Της Αριάδνης Αλαβάνου

Τυνησία, Αλγερία, Αίγυπτος, Ιορδανία, Υεμένη, Λίβανος (σε ένα διαφορετικό πλαίσιο), ακόμη και στο μικρό Ομάν, ο λαός, όχι με την κοινοβουλευτική αλλά με την πληβειακή έννοια, κλονίζει τα νεοταξικά καθεστώτα «ασφάλειας και σταθερότητας» που οικοδόμησαν τα τελευταία 30 χρόνια οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και οι τοπικές οικονομικές, στρατιωτικές και πολιτικές ελίτ, έστω κι αν δεν «έχει καεί ακόμη ούτε μία αμερικανική σημαία». Η μαζική απονομιμοποίηση απειλεί ακόμη τη Σαουδική Αραβία και τα πάμπλουτα αραβικά κρατίδια του Περσικού Κόλπου, τα οποία σε ενδεχόμενο μεγάλων ανατροπών, και ιδίως στην Αίγυπτο, θα βρεθούν εκτεθειμένα σε ανέμους αλλαγής, αδιανόητους μέχρι πριν από ένα μήνα. Και στο επίκεντρο όλων αυτών και το Ισραήλ, που αντιμετωπίζει το ενδεχόμενο να μείνει πλήρως απομονωμένο.

Αίγυπτος, ο κρίσιμος παράγοντας

Η μεγάλη διακύβευση για την περιοχή είναι η Αίγυπτος, η πολυπληθέστερη αραβική χώρα (81 εκατομμύρια), ηγέτιδα του αραβικού κόσμου, στήριγμα ασφαλείας για το Ισραήλ και τα αντιδραστικά καθεστώτα του Κόλπου. Αυτός ο επί τριακονταετία «βράχος» της αμερικανικής πολιτικής κλονίζεται από πρωτοφανείς διαδηλώσεις, εδώ και μέρες. Είναι αμφίβολο αν μπορεί κανείς να αποδώσει γραπτά όσα μεταδίδονται με εικόνα και ήχο από το Κάιρο, το Σουέζ, την Ισμαηλία, την Αλεξάνδρεια, τη Σιουτ στο Νότο για την εξέγερση των Αιγυπτίων.

Όλοι οι ιθύνοντες ξορκίζουν το φαινόμενο του ντόμινο. Η Αίγυπτος δεν είναι Τυνησία, λένε. Το καθεστώς Μουμπάρακ έχει πίσω του το στρατό, δεν είναι τόσο ευάλωτο όσο αυτό του Μπεν Αλί στην Τυνησία, που έπεσε τόσο θεαματικά. Ο στρατός, η Δύση και οι ισχυροί και πλούσιοι ντόπιοι έχουν επενδύσει πολλά στον Μουμπάρακ και θα φροντίσουν είτε να τον διασώσουν είτε να επιβάλουν μια συντεταγμένη μετάβαση σε έναν άλλον ηγέτη, φιλικό στη Δύση και στις επιχειρήσεις. Σωστά. Η Αίγυπτος δεν είναι Τυνησία. Αλλά η Τυνησία τής έδειξε κάτι ανεπανάληπτο: τη δύναμη της ανατροπής. Και αυτός ο ψυχολογικο-πολιτικός παράγοντας είναι ο πιο απρόβλεπτος.

Η αλαζονεία της ισχύος των Δυτικών και των αυταρχικών καθεστώτων δεν τους επέτρεψαν να δουν ούτε ότι ξεπέρασαν το όριο ανοχής των λαών ούτε τις αλλαγές που γίνονταν στις κοινωνίες τους – νεανικοί πληθυσμοί, κατά πλειοψηφία άνεργοι, ζωή στα όρια της πείνας σε χώρες με άφθονους πόρους, προκλητικός πλούτος λίγων και διαφθορά, συσσωρευμένη οργή από την πολιτική καταπίεση- και, μ’ αυτόν τον τρόπο, ένωσαν τους φτωχούς των φτωχών με την άνεργη μορφωμένη νεολαία των μεσαίων τάξεων. Αυτοί πλημμύρισαν τους δρόμους της Αιγύπτου και ζητούν να φύγει ο Μουμπάρακ και όλο το καθεστωτικό προσωπικό.

