Η ίδια η ζωή στη χώρα μας επαναφέρει στην επικαιρότητα ζητήματα και θέματα που έχουν ξανασυζητηθεί. Εννοώ το ζήτημα του πολιτικού αγώνα απέναντι σε ένα σύστημα που αλλάζει ή παίρνει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά (π.χ. όπως έγινε με την είσοδο το 2010 στα μνημονιακά καθεστώτα), και αυτό συνοδεύεται από μια μεγάλη και έντονη εισβολή του λαϊκού στοιχείου στην κεντρική πολιτική σκηνή.
Το στοιχείο του πολιτικού αγώνα, δηλαδή η επικέντρωση σε ένα κεντρικό – υψηλής σημασίας θέμα ή πρόβλημα, προκύπτει όταν οι βασικές συστημικές δυνάμεις (κυβέρνηση, πολιτικό σύστημα, δικαιοσύνη, ΜΜΕ, δημόσια διοίκηση) προσπαθούν με κάθε τρόπο είτε να περάσουν μια νέα καθεστωτική πραγματικότητα (μνημόνια) είτε να συγκαλύψουν ένα τεράστιο συστημικό έγκλημα όπως με την περίπτωση των Τεμπών, και ο «ένοχος» φαίνεται καθαρά στα μάτια του κόσμου. Τότε ο «κόσμος» αλλάζει συμπεριφορά, κινητοποιείται, θέτει με δικό του ατόφιο τρόπο, ακηδεμόνευτο, βασικά αιτήματα – τα οποία ξεπερνούν κατά πολύ το άθλιο και σάπιο πολιτικό σύστημα που υπηρετεί είτε τα μνημόνια χθες, είτε την παρακρατική εγκληματική συγκάλυψη σήμερα.
Το στοιχείο του πολιτικού αγώνα συνολικοποιεί τη διάχυτη αγανάκτηση, τη δένει με στόχους και αιτήματα που πηγαίνουν στην καρδιά του νοσηρού συστήματος, και θέτει προϋποθέσεις για μεγάλες αλλαγές που χρειάζεται ο τόπος και η κοινωνία. Ο πολιτικός αγώνας ενώνει, κινητοποιεί, δίνει ορμή, στοχεύει αμέσως και με σαφήνεια την πηγή και την αιτία της κακοδαιμονίας· πολλαπλασιάζει δυνάμεις, θέτει στόχους, στριμώχνει τους βασικούς αντιπάλους· θέτει σε κίνηση τεράστιες μάζες ανθρώπων που πλέον αποκτούν ταυτότητα, λόγο, στόχο.
Μήπως όμως αυτά είναι μια σκέτη γενικολογία; Για να δούμε.
Τα Τέμπη ως κεντρικό πολιτικό ζήτημα
Η υπόθεση των Τεμπών δεν είναι μια κακιά ώρα όπου η μοίρα επεφύλαξε τραγικό θάνατο σε τουλάχιστον 57 συνανθρώπους μας. Τα Τέμπη σηματοδοτούν ένα άθλιο σύστημα διακυβέρνησης και διοίκησης της χώρας – ό,τι έχει απομείνει σαν διοίκηση και υπηρεσίες μέσα στη μνημονιακή λαίλαπα και όσα αυτή επέφερε. Σηματοδοτούν τη μετατροπή της κεντρικής διοίκησης και διακυβέρνησης και της Δικαιοσύνης σε ένα σύμπλοκο που θυμίζει (και είναι) μια «παράγκα». Ναι, έχουμε κράτος-παράγκα και ολόκληρη η θεσμική, επιστημονική, διοικητική, δικαστική μηχανή έχει στραφεί σε μια πρωτόγνωρη ενότητα ώστε να κάνει το άσπρο μαύρο· ώστε να μπαζωθούν η Αλήθεια και να μην τιμωρηθούν οι διαχρονικά ένοχοι και οι ένοχοι της «βάρδιας».
