβάλ. Δεν ήταν όμως αυτή η μοναδική παρέμβαση του αντιπροέδρου του Πολυεθνικού Κράτους της Βολιβίας στην Αθήνα. Μιλώντας σε σεμινάριο που οργανώθηκε από το Resistance το Σάββατο 20 Ιουνίου με θέμα «Η Αριστερά στον 21ο αιώνα: Ρόλοι και νέα καθήκοντα», ο αντιπρόεδρος της Βολιβίας του Έβο Μοράλες εκφώνησε μια σημαντικότατη ομιλία που αποτελεί θεωρητικό και πολιτικό ντοκουμέντο σε διεθνή κλίμακα για τη σύγχρονη Αριστερά.
Συνομιλητές του Άλβαρο Γκαρσία Λινέρα στο σεμινάριο που πραγματοποιήθηκε σε μια κατάμεστη αίθουσα της Γεωπονικής, οι Σαμίρ Αμίν, Ταρίκ Αλί και Ρούντι Ρινάλντι.
Ο σημαντικός διανοούμενος της Αριστεράς και αντιπρόεδρος της Βολιβίας διατυπώνει στην ομιλία του πέντε σκέψεις για την Αριστερά της εποχής μας. Αναφέρεται στη σχέση μεταξύ κόμματος και κοινωνικών κινημάτων, θέτοντας το ζήτημα των σύγχρονων πολιτικών υποκειμένων και προχωρώντας σε μια σύγκριση με την έννοια του κόμματος όπως δομήθηκε τον προηγούμενο αιώνα. Μιλά για τη νέα εργατική τάξη αναλύοντας τα χαρακτηριστικά και τις μεταμορφώσεις της στις σημερινές συνθήκες. Προχωρά σε μια αναφορά για την Αριστερά σε σχέση με τις συγκεκριμένες ανάγκες που θέτει η ιστορική συγκυρία. Αναφέρεται στη δημοκρατία όχι ως μέσο ή εργαλείο αλλά ως χώρο οικοδόμησης του σοσιαλισμού.
Ακόμα, ο Άλβαρο Γκαρσία Λινέρα σε μια εκτενή αναφορά του στη Λατινική Αμερική, την Ευρώπη και την Ελλάδα, προχωρά σε ορισμένες συγκρίσεις και διαπιστώσεις για την κατάργηση της κυριαρχίας των χωρών από τους μεγαπαίκτες και τις αγορές. «Μην νομίζετε ότι η Τρόικα ενεργεί με καλή πίστη, ότι είναι ευέλικτη. Θέλουν να σας καταστρέψουν» τονίζει ο αντιπρόεδρος της Βολιβίας, που πρόσφατα υπέγραψε τη δήλωση προσωπικοτήτων για την ελληνική Επιτροπή Αλήθειας για το Χρέος, και προχωρά σε τρεις «προτάσεις προς τους Έλληνες». Προτάσεις που αποκτούν εξαιρετική σημασία και επικαιρότητα υπό το φως των τελευταίων εξελίξεων και θα συζητηθούν.
Μετάφραση: Σπυριδούλα Συλλιγαρδάκη
.
Άλβαρο Γκαρσία Λινέρα, αντιπρόεδρος του Πολυεθνικού Κράτους της Βολιβίας
Για την Αριστερά του 21ου αιώνα
Πέντε σκέψεις για τη νέα Αριστερά και τρεις προτάσεις προς τους Έλληνες
Καλημέρα σε όλους!
Χαιρετίζω με ιδιαίτερο σεβασμό τους δασκάλους μου ΣαμίρΑμίν και Ταρίκ Αλί,
Τον σύντροφο Ρούντι,
Όλους όσοι είναι εδώ,
Το Πανεπιστήμιο που μας φιλοξενεί.
Το ερώτημα αφορά τα χαρακτηριστικά της Αριστεράς στον αιώνα μας, τον 21ο αιώνα. Βασικά, πρέπει να αναγνωρίσουμε, όπως έλεγε ο Μαρξ, το κίνημα που αναπτύσσεται μπροστά στα μάτια μας, το πραγματικό κίνημα που ξεδιπλώνεται μπροστά στα μάτια μας εδώ στην Ελλάδα, στην Ισπανία, στο Εκουαδόρ, στη Βραζιλία, στην Κούβα, στη Βενεζουέλα, στη Βολιβία και σε άλλα μέρη του κόσμου. Αυτό το πραγματικό κίνημα που εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια μας φέρνει στο φως καινοτομίες και νέες θεματολογίες στη δόμηση των διαδικασιών χειραφέτησης. Όπως κάθε επαναστατικό προτσές, δεν είναι μια οριστική διαδικασία, δεν είναι μια φόρμουλα, αλλά μια ροή με προόδους, με οπισθοχωρήσεις, με αβεβαιότητες. Δεν ξέρουμε αν η Νέα Αριστερά ή αυτό που ονομάζουμε Νέα Αριστερά θα οδηγήσει σε έναν καλύτερο προορισμό την ανθρωπότητα στο νέο αιώνα. Ίσως το κάνει, ίσως αποτύχει. Πάντως είναι σαφές ότι υπάρχει μια αναβίωση, υπάρχει ένας νέος διάλογος, υπάρχουν νέες εμπειρίες. Και ακριβώς εδώ θέλω να σταθώ σε πέντε σημεία και με αφετηρία αυτά να διατυπώσω επίσης εν τάχει το συλλογισμό μου σχετικά με την Ελλάδα.
1. Η νέα σχέση μεταξύ κόμματος και κοινωνικών κινημάτων στον 21ο αιώνα
Ένα από τα καινούρια πράγματα, αν λάβουμε υπόψη μας το τι συνέβη μεταξύ του 1950 και του 2000, αλλά όχι και τόσο καινούρια αν επιστρέψουμε στις αρχές του 20ού αιώνα, είναι η σχέση μεταξύ κόμματος και κοινωνικού κινήματος.