«Δεν υπάρχει τίποτα για να διαπραγματευτεί το καθεστώς Μουμπάρακ, γιατί η προϋπόθεση της διαπραγμάτευσης είναι να φύγει ο Μουμπάρακ», λέει ο Βρετανός, Ρ. Φισκ, στον Independent (28/1), απαντώντας στους New York Times, που, απευθυνόμενοι στην αμερικανική ηγεσία, προτρέπουν: «Να πείσετε τον Μουμπάρακ να συνομιλήσει με την αντιπολίτευση. Η ειρηνική μετάβαση είναι το καλύτερο δυνατό» (27/1).

Θα προσθέταμε ότι η λαϊκή κινητοποίηση έχει βάλει στην άκρη, τουλάχιστον προς το παρόν, όλες τις δυνάμεις που θα παρείχαν μια εγγύηση συνέχισης της προηγούμενης τάξης πραγμάτων, έστω και ολίγον προς το δημοκρατικότερο.

Η Αίγυπτος συνταράσσεται από σποραδικές εξεγέρσεις κατά της αστυνομικής βίας, κυρίως εδώ και ένα χρόνο. Υπό την επίδραση της τυνησιακής εξέγερσης, η κινητοποίηση ξεκίνησε με πρωτοβουλία του Κινήματος Νεολαίας της 6ης Απριλίου, μιας ομάδας νέων, ως επί το πλείστον μορφωμένων, που είχε συσταθεί το 2008 ως ομάδα αλληλεγγύης στους απεργούς υφαντουργούς της βιομηχανικής πόλης Μαχάλα αλ-Κούμπα. Η 25η Ιανουαρίου, Ημέρα της Αστυνομίας, κηρύχθηκε «Ημέρα Οργής» και, κυρίως μέσω του Ίντερνετ, κλήθηκε ο κόσμος να κατέβει στους δρόμους με βασικά συνθήματα την αύξηση των κατώτατων μισθών, την άρση των νόμων έκτακτης ανάγκης, αιτήματα που εξελίχθηκαν, ύστερα από τη μεγάλη ανταπόκριση του κόσμου, σε έκκληση για διαρκή κινητοποίηση μέχρι να πέσει το καθεστώς Μουμπάρακ.

Η κυβέρνηση απάντησε με τη μόνη μέθοδο που γνωρίζει, την καταστολή: 7 νεκροί, εκατοντάδες τραυματίες, πάνω από 1.200 συλλήψεις (μέχρι τις 27/1). Η χρήση του Διαδικτύου για το συντονισμό και την κινητοποίηση ήταν κρίσιμη, γι’ αυτό και οι Αρχές μπλόκαραν αυτού του είδους την επικοινωνία.

Οι κύριες πολιτικές δυνάμεις της αντιπολίτευσης αντέδρασαν με επιφύλαξη και άρνηση συμμετοχής, αλλά μετέβαλαν τη στάση τους ύστερα από τη μαζική κάθοδο στους δρόμους. Η Μουσουλμανική Αδελφότητα, η οποία είχε καταλάβει το 20% των εδρών του Κοινοβουλίου στις προ-προηγούμενες εκλογές –στις εκλογές του Νοεμβρίου 2010 αποκλείστηκε σε μεγάλο βαθμό-, δεν υποστήριξε τις διαδηλώσεις αρχικά, αλλά άλλαξε θέση από την Πέμπτη. Η Εθνική Ένωση για την Αλλαγή, που είχε συγκροτήσει ο Μοχάμετ Ελ-Μπαραντέι, για να συντονίσει την αντιπολίτευση, τήρησε την ίδια στάση, και ο Μπαραντέι αρνήθηκε να συμμετάσχει στις πρώτες διαδηλώσεις. Άλλαξε όμως στάση και αυτός και επέστρεψε στην Αίγυπτο από την Ελβετία, όπου κατοικεί, για να λάβει μέρος στις διαδηλώσεις, αφού διαπίστωσε ότι τα πράγματα θα κριθούν στους δρόμους. Θέλει να εγγράψει υποθήκες. Άλλα μικρότερα κόμματα, όπως το WAFD (Κόμμα της Αντιπροσωπίας), ούτως ή άλλως είναι αναξιόπιστα, γιατί έχουν συνεργαστεί με τον Μουμπάρακ.