Είναι τόσο μεγάλο το σκάνδαλο και η σκευωρία που στήνεται, είναι τόση η κινητοποίηση όλων των θεσμών και προσώπων του συστήματος, που προσδίδουν στην υπόθεση αυτή στοιχεία γιγαντιαίου κρατικού σκανδάλου, φέρνοντας στην επιφάνεια ένα τεράστιο απόστημα διαφθοράς και σαπίλας για να θαφτεί η Αλήθεια – τέτοιο που δίκαια ξεσήκωσε ένα τεράστιο κύμα διαμαρτυρίας και κινητοποίησης. Τα Τέμπη είναι ένα σύμβολο πλέον, που σημαίνει πολλά πράγματα. Οι λέξεις «μπάζωμα», «τρένο», «οξυγόνο» αποκτούν άλλη σημασία, και υποδηλώνουν μια συνείδηση που έχει δημιουργηθεί και έχει ενταθεί με το γεγονός αυτό και όσα ακολούθησαν για 2 χρόνια.
Δεν ξεχάστηκε το έγκλημα των Τεμπών. Ενάντια σε όλους τους συμβούλους επικοινωνίας και σε όλες τις συμπαιγνίες του πολιτικού προσωπικού των κομμάτων και του κράτους, μια μικρή ομάδα συγγενών των θυμάτων με την παραδειγματική της στάση ξεσήκωσε ένα μεγάλο κύμα συγκίνησης, οργής και θυμού απέναντι στο πολιτικό σύστημα εν γένει, και ζητά με επιμονή τιμωρία – δικαιοσύνη – οξυγόνο. Αυτή η κινητοποίηση πέρασε από διάφορα στάδια. Είχε σταθμούς, είχε κοπιαστική εργασία εθελοντών πραγματογνωμόνων και επιστημόνων, ανεξάρτητων δημοσιογράφων και εκπομπών, είχε μάζεμα υπογραφών, δημόσιες συγκεντρώσεις, συναυλίες. Κεντρικός όμως σταθμός υπήρξαν και είναι μέχρι σήμερα τα δύο τεράστια συλλαλητήρια που έγιναν μέσα σε έναν μήνα (26/1 και 28/2) στα οποία κάλεσε ο σύλλογος «Τέμπη 2023». Αυτά υπήρξαν καταλυτικοί παράγοντες που σημαδεύουν την είσοδο του κινήματος αυτού στο προσκήνιο.
Με αυτές τις δύο συγκεντρώσεις (σε όλα τα πλάτη και μήκη της χώρας και του εξωτερικού) γεννήθηκε ένα ορμητικό κίνημα (ας το πούμε συμβατικά κίνημα των Τεμπών), έγινε η εισβολή του λαού στο προσκήνιο στην κεντρική πολιτική σκηνή. Τίποτα δεν είναι ίδιο με πριν από τις ημερομηνίες αυτές. Αυτή η εισβολή έγινε με στόχο να ξεμπλοκαριστεί η κοινωνία και η πολιτεία από την φυλάκισή της σε ένα σάπιο και παράλογο πολιτικό πλαίσιο που δεν ενδιαφέρεται για Δικαιοσύνη, που δεν νοιάζεται για τη Ζωή και την Αλήθεια, δεν δίνει δεκάρα για την πορεία της χώρας συνολικά· το μόνο που νοιάζει αυτό το σύστημα είναι η διαιώνιση της κυριαρχίας του με κάθε μέσο και με κάθε τρόπο. Κάτω από την πίεση της εισβολής του λαού στο προσκήνιο αλλάζει θέσεις, ανατρέπει προηγούμενες δηλώσεις, οδηγείται σε σπασμωδικές κινήσεις, ποντάρει στην κούραση, διαδίδει το ψέμα, προσπαθεί να εξαγοράσει πολίτες, κινητοποιεί όλους τους μηχανισμούς του κράτους, γίνεται απειλητικό και επικίνδυνο.