Η εμπειρία της Αριστεράς στον 21ο αιώνα έχει αλλάξει τη συζήτηση που είχαμε κληρονομήσει από τη δεκαετία του ’40. Από τη δεκαετία του ’40 το βασικό θέμα ήταν από τη μια πλευρά η πρωτοπορία: ένα κόμμα-επιτελείο, ένα κόμμα επαγγελματιών επαναστατών, με τους ακτιβιστές του, τους διανοουμένους του, την κεντρική του επιτροπή, ένα κόμμα που ήταν ο εγκέφαλος, η πρωτοπορία και το επίκεντρο της επανάστασης. Από την άλλη, υπήρχαν οι συλλογικότητες, κυρίως εργάτες ή αγρότες, που έπρεπε να ακολουθούν, να στηρίζουν τις αποφάσεις, το δρόμο που είχε σχεδιάσει η πρωτοπορία: ένοπλη πρωτοπορία, εκλογική πρωτοπορία, πρωτοπορία στην παρανομία, αλλά σε κάθε περίπτωση πρωτοπορία. Κάτι τέτοιο δεν λειτουργεί σήμερα. Όχι μόνο γιατί απέτυχε στο παρελθόν, αλλά γιατί σήμερα απλά δεν λειτουργεί.
Οι έντονες εμπειρίες των κοινωνικών αγώνων στον κόσμο στα τέλη του 20ού και αρχές του 21ου αιώνα μάς δείχνουν έναν άλλο τύπο άρθρωσης. Δείχνουν ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, οι κομματικοί σχηματισμοί προκύπτουν από το ίδιο το κοινωνικό κίνημα. Ότι το όριο μεταξύ κοινωνικού κινήματος και κόμματος είναι ένα όριο πολύ ασαφές, πορώδες. Ότι οι κομματικές δομές που δίνουν ένα ορισμένο πλαίσιο συνοχής, ενότητας αρχών και οργάνωσης, διατηρούν πολύ άμεσους, πολύ ρέοντες, πολύ οργανικούς δεσμούς με κοινωνικές οργανωτικές δομές καθώς και με τα αναδυόμενα κοινωνικά κινήματα. Αυτό είναι θετικό, επειδή απορρίπτει την αντίληψη περί πρωτοπορίας και μη συνειδητοποιημένης μάζας, της οποίας ηγείται η πρωτοπορία. Είναι θετικό επειδή δείχνει ότι η μάζα δεν είναι και τόσο μάζα, ότι δεν πρόκειται για μη συνειδητοποιημένη μάζα. Δείχνει ότι η κοινωνία των πολιτών είναι πολύπλοκη, φτιάχνει ηγεσίες, σκέπτεται, κι ότι συχνά χρειάζεται κέντρα συνοχής και ηγεσίας, δηλαδή ένα κόμμα.
Αλλά τι είναι αυτό το κέντρο συνοχής και ηγεσίας; Δεν είναι το πρωταρχικό. Είναι απαραίτητο και έχει δυνατότητα καθοδήγησης μόνο αν τροφοδοτεί διαρκώς τον οργανικό του δεσμό, το μεταβολισμό του, με τις κοινωνικές οργανώσεις, με το κοινωνικό κίνημα. Αυτό καμιά φορά συγκρούεται με εμάς, τους ανθρώπους της παλιάς σχολής, συνηθισμένους στην πειθαρχία, το δημοκρατικό συγκεντρωτισμό, τη συνοχή, τη μόνιμη στράτευση, στη σχεδόν ιησουίτικη οπτική της πολιτικής ως οράματος και δέσμευσης. Αλλά σήμερα οι συνθήκες είναι διαφορετικές. Η στράτευση είναι πιο χαλαρή, πιο ελαστική, πιο ασαφής. Και πρέπει να μάθει κανείς να κατανοεί αυτή τη νέα γλώσσα και να λειτουργεί με βάση αυτές τις νέες ψυχικές προδιαθέσεις του κόσμου.
Αυτό το ασαφές όριο ανάμεσα στο κοινωνικό κίνημα και το κόμμα (όχι πλέον πρωτοπορία αλλά κόμμα, πιο συμπαγές και συνεκτικό, αν και είναι κάτι νέο, που όμως μπορεί ήδη κανείς να το ψηλαφίσει στις διαφορετικές ευρωπαϊκές ή λατινοαμερικανικές εμπειρίες), μας διδάσκει δύο πράγματα – ή μάλλον, τρία.
Δεν υπάρχει Νέα Αριστερά αποκομμένη από το κοινωνικό κίνημα. Και δεν υπάρχει επιτυχημένο κοινωνικό κίνημα που να μην είναι αναγκασμένο να έχει συνέχεια, να αποκτήσει μια οργανική προέκταση σε κομματικές δομές με κρατική βλέψη. Δηλαδή, ένα πολιτικό κόμμα επιτυγχάνει, με τις προτάσεις του για κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό μετασχηματισμό, εφόσον έχει μια συνέχεια, μια συμμετοχή, μια σύνδεση με πλουραλιστικές συλλογικότητες. Και πράγματι, τα παλιά πολιτικά συστήματα δεν διαρρηγνύονται, δεν καταρρέουν, αν δεν υπάρχει η παρουσία ενός δυνατού κοινωνικού κινήματος, το οποίο εισβάλλει στο προσκήνιο, διαρρηγνύει την κρατική κυριαρχία και επαναπροσδιορίζει τις κοινωνικές ταυτότητες. Συγχρόνως, το κοινωνικό κίνημα θέλει να πάψει να αποτελεί μόνο διαμαρτυρία, μόνο μια έκφραση δυσαρέσκειας. Πρέπει να έχει μια κρατική προέκταση. Πρέπει να είναι σε θέση να μεταφραστεί σε φιλοδοξία διαχείρισης και ελέγχου του κράτους. Αυτό δεν σημαίνει ότι το κοινωνικό κίνημα πρέπει να καταλήξει σε κράτος. Το κοινωνικό κίνημα υπερβαίνει το κράτος. Επί της ουσίας έρχεται αντιμέτωπο με το κράτος. Αλλά η αποτελεσματικότητά του πρέπει να μετρηθεί με την ικανότητά του να προχωρήσει επίσης παράλληλα με έναν κρατικό φορέα. Να είναι κοινωνικό κίνημα εκτός του κράτους, να είναι κοινωνικό κίνημα με ικανότητα επίδρασης, επιρροής και μετασχηματισμού του κράτους.
