Γράφει η Μαρία Πλευράκη
Επισκέπτρια Υγείας ΠΓΝ Αττικόν
Η πρώτη περιγραφή της «ημικρανίας» βρίσκεται σε αιγυπτιακό πάπυρο του 1200 π.Χ., ενώ ο Ιπποκράτης, το 400 π.Χ. περιγράφει λεπτομερώς τη νόσο και τη συμπτωματολογία της. Σήμερα, αποτελεί μια από τις πιο διαδεδομένες νευρολογικές διαταραχές.
Πρόκειται για ένα νευραγγειακής προέλευσης σύνδρομο, τα ακριβή αίτια του οποίου δεν έχουν αποσαφηνιστεί. Ωστόσο, η ιατρική κοινότητα πιστεύει ότι η εμφάνιση της ημικρανίας σχετίζεται με γενετική προδιάθεση και συνδέεται με κληρονομικούς παράγοντες.
Σύμφωνα με τη Διεθνή Εταιρεία Κεφαλαλγίας, δυο είναι οι επικρατέστεροι τύποι της ημικρανίας: η «κοινή» και η «ημικρανία με αύρα», όπου η «αύρα» προηγείται της κρίσης και αναφέρεται σε μια σειρά συμπτωμάτων, όπως ναυτίες, ζαλάδες, μουδιάσματα, οπτικές διαταραχές, αστάθεια. Συχνά συγχέεται με τον απλό πονοκέφαλο, ωστόσο, τα συμπτώματα είναι διαφορετικά. Στην ημικρανία ο πόνος είναι οξύς, διαπεραστικός, παλλόμενος, σφυγμικός ή πιεστικός. Μπορεί να εντοπίζεται στο ένα ημισφαίριο του κεφαλιού ή να διαχέεται σε αυτό, ενώ συνυπάρχει υπερευαισθησία στο φως, στους ήχους και τις έντονες οσμές.
Μια κρίση ημικρανίας διαρκεί 2-72 ώρες, ενώ, λόγω της έντασης του πόνου, κατά τη διάρκειά της, υπάρχει σημαντική έκπτωση της λειτουργικότητας και της ποιότητας ζωής του ατόμου. Γι’ αυτούς τους λόγους, ο ΠΟΥ (Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας) συμπεριλαμβάνει την ημικρανία στις 20 πρώτες παθήσεις που επιφέρουν σημαντικού βαθμού αναπηρία στην καθημερινότητα του ασθενή.
Στην Ελλάδα υπάρχουν 1.000.000 ημικρανικοί ασθενείς, τα 2/3 των οποίων είναι γυναίκες, ενώ παγκοσμίως το ποσοστό των πασχόντων φτάνει το 15%.
Η ημικρανική κρίση περιλαμβάνει 4 στάδια: το στάδιο προειδοποίησης, της αύρας, της κυρίως κρίσης και της ανάρρωσης. Κατά την αποδρομή της, οι ασθενείς βιώνουν συναισθήματα φόβου και ανησυχίας για την επόμενη κρίση, που σε αρκετές περιπτώσεις εγκαθίστανται μόνιμα και επηρεάζουν σημαντικά την κοινωνική δραστηριότητα και τις σχέσεις των πασχόντων.
Χαρακτηριστικά ερεθίσματα που μπορούν να πυροδοτήσουν μια κρίση είναι, μεταξύ άλλων: το ψυχικό και σωματικό στρες, ο ανεπαρκής ή υπερβολικός ύπνος, οι ορμονικές διαταραχές, το αλκοόλ, η νικοτίνη, η δυσανεξία σε κάποιες ομάδες τροφών, η νηστεία, η έκθεση σε έντονο φως , θόρυβο, οσμές, ακραίες καιρικές συνθήκες και οι αλλεργίες.
Το πρώτο βήμα στην αντιμετώπιση της ημικρανίας είναι η διάγνωση. Οι ασθενείς μπορούν να απευθύνονται στα ειδικά κέντρα αντιμετώπισης της κεφαλαλγίας ή σε εξειδικευμένους νευρολόγους, οι οποίοι με τη λήψη λεπτομερούς ιστορικού και την κλινική εξέταση, θέτουν τη διάγνωση της νόσου. Έπειτα, οι ασθενείς ενημερώνονται για την υιοθέτηση ενός νέου τρόπου ζωής που θα αποτρέπει την εμφάνιση ημικρανικών κρίσεων, όπως, η ισορροπημένη διατροφή, η ελαφρά άσκηση, η ορθή διαχείριση των ψυχοπιεστικών καταστάσεων, οι τεχνικές χαλάρωσης, ο σωστός ύπνος κ.λπ. και στη συνέχεια τίθενται υπό τακτική παρακολούθηση. Η φαρμακευτική αντιμετώπιση της νόσου, η οποία τα τελευταία χρόνια έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο, στοχεύει σε δύο κατευθύνσεις· στη θεραπεία των κρίσεων και στην προφυλακτική αγωγή.
Πρόσφατα στοιχεία δείχνουν σημαντική αύξηση των επεισοδίων ημικρανίας κάτω από την πίεση της οικονομικής κρίσης και της αβεβαιότητας που βιώνει η ελληνική κοινωνία τα τελευταία χρόνια. Τα ποσοστά, δε, ασθενών που είτε υποδιαγιγνώσκονται, είτε διακόπτουν την τακτική παρακολούθηση και τη θεραπεία, είναι δραματικά υψηλότερα στην Ελλάδα, απ’ ό,τι στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Η δυσάρεστη αυτή πρωτιά αναδεικνύει, για άλλη μια φορά, την ανεπάρκεια του συστήματος Υγείας να παρέχει υπηρεσίες ικανές να ανταποκριθούν στις ανάγκες των πολιτών, ανεπάρκεια, η οποία, επί της ουσίας, πηγάζει από την ανικανότητα της ίδιας της πολιτείας να αντιληφθεί την υγεία, ως δημόσιο και κοινωνικό αγαθό και να μεριμνά για την προάσπισή της, ως οφείλει.