Το ζήτημα των Τεμπών, με την εισβολή του λαού, γίνεται κεντρικό πολιτικό ζήτημα. Γίνεται το ζήτημα των ζητημάτων. Όχι πως δεν υπάρχουν κι άλλα σοβαρά ζητήματα. Αυτό όμως αποκτά μια τεράστια επικαιρότητα, από αυτό κρίνεται η πορεία του τόπου, της κυβέρνησης, του συσχετισμού ανάμεσα στις διάφορες δυνάμεις. Και ξεχωρίζει μια διαχωριστική γραμμή: από τη μια το κίνημα των Τεμπών και από την άλλη ένα ολόκληρο σάπιο και διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα, ένα επίσημο παρακράτος. Το κίνημα των Τεμπών είναι η μόνη και πραγματική αντιπολίτευση προς όλο αυτό το σύστημα. Δεν υπάρχει άλλη αντιπολίτευση.
Τα πολιτικά αποτελέσματα
Το κίνημα των Τεμπών παράγει και πολιτικά αποτελέσματα. Όπως το αντιμνημονιακό κίνημα οδήγησε σε κατάρρευση του δικομματισμού Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ, έτσι τώρα το νέο κίνημα καταβυθίζει τα ποσοστά της Ν.Δ. ως ένα οριακό σημείο (περί το 20-22% ) και καθηλώνει όλα τα άλλα συστημικά κόμματα (πτώση ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ). Ακόμα φαίνεται ότι υπάρχει μια κάμψη του ΚΚΕ, ενώ η εκτίναξη της Ζωής Κωνσταντοπούλου έρχεται σαν αποτέλεσμα της στάσης της στο θέμα αυτό. Η άνοδος της Ελληνικής Λύσης είναι μικρότερη σε αναλογία, αλλά και αυτή σχετίζεται με όσα γίνονται. Το «ακροκεντρώο» μπλοκ δυνάμεων καταλαβαίνει ότι το κίνημα των Τεμπών είναι μια σημαντική απειλή, και γι’ αυτό βάλθηκε να το καταπολεμήσει ανοικτά ή να το «κατεργαστεί» μέσα από το «πλυντήριο» της κοινοβουλευτικής διαδικασίας.
Η κυβέρνηση έχει έναν μόνιμο πονοκέφαλο: Πώς να αντιμετωπίσει το κίνημα αυτό; Όλες οι κινήσεις της στρέφονται προς την καταπολέμησή του με όλους τους δυνατούς τρόπους. Στήνει ένα κράτος-παράγκα και εφορμά με όλες τις δυνάμεις που έχει. Αλλού επιβάλλει σιωπή, αλλού τάζει λεφτά, αλλού κάνει διαρκή πραξικοπήματα, αλλού πνίγει στα χημικά και επιστρατεύει μηχανισμούς καταστολής και τρομοκράτησης. Αυτή η δραστηριότητα καλύπτει μεγάλο (ίσως και κύριο) μέρος της επικοινωνιακής και παρασκηνιακής δράσης της. Δεν θα υπάρχει ούτε ένας «πρωινός καφές» όπου να μην αντιμετωπίζεται το ζήτημα των Τεμπών ή να μην διαβάζονται όλες οι δημοσκοπήσεις ή να μην σχεδιάζονται και αναπροσαρμόζονται οι ταχτικές καθημερινά. Σωστός πονοκέφαλος και στρίμωγμα. Με φόβο πάντα μην πάνε φυλακή βασικοί πρωταγωνιστές…
Τα υπόλοιπα συστημικά κόμματα, το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ, βλέπουν την «αντιπολίτευσή» τους να έχει τεράστια αφλογιστία. Κανένας δεν πείθεται για όσα λένε. Τρέχουν να προλάβουν τα γεγονότα, ψελλίζουν κάτι για τα Τέμπη, αλλά δεν είναι πειστικοί. Επειδή είναι φορτωμένοι κι αυτοί με ευθύνες. Είναι και αναξιόπιστοι. Για δύο χρόνια ασχολούνταν με τα εσωτερικά τους κι όχι με την υπόθεση των Τεμπών.