Πιθανόν το καινούριο στοιχείο στην Αριστερά σήμερα είναι ότι αποτελεί συγχρόνως έναν παράγοντα μετασχηματισμού του κράτους και έναν παράγοντα εκτός του κράτους. Κι αυτό την ίδια στιγμή θα χαρακτηρίσει τις μορφές διακυβέρνησης της Νέας Αριστεράς. Νομιμότητα και αντιπροσωπευτική εκλογική κρατική κυβερνησιμότητα (κοινοβούλιο, υπουργεία, θεσμοί του κράτους, κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες, κοινοβουλευτικές συμφωνίες), αλλά συγχρόνως υπερκρατική νομιμότητα, εκτός του κράτους, στην κοινωνία, στους δρόμους, στα εργοστάσια, στις κινητοποιήσεις. Η επαναστατική σταθερότητα ενός πολιτικού κόμματος της Αριστεράς πρέπει να διαθέτει αυτούς τους δύο πυλώνες: κυβερνησιμότητα, αντιπροσωπευτική κρατική διακυβέρνηση από τη μια, και κοινωνική διακυβέρνηση από την άλλη. Και πολλές φορές, ή μάλλον πάντα, η δυνατότητα της Αριστεράς να εξακολουθήσει να επιφέρει αλλαγές στο πλαίσιο των θεσμών της κυβέρνησης, του κράτους, των νόμων, στην ίδια τη λειτουργία του Κοινοβουλίου, έγκειται στην ικανότητά της να διαθέτει δύναμη εξωκοινοβουλευτικής κοινωνικής κινητοποίησης, εκτός του Κοινοβουλίου. Και είναι η δύναμη κοινωνικής κινητοποίησης εκτός Κοινοβουλίου αυτή που πρέπει να επιβάλλει αλλαγές στο εσωτερικό του Κοινοβουλίου και της ίδιας της εκτελεστικής και της δικαστικής εξουσίας. Πρόκειται, λοιπόν, για ένα νέο σύστημα διττής πολιτικής διακυβέρνησης.
2. Νέα εργατική τάξη και νέα κοινωνικά υποκείμενα
Μια δεύτερη αλλαγή που παρατηρώ στην ανάδυση της Αριστεράς, της Νέας Αριστεράς (καμιά φορά όχι και τόσο νέας, αφού εμπεριέχει πολλές από τις προηγούμενες εμπειρίες), είναι η ποιότητα του κοινωνικού κινήματος. Συμβαίνουν δύο πράγματα, καρπός των τελευταίων διαδικασιών παγκοσμιοποίησης της οικονομίας των τελευταίων 30, 40 χρόνων: Μια μεταβολή των εργασιακών συνθηκών, μια μεταβολή δηλαδή των υλικών συνθηκών της εργατικής τάξης, και μια περιπλοκή των κοινωνικών συνθηκών.
Στην πρώτη περίπτωση, η παλιά σύνθεση της εργατικής τάξης της βαριάς βιομηχανίας, του μεγάλου εργοστασίου, της συνδικαλισμένης, πειθαρχημένης εργατικής κοινότητας, που μετέδιδε τη γνώση από τον μεγαλύτερο στον μικρότερο, που δημιουργούσε σχέσεις εμπιστοσύνης στη δουλειά μέσα απ’ τη μετάδοση ελεγχόμενων από τον εργάτη γνώσεων και ιεραρχιών, έχει χαθεί.
Σήμερα υπάρχουν περισσότεροι εργάτες στον κόσμο απ’ ό,τι πριν 30 χρόνια. Υπάρχει μια ταπεινωτική διαδικασία υποβάθμισης της εργασίας σε επίπεδο ανειδίκευτου εργάτη, η οποία συμπεριλαμβάνει κι εμάς που νομίζουμε ότι ανήκουμε στη μεσαία τάξη και πως είμαστε επαγγελματίες. Αλλά πρόκειται για μια άλλη μορφή υποβάθμισης: Κατακερματισμός, διάλυση, νομαδικότητα, χωρίς μετάδοση γνώσεων από τον παλιό εργάτη στο νέο, χωρίς σχέσεις εμπιστοσύνης στο εσωτερικό της εργασιακής δομής, αφού όλα αυτά τα ελέγχει η επιχείρηση. Τις γνώσεις πλέον τις ελέγχει η επιχείρηση, δεν τις ελέγχει ο παλιός εργάτης, που τις μετέδιδε στον νέο. Δεν υπάρχουν συνδικάτα, υπάρχει μια γιγαντιαία προσπάθεια διάλυσης του συνδικαλισμού. Τα συνδικάτα είναι μικρά, περιλαμβάνουν ένα μικρό μόνο μέρος της εργατικής τάξης. Υπάρχει επείγουσα ζήτηση νεαρών εργατών με άλλες αντιλήψεις, με άλλες ευαισθησίες, μια θηλυκοποίηση επίσης της εργατικής τάξης με άλλου τύπου αναζητήσεις, με άλλου είδους γλώσσα. Διαφορετική από την κλασική «αντρική» γλώσσα, την επικεντρωμένη στη μεγάλη επιχείρηση, στο συνδικάτο. Είναι μια διαδικασία ταξικής μεταμόρφωσης. Η συμπύκνωσή της σε συλλογικό λόγο και οργάνωση, που θα τη μετατρέψει σε ορατή πολιτική δύναμη, θα καθυστερήσει για δεκαετίες. Η εργατική τάξη που γνωρίσαμε στις δεκαετίες του ’20, του ’30, του ’40 του 20ού αιώνα φτιάχτηκε σε εκατό χρόνια. Η ταυτότητά της, οι λόγοι της, οι οργανωτικές της δομές, τα συνδικάτα της, χρειάστηκαν τουλάχιστον εκατό χρόνια για να ωριμάσουν. Αυτή η νέα εργατική τάξη βρίσκεται ακόμη διασκορπισμένη και κατακερματισμένη. Η πολιτική της απεικόνιση, η σύστασή της ως δρώντος πολιτικού υποκειμένου, αποτελεί ακόμη μια μακρά διαδικασία εν εξελίξει, που θα ανταποκριθεί στη νέα υλική σύνθεση του αντικειμένου εργασίας, τόσο στην ευρωπαϊκή ήπειρο, όσο και παγκοσμίως.
