Η νέα απεσταλμένη του γενικού γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών στο Κυπριακό, Μαρία Άνχελ Ολγκίν Κουεγιάρ, από την αρχή έδωσε τα πρώτα δείγματα γραφής της. Δηλώνει, όπως και οι προκάτοχοι, της αποφασισμένη να συμβάλει στο «κλίμα διαλόγου των δύο πλευρών» πεπεισμένη πως είναι εφικτό «να καταλήξουμε σε μια καλή λύση στην Κύπρο». Όπως συχνά αναφέρει και η ίδια, μεταξύ άλλων φέρει στο βιογραφικό της τη συμμετοχή στις διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό των συγκρούσεων στη δική της χώρα, την Κολομβία.

Συνεχίζοντας την πεπατημένη των προκατόχων της, κάνει πως δεν βλέπει τα τετελεσμένα και την αδιαλλαξία της Τουρκίας στο Κυπριακό, επιμένει να αποσιωπά τη βάση του προβλήματος που δεν είναι άλλη από την εισβολή, την κατοχή και τον εποικισμό, διολισθαίνει στην αναγνώριση μιας σειράς τουρκικών αιτιάσεων στα πλαίσια του διακοινοτικού διαλόγου Ελληνοκυπρίων-Τουρκοκυπρίων, στο όνομα μιας κάποιας λύσης. Όχι τυχαία, στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται και οι πιέσεις που ασκούν η Ε.Ε. (πιο προσεκτικά) και η Βρετανία (απροκάλυπτα), ως τρίτες χώρες με εμπλοκή στις διαδικασίες διαλόγου.

Στις συναντήσεις που είχε με αξιωματούχους των εμπλεκόμενων μερών στο Κυπριακό φάνηκαν πάντως οι πραγματικές διαστάσεις του προβλήματος. Μπορεί η Κυπριακή Δημοκρατία να δηλώνει έτοιμη για την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων με τον εκπρόσωπο τύπου της κυβέρνησης να αναφέρει χαρακτηριστικά πως «εμείς θεωρούμε ότι αν υπάρχει η ίδια πολιτική βούληση και από την άλλη πλευρά, η επανέναρξη των διαπραγματεύσεων μπορεί να επέλθει πολύ σύντομα», μπορεί και η ελληνική πλευρά δια του ΥΠΕΞ Γ. Γεραπετρίτη να δηλώνει έτοιμη για «επανέναρξη των διαπραγματεύσεων από το σημείο που διακόπηκαν στο Κραν Μοντανά», χωρίς να αποδέχεται διαδικασίες που ακυρώνουν την υπόσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας, όμως η Τουρκία, και τα υποχείρια της στο ψευδοκράτος, επιμένουν να προβάλουν ως λύση τα «δύο κράτη», και να πιέζουν για αναγνώριση της λεγόμενης «Τουρκικής Δημοκρατίας της Β. Κύπρου» πριν την έναρξη της οποιασδήποτε διαπραγμάτευσης.

Βήμα-βήμα η τουρκοποίηση του νησιού

Την ίδια στιγμή η κατοχική Τουρκία, «γιορτάζει» τα 50χρονα του Αττίλα, επεκτείνοντας την παρουσία της στο νησί. Δεν είναι μόνο η παράνομη διαδικασία εποικισμού στην περίκλειστη περιοχή της Αμμοχώστου που συνεχίζεται απρόσκοπτη. Δεν είναι μόνο η προσπάθεια πλήρους ελέγχου από την Άγκυρα της πολιτικής και οικονομικής ζωής στα κατεχόμενα και η σταδιακή ισλαμοποίηση του δημόσιου βίο από τους εποίκους, που έχει καταστήσει τους Τουρκοκύπριους μειονότητα. Δεν είναι μόνο η σταδιακή επέκταση του κατοχικού στρατού, τόσο με την κατασκευή οχυρωματικών έργων στη νεκρή ζώνη (με τον ΟΗΕ να κάνει πως δεν βλέπει), όσο και με την ενίσχυση του οπλοστασίου της κατοχικής δύναμης (κατασκευή ναυτικής βάσης στο Μπογάζι, στάθμευση drone στο αεροδρόμιο του Λευκονοίκου).

Είναι όλα τα παραπάνω μαζί, συνδυαζόμενα με τις περιφερειακές φιλοδοξίες της Τουρκίας, που βλέπει την Κύπρο ως κομμάτι της επέκταση της στην λεγόμενη «Γαλάζια Πατρίδα». Όχι τυχαία, ο ηγέτης του ψευδοκράτους Ερσίν Τατάρ σε πρόσφατη ομιλία του για τα 50 χρόνια από τον Αττίλα, στο Πανεπιστήμιο του Γκαζιαντέπ, δήλωσε χαρακτηριστικά πως «η Κύπρος υπήρξε ένα είδος προέκτασης της Τουρκίας σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας». Αυτή είναι η οπτική της Τουρκίας για την Κύπρο (και όχι μόνο). Στρατηγικός στόχος παραμένει ο πλήρης έλεγχος, ο οποίος επιβάλλεται σταδιακά, άλλες φορές με τετελεσμένα και επίδειξη ισχύος, άλλες φορές με «ανατολίτικα παζάρια» και «διαλόγους φιλίας».

Αθήνα-Λευκωσία

Οι κυβερνώντες σε Ελλάδα και Κύπρο συνεχίζουν την ανερμάτιστη εθνική πολιτική, που είναι υπαγορευόμενη βασικά από τα συμφέροντα και τις επιδιώξεις των ΝΑΤΟϊκών μας συμμάχων και λιγότερο από τα εθνικά συμφέροντα του Ελληνισμού. Μια πολιτική που υποσκάπτει τις όποιες δυνατότητες άμυνας απέναντι στον τουρκικό επεκτατισμό. Και αντί να ανοίξει μια πραγματική πανεθνική συζήτηση για την ανάκτηση βαθμών κυριαρχίας και ισχύος, που θα επιτρέψουν στην Ελλάδα και την Κύπρο να αντιπαραβάλλουν στην τουρκική επιθετικότητα την αποτρεπτική τους ισχύ, οι πολιτικές ελίτ στις δύο χώρες επιμένουν να αναλώνονται στη μικροπολιτική και την επικοινωνία, προωθώντας ως εσωτερική πολιτική τις ατζέντες της παγκοσμιοποίησης και των κάθε λογής συμφερόντων και ως εξωτερική πολιτική τις κατευθύνσεις των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ. Μάλλον οι δημοτικές εκλογές στην Κύπρο και ο εκεί εκλογικός συσχετισμός μετά την εκπαραθύρωση των δύο ιστορικών κομματικών σχηματισμών ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ από τις κυβερνητικές θέσεις, αλλά και η επιθετική ατζέντα, στα όρια της κοινωνικής ρεβάνς της Ν.Δ. απέναντι σε μια κατακερματισμένη και ατύπως συγκυβερνώσα κεντροαριστερά, είναι πιο σημαντικές για τους κρατούντες.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!