Το ΚΚΕ, παρά τη ρητορική του ενάντια στο «καπιταλιστικό σύστημα και το κέρδος, την κερδοφορία του κεφαλαίου» κ.λπ. αδυνατεί να εισπράξει ή να εκφράσει την κοινωνική δυναμική. Δεν του αρέσει το ακηδεμόνευτο στοιχείο του κινήματος, δεν μπορεί να το ελέγξει· θέλει μάλιστα ανά πάσα στιγμή να το «διορθώσει». Στήνει επιφανειακούς καυγάδες με την Πλεύση Ελευθερίας και νοιάζεται μόνο για το πώς κυμαίνονται τα ποσοστά του. Στριμωγμένο και θυμωμένο, βγάζει μια γραμμή του στυλ δεν έχει καμία σημασία αν είναι ιδιωτικό ή δημόσιο ένα μέσο αφού είναι καπιταλιστικό. Το ζήτημα έχει σημασία μόνο στον σοσιαλισμό… Παράλληλα, με όλα αυτά, δεν θέτει το θέμα των Τεμπών ως κεντρικό ζήτημα. Συχνά-πυκνά από χείλη των εκπροσώπων του ακούγεται ότι υπάρχουν «καθημερινά πολλά Τέμπη στους χώρους δουλειάς» κ.λπ. Μοιάζει σαν να μην χαίρεται με την εισβολή του κόσμου στην κεντρική σκηνή. Βάζει στις προκηρύξεις τη λέξη «οξυγόνο», αλλά του δίνει μια άλλη κατεύθυνση, μιας τάχα «αντικαπιταλιστικής» πάλης, χωρίς αιχμές προς το υπάρχον πολιτικό σύστημα.
Όλα τα κόμματα –κι όταν λέω όλα το εννοώ– έχουν το βλέμμα τους στις δημοσκοπήσεις, στα ποσοστά και τις αυξομειώσεις που αυτές αναφέρουν, και η ματιά τους είναι στραμμένη προς τις επόμενες εκλογές. Δεν τίθεται για κανένα από αυτά ζήτημα ανάπτυξης και κλιμάκωσης του κινήματος των Τεμπών. Κανένα από αυτά δεν το βλέπει ως ένα δυναμικό στοιχείο της κοινωνίας, που έχει τους ρυθμούς του και τις ανάγκες του. Ορισμένοι το βλέπουν σαν μια μελλοντική δεξαμενή άντλησης ψήφων, και η κυρία Κωνσταντοπούλου άρχισε να συζητά με τον εαυτό της(!) την περίπτωση να γίνει πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός της χώρας. Τόσο σοβαρά…
Τέλος, υπάρχουν και δυνάμεις που αντί να αντιληφθούν την κεντρικότητα του πολιτικού αγώνα απέναντι στο σύστημα, μιλούν για ασφαλή σιδηρόδρομο… Όπως όταν κτίζονταν το μνημονιακό καθεστώς μιλούσαν για διεκδικητικό αγώνα και σκέτη υποτίμηση της εργασίας…
Το κίνημα των Τεμπών και ο αναγκαίος πολιτικός αγώνας
Αυτά είναι τα σκληρά δεδομένα της πολιτικής συγκυρίας. Η οποία έχει την ιδιομορφία να έχει φέρει στην επιφάνεια ένα κοινωνικό κίνημα που, με τη σειρά του, οδηγεί σε κινήσεις και αντιδράσεις ολόκληρο το πολιτικό σύστημα και το Κράτος-«παράγκα».