Παράλληλα μ’ αυτό υπάρχει η εμφάνιση νέων παραγόντων, πιο λαϊκών κοινωνικών υποκειμένων δηλαδή, που συναρθρώνονται όχι ανά κέντρο εργασίας, αλλά ανά θέμα. Είναι πιο ευέλικτα ως προς τον τρόπο διασύνδεσής τους και πιο πλουραλιστικά: κινητοποίηση για το χρέος, κινητοποίηση για τις βασικές κοινωνικές υπηρεσίες, κινητοποίηση για την παιδεία. Εκεί μέσα υπάρχουν εργάτες αλλά και μεταφορείς, έμποροι, φοιτητές, άνθρωποι της διπλανής πόρτας, επαγγελματίες… και οι οργανωτικές και διοικητικές δομές τους είναι πιο ευέλικτες και πιο πρόσκαιρες. Διαρκούν κάποιο διάστημα, υπάρχουν για μερικούς μήνες, και μετά διαλύονται. Όμως έχουν επιτύχει κάποιο αποτέλεσμα. Και θα κληθούν ξανά για ένα άλλο ζήτημα και, αφού κινητοποιηθούν, θα προκύψουν νέες ιεραρχίες. Δεν υπάρχει πλέον ένα και μοναδικό κέντρο κινητοποίησης, ούτε ένα μόνο θέμα δράσης. Σε μια κινητοποίηση ένας κοινωνικός φορέας θα είναι ο ηγέτης. Σε άλλη κινητοποίηση κάποιος άλλος θα είναι ο ηγέτης. Σε κάποιες περιπτώσεις θα είναι τα συνδικάτα αυτά που θα συσπειρώνουν τους υπολοίπους. Σε άλλες περιπτώσεις θα είναι οι φοιτητές που θα συσπειρώνουν τα συνδικάτα και τους απλούς ανθρώπους. Σε άλλες περιπτώσεις μπορεί να είναι υπάλληλοι δημόσιων μέσων μεταφοράς που θα συσπειρώνουν φοιτητές ή επαγγελματίες. Υπάρχει μια πολυπλοκότητα στις διαδικασίες κινητοποίησης, και εμείς οι επαναστάτες πρέπει να μάθουμε να κατανοούμε αυτήν την ιδιότητα της συλλογικής δράσης, αυτήν την ελαστικότητα, τη θεματοποίηση της συλλογικής δράσης. Μπορούμε να την ονομάσουμε «λαϊκή μορφή της σύγχρονης συλλογικής δράσης», που αντιστοιχεί στα πρωταρχικά επίπεδα της δόμησης της εργασιακής ταυτότητας και του εργατικού κινήματος.
3. Η δημοκρατία όχι ως μέσο, αλλά ως χώρος οικοδόμησης του σοσιαλισμού
Ένα νέο, τρίτο στοιχείο της συζήτησης στην Αριστερά του 21ου αιώνα είναι το θέμα της δημοκρατίας. Η παλιά σχολή της κομματικής στράτευσης μάς είχε διδάξει ότι η δημοκρατία ήταν ένα εργαλείο, ένα μέσο για να επιτύχουμε ένα στόχο, για να φτάσουμε στο σοσιαλισμό. Αλλά απλά ένα ακόμη μέσο ή ένας δρόμος ανάμεσα σε πολλά άλλα μέσα ή άλλους διαφορετικούς δρόμους. Δηλαδή ένα περισσότερο διαθέσιμο εργαλείο δίπλα σε άλλα εργαλεία, που θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε ή να αφήσουμε κατά μέρος.
Όταν μιλάω για «εργαλείο», είναι κάτι που μπορεί κάποιος να χρησιμοποιήσει κάποιες φορές ή να μην χρησιμοποιήσει κάποιες άλλες, κάτι περιστασιακό. Αυτή η αντίληψη του δημοκρατικού στοιχείου ως εργαλείου αλλάζει, και πρέπει να αλλάξει, μέσω μιας αντίληψης για τη δημοκρατία ως χώρο ολοκλήρωσης. Όχι μόνο ως εργαλείο, εκλογές, ψήφο, Κοινοβούλιο, αντιπροσώπευση… αλλά το δημοκρατικό, με την ευρεία έννοια του όρου στα ελληνικά, πρέπει να γίνει αντιληπτό ως ο χώρος πραγμάτωσης του ίδιου του σοσιαλισμού.
Δεν μπορεί να υπάρξει σοσιαλισμός, και πολύ περισσότερο κομμουνισμός, εάν δεν υπάρξει ως μια διεύρυνση, μια ριζοσπαστική υπερχείλιση δημοκρατικών πρακτικών σε όλες τις συνθήκες ζωής, στην καθημερινή ζωή, στο πανεπιστήμιο, το σχολείο, το δρόμο, τη γειτονιά, το κόμμα, τη διαχείριση και τον έλεγχο της οικονομίας, των τραπεζών, των εργοστασίων, της γεωργίας…
Η δημοκρατία δεν μπορεί πλέον να γίνεται αντιληπτή ως παροδικό μέσο για την επίτευξη ενός στόχου. Η δημοκρατία είναι η σκηνή, ο χώρος όπου εκτυλίσσεται η οικοδόμηση του σοσιαλιστικού οράματος. Δεν μιλάμε μόνο για ένα δημοκρατικό δρόμο προς το σοσιαλισμό, σε αντιπαράθεση με έναν ένοπλο δρόμο ή ένα μη δημοκρατικό δρόμο προς το σοσιαλισμό, αλλά για το ότι ο σοσιαλισμός ή είναι δημοκρατικός ή δεν είναι σοσιαλισμός. Ο σοσιαλισμός ή είναι συμμετοχή, εξελισσόμενη διαβούλευση της κοινωνίας σχετικά με τις συνθήκες ζωής της, τον ορισμό των δημόσιων πολιτικών της, τον έλεγχο των εργοστασίων, τον έλεγχο των πανεπιστημίων, τα εκπαιδευτικά συστήματα, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα… ή δεν είναι σοσιαλισμός.
