Η επίσκεψη του Βορειοκορεάτη ηγέτη Κιμ Γιονγκ-ουν στο Πεκίνο και η συνάντησή του με τον Κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ αιφνιδίασε τους «αναλυτές». Ερμηνεύεται καταρχήν ως νέα επιτυχία των διπλωματικών προσπαθειών της Πιονγκγιάνγκ, που μέσα σε λίγους μήνες έπαψε να είναι ένα πλήρως απομονωμένο «μαύρο πρόβατο» και απομάκρυνε την απειλή ισοπέδωσής της. Ταυτόχρονα, συνιστά υπενθύμιση του καθοριστικού ρόλου του Πεκίνου, το οποίο ουσιαστικά διεισδύει στις επικείμενες διμερείς συνομιλίες της Βόρειας Κορέας με τη Νότια, ίσως και με τις ΗΠΑ. Είναι χαρακτηριστικό ότι, μετά τη συνάντηση του Βορειοκορεάτη με τον Κινέζο ομόλογό του, η Ιαπωνία (που μέχρι τώρα καλούσε σε συνέχιση της σκληρής γραμμής και της απομόνωσης της Πιονγκγιάνγκ) έσπευσε να ανακοινώσει ότι επιδιώκει κι αυτή διμερή συνάντηση κορυφής με τη Βόρεια Κορέα.
Η συνάντηση του Κιμ Γιονγκ-ουν με τον Σι Τζινπίνγκ έληξε με αμοιβαίες διαβεβαιώσεις ότι θα συνεχιστεί η προνομιακή σχέση μεταξύ των δύο χωρών, κι ότι κοινός στόχος είναι μια κορεατική χερσόνησος αποπυρηνικοποιημένη και χωρίς απειλές ανατροπής του βορειοκορεατικού καθεστώτος. Ουσιαστικά αποτελεί επιτυχία της κινεζικής διπλωματίας, που εμφανίζεται πάλι ως δύναμη υπεύθυνη και με μεγάλη επιρροή, ικανή να τιθασεύει τους όποιους «εξτρεμισμούς» και σε αντάλλαγμα να παρέχει ικανοποιητικές εγγυήσεις στην Πιονγκγιάνγκ. Επιπλέον, σύμφωνα με τα κινεζικά ΜΜΕ, η Κίνα έστειλε προχθές εκπρόσωπό της στη Σεούλ, για να την ενημερώσει απευθείας σχετικά με τα αποτελέσματα της συνάντησης του Πεκίνου – άλλη μια ένδειξη του πρωταγωνιστικού ρόλου της κινεζικής διπλωματίας και της αναγνώρισής του από τις χώρες της περιοχής.
«Έκλεισε» η συνάντηση Βορρά-Νότου
Η αντίδραση της Ουάσιγκτον για την απρόσμενη και αρχικά μυστική συνάντηση στο Πεκίνο ήταν η έκφραση «συγκρατημένης αισιοδοξίας», αναμένοντας και τις διμερείς συνομιλίες Βόρειας και Νότιας Κορέας, που ορίστηκαν και επίσημα για τις 27 Απριλίου. Αυτές θα αποτελέσουν το επιστέγασμα των «επιθέσεων φιλίας» του Κιμ Γιονγκ-ουν πριν και κατά τη διάρκεια των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων, και της θετικής ανταπόκρισης του Νοτιοκορεάτη προέδρου Μουν Τζάε-ιν – ο οποίος εκλέχθηκε με ένα φιλειρηνικό πρόγραμμα κατευνασμού της αντιπαράθεσης και προσπαθούσε να αποφύγει τη μετατροπή της χώρας του σε… «κομάντο αυτοκτονίας» για λογαριασμό της Ουάσιγκτον. Σύμφωνα με τους σχεδιασμούς, που βέβαια παραμένουν επισφαλείς, θα ακολουθήσει η συνάντηση του Βορειοκορεάτη ηγέτη με τον Τραμπ.
Ο Αμερικανός πρόεδρος είχε κι αυτός αιφνιδιάσει τους πάντες (με πρώτο-πρώτο το δικό του επιτελείο) όταν δήλωσε μέσω τουίτερ ότι αποδέχεται την πρόσκληση του Κιμ Γιονγκ-ουν. Οι οξύτατες αντιθέσεις εντός του βορειοαμερικανικού κατεστημένου και η αντιφατική εξωτερική πολιτική του Τραμπ –που μέχρι προχθές διακήρυττε ότι «τελείωσε η διπλωματία»– δεν επιτρέπουν να ερμηνευθούν εύκολα τα κίνητρα αυτής της επιλογής, ούτε αν θα έχει μια σχετική έστω διάρκεια. Όμως αποτελεί γεγονός ότι, με όλα αυτά, μειώνεται η οξύτητα της κορεατικής κρίσης και (τουλάχιστον στο ορατό μέλλον) ο κίνδυνος μιας ανεξέλεγκτης έκρηξης. Υπό τον όρο ότι ο Τραμπ δεν θα αναγκαστεί, λόγω και των εσωτερικών προβλημάτων του, να αλλάξει ακόμη μια φορά τακτική…
Πόλεμος εντυπώσεων
Έτσι ο πόλεμος επικεντρώνεται τώρα στο πεδίο των εντυπώσεων, δηλαδή στο πώς θα κατανοήσει τις πρόσφατες εξελίξεις μια διεθνής κοινή γνώμη την οποία προετοίμαζαν τα δυτικά επιτελεία για πιθανή θερμή σύρραξη. Η Ουάσιγκτον και οι σύμμαχοί της ισχυρίζονται λοιπόν ότι όλα είναι αποτέλεσμα της αποφασιστικής πίεσης προς το βορειοκορεατικό καθεστώς να συμμορφωθεί με τα τελεσίγραφα της «διεθνούς κοινότητας». Και προς επίρρωση των ισχυρισμών αυτών υπογραμμίζουν τη δέσμευση του Κιμ Γιονγκ-ουν να εργαστεί για μια αποπυρηνικοποιημένη κορεατική χερσόνησο.
Η Πιονγκγιάνγκ από την πλευρά της υποστηρίζει ότι η στάση της έχει συνέχεια και συνέπεια: δηλαδή ότι η ανάπτυξη πυραύλων ικανών να φέρουν πυρηνικές κεφαλές συνιστούσε αναγκαστική αυτοάμυνα μπροστά στις απειλές των ΗΠΑ. Κι ότι, άρα, είναι διατεθειμένη να σταματήσει αυτό το πρόγραμμα αν της παρασχεθούν εγγυήσεις ασφάλειας. Συμμετέχει λοιπόν και η Βόρεια Κορέα στον προπαγανδιστικό πόλεμο, εμφανίζοντας τη διαφαινόμενη ύφεση ως αποτέλεσμα της δικής της αποφασιστικής στάσης. Γεγονός είναι ότι ΗΠΑ και Ιαπωνία αναγκάζονται έστω και προσωρινά να συμβιβαστούν με μια πραγματικότητα που δεν τους αρέσει. Και δεν κατάφεραν, μέχρι στιγμής, να την αλλάξουν προς όφελός τους.