Το κεντρικό ερώτημα που υπάρχει είναι τι θέτει αυτό το ακηδεμόνευτο κοινωνικό κίνημα, πώς το θέτει, τι υποστηρίζει και υπό ποιες προϋποθέσεις μπορούν να πραγματοποιηθούν όσα εξαγγέλλει και θέλει. Τιμωρία ενόχων – Δικαιοσύνη – Οξυγόνο. Και τα τρία προϋποθέτουν μια μεγάλη πολιτική αλλαγή για να πραγματοποιηθούν. Ισοδυναμούν με μια «νέα μεταπολίτευση», και ένα τέτοιο αίτημα είναι ώριμο να υποστηριχθεί από τον κόσμο που κινητοποιείται σε όλη τη χώρα. Όμως αυτό δεν μπορεί να γίνει αυτόματα, χωρίς ζύμωση, χωρίς επικοινωνία, χωρίς δημιουργία προϋποθέσεων σε όλα τα επίπεδα. Ας το δείξουμε με άλλα λόγια. Ποιοι είναι οι στόχοι;
- Τιμωρία – κάθαρση – εκδημοκρατισμός
- Να φύγουν όλοι – πρόσωπα και καταστάσεις
- Όχι στο καθεστώς της σκευωρίας
- Δεν είναι απλή συγκάλυψη, είναι παρακράτος
- Η Δικαιοσύνη είναι σήμερα ό,τι ο στρατός παλιά
Ήδη με αυτά που αναφέραμε δεν περιοριζόμαστε απλά στα κόμματα και στην κυβέρνηση. Είπαμε, άλλοι παλεύουν τη σκευωρία και το καθεστώς, και άλλοι ομιλούν για «σιδηρόδρομο» (άλλη μια εκδοχή οικονομισμού και παραίτησης από την κεντρική πολιτική πάλη).
- Προεδρία – εκτελεστική εξουσία – νομοθετική – δικαιοσύνη – κρατική διοίκηση είναι ο σκληρός πυρήνας του επίσημου παρακράτους.
- Να προχωρήσουν οι αγώνες (των Τεμπών), να πυροδοτηθεί το κίνημα (των Τεμπών) και να κλιμακωθεί, για δικαιοσύνη – εκδημοκρατισμό – ανατροπή.
- Το ενιαίο κόμμα του εγκλήματος και της συγκάλυψης (Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ) έχει τη δική του ατζέντα και τους δικούς του κανόνες «επιβίωσης».
- Μέσα από τον αγώνα των Τεμπών να αναδυθεί μια νέα πολιτικοποίηση, ένας νέος προσανατολισμός.
Ποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι αυτά είναι «ανώριμα» και ότι δεν μπορεί να τα αποδεχθεί η μέση συνείδηση όσων κινητοποιήθηκαν στις 26/1 και στις 28/2; Ποιος μπορεί να αρνηθεί ότι, αντιθέτως, είναι υπερώριμα; Ότι και μόνο αν τα εκφωνούσε ένα πραγματικό κίνημα θα επικέντρωνε περισσότερο στον πολιτικό χαρακτήρα και θα συνέβαλε σε έναν βαθύτερο εκδημοκρατισμό και σε μια κίνηση μαζών-κινήματος ικανή να αλλάξει δεδομένα;
Αυτά τα αιτήματα δεν ικανοποιούνται με την απλή αναμονή νέων εκλογικών διαδικασιών. Ούτε με το τι γίνεται μέσα στη σημερινή Βουλή. Αυτά τα αιτήματα είναι δυναμογόνοι παράγοντες κινητοποίησης και πολιτικοποίησης μιας υπαρκτής κοινωνικής διαθεσιμότητας, που έδωσε το παρών της και περιμένει μια λογική συνέχεια.
