Συνταγματικά διάτρητος ο νόμος αλλά και η διαδικασία

Σοβαρές ενστάσεις αντισυνταγματικότητας του πολυνομοσχεδίου τόσο ως προς τα περιοριστικά μέτρα που περιλαμβάνει, όσο και ως προς τη διαδικασία κατάθεσης και ψήφισής του, διαπιστώνει μιλώντας στον Δρόμο ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου του ΑΠΘ Κώστας Χρυσόγονος.  
Ο καθηγητής μιλά για σαφή παραβίαση αρχών του Συντάγματος όπως η αρχή της αναλογικότητας αλλά και της ισότητας στα δημόσια βάρη: «Το άρθρο 4 παρ.5 του Συντάγματος προβλέπει πως “οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς διακρίσεις στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τις δυνάμεις τους”. Κι όμως, το πρώτο Μνημόνιο έπληξε τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους, ενώ το κράτος δεν κατάφερε να πατάξει τη φοροδιαφυγή και την παραοικονομία. Αντί η αποτυχία αυτή να οδηγήσει σε ανασχεδιασμό πολιτικής, τα νέα μέτρα εξακολουθούν να επιβαρύνουν υπέρμετρα, δυσανάλογα και, πλέον, κατά κραυγαλέα άδικο και άνισο τρόπο τους μισθωτούς, ιδίως όσους υπηρετούν στο δημόσιο τομέα, και τους συνταξιούχους. Συνεπώς πληρώνει και πάλι η ίδια κατηγορία πολιτών γεγονός  καταφανώς άδικο και συνταγματικά κολάσιμο».
Υπό παραβίαση τελεί και το δικαίωμα της αξιοπρεπούς διαβίωσης, όπως ορίζεται από το άρθρο 2 παρ.1 του Συντάγματος, αναφέρει ο κ. Χρυσόγονος καθώς «από την εφαρμογή των προτεινόμενων μέτρων απομένει στους πολίτες  εισόδημα (αποδοχές ή συντάξεις) που υπολείπεται του ορίου της φτώχειας, δηλαδή μικρότερο των 580 ευρώ μηνιαίως ή 7.000 ευρώ ετησίως». Επίσης, ο καθηγητής τονίζει πως «και άλλα σημεία των μέτρων βάζουν σε κίνδυνο συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα όπως της προστασίας της οικογένειας και ιδίως της πολύτεκνης (άρθρο 21 παρ.1 και 2), το δικαίωμα στην εργασία και τη δίκαιη αμοιβή (άρθρο 22 παρ.1) και το δικαίωμα στην κοινωνική ασφάλιση (άρθρο 22 παρ.5)».

Και ως προς τη διαδικασία
Διάτρητη συνταγματικά χαρακτηρίζεται και η διαδικασία ψήφισης των μέτρων: «Το νομοσχέδιο και το “άρθρο μόνο” αυτού απαρτίζονταν από ένα άθροισμα άσχετων μεταξύ τους διατάξεων και στην πραγματικότητα δεν είχε καν “κύριο αντικείμενο”, δεν μπορούσε δηλαδή καν να αποτελέσει αντικείμενο ενιαίου νόμου. Ο ρόλος του κοινοβουλευτικού νομοθέτη υποβαθμίστηκε στην απλώς διεκπεραιωτική “επικύρωση” προδιαμορφωμένων νομοθετικών πακέτων, για τους τύπους και μόνο, και χωρίς καμία δυνατότητα επεξεργασίας τους. Οι βουλευτές απλώς ψήφισαν χωρίς να βουλεύονται», αναφέρει ο κ. Χρυσόγονος.

 

 

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!