4. Η Αριστερά είναι τέκνο συγκεκριμένων αναγκών
Ένα τέταρτο θέμα, που ίσως είναι και το πιο επείγον για την εμπειρία της Αριστεράς του 21ου αιώνα, είναι το εναλλακτικό μοντέλο της οικονομίας και της κοινωνίας. Και όχι μόνο το μακροπρόθεσμο μοντέλο, το κομμουνιστικό όραμα, αλλά το σημερινό εναλλακτικό μοντέλο του 2015, του 2016, του 2017. Διότι δεν θα υπήρχε Νέα Αριστερά και δεν θα υπήρχε μια αναβίωση της Αριστεράς στη Λατινική Αμερική και στην Ευρώπη, αν δεν υπήρχε η αναγκαιότητα για κάποια εναλλακτική πρόταση. Αν ο νεοφιλελευθερισμός λειτουργούσε θαυμάσια, δημιουργώντας ευημερία για τον κόσμο, δεν θα υπήρχε Αριστερά, ή θα συνέχιζε να υπάρχει η εντός εισαγωγικών «Αριστερά»: η ψευδοαριστερά που διαχειρίζεται το νεοφιλελευθερισμό, όπως συμβαίνει με την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, η οποία δεν διαφοροποιείται σε τίποτα από την ευρωπαϊκή ή τη λατινοαμερικανική άκρα δεξιά.
Ακριβώς όμως επειδή υπάρχει δυσαρέσκεια, επειδή ο κόσμος είναι δυστυχής, επειδή ο κόσμος δεν έχει ικανοποιήσει τις προσδοκίες του μέσω του νεοφιλελευθερισμού, εμφανίζεται η Αριστερά για να λύσει σήμερα, και όχι 300 χρόνια αργότερα, τα προβλήματα του κόσμου: δουλειά, ανάπτυξη, διανομή πλούτου, δικαιοσύνη, αξιοπρέπεια, εθνική κυριαρχία. Και τότε η Αριστερά εμφανίζεται αναγκασμένη να σχεδιάσει ένα πρόγραμμα μετάβασης, για να χρησιμοποιήσω την παλιά γλώσσα της δεκαετίας του ’20 του 20ού αιώνα, ένα πρόγραμμα μετανεοφιλελεύθερης οικονομικής μετάβασης, εκδημοκρατισμού των δημόσιων θεσμών, κάθαρσης της δημόσιας διοίκησης που είναι γεμάτη διεφθαρμένους και αχρείους. Η Αριστερά είναι υποχρεωμένη να το σχεδιάσει.
Κάθε χώρα, κάθε περιοχή έχει την ιδιαιτερότητά της, τις δικές της ανάγκες. Στην περίπτωση της Βολιβίας, το δικό μας πρόγραμμα μετάβασης, εν μέσω άκρατου νεοφιλελευθερισμού, ήταν πολύ σαφές. Όσον αφορά στο οικονομικό σκέλος, εθνικοποιήσαμε φυσικούς πόρους. Όσον αφορά στο πολιτικό σκέλος, συστήσαμε κυβέρνηση ιθαγενών. Όσον αφορά στο κοινωνικό και θεσμικό, συγκαλέσαμε Συντακτική Συνέλευση για να αποκαταστήσουμε τις μακροπρόθεσμες κοινωνικές συμφωνίες. Ήταν ένα πρόγραμμα πολύ ακριβές, πολύ συγκεκριμένο, βιώσιμο, ρεαλιστικό, με το οποίο εμείς απαντούσαμε στις προσδοκίες των ανθρώπων: μια συγκεκριμένη πρόταση για συγκεκριμένες ανάγκες. Διότι οι άνθρωποι και η κοινωνία έχουν πολύ συγκεκριμένες ανάγκες. Μην ξεχνάτε δε, ότι το συγκεκριμένο είναι το πλέον πολύπλοκο.
Οι διανοούμενοι μπορούμε να αναλύουμε εξαντλητικά τα πράγματα. Αλλά το να συνθέσουμε πολλαπλές αποφάσεις, που είναι το συγκεκριμένο κατά τον Μαρξ, είναι το πιο πολύπλοκο, το πιο δύσκολο. Όμως ο κόσμος έχει συγκεκριμένες ανάγκες και οι επαναστάτες, οι διανοούμενοι, οι ακαδημαϊκοί, τα κομματικά μέλη, οι στρατευμένοι πρέπει να έχουμε συγκεκριμένες απαντήσεις.