Το βασικό χαρακτηριστικό του αιγυπτιακού κινήματος είναι η από τα κάτω κινητοποίηση και η συμμετοχή των βιομηχανικών εργατών, των νέων αντρών και γυναικών, των επαγγελματιών, εμπόρων, επιστημόνων σε μια συμμαχία φτωχών, νέων ανέργων, εργατών και των μεσαίων στρωμάτων. Η ευρεία συμμετοχή των τελευταίων είναι που ανησυχεί πολύ τόσο την εγχώρια ιθύνουσα τάξη όσο και τα ιμπεριαλιστικά κέντρα, γιατί δημιουργεί δυσκολίες στη χειραγώγηση.

Απ’ ό,τι φαίνεται, καμιά προσωπικότητα του καθεστώτος δεν θα είναι αποδεκτή από τη λαϊκή πλειοψηφία. Το παράδειγμα της Τυνησίας, που τροφοδοτεί τις λαϊκές αντιδράσεις στην Αίγυπτο, δείχνει ότι, παρά τους ελιγμούς, τους ανασχηματισμούς και την εκδίωξη από τη μεταβατική κυβέρνηση σχεδόν όλων των στελεχών της κυβέρνησης του Μπεν Αλί, η λαϊκή αντίθεση δεν εκτονώνεται.

Η εναλλακτική λύση για την Αίγυπτο, την οποία εμμέσως υποδεικνύουν τα δυτικά ΜΜΕ, είναι μάλλον ο Μ. Ελ Μπαραντέι, που μπορεί να επιχειρήσει μια μετάβαση όπως την προσδιόρισε π.χ. ο Τ. Μπλερ, απηχώντας την αμερικανική γραμμή: «Το ζήτημα είναι πώς θα εξελιχθούν και θα εκσυγχρονιστούν [τα αραβικά καθεστώτα], αλλά με σταθερότητα. Ο κίνδυνος είναι ότι, αν ανοίξεις κενό, τα πάντα μπορούν να συμβούν». Ερωτώμενος αν θα πρέπει να μείνει στην εξουσία ο Μουμπάρακ, είπε ότι «οι αποφάσεις για το πώς μπορεί να γίνει αυτό είναι εξαιρετικά δύσκολες. Ο Μουμπάρακ είναι στην εξουσία 30 χρόνια. Προφανώς θα υπάρχει, ούτως ή άλλως, εξέλιξη και αλλαγή εκεί. Το ερώτημα είναι πώς θα γίνει με τον πιο σταθερό τρόπο» (Guardian 28/1).

Οι εξελίξεις θα δείξουν αν μπορούν να αποφύγουν τη μοιραία έκβαση στην Αίγυπτο αλλά και αν τα νέα λαϊκά κινήματα μπορούν να δώσουν προοδευτικές πολιτικές λύσεις στα αραβικά κράτη. Πάντως, το παιχνίδι δεν έχει ακόμη κριθεί, και οι ημέρες προσευχής και αργίας, που άρχισαν από χθες, ίσως κρίνουν πολλά, αφού αναμένεται να κατέβει στους δρόμους της Αιγύπτου ένα εκατομμύριο, στην Ιορδανία έχει κηρυχθεί ημέρα εθνικής κινητοποίησης και στην Υεμένη οι διαδηλώσεις συνεχίζονται, όπως και στην Τυνησία.

 

Πολιτική αφύπνιση

Πουθενά δεν είναι τόσο ορατό όσο στον αραβικό κόσμο αυτό για το οποίο προειδοποιεί, εδώ και χρόνια, ο Ζ. Μπρεζίνσκι το ιμπεριαλιστικό κατεστημένο: «Ζούμε σε εποχή παγκόσμιας πολιτικής αφύπνισης των μαζών… Η νεολαία του Τρίτου Κόσμου είναι εξαιρετικά ανήσυχη και δυσαρεστημένη… πολιτική ωρολογιακή βόμβα». Τα 80-130 εκατομμύρια φοιτητών, που προέρχονται από τους κόλπους μιας κοινωνικά ανασφαλούς κατώτερης μεσαίας τάξης, είναι «επαναστάτες εν αναμονή».

