[…] Εκείνο που έχει ο καπιταλισμός κοινό με τον καρκίνο είναι ότι χρειάζεται διαρκώς υγιείς ιστούς για ν’ αναλώνει- μη καπιταλιστικές κοινωνίες, μη εμπορευματοποιημένες πτυχές της κοινωνικής ζωής, μια προϋφιστάμενη βιόσφαιρα. Σύροντάς τα στον κύκλο της εμπορευματοποίησης, όπως λέμε, τα «αξιοποιεί», δηλαδή τα στραγγίζει απ’ όλα τα ποιοτικά τους χαρακτηριστικά και τα αναλώνει. Οπότε χρειάζεται αμέσως καινούργια θύματα. Αυτή είναι και η σοβαρότερη εγγενής του αδυναμία: αν δεν απομυζά ασταμάτητα κάτι ζωντανό, το χρήμα παύει να γεννάει χρήμα και η μηχανή κινδυνεύει με εμπλοκή. Αυτό είναι που ονομάζουμε «δομική κρίση».
Εκείνο που συμβαίνει σήμερα, στη λεγόμενη εποχή της παγκοσμιοποίησης, είναι ότι αυτή η διαδικασία βρίσκεται πολύ κοντά στο σημείο να ολοκληρωθεί: πολύ κοντά στο να μην έχει απομείνει τίποτα έξω από το θανάσιμο εναγκαλισμό της χρηματικής οικονομίας και της κεφαλαιοκρατικής «αξιοποίησης», τίποτα πλέον παρθένο για ν’ αναλωθεί, οπότε ο καπιταλισμός είναι αναγκασμένος να φάει τις ίδιες του τις σάρκες. Αυτό στην τεχνική γλώσσα των αναλυτών του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής (που τόσο άσχημα διαβάζουν οι αυτοαποκαλούμενοι κληρονόμοι τους) λέγεται «πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους» και «κρίση υπερσυσσώρευσης». Είναι ακριβώς η ταυτότητα της κρίσης που διανύουμε, της οποίας τα συμπτώματα έχουν τρομοκρατήσει την παγκόσμια κοινωνία, και μέρος των συμπτωμάτων αυτών είναι η τραγωδία μιας αλυσίδας χωρών που ξεκινάει -έχει προ πολλού ξεκινήσει- από την « υπανάπτυκτη» περιφέρεια και φτάνει αισίως πλέον, διαδοχικά, στην Ανατολική και Νότιο Ευρώπη. Όχι βεβαίως ότι προορίζεται να σταματήσει εδώ: τα σημάδια έχουν πυκνώσει ήδη στην καρδιά των κοινωνιών που θεωρούνται – και είναι οι ατμομηχανές της παγκόσμιας κεφαλαιοκρατικής οικονομίας. […]
Πώς φτάσαμε λοιπόν ως εδώ; Το 2008, όταν έσκασε η βόμβα, μιλούσαν όλοι για χρηματοπιστωτική κρίση, σήμερα, δύο χρόνια αργότερα, έχει πάρει τη μορφή δημοσιονομικής κρίσης. Εκείνο που συνέβη εν τω μεταξύ είναι ότι οι κρατικές οικονομίες συμφώνησαν να διασώσουν τον κλονισμένο χρηματοπιστωτικό τομέα δημιουργώντας υπέρογκες τρύπες στους δικούς τους προϋπολογισμούς, τις οποίες τώρα πασχίζουν ν’ αναπληρώσουν με μια ληστρική –και απεγνωσμένη- λεηλάτηση των ίδιων των εργαζόμενων πληθυσμών τους. Απεγνωσμένη επειδή, αν δει κανείς καθαρά την πορεία των συμβάντων που οδήγησαν ως εδώ, θ’ αντιληφθεί ότι το φάρμακο είναι χειρότερο από την ασθένεια που καλείται να θεραπεύσει. Διότι, ας μην υπάρχουν επ’ αυτού αυταπάτες, η κρίση για την οποία μιλάμε έχει ξεκινήσει από τα μέσα της δεκαετίας του ’70, και στα τέλη της δεκαετίας του ’80 έφτασε ήδη στην πρώτη της κορύφωση […]
* Μικρό απόσπασμα από ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον κείμενο του Φώτη Τερζάκη που δημοσιεύεται στο καινούργιο τεύχος του περιοδικού Πανοπτικόν, το οποίο εκδίδεται στη Θεσσαλονίκη από τον Κώστα Δεσποινιάδη.