5. Απομόνωση, κατάργηση κυριαρχίας και αυταπάτες
Ποιο είναι το συγκεκριμένο στην Ελλάδα; Δεν το ξέρω. Είναι ένα πρόβλημα των Ελλήνων. Επιτρέψτε μου, όμως, να σας σχολιάσω τέσσερα-πέντε πράγματα που είδα τις ώρες της παραμονής μου εδώ, και ίσως έτσι βοηθήσω, ή είναι ο δικός μου τρόπος να βοηθήσω τον τρόπο που σκέφτονται οι αδελφοί μου, οι Έλληνες σύντροφοί μου. Υπάρχει ένας αρνητικός συσχετισμός δυνάμεων στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Βρίσκεστε σήμερα μόνοι. Στη Λατινική Αμερική τη δεκαετία του ’80 είχαμε κι εμείς πρόβλημα χρέους. Το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα μας κρατούσαν με τη θηλιά στο λαιμό, απαιτώντας την πληρωμή του χρέους που είχε φτάσει στο 100% του ΑΕΠ. Ήταν επίσης εκείνοι που αποφάσιζαν ότι έπρεπε να μειωθούν οι μισθοί, να ιδιωτικοποιηθούν επιχειρήσεις, να αυξηθούν οι φόροι στους εργαζόμενους, να μεταφερθούν δημόσιοι πόροι σε κάποιες ιδιωτικές επιχειρήσεις. Σε αντίθεση όμως με την Ελλάδα, στη Λατινική Αμερική είχαμε διάφορους πιστωτές: το ΔΝΤ, την Παγκόσμια Τράπεζα, τη Διαμερικανική Τράπεζα Ανάπτυξης, την CAF-Αναπτυξιακή Τράπεζα της Λατινικής Αμερικής, ξένες κυβερνήσεις… Άρα οι χώρες μπορούσαν να διαπραγματευθούν με κάποιους, και να παραμερίσουν κάποιους άλλους, δηλαδή να διαχωρίσουν τους πιστωτές. Εσείς, όχι. Εσείς έχετε ένα συμπαγές μπλοκ, την Τρόικα, και είναι δύσκολο να διαπραγματευτείτε ξεχωριστά – αν και ίσως να είναι δυνατόν. Σε αντίθεση με την Ελλάδα, στη Λατινική Αμερική ήμασταν διάφορες χώρες: η Βραζιλία, η Αργεντινή, η Κολομβία, η Βολιβία, το Περού, η Παραγουάη, η Ουρουγουάη… και συνεπώς αυτό μας επέτρεπε να σχηματίσουμε ένα συμπαγές μέτωπο, που μας έδινε μεγαλύτερη διαπραγματευτική δύναμη έναντι των διεθνών οργανισμών. Τελικά, στη Λατινική Αμερική διαπραγματευτήκαμε. Ένα μέρος του χρέους δεν πληρώθηκε, διαγράφηκε. Ένα άλλο μέρος το επαναδιαπραγματευτήκαμε ώστε να το αποπληρώσουμε σε 20 ή 30 χρόνια. Ένα μέρος του χρέους αναχρηματοδοτήθηκε σχεδόν ως μη βιώσιμο (αν κάποιος χρωστούσε 10 δολάρια το χρέος του πωλείτο για 10 σεντς). Υπήρξαν πολλοί και ποικίλοι μηχανισμοί επίλυσης του θέματος του χρέους με διαγραφή, με μακροπρόθεσμη επαναδιαπραγμάτευσή του, πώληση στο 1/10 ή 1/100 της αξίας του… και ήμασταν περισσότερες από μία χώρες.
Σήμερα το χρέος βαραίνει διάφορες χώρες της Ευρώπης. Αλλά ποιος δίνει σήμερα τη μάχη; Μόνο η Ελλάδα. Υπάρχει και στην Ισπανία πρόβλημα χρέους. Υπάρχει και στην Πορτογαλία, στην Ιρλανδία, στην Ιταλία… αλλά καμία απ’ αυτές τις χώρες δεν συνδράμει την Ελλάδα σ’ αυτήν την προσπάθεια. Σας έχουν αφήσει μόνους. Σχεδόν σαν να πρόκειται για θυσία. Κι αυτό είναι μια κατάσταση ιδιαίτερα πολύπλοκη, εξαιρετικά δύσκολη. Αλλά όχι αδύνατη. Αν δεν υπήρχαν δύσκολες συνθήκες δεν θα εμφανιζόταν η Αριστερά. Ο Λένιν και οι μπολσεβίκοι θα εξακολουθούσαν να είναι μια ημιπαράνομη ομάδα ακτιβιστών ως τις μέρες μας, αν δεν γινόταν ένας παγκόσμιος πόλεμος και αν δεν ενέσκηπτε ένας γενικευμένος λιμός, και δεν προέκυπτε τη δύσκολη στιγμή η ανάγκη να αναλάβει η Αριστερά την αντιμετώπισή τους. Και σ’ αυτές ακριβώς τις δύσκολες και αφόρητες στιγμές μετριέται η δύναμη και η ικανότητα της Αριστεράς να επιλύει τα προβλήματα. Όταν όλα βαίνουν καλώς, δεν χρειάζεται η Αριστερά. Όταν τα πράγματα πηγαίνουν πολύ άσχημα, τότε είναι που χρειάζεται η Αριστερά. Αν δεν είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε τα πράγματα όταν πηγαίνουν άσχημα, δεν είμαστε Αριστερά.
Το δεύτερο πράγμα που μου τράβηξε την προσοχή είναι ότι όχι μόνο η Ελλάδα, αλλά πραγματικά όλες οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν χάσει τα τελευταία 15 χρόνια τη δυνατότητα οικονομικού ελέγχου των κοινωνιών τους. Δηλαδή, δεν εξαρτάται από τους Έλληνες η ροή χρημάτων, αλλά ούτε κι από τους Γερμανούς, τους Γάλλους, τους Ισπανούς. Δεν εξαρτάται από καμία χώρα το ύψος των επιτοκίων ή οι νομισματικές ισοτιμίες. Με άλλα λόγια, σ’ αυτά τα 10-15 χρόνια η Ευρώπη έχει χάσει τη δυνατότητα να ασκεί εσωτερικές οικονομικές πολιτικές. Όλα έχουν υποθηκευτεί σε ένα νεφελώδες μόρφωμα που λέγεται Ευρωπαϊκή Ένωση και κατά βάθος αποτελεί το συνασπισμό των τραπεζιτών και κάποιων επιχειρήσεων που ορίζουν τη μοίρα των Ευρωπαίων. Κι αυτό είναι πολύ θλιβερό, αποκαρδιωτικό, εξοργιστικό. Οι Ευρωπαίοι έχουν υποθηκεύσει την οικονομική κυριαρχία τους και δεν ξέρω με τι αντάλλαγμα. Και βέβαια σήμερα, θα ήθελα να κάνω ένα παραλληλισμό με την Βολιβία. Σήμερα στη Βολιβία έχουμε τη δυνατότητα να ορίσουμε εμείς τις συναλλαγματικές ισοτιμίες, τη νομισματική κυκλοφορία, να αποσύρουμε χρήματα από την τράπεζα, να υποχρεώσουμε τις ιδιωτικές τράπεζες να δώσουν χρήματα στο Κράτος, προσφέροντάς τους είτε χρήματα είτε ομόλογα. Αυτές τις δυνατότητες τις έχουμε στη Βολιβία. Αλλά εδώ δεν τις έχετε, επειδή όλα είναι υπό τον έλεγχο την Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, την οποία δεν ελέγχουν ούτε οι Έλληνες, ούτε οι Ισπανοί, ούτε οι Γάλλοι, ούτε οι Ιταλοί. Την ελέγχουν κάποια άτομα που ούτε καν γνωρίζουμε. Άρα έχετε δυσκολίες οικονομικής διαχείρισης.