Η αναμονή τελείωσε. Φρόντισε γι’ αυτό η παγκόσμια οικονομική κρίση, η πείνα που προκαλούν τα χρηματιστηριακά παιχνίδια με τις τιμές των τροφίμων σε κοινωνίες όπου η πλειοψηφία του πληθυσμού ξοδεύει τα 2/3 ή και όλο το εισόδημα για ένα πιάτο φαΐ την ημέρα. Τελείωσαν τα ψέματα ότι με κάποια δισεκατομμύρια που μπορούν να δώσουν οι πλούσιοι πετρελαιάδες του Κόλπου θα λυθεί το πρόβλημα της ανεργίας των εκατομμυρίων νέων στον αραβικό κόσμο. Για να αντιμετωπιστεί, έστω και οριακά, αυτή η ανεργία και η ένδεια, πρέπει να σαρωθούν τα προγράμματα διαρθρωτικής προσαρμογής του ΔΝΤ, οι ιδιωτικοποιήσεις, οι επισφαλείς εργασιακές σχέσεις, τα αυταρχικά καθεστώτα που τα εφαρμόζουν.

Η αντανακλαστική αντίδραση των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων διαχρονικά ήταν να εξοπλίζουν και να στηρίζουν τα καταπιεστικά καθεστώτα και να οργανώνουν τη διάλυση της αντίστασης, είτε με μυστικές επιχειρήσεις είτε με πολέμους, όπως γίνεται στην Υεμένη.

Ως εναλλακτική λύση εφαρμόζεται η στρατηγική του «εκδημοκρατισμού», όπου δυτικές ΜΚΟ και υπηρεσίες βοήθειας διαπλέκονται με τοπικές οργανώσεις, με στόχο τη δημιουργία μιας βιτρίνας κοινοβουλευτικής δημοκρατίας δυτικού τύπου και την εκτόνωση της δυσαρέσκειας. Το σχέδιο συνίσταται κυρίως στη δημιουργία εξωτερικά ορατών δομών ενός δημοκρατικού κράτους (πολυκομματικές εκλογές, «ανεξάρτητα» ΜΜΕ κ.λπ.), ώστε να συνεχιστεί «διά συναίνεσης» η υποταγή στην Παγκόσμια Τράπεζα, στο ΔΝΤ, στις πολυεθνικές και, βεβαίως, στις πολεμικές δομές της «αντιτρομοκρατίας».

Το μεγάλο πρόβλημα της Δύσης, σήμερα, είναι ότι δεν μπορεί να αναπτύξει σχέσεις με τις λαϊκές κοινωνικές δυνάμεις που έχουν αναδυθεί, γιατί τα προβλήματα για τα οποία εξεγείρονται είναι ακριβώς αυτά που γεννά η συνέχιση της ένταξης των χωρών αυτών στην ιμπεριαλιστική τάξη πραγμάτων. Έτσι, τα καθεστώτα που εξασφαλίζουν αυτή την τάξη, προκειμένου να επιβιώσουν, αντιστέκονται έστω και στον επιφανειακό εκδημοκρατισμό.

Με τα πρόσφατα γεγονότα στην Τυνησία, την Αίγυπτο και σχεδόν σε όλο τον αραβικό κόσμο, γίνεται ορατή η σύγχυση που επικρατεί στα δυτικά επιτελεία. Οι νεοσυντηρητικοί συνεχίζουν απτόητοι στην ίδια γραμμή: χρησιμοποιούν το φόβητρο των ισλαμιστών και παρακινούν εμμέσως σε βίαιη καταστολή. «Το γρήγορο, φαινομενικά εύκολο και σχετικά αναίμακτο πραξικόπημα [της Τυνησίας] θα μπορούσε να εμπνεύσει παγκόσμια τους ισλαμιστές να παραμερίσουν τους τυράννους τους» (D. Pipes, Washington Post, 18/1).