Επειδή πρέπει να μιλήσουμε για την ουσία και την φύση του πολιτικού αγώνα, αν οι διατυπώσεις που προανέφερα δεν κρίνονται κατάλληλες –και πιθανά να υπάρχουν καλύτερες διατυπώσεις– ας προταθούν άλλες καλύτερες, που όμως να μην ξεφεύγουν από δύο προδιαγραφές:
- Ότι το ζήτημα των Τεμπών έχει αποκτήσει, και δικαίως, την κεντρική θέση στην πολιτική σκηνή, οπότε μην πετάμε την μπάλα στην εξέδρα (καπιταλισμός, κέρδη, σιδηρόδρομος και άλλα γενικά)
- Και ότι σαν τέτοιο, δηλαδή κεντρικό ζήτημα της χώρας, απαιτεί μια κεντρική πολιτική κατεύθυνση και στόχευση που δεν μπορεί να υλοποιηθεί χωρίς τον άμεσο πολιτικό αγώνα· και δώσαμε μια περιγραφή αιτημάτων και στοχεύσεων που δεν απογειώνονται από το παρόν στάδιο ανάπτυξης του κινήματος, αλλά επίσης εκτιμούμε πως αν υιοθετούνταν θα συντελούσαν αμέσως σε μια πολύ μεγαλύτερη ορμή και πολιτικοποίηση του κινήματος, που είναι αναγκαίο στοιχείο.
Ο σκέτος δικαστικός δρόμος (αν και η τεκμηρίωση και απάντηση όλων των επιθέσεων και παραπλανήσεων που επιδιώκει το κράτος-«παράγκα» έχει τη σημασία της) δεν είναι ο ενδεδειγμένος δρόμος για να επιφέρει κάθαρση, τιμωρία όλων των ενόχων και γενικό εκδημοκρατισμό. Αν μιλάμε σοβαρά για «οξυγόνο» στη χώρα, πώς θα έρθει αυτό; Μέσα από ποια διαδικασία; Χωρίς μαζικό πολιτικό κίνημα δεν μπορούν να υπάρξουν μεγάλα βήματα.
Σύνοψη
Κλείνοντας το σημείωμα αυτό, χρειάζονται δύο ακόμα επισημάνσεις.
Η πρώτη: δεν εκφωνήσαμε μια πολύ συγκεκριμένη γραμμή, αλλά μιλήσαμε σαφώς για τη ανάγκη του πολιτικού κινήματος απέναντι σε μια μέγιστη και τεράστια επιχείρηση / σκευωρία του κράτους-«παράγκα», το οποίο βρίσκεται σε συντονισμό με όσα γίνονται σε Ευρώπη σήμερα σχετικά με τη Δημοκρατία, την καταπάτηση στοιχειωδών ελευθεριών, τα συνεχή πραξικοπήματα, την απαγόρευση κομμάτων, την ακύρωση εκλογών και άλλα πολλά. Γιατί αυτό είναι το νέο καθεστώς στην Ευρώπη. Τα περί «κράτους δικαίου» ακούγονται σαν παλιά ηχώ ενός τραγουδιού που ξεχάστηκαν τα λόγια του…
Η δεύτερη: στο αντιμνημονιακό κίνημα λειτούργησε (μετά το 2012) η «ανάθεση» προς ένα μικρό κόμμα της Αριστεράς, και αυτό έγινε μέχρι και κυβέρνηση. Χωρίς το κίνημα και χωρίς την «ανάθεση» αυτή δεν θα είχε γίνει κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ. Ο ιστορικός του μέλλοντος θα το επισημάνει και θα βρει σε αυτή τη σχέση (κινήματος και ανάθεσης) την ερμηνεία. Σήμερα, μετά την αρνητική πείρα του ΣΥΡΙΖΑ, δεν υπάρχει η δυνατότητα «ανάθεσης». Κι αυτό δεν είναι κακό. Είναι κακό μόνο για τη γραμμή «να φύγει ο κακός Μητσοτάκης», χωρίς να νοιάζεται κανείς σοβαρά για τους στόχους που αναφέραμε πιο πάνω, και είναι ανάγκη να πραγματοποιηθούν για να υπάρξει οξυγόνο στη χώρα.
Ο συνδυασμός αυτών των δύο επισημάνσεων οδηγεί στην ακόμα μεγαλύτερη ανάγκη μέσα από τον αγώνα των Τεμπών να προχωρήσει μια νέα πολιτικοποίηση, ένας νέος προσανατολισμός.