Τα οχτώ χρόνια της χολέρας.
Οχτώ χρόνια που μια χώρα, ένας λαός, πήγε τροχάδην 20-30 χρόνια πίσω -και λίγα λέγω.
Οχτώ χρόνια μιας οδυνηρής πολιτικής, κοινωνικής, οικονομικής, οπισθοπορείας, που ανέλαβε να μας την επιβάλλει ένας «σοσιαλιστής» και χρεώθηκε να την ολοκληρώσει ένας «αριστερός».
Και οι δύο με μεγάλη επιτυχία, εκ του αποτελέσματος κρίνοντας.
Παραδείγματα πολιτικών υπαλλήλων σε διεθνές επίπεδο αμφότεροι, με σαφές βέβαια προβάδισμα του πρώτη φορά «αριστερού».
Στα οχτώ χρόνια τούτης της βασανιστικής «οδύσσειας» για την κοινωνία, πολλά άλλαξαν εκτός από ένα: Το πλήρωμα του πλοίου.
Πάντα ο ίδιος πολύπαθος λαός, η εργατική τάξη της χώρας.
Πάντα στ’ αμπάρια, πάντα στο κουπί.
Πάντα «ευπαθής», πάντα ο πρόχειρος στις «θυσίες» για να προχωρήσει το πλοίο, αυτός η τροφή για να χορτάσει ο Κύκλωπας.
Ο «Οδυσσέας», ο καπετάνιος, πήρε πολλές μορφές όλα τούτα τα χρόνια.
Ήρθε σαν νέος σοσιαλιστής, δεινός ποδηλάτης, έγινε δεινός τεχνοκράτης, παρουσιάστηκε σαν δίμορφο τέρας, όμως το πλοίο όλο κι’ έμπαζε νερά και πουθενά Ιθάκη.
Και να το θάμα!
Έρχεται ο γνήσιος Οδυσσέας, ο νέος και με ηθικό πλεονέκτημα. Πολυμήχανος και καταφερτζής, που τα είχε καλά και με τη Σκύλλα και με τη Χάρυβδη, που μπορούσε να ξεγελά και τους Κύκλωπες και τους Λαιστρυγόνες και το πλήρωμα. Αυτούς που τραβούσαν κουπί.
Και κάθε φορά που πήγαιναν να ψελλίσουν κάτι, ο καπετάνιος τους καθησύχαζε με πειθώ και μ’ έναν έρπη.
«Είναι δίκαιο και το κάνουμε πράξη».
– Μόλις πιάσουμε Ιθάκη, όλα θα διορθωθούν. Και οι μισθοί σας θα αυξηθούν και οι φόροι σας θα μειωθούν και η θεά-ανάπτυξη θα έρθει μόνιμα στην Ιθάκη μας και οι μνηστήρες θα τιμωρηθούν.
Κι’ όταν τα πράγματα παραζόριζαν και του ψιθύριζαν διστακτικά οι μούτσοι: Χιλιοχρονεμένε, δεν είναι στραβός ο γιαλός, αυτός απαντούσε:
– Τι να κάνω; Δεν είναι δικιά μου η ρότα, ο Ποσειδώνας μου τη χαράζει.
Και δόστου πιο δεξιά το τιμόνι και δόστου κουπί οι Κούληδες.
Κι από καιρό σε καιρό, να ένας Έρπης, να κι’ ένα κλάμα από την Πηνελόπη, να λίγο Σκοπευτήριο και λίγο κλάμα για το Φιντέλ, να και λίγο κολατσιό παραπάνω στους παρατρεχάμενους και το τσούρμο ίσιωνε.
Οχτώ χρόνια αρμένιζε το κακόμοιρο καράβι από ξέρα σε ξέρα κι οι φουκαράδες κωπηλάτες-λαός, όλο κουπί, άντε και κανένα δημοψήφισμα και κανένα πρόγραμμα Θεσσαλονίκης.
Η τετραετία να περνά και θα δούμε…
Κι όταν η τετραετία έφτανε στο τέρμα της, ο παμπόνηρος πρώτη φορά Οδυσσέας, έφτιαξε καινούργιο μύθο.
– Τέρμα τα μνημόνια, τέρμα οι προσταγές του Ποσειδώνα.
Τώρα θα έλθει η θεά-ανάπτυξη και οι μνηστήρες που ρήμαξαν την Ιθάκη θα πληρώσουν.
Και πάνω που τέλειωνε τούτα τα λόγια, νάσου ένας ανασχηματισμός και γίνονται τα λαμόγια – μνηστήρες καπεταναίοι, γιατί σαν είναι ν’ αρμενίζεις για άλλα τέσσερα χρόνια, ο αντίπαλός σου δεν είναι εχθρός σου, γιατί όπως είπε και ο καπετάν-Δραγασάκης: «Αυτή είναι η γοητεία των αντιθέσεων».
Άσε που έπρεπε κάποτε να τελειώσει αυτή «η εναγώνια αναζήτηση του Αριστερού», όπως δήλωσε ο άλλος καπετάν-Μπαλαφάρας.
Παράνοια…
Και ατάκα, βουρ και για καινούργιο σκαρί τετραετίας.
Δημοκρατικό μέτωπο το όνομά του και η νέα ρότα του λέγεται «ψηφοδέλτια νίκης».
Και όσοι είχαν παραφάει όλα τούτα τα χρόνια λωτούς και δεν έχουν συνέλθει ακόμα, νόμισαν οι δύστυχοι πως τέρμα πια το κουπί, τέρμα πια η Οδύσσεια.
Ψάχνουν τώρα για την Ιθάκη και βλέπουν πως έχει ξεπουληθεί «σ΄ εμπορεία Φοινικικά», πάνε να γιορτάσουν την ξελευτεριά τους και βλέπουν «τους Λαιστρυγόνες και τους Κύκλωπες και τον άγριο Ποσειδώνα» να είναι παρόντες και να ορίζουν πάλι τη ζωή τους, πάνε να ξαποστάσουν και βλέπουν πως πάλι αυτοί είναι στο κουπί…
Τελικά, ατέλειωτο και αδιέξοδο τούτο το εφιαλτικό ταξίδι;
«…η Ιθάκη δεν σε γέλασε.
Έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα,
ήδη θα το κατάλαβες η Ιθάκες τι σημαίνουν».