Αλλά και οι πιο «φιλελεύθεροι» λένε περίπου τα ίδια: «Βάσει των αμερικανικών συμφερόντων και της περιφερειακής ειρήνης, η προώθηση της δημοκρατίας ενέχει πολλούς κινδύνους. Δεν ήταν οι δημοκράτες, αλλά οι αυταρχικοί Άραβες, όπως ο Σαντάτ και ο Χουσεΐν της Ιορδανίας, που έκαναν ειρήνη με το Ισραήλ. Η δημοκρατία έφερε τους εξτρεμιστές της Χαμάς στη Γάζα. Θέλουμε πραγματικά να υπονομεύσουν οι διαδηλώσεις του δρόμου φωτισμένους ηγέτες, όπως ο βασιλιάς της Ιορδανίας; Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί στο τι επιθυμούμε για τη Μ. Ανατολή» (Ρ. Κάπλαν, N.Y.T., 23/1).

Άλλοι είναι πιο ρηξικέλευθοι, πιο συνετοί ή και πιο κοντά στα πράγματα και συνιστούν ταχείες μεταβάσεις σε δημοκρατικοφανή καθεστώτα και κάποιες πολιτικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις, που θα εκτονώσουν την πίεση τουλάχιστον στα πιο φτωχά στρώματα του πληθυσμού. Δεν είναι τυχαίο που κυρίως αγγλοσαξονικά ΜΜΕ διοχετεύουν πληροφορίες ότι γίνονται «έντονες συζητήσεις στους κόλπους της κυβέρνησης Μουμπάρακ για αυξήσεις στους κατώτατους μισθούς και κατάργηση των νόμων έκτακτης ανάγκης με αντικατάστασή τους από αντιτρομοκρατικούς» (Wall Street Journal, 27/1).

Επειδή η ισλαμική παράμετρος είναι κρίσιμη για το πώς θα χειριστούν τόσο τα καθεστώτα όσο και η Δύση τα πράγματα, αξίζει να σημειωθεί ότι ούτε στην Τυνησία ούτε στην Αίγυπτο, τις δύο χώρες που βρίσκονται στην αιχμή των εξελίξεων, συμμετείχαν οι ισλαμικές οργανώσεις στις εξεγέρσεις. Μόνο στην Ιορδανία παίζουν ρόλο στις λαϊκές κινητοποιήσεις. Ο μεν Τυνήσιος ισλαμιστής ηγέτης βρίσκεται ακόμη στην Αγγλία και δήλωσε ότι θα ακολουθήσει το μοντέλο Ερντογάν του μετριοπαθούς Ισλάμ, η δε Μουσουλμανική Αδελφότητα της Αιγύπτου, παρότι κατηγορήθηκε ως υποκινητής, κατά τα γνωστά, από τον Αιγύπτιο υπουργό Εσωτερικών, είναι συντηρητική δύναμη, εχθρική προς τις μαζικές κινητοποιήσεις. Το Διεθνές Συμβούλιο της Μουσουλμανικής Αδελφότητας θεωρείται δύναμη του αραβικού κατεστημένου και υπάκουο στις επιθυμίες κυρίως των εμιράτων του Περσικού Κόλπου, από τα οποία προέρχεται το 25% των μελών του και οι μεγάλες χρηματοδοτήσεις του (Asia Times, S. S. Shahzad, 28/1). Συνεπώς, ελάχιστη σχέση έχει με το νέο ριζοσπαστισμό που παρατηρείται στις αραβικές χώρες.

 

Συγκρότηση πολιτικών μετώπων στην Τυνησία και την Αλγερία

Την Πέμπτη 27/1, χιλιάδες διαδηλωτές, που έρχονταν κυρίως από το φτωχό Νότο της Τυνησίας με το «Καραβάνι της Ελευθερίας», συγκεντρώθηκαν έξω από το γραφείο του πρωθυπουργού, Μ. Γκανούσι, ζητώντας την παραίτησή του και όλης της μεταβατικής κυβέρνησης. Ο Γκανούσι προχώρησε σε ανασχηματισμό, προκειμένου να κατευνάσει τη λαϊκή οργή αλλά και σε μια προσπάθεια να πείσει τη Γενική Ένωση Τυνήσιων Εργατών (ΓΕΤΕ) να ξαναμπεί στο κυβερνητικό πολιτικό παιχνίδι, δεχόμενος τους όρους της, να φύγουν όλοι οι υπουργοί της κυβέρνησης Μπεν Αλί, εκτός από δύο.