Τρίτον, η Τρόικα θέλει να σας καταστρέψει. Μην έχετε ψευδαισθήσεις. Μην αυταπατάσθε ότι μπορεί να επιδείξουν ανοχή. Μην νομίζετε ότι η Τρόικα ενεργεί με καλή πίστη, ότι είναι ευέλικτη. Θέλουν να σας καταστρέψουν για ένα και μόνο λόγο: διότι αν η Ελλάδα τα πάει καλά, αυτός θα είναι ο δρόμος που θα ακολουθήσουν κατόπιν και άλλες χώρες. Και στη λίστα υπάρχουν διάφορες χώρες της Ευρώπης που περιμένουν να δουν τις εξελίξεις στην Ελλάδα, και τότε θα θελήσουν μαζί με εσάς να καταδικάσουν με παραδειγματικό τρόπο όσα δεν πρέπει να γίνονται. Από την άλλη, όμως, οι άνθρωποι, οι απλοί άνθρωποι απαιτούν αποτελέσματα. Δεν μπορούν να βρίσκονται σε μια αέναη αβεβαιότητα. Ούτε η αβεβαιότητα ούτε η κινητοποίηση είναι αέναες στη κοινωνία. Η κοινωνία χρειάζεται μια πίστη, μια βεβαιότητα. Και η κοινωνία δεν θα βρίσκεται πάντα σε κινητοποίηση, επειδή πρέπει και να δουλέψει, να φροντίσει το σπίτι της, να ασχοληθεί με τον εαυτό της. Ο κόσμος κουράζεται επίσης, και η Αριστερά πρέπει να ξέρει να υπολογίζει τον κοινωνικό χρόνο, τις κατάλληλες στιγμές κινητοποίησης, τις στιγμές σταθεροποίησης, τις περιόδους αναδίπλωσης της κοινωνίας.
Ο Μαρξ μας έλεγε ότι η κοινωνία κινείται με κυματισμούς: συλλογική δράση – αναδίπλωση, συλλογική δράση – αναδίπλωση, και καμιά φορά οι αναδιπλώσεις διαρκούν εβδομάδες, μήνες, χρόνια. Κανείς δεν ξέρει ποτέ σε ποια στιγμή του κυματισμού βρίσκεται. Όμως πρέπει να είναι κανείς προσεκτικός, για να ξέρει να μετρά τις αποφάσεις του και να επιλέγει την κατάλληλη στιγμή. Αυτό είναι το σκηνικό μάχης, αυτό είναι που ο Λένιν ονόμαζε «η ανάλυση θέσης». Αυτό είναι το σκηνικό.
Τρεις προτάσεις προς τους Έλληνες
Και ποιος είμαι εγώ για να συστήσω οτιδήποτε στους Έλληνες; Όμως θα κάνω τρεις προτάσεις.
Η πρώτη πρόταση: Η απόφαση που θα πάρετε, όποια κι αν είναι, πρέπει να είναι πάντα σε συνεννόηση με τον κόσμο, ενημερώνοντας πάντα το λαό. Ο λαός δεν είναι ανόητος. Ο λαός καταλαβαίνει, και αυτό που θα κάνει ένας επαναστάτης, το κόμμα της Αριστεράς, είναι να συμβουλευτεί το λαό, να τον ρωτήσει, να τον πληροφορήσει. Είναι πολύ σημαντική η άμεση επαφή της Κυβέρνησης, των ηγετών της, με την κοινωνία – είτε μέσω των μαζικών μέσων ενημέρωσης, είτε μέσω συνελεύσεων με τα συνδικάτα της, μέσω συνελεύσεων με τις κοινωνικές δομές της.
Η ιστορία της Ελλάδας, η ιστορία της Ευρώπης αποφασίζεται εδώ. Κι αυτό θα πρέπει διαρκώς να επικοινωνείται, να μοιράζεται με την κοινωνία, στην οποία πρέπει να λέμε όλα τα προβλήματα, τις δυσκολίες και τις πιθανές διεξόδους. Αν μας πάει καλά, ας το κάνουμε με τον κόσμο. Αν μαςπάει άσχημα, ας το κάνουμε πάλι με τον κόσμο. Αυτό που πρέπει να κάνει μια αριστερή και επαναστατική κυβέρνηση είναι να παίρνει πάντα τις αποφάσεις της ενημερώνοντας τον κόσμο, συμβουλευόμενη τον κόσμο και ρωτώντας τον.
Η δεύτερη πρόταση: Απέναντι στην Τρόικα, μπροστά σ’ αυτό το πρόβλημα, δεν ξέρω πώς, είναι όμως απολύτως απαραίτητο ο ελληνικός λαός να έχει ένα μίνιμουμ οικονομικής ισχύος ώστε να πάρει αποφάσεις. Πρέπει να έχει στα χέρια του με κάποιο τρόπο μια δυνατότητα οικονομικής διαχείρισης, οικονομικών πόρων που θα του επιτρέψουν να έχει στη διάθεσή του περισσότερο χρόνο, να πάρει μέτρα κοινωνικού χαρακτήρα που θα ευνοήσουν τον κόσμο, να λύσει το τάδε ή το δείνα πρόβλημα των ανθρώπων, ανεξάρτητα από το τι θα κάνουν οι Τράπεζες κι οι Τρόικες. Αν όλη την οικονομική εξουσία την αφήσουμε στα χέρια της Τρόικας, είμαστε ανυπεράσπιστοι. Είναι σαν να μην έχουμε πόδια, χέρια, μάτια και να θέλουμε παρ’ όλα αυτά να διασχίσουμε το πέλαγος. Αδύνατον! Μια κυβέρνηση πρέπει να διαθέτει ένα μίνιμουμ οικονομικών πόρων που θα της επιτρέψουν να εφαρμόσει κάποιο είδος κοινωνικής πολιτικής απόφασης, και αυτό θα μας δώσει χρόνο για άλλες αποφάσεις ή για την απόκτηση άλλων πόρων.