Ωστόσο, η πρωτοβουλία δεν βρίσκεται πλέον αποκλειστικά στα χέρια του, μετά την ίδρυση του Μετώπου 14 Γενάρη. Η 14η Γενάρη ήταν η ημέρα που ο Μπεν Αλί δραπέτευσε από την Τυνησία, ύστερα από μαχητικές διαδηλώσεις δεκάδων χιλιάδων στην Τύνιδα και σε επαρχιακές πόλεις. Στο Μέτωπο συμμετέχουν: Ένωση της Αριστεράς των Εργαζομένων, Κίνημα Νασεριστών Συνδικαλιστών, Κίνημα Δημοκρατικών Εθνικιστών, Μπααθικό Ρεύμα, Δημοκρατικοί Εθνικιστές (Al-Watad), Ανεξάρτητη Αριστερά, Κ.Κ. Εργατών Τυνησίας, Πατριωτικό και Δημοκρατικό Εργατικό Κόμμα.

Παρόμοια, μικρότερου εύρους, κίνηση έγινε και στην Αλγερία, όπου συγκροτήθηκε το Εθνικό Κίνημα για τη Δημοκρατία, στο οποίο συμμετέχουν η Συσπείρωση για τον Πολιτισμό και τη Δημοκρατία, η Αλγερινή Ένωση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το Μέτωπο Σοσιαλιστικών Δυνάμεων και τέσσερις συνδικαλιστικές οργανώσεις.

 

Ιδρυτική Διακήρυξη του Μετώπου 14 Γενάρη

Δηλώνοντας τη συμμετοχή μας στην επανάσταση του λαού μας, ο οποίος αγωνίζεται για το δικαίωμά του στην ελευθερία και την αξιοπρέπεια της πατρίδας και ο οποίος έκανε θυσίες που ενσαρκώνονται στις δεκάδες νεκρών και τους χιλιάδες τραυματίες και κρατουμένους και, προκειμένου να ολοκληρωθεί η νίκη επί των εσωτερικών και εξωτερικών εχθρών, που καταβάλλουν κοινές προσπάθειες για την κλοπή των θυσιών του, ιδρύσαμε το «Μέτωπο 14 Γενάρη» ως πολιτικό πλαίσιο που θα εργαστεί για την πρόοδο της επανάστασης του λαού μας, για την εκπλήρωση των στόχων του και για την απόκρουση των αντεπαναστατικών δυνάμεων, πλαίσιο που περιλαμβάνει κόμματα, πατριωτικές, δημοκρατικές και προοδευτικές οργανώσεις και δυνάμεις

Τα άμεσα καθήκοντα του Μετώπου είναι:

1) Η ανατροπή της σημερινής κυβέρνησης Γκανούσι ή οποιασδήποτε κυβέρνησης περιλαμβάνει σύμβολα του παλιού καθεστώτος, το οποίο εφάρμοσε μια πολιτική αντεθνική και αντιλαϊκή και υπηρέτησε τα συμφέροντα του καθαιρεμένου προέδρου.

2) Η διάλυση του (σ.τ.μ. πρώην κυβερνητικού) κόμματος Συνταγματικού Δημοκρατικού Συνδέσμου και η επίταξη της έδρας του, των περιουσιακών του στοιχείων και του ταμείου του, τα οποία είναι χρήματα του λαού, και η απόλυση των αποσπασμένων σε αυτό.

3) Ο σχηματισμός μιας προσωρινής κυβέρνησης που να χαίρει της εμπιστοσύνης του λαού, αποτελούμενης από δυνάμεις του προοδευτικές, αγωνιστικές, πολιτικές, συλλογικές, συνδικαλιστικές και νεολαιίστικες.

4) Η διάλυση του Κοινοβουλίου και της Συμβουλευτικής, όλων των οργανώσεων-αχυρανθρώπων και του ανώτατου δικαστικού συμβουλίου, το τσάκισμα συνολικά του πολιτικού εποικοδομήματος του προηγούμενου καθεστώτος και η προετοιμασία εκλογών για μια Συντακτική Συνέλευση διάρκειας, που δεν θα υπερβαίνει το ένα έτος, η οποία θα συντάξει ένα νέο δημοκρατικό Σύνταγμα και θα θεσπίσει ένα νέο δικαστικό σύστημα, που θα πλαισιώνει το δημόσιο βίο και θα εξασφαλίζει τα πολιτικά, οικονομικά και πολιτιστικά δικαιώματα στο λαό.

5) Η διάλυση του μηχανισμού πολιτικής αστυνομίας και η υιοθέτηση νέας πολιτικής ασφαλείας, που θα βασίζεται στο σεβασμό των δικαιωμάτων του ανθρώπου ως τον υπέρτατο νόμο.

6) Η προστασία των χρηματικών πόρων που ανήκουν στο λαό και η έρευνα για τα εγκλήματα εναντίον των δικαιωμάτων του, όπως η καταστολή, η φυλάκιση, τα βασανιστήρια και οι δολοφονίες, οι αποφάσεις, οι διαταγές και οι εκτελέσεις, όπως και καθενός που δωροδοκήθηκε και ασχημόνησε επί του δημοσίου χρήματος.

7) Η κατάσχεση των περιουσιακών στοιχείων των ανώτατων αξιωματούχων της προηγούμενης κυβέρνησης, των συγγενών τους και των συνδεόμενων με αυτούς προσώπων και όλων των υπεύθυνων για τα εγκλήματα σε βάρος του λαού.

8) Η παροχή εργασίας στους ανέργους και η άμεση υιοθέτηση μέτρων για την ανακούφισή τους, με παροχή επιδομάτων, κοινωνική πρόνοια και περίθαλψη και βελτίωση της αγοραστικής τους δύναμης.

9) Η δημιουργία μιας εθνικής οικονομίας, η οποία θα υπηρετεί το λαό και θα θέτει τους ζωτικούς και στρατηγικούς τομείς υπό την επίβλεψη του κράτους, η εθνικοποίηση των ιδιωτικοποιημένων οργανισμών και ο σχεδιασμός μιας οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής, που θα έρχεται σε ρήξη με την καπιταλιστική και τη φιλελεύθερη αντίληψη.

10) Η παροχή κοινωνικών και ατομικών ελευθεριών, πρώτ’ απ’ όλα της ελευθερίας του συνέρχεσθαι, του συνεταιρίζεσθαι, της έκφρασης και της ελευθεροτυπίας, της ενημέρωσης και της συνείδησης, η απελευθέρωση των κρατουμένων και η κήρυξη γενικής αμνηστίας.

11) Το Μέτωπο χαιρετίζει την υποστήριξη των λαϊκών μαζών και των προοδευτικών δυνάμεων από τις αραβικές χώρες και από όλο τον κόσμο στην επανάσταση στην Τυνησία και τις καλεί να συνεχίσουν την υποστήριξή τους με κάθε δυνατό μέσο.

12) Η φυσική αντίσταση στη σιωνιστική οντότητα και στα εγκλήματά της και η στήριξη των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων στις αραβικές χώρες και στον κόσμο.

13) Το Μέτωπο καλεί το σύνολο των λαϊκών μαζών και των πατριωτικών και δημοκρατικών δυνάμεων στη συνέχιση της κινητοποίησης και του αγώνα με κάθε νόμιμο τρόπο και ιδιαίτερα με τις διαδηλώσεις στους δρόμους, μέχρι την πραγματοποίηση των διακηρυγμένων στόχων του.

14)Το Μέτωπο χαιρετίζει κάθε επιτροπή και σύνδεσμο και κάθε μορφή αυτοδιαχείρισης των μαζών και τις καλεί να διευρύνουν τον κύκλο απεύθυνσής τους σε καθένα που ενδιαφέρεται για το κοινό καλό και τις διάφορες πτυχές της καθημερινής ζωής.

Ζήτω οι μάρτυρες της εξέγερσής μας και η νίκη των επαναστατημένων μαζών του λαού μας!

Τύνιδα, 20 Γενάρη 2011

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!