Η τρίτη πρόταση: Να χρησιμοποιήσουμε το Κράτος. Το Κράτος δεν είναι μόνο το Κοινοβούλιο. Δεν είναι μόνο οι θεσμοί αντιπροσώπευσης. Το Κράτος είναι ένα σύνολο μέσων, εργαλείων, μοχλών πίεσης – διεύθυνσης, γνώσης και πίεσης. Αυτά πρέπει να ξέρει να τα χρησιμοποιήσει μια Κυβέρνηση για να έχει θέση ισχύος απέναντι στην Τρόικα. Η Ελλάδα πρέπει να αποκτήσει, με κάποιο τρόπο, χρησιμοποιώντας τα νομικά ή φορολογικά εργαλεία του Κράτους, μια θέση ισχύος απέναντι στην Τρόικα. Οι επιχειρήσεις έχουν νομικές εκκρεμότητες, οι επιχειρήσεις και οι τράπεζες έχουν φορολογικές εκκρεμότητες. Πρέπει να δει λοιπόν κανείς, πού και σε ποιο σημείο θα εφαρμόσει ένα μέτρο πίεσης το οποίο θα φέρνει την Ελλάδα σε θέση ισχύος απέναντι στην Τρόικα. Δεν μπορούμε να ξεκινήσουμε διάλογο μαζί τους ανοχύρωτοι. Αυτοί δεν ενεργούν «καλή τη πίστει», ούτε με ευγενείς κανόνες. Αυτοί ήδη πιέζουν ασφυκτικά την Ελλάδα. Το ότι δεν φτάνει στην Ελλάδα ούτε ένα σεντ, ούτε ένα ευρώ, είναι ένα είδος πίεσης. Πιέζουν με τους μισθούς σας, τους θεσμούς σας, τα τρόφιμά σας. Στη διαπραγμάτευση πρέπει να έχει κανείς μια θέση ισχύος, αν θέλει να διαπραγματευθεί. Αν δεν θέλει να διαπραγματευθεί, εντάξει. Πρέπει να το αποφασίσει, κι έτσι θα γίνει. Αλλά αν θέλει να διαπραγματευθεί, ποτέ δεν πρέπει να το κάνει από θέση αδυναμίας. Πάντοτε πρέπει να προσέρχεται στη διαπραγμάτευση από κάποια θέση ισχύος, με ένα μηχανισμό που θα δώσει όχι μόνο ηθική εξουσιοδότηση, αλλά δυνατότητα πολιτικής απόφασης και επιβολής στο ένα ή στο άλλο ζήτημα που επηρεάζει τους αντιπάλους.
Αφυπνίστε την Ευρώπη!
Τέλος, είναι απαραίτητη η αλληλεγγύη. Είναι απολύτως απαραίτητη. Η Ευρώπη πρέπει να ξυπνήσει. Πρέπει να κινηθούμε, δηλαδή, εσείς πρέπει να κινηθείτε – όχι τόσο προς τη Λατινική Αμερική, γιατί εμείς σας παρακολουθούμε. Σας παρακολουθούμε στενά, επειδή σε εσάς εναποθέτουμε την ελπίδα μας για την αναγέννηση της Ευρώπης. Όχι της Ευρώπης των τραπεζών, αλλά της Ευρώπης των λαών. Όχι της Ευρώπης της Τρόικας, αλλά της Ευρώπης της κοινωνίας. Υπάρχει μια άλλη Ευρώπη. Θέλουν να μας κάνουν να πιστέψουμε πως η μοναδική Ευρώπη, η μόνη εφικτή ευρωπαϊκή ένωση είναι αυτή που έχουμε γνωρίσει ως τώρα: των επιχειρηματιών και των τραπεζιτών. Αλλά δεν είναι έτσι. Υπάρχει μια άλλη Ευρώπη. Υπάρχει η Ευρώπη των ανθρώπων, υπάρχει η Ευρώπη των λαών, των φοιτητών, η Ευρώπη των νέων, των απλών και ευγενικών ανθρώπων. Αυτήν ακριβώς την Ευρώπη πρέπει να προσπαθήσετε να αφυπνίσετε στην υπόλοιπη ήπειρο. Σας λέω, εντίμως, ότι σας βλέπω πολύ μόνους. Εξαιρετικά μόνους, και δεν είναι σωστό. Πρέπει να προωθήσετε καμπάνιες, κινητοποιήσεις, παρουσία συνδικάτων, αρχών, σε όλη την Ευρώπη για να δείξετε ότι στην Ελλάδα αποφασίζεται το μέλλον της Γαλλίας, στην Ελλάδα ορίζεται η μοίρα της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας και της Ισπανίας. Ο κόσμος πρέπει να καταλάβει ότι δεν μπορεί να αφήσει μόνη την Ελλάδα. Η Ελλάδα δεν μπορεί να αναλάβει μόνη της αυτή τη διαπραγμάτευση ως ένα θέμα «τεχνικό». Είναι θέμα πολιτικό. Είναι θέμα κοινωνικό. Αλλά αυτό πρέπει να γίνει σύντομα. Οι καιροί είναι εναντίονμας. Ο χρόνος είναι υπέρ της Τρόικας, δεν είναι υπέρ της Ελλάδας. Κι η Ελλάδα πρέπει να ξέρει να υπολογίσει με μεγάλη ακρίβεια το χρόνο για τις δράσεις της.
Σας ευχαριστώ πολύ!
Όλα τα άρθρα του αφιερώματος στο Resistance Festival 